ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ......
Κάποτε ξαναγύρισα στο σπίτι μου. Αμέσως μετά την επιστροφή μου απ’ την εξορία, οι αρχές του τόπου μου, με σχετικό έγγραφό τους, μου έκαναν γνωστό πως δεν μπορώ να είμαι Αντιπρόεδρος της Κοινότητας, ούτε μέλος της Τοπικής Τουριστικής Επιτροπής του χωριού, για λόγους «δημόσιας τάξεως και ασφάλειας». Οι ίδιες αρχές δεν επέτρεπαν σε κανένα χωριανό μου, ........
ούτε και στους πιο στενούς μου συγγενείς, να με κάνει παρέα, αλλά ούτε να μου μιλάει. Όσοι απ’ αυτούς δεν συμμορφώνοντας, τους καλούσαν στην Αστυνομία κα αυτό κράτησε δυο ολόκληρα χρόνια…
TEΛΕYTAIO ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΑ ΕΚΛΕΓΜΕΝΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΕ ΠΡΟΕΔΡΟ ΤΟ ΘΥΜΙΟ ΚΑΡΟΥΖΟ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ (ΣΕ 1ΜΗΝΑ) ΟΠΟΙΟ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΕ ΣΑΝ ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΡΕΣ. ΣΤΑ ΕΠΟΜΕΝΑ 7 ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΔΗΜΟΤΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ
.....Ξανάρχισα τη δουλειά του καπνεργάτη και εξακολουθούσα να διαβάζω και να γράφω. Όταν έβγαινα τ’ απογεύματα στην πλατεία του χωριού, καθόμουν κατάμονος στο τραπέζι μου, δεν άφηναν να με πλησιάσει κανείς. Δύσκολες μέρες και πικρές.
ΒΙΝΤΕΟ. Ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΡΕΣ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΙ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΓΡΑΦΕΙ.
.....Την εποχή εκείνη άρχισαν να γράφω μια σειρά αλληγορικά ποιήματα. Δύο απ’ τα ποιήματά μου αυτά είναι τα παρακάτω (αντιγράφω απ’ την ποιητική μου συλλογή « Καταγραφές»
Η ΑΛΛΗ ΕΡΗΜΙΑ
Θα’ θελα κάποιος, κάτι
Να μου ειπεί απόψε
Καθώς μονάχος
Περπατώ στους δρόμους
Κάτι γι’ αυτό που πνίγει
Την καρδιά του.
Κάτι για τον καιρό ή μια βλαστήμια
Για να μπορέσω να απαντήσω-
Ένα μονάχα λόγο μου να ειπώ
Τα αιχμηρά σπαθιά
Της απομόνωσης
Που με τρυπούν να σπάσω.
Όμως
Οι άνθρωποι
Δεν βρίσκονται!
Κι αναζητώντας μια φωνή,
Την ερημιά των δρόμων
Διασχίζω
και τραβάω.
Μέρες τώρα χιονίζει!
Στα μάτια των πουλιών
Στα φύλλα των δέντρων
Στις πέννες των ποιητών
Στα σπίτια, στις φάμπρικες,
Στα πάρκα, στα σχολεία.
Χιονίζει!
Στους δρόμους
Τρέχει ο βοριάς
Σφυρώντας το κοπάδι
Των φιδιών του.
Κι εγώ
Με παγωμένα δάχτυλα
Τα τελευταία λόγια μου
Σου γράφω:
Τα πάντα κινδυνεύουν!
Ήλιε μου μην αργείς.
Μάνθος Καρούλας , Γιάννης Μαρρές , Χαράλαμπος Αμπελουργός. Οι τρείς Σουβαλιώτες που έκαναν τη "θητεία" τους στη.....Γυάρο.
Στη Γυάρο διότι .......΄΄δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις΄΄
Μια από εκείνες τις μέρες της φοβερής απομόνωσής μου απ’ τους συνανθρώπους μου, καθώς καθόμουν πάλι ολομόναχος στο τραπέζι μου στην πλατεία του χωριού, σκεφτόμουν χίλια δυό, καθώς στριφογύριζα σιγά- σιγά το μπαστούνι μου που κρατούσα στο χέρι μου. Κι άξαφνα σταμάτησα το στριφογύρισμά του μπαστουνιού και άρχισα να το κοιτάω προσεχτικά. Έβγαλα ένα μικρό μπλοκ και το μολύβι απ’ την τσέπη μου κι έγραψα το παρακάτω ποίημα (αντιγράφω απ’ την 9 σελίδα της ποιητικής μου συλλογής «Καταγραφές»
ΤΟ ΜΠΑΣΤΟΥΝΙ ΜΟΥ
Μπορεί να ήταν κάποτε
Μέλεγος, κερασιά, πουρνάρι,
ή κάτι άλλο-που να ξέρω.
Τραγουδούσε στον άνεμο,
Χαιρόταν τον ήλιο, την βροχή
Και τα πουλιά μέσα στα φύλλα του
Έκαναν έρωτα και γλυκοκελαιδούσαν.
Τώρα δεν είναι παρά το μπαστούνι μου!
Τούτο για σας είναι ένα τίποτα.
Για μένα όμως
- Καθώς δεν είμαι πια
Ένας ακέραιος άνθρωπος-
Είναι το παν.
Με βοηθάει όσο κανείς.
Γι’ αυτό το τραγουδάω! Σκεφτείτε:
Χωρίς αυτό δεν κάνω ουτ’ ένα βήμα.
Εκείνο τον καιρό πάλευα και με πάλευαν πολλά. Όλα μέσα μου και γύρω μου ήταν μαύρα και άραχλα. Δεν ήξερα που βρισκόμουν, δεν ήξερα τι να κάνω. Ώρες ολόκληρες έμενα σιωπηλός. Δεν μιλούσα με κανέναν, μονάχα με τον εαυτό μου. Η σιωπή μου αυτή άρχισε να ανησυχεί τους γονείς μου και προπαντός τη γυναίκα μου, που με το δίκιο της, όπως καταλάβαινα, άρχισε να ανησυχεί για τις σχέσεις μας.
Μια μέρα, όπως την κοιτούσα να ράβει κάτι που κρατούσε στα χέρια της, σιωπηλή και θλιμμένη, έσκυψα πάνω στο γραφείο μου και άρχισα να γράφω το παρακάτω ποίημα:
ΝΑ ΜΗΝ ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ
Όταν κλείνομαι στον εαυτό μου
Και δείχνω ότι σε ξέχασα,
Να μην ανησυχείς.
Ψάχνοντας να’ βρω το δρόμο
Που θα μας οδηγήσει προς το φως
Εσένα σκέφτομαι και τότε.
Χίλιες φορές σου το ‘χω ειπεί
Για να σε πείσω. Κι ακόμα μια:
Να μην ανησυχείς.
-Λίγο αργότερα της διάβασα το ποίημά μου κι αρχίσαμε κι οι δυο να κλαίμε..
Από τότε τα πράγματα και για τους δυο μας έγιναν διαφορετικά.
Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά
να την ξεμοναχιάσει μες στη νύχτα;
ουρλιάζουν και σφυρίζουν φορτηγά
σαν ψάρι μ' έχουν πιάσει μες στα δίχτυα
Για κάποιον μες στον κόσμο είν' αργά
ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά;
Ποιος τη ζωή μου, ποιος παραφυλά
στου κόσμου τα στενά ποιος σημαδεύει;
πού πήγε αυτός που ξέρει να μιλά
που ξέρει πιο πολύ και να πιστεύει
να την ξεμοναχιάσει μες στη νύχτα;
ουρλιάζουν και σφυρίζουν φορτηγά
σαν ψάρι μ' έχουν πιάσει μες στα δίχτυα
Για κάποιον μες στον κόσμο είν' αργά
ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά;
Ποιος τη ζωή μου, ποιος παραφυλά
στου κόσμου τα στενά ποιος σημαδεύει;
πού πήγε αυτός που ξέρει να μιλά
που ξέρει πιο πολύ και να πιστεύει
Αρχίσαμε να διασχίζουμε με θάρρος και υπομονή τον κακοτράχαλο δρόμο που ανοιγότανε μπροστά μας….
Διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις.
Πέρα από το γαλάζιο κύμα, το γαλάζιο ουρανό
μια μανούλα περιμένει χρόνια τώρα να τη δω.
Διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις.
Χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει, μες στο σύρμα περπατώ
θα περάσουν μαύρες μέρες δίχως να σε ξαναδώ.
Διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις.
Αλικαρνασσός, Παρθένι, Ωρωπός, Κορυδαλλός
ο λεβέντης περιμένει της ελευθεριάς το φως.
Διότι δεν συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις.
ΔΕΙΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΑΥΤΟΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΡΡΕ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙ Ο "ΠΟΛΥΔΡΟΣΟΠΑΡΝΑΣΣΟΣ" ΣΕ 2 ΜΕΡΗ.
ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΜΑΣ ......
" ΜΑΡΡΕΣ Γ. - ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΟΣ Χ. - ΚΑΡΟΥΛΑΣ Μ : 21 ΑΠΡΙΛΗ ΤΟΥ 1967. ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΕΣ ΠΟΥ ΕΚΑΝΑΝ ΤΗΝ "ΘΗΤΕΙΑ" ΤΟΥΣ...... ΣΤΗ ΓΥΑΡΟ."
7 ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΠΑΧΤΗ....
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://nonews-news.blogspot.com/2019/04/blog-post_7380.html