Παρουσιάζει ο Βίκτωρ Σαμπώ
Δεν ήταν και το καλύτερο θέαμα στις γειτονιές της Αθήνας εκείνα τα χρόνια.....
Ο αρκουδιάρης ήταν συνήθως τσιγγάνος είχε δεμένη με αλυσίδα μια αρκούδα και έδινε "παραστάσεις" στο δρόμο. Βαστούσε και ένα ξύλο για να τον φοβάται το ζωντανό.
Έπαιζε το ντέφι και εκείνο στα πισινά του πόδια χοροπηδούσε για να γελάσει το φιλοθεάμον κοινό και να ρίξει κανένα κέρμα στο ντέφι στην συνέχεια.
Αντί για αρκούδα μπορεί να είχε και μαϊμού...αυτή θα έκανε και τούμπες στον αέρα....
Χαρακτηριστικές και οι ατάκες του τσιγγάνου.... "...πώς πλένετε η (κάποια γνωστή ηθοποιός της εποχής);" Και έκανε κινήσεις για να γελάσει ο κόσμος....
Αντί για αρκούδα μπορεί να είχε και μαϊμού...αυτή θα έκανε και τούμπες στον αέρα....
Χαρακτηριστικές και οι ατάκες του τσιγγάνου.... "...πώς πλένετε η (κάποια γνωστή ηθοποιός της εποχής);" Και έκανε κινήσεις για να γελάσει ο κόσμος....
Η εκπαίδευση αυτών των ζώων ξεπερνούσε τα όρια της φαντασίας...
Τότε δεν υπήρχαν φιλοζωικές οργανώσεις και κανείς δεν νοιαζότανε.
Άναβαν κάρβουνα μέσα σε ένα λάκκο και έβαζαν επάνω μια λαμαρίνα.
Όταν αυτή άρχιζε να καίει έβαζαν επάνω το ζώο χτυπώντας το ντέφι ενώ αυτό
Όταν αυτή άρχιζε να καίει έβαζαν επάνω το ζώο χτυπώντας το ντέφι ενώ αυτό
χοροπήδαγε από τον πόνο. Έτσι το χτύπημα με το ντέφι σήμαινε για αυτά το συγκεκριμένο μαρτύριο και άρχιζαν να χοροπηδάνε.
Για το πώς πλένεται η τάδε έριχναν ένα μαντήλι στο κεφάλι της μαϊμούς και αυτή προσπαθούσε να το βγάλει ενώ ο τσιγγάνος με ένα ξύλο το ξαναέβαζε στο πρόσωπό της.
Τις αρκούδες τις εύρισκαν στα βουνά μωρά και τις μεγάλωναν ενώ τις μαϊμούδες τις έπαιρναν από κανένα τσίρκο φυσικά πληρώνοντας.
Κάποτε μια μαϊμού κάνοντας επίδειξη στην Πλατεία Κοτζιά κατόρθωσε να το σκάσει... για γέλια και για κλάματα οι σκηνές.
Προσπαθούσε να ανέβει κάπου ψηλά για ασφάλεια ... Είχε αγριέψει όμως και
χρειάστηκε η βοήθεια της πυροσβεστικής που την μάζεψε με ένα δίχτυ και την
πήγε στον Βασιλικό Κήπο (έτσι τον έλεγαν τότε).
Στίχοι: Κώστας Βίρβος
Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος
1.
|
Βίκυ Μοσχολιού
| |||
2.
|
Ήρθε στο χωριό ο αρκουδιάρης
ένας μαύρος γύφτος ξεδοντιάρης
λεύτερη κι ανέμελη η ψυχή του,
πέρα ως πέρα οι κάμποι είναι δικοί του.
Πώς καθρεφτίζονται τα όμορφα κορίτσια; Ει!
Και ο τσομπάνος πώς κρατάει την αγκλίτσα; Όπα!
Οι αφεντάδες πώς κτυπούν το κομπολόι, ει!
Και πώς κουρδίζουν το χρυσό τους το ρολόι;
Παίζει το χαβά του μ’ ένα ντέφι
όταν αυτουνού του κάνει κέφι.
Κλήρο ν’ αποκτήσει δεν το νοιάζει
και γι’ αυτό σκλαβιά δε δοκιμάζει.
Πώς καθρεφτίζονται τα όμορφα κορίτσια; Ει!
Και ο τσομπάνος πώς κρατάει την αγκλίτσα; Όπα!
Οι αφεντάδες πώς χτυπούν το κομπολόι, ει!
Και πώς κουρδίζουν το χρυσό τους το ρολόι;
ένας μαύρος γύφτος ξεδοντιάρης
λεύτερη κι ανέμελη η ψυχή του,
πέρα ως πέρα οι κάμποι είναι δικοί του.
Πώς καθρεφτίζονται τα όμορφα κορίτσια; Ει!
Και ο τσομπάνος πώς κρατάει την αγκλίτσα; Όπα!
Οι αφεντάδες πώς κτυπούν το κομπολόι, ει!
Και πώς κουρδίζουν το χρυσό τους το ρολόι;
Παίζει το χαβά του μ’ ένα ντέφι
όταν αυτουνού του κάνει κέφι.
Κλήρο ν’ αποκτήσει δεν το νοιάζει
και γι’ αυτό σκλαβιά δε δοκιμάζει.
Πώς καθρεφτίζονται τα όμορφα κορίτσια; Ει!
Και ο τσομπάνος πώς κρατάει την αγκλίτσα; Όπα!
Οι αφεντάδες πώς χτυπούν το κομπολόι, ει!
Και πώς κουρδίζουν το χρυσό τους το ρολόι;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.