Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Παρασκευή 26 Απριλίου σήμερα . .....

Πέμπτη 4 Απριλίου 2019

Ιστορίες....


«Στα 15 μου χρόνια, έμαθα, ότι η καλύτερή μου φίλη θα έφευγε για την Ελλάδα με την οικογένειά της. Την έπεισα να έλθω μαζί της......
Το προηγούμενο βράδυ ο πατέρας μου με είχε αρραβωνιάσει με το μεγαλύτερο γιο του πρώην τοπικού κομματικού γραμματέα και μετέπειτα τοπικού κομματάρχη του Μπερίσα. Αν έμενα στο χωριό, θα με πάντρευαν με το ζόρι. Συμμάζεψα τα πράγματα μου και το ίδιο βράδυ έφυγα στα κρυφά. Προσποιήθηκε ο πατέρας της φίλης, ότι ήμουν κόρη του. 4 μέρες διάρκεσε το ταξίδι μέχρι τα σύνορα με την Ελλάδα πάνω στην καρότσα ενός φορτηγού. Όταν πέρασα τα σύνορα, ένιωσα, ότι πατούσα σε κάποιο άλλο πλανήτη. Ήταν 13 Οκτωβρίου του 1993. Την πρώτη μέρα, μπήκαμε σ’ ένα μέρος, που το έλεγαν Γιάννενα. Είδα ένα σωρό αυτοκίνητα αριστερά και δεξιά στο δρόμο, που νόμιζα, ότι τα είχαν παρατήσει εκεί χαλασμένα. Μείναμε μια μέρα και μετά κινήσαμε πάλι με φορτηγό για μια άλλη πόλη, την Αθήνα. Έφτασα σε μια πόλη με ψηλά κτίρια και πολύ θόρυβο. Στο χωριό μου τα σπίτια ήταν όλα χαμηλά και οι δρόμοι χωμάτινοι. Σταματήσαμε μπροστά από ένα μεγάλο κτίριο και μπήκαμε σε μια μεγάλη αίθουσα γεμάτη καθίσματα. Απέξω περνούσε ένα τρένο. Μου είπαν να περιμένω σε μια μεγάλη αίθουσα, μέχρι να συνεννοηθούν με κάποιο να μας πάρει. Δύο ώρες μετά κατάλαβα, ότι με είχαν παρατήσει. Με ‘πιασαν τα κλάματα. Ήμουν σε μια ξένη χώρα, δεν ήξερα τη γλώσσα και δεν ήξερα, τι να κάνω. Με είδε μια κυρία και μου έδωσε ένα τσουρέκι να φάω. Από την πείνα μου κόντεψα να φάω και το περιτύλιγμα. Μετά, μου έκανε νόημα να ‘ρθω μαζί της. Την ακολούθησα αποκαμωμένη. Περπατήσαμε αρκετή ώρα μέχρι το σπίτι της, που ήταν σε μια πολυκατοικία σε ένα στενό δρόμο. Σ’ όλο το δρόμο μου μιλούσε αλλά τότε δεν ήξερα λέξη ελληνικά. Δεν είχα ξαναδεί τέτοια πολυκατοικία με φως και μάρμαρα στην είσοδο. Με έμπασε σπίτι της και μου έστρωσε σε ένα καναπέ να κοιμηθώ. Το πρωί, που ξύπνησα, μου έφερε ψωμί με βούτυρο και μέλι και άνοιξε μια τηλεόραση απέναντι από τον καναπέ. Δεν είχα ξαναφάει τόσο νόστιμο ψωμί και στην τηλεόραση έβλεπα κάτι πανέμορφες γυναίκες και άνδρες, που οδηγούσαν αυτοκίνητο. Τα αυτοκίνητα μου είχαν γίνει εμμονή, διότι στο χωριό μου υπήρχαν 4 κακοπαθημένα φορτηγά όλα κι όλα. Η κυρία Σταμάτα ήταν ο φύλακας-άγγελός μου. Έμαθα ελληνικά συζητώντας μαζί της και στο εξάμηνο πάνω με βάφτισε χριστιανή και από Αρντιάνα έγινα Άννα. Μια μέρα μετά, μας χτύπησε την πόρτα η αστυνομία και μου ζήτησαν τα χαρτιά μου. Δεν είχα ούτε διαβατήριο μαζί μου. Σώθηκα, γιατί μιλούσα τόσο καλά ελληνικά, που οι αστυνομικοί δεν πίστεψαν, ότι ήμουν Αλβανίδα, και η κυρία είπε, ότι ήμουν μια ανιψιά της από τη Θήβα. Με τον καιρό, μάθαμε, ότι κάποιος γείτονας με είχε καρφώσει. Η κυρία Σταμάτα με έμαθε να κάνω τις δουλειές του σπιτιού και τα βράδια κουβεντιάζαμε. Τα καλοκαίρια πηγαίναμε σε ένα μέρος, που το έλεγαν Αιδηψό και παραθερίζαμε. Τότε έκανα για πρώτη μου φορά μπάνιο στη θάλασσα. Στο χωριό μου, θάλασσα βλέπαμε μόνο στα σχολικά βιβλία. 4 χρόνια μετά, θέλησα να συνεχίσω στο σχολείο, που το είχα παρατήσει από τότε, που έφυγα για την Ελλάδα. Αλλά δεν είχα χαρτιά μαζί μου. Η κυρία Σταμάτα είχε κάποιο ξάδερφο στο υπουργείο εσωτερικών και μου βρήκε τη λύση. Πήρα άδεια παραμονής ως οικιακή βοηθός και μου βρήκαν ένα σχολείο για ενήλικες. Το παράτησα την πρώτη μέρα κλαίγοντας, όταν ένας καθηγητής σχολίασε «ορίστε κατάσταση, πληρώνουμε φόρους για να μαθαίνει γράμματα τζάμπα ο κάθε λαθρομετανάστης». Ξαναπήγα μετά από χρόνια. Κάποια στιγμή, έμαθα, ότι η οικογένειά μου στην Αλβανία με είχε ξεγράψει, επειδή τους είχα ντροπιάσει με τη φυγή μου. Μου φαίνονταν τόσο ξένοι πια, που δεν στενοχωρήθηκα. Μετρούσα ήδη σχεδόν δέκα χρόνια στην Ελλάδα και η ζωή μου πριν έμοιαζε σαν κάποιο σενάριο, που το είχε γράψει τρίτος και εγώ το διάβαζα σαν κάτι πρωτόγνωρο. Το 2006, η κυρία Σταμάτα διαγνώστηκε με άνοια. Μέσα σε ένα χρόνο, δεν με αναγνώριζε. Πήρα τηλέφωνο τα παιδιά της να βρούμε μια λύση. Αυτά με πέταξαν έξω από το σπίτι και με κατηγόρησαν ως την «κωλοαλβανίδα», που πήγα να αρπάξω την περιουσία της μητέρας τους, αυτά που την είχαν γραμμένη όσο ήταν στα καλά της. Η ίδια είχε κάνει διαθήκη σε συμβολαιογράφο και μου άφηνε το σπίτι. Εγώ το έμαθα, όταν η κυρία Σταμάτα πέθανε το 2012 βυθισμένη στη μακαριότητα των ανοϊκών και μου τηλεφώνησε η συμβολαιογράφος της. Όταν το έμαθαν τα παιδιά της, μου έκαναν τη ζωή κόλαση με εξώδικα, καρφωτές στην αστυνομία και απειλές από το τηλέφωνο. Είχα πλέον άδεια παραμονής, είχα κάνει τα χαρτιά μου για να πάρω την ελληνική υπηκοότητα και η αστυνομία με έπιασε 4 φορές μαζεμένες και με κράτησε με τις ώρες στο κρατητήριο δήθεν ότι δεν εύρισκαν, αν είχα γνήσια ή πλαστά χαρτιά. Αν δεν με στήριζε τότε ο Χρήστος, ο αρραβωνιαστικός μου, θα τρελλαινόμουν. Στην κηδεία της κυρίας Σταμάτας ο γιός της με άρπαξε από το γιακά και με πέταξε επιδεικτικά έξω από την εκκλησία. Αργότερα εμφάνισε μια δήθεν χειρόγραφη διαθήκη της μάνας του, ότι του άφηνε το σπίτι. Ο αρραβωνιαστικός μου με έπεισε να κινηθώ δικαστικά. Όταν έγινε η πρώτη δίκη, μια δικαστίνα με ρώτησε, με ποια λογική εγώ «η Αλβανίδα» διεκδικούσα την περιουσία «των ανθρώπων». Όταν τελείωσε η δίκη, βγήκα από τα δικαστήρια και ούρλιαζα, ότι δεν με νοιάζει το σπίτι. Τελικά κέρδισα το δικαστήριο και παρά την επιμονή του Χρήστου, δεν κινήθηκα δικαστικώς εναντίον των παιδιών της κυρίας Σταμάτας και των μπράβων της Χ.Α., που με είχαν απειλήσει και συκοφαντήσει παντού. Στις περισσότερες υπηρεσίες ένιωθα, ότι απολογούμην για την παρουσία μου στην Ελλάδα. Σήμερα, έχω ελληνική ταυτότητα και είμαι μητέρα 2 παιδιών. Ο Χρήστος δουλεύει ταξιτζής και εγώ είμαι προϊσταμένη σε ένα σούπερ μάρκετ. Δεν μας λείπει τίποτα και τα πεθερικά μου με λατρεύουν και δεν τους νοιάζει η καταγωγή μου. Με ρώτησαν κάποια στιγμή, πως νιώθω για την Ελλάδα μετά την περιπέτειά μου με τα παιδιά της κυρίας Σταμάτας και τη Χ.Α. Τους λέω, ότι στην Ελλάδα έφαγα γλυκό ψωμί και δεν μπορώ να κατηγορήσω μια ολόκληρη χώρα εξαιτίας κάποιων παλιανθρώπων. Η κυρία Σταμάτα ήταν ο άνθρωπος, που με περιμάζεψε, όταν έφτασα σε μια ξένη χώρα χωρίς να ξέρω, πούθε παν τα τέσσερα, και με βοήθησε να σταθώ στα πόδια μου. Χωρίς αυτή, θα είχα καταλήξει σε κάποιο πορνείο. Η γυναίκα αυτή είναι το πρόσωπο της Ελλάδας, που γνώρισα και αγάπησα. Και αυτό δεν μπορώ να το αλλάξω μέσα μου.»
Διήγηση της Αρντιάνας-Άννας Μπ. το 2018!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου