Στην ένδικη δασική έκταση, η οποία παραχωρήθηκε στον αιτούντα Δήμο Δελφών για τη δημιουργία δημοτικής κατασκήνωσης, έχει λάβει χώρα οικοδόμηση κατασκευών και κτισμάτων, που τείνουν να καταστούν μόνιμα και να συγκροτήσουν οικισμό......
Ο οικισμός αυτός λειτουργεί ανεξέλεγκτα, χωρίς πολεοδομική ή οικοδομική άδεια, όρους δόμησης και περιβαλλοντική αδειοδότηση και παρά τις εκπεφρασμένες αντιρρήσεις των οικείων δασικών και αρχαιολογικών υπηρεσιών. Υπό τις συνθήκες αυτές, ο εν λόγω οικισμός δεν έχει, ούτε μπορεί ν΄ αποκτήσει χαρακτήρα κατασκήνωσης ούτε νομίμως υφισταμένου οικισμού, αφού διατηρείται και επεκτείνεται κατά παράβαση της πολεοδομικής, δασικής, αρχαιολογικής και περιβαλλοντικής νομοθεσίας και της νομοθεσίας περί κατασκηνώσεων, περιλαμβάνοντας αυθαίρετα, που έχουν μάλιστα και χαρακτήρα αγροτικών κατοικιών. Πληρούνται επομένως οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων που προβλέπουν ανάκληση της σχετικής παραχώρησης και κήρυξη του παραχωρησιούχου εκπτώτου.
Με την υπ΄ αριθ. 3054/2015 απόφαση του Ε΄ Τμήματος του
Συμβουλίου της Επικρατείας εκδικάσθηκε υπόθεση που αφορούσε την ακύρωση της
ανάκλησης παραχώρησης δημόσιας δασικής εκτάσεως προς τον Δήμο Δελφών για τη
λειτουργία δημοτικών κατασκηνώσεων. Όπως έγινε δεκτό από το Δικαστήριο, με την
κοινή υπουργική απόφαση (κυα) 78900/5228π.ε./22.3.1996, η οποία ανακλήθηκε στη
συνέχεια με την προσβαλλομένη κυα 199782/2800/15.7.2010,[1] είχε παραχωρηθεί
στον Δήμο Δελφών η ένδικη έκταση, η οποία έχει δασικό χαρακτήρα, για τη
λειτουργία κατασκηνώσεων του αιτούντος Δήμου.
Τα ζητήματα παραχώρησης δημοσίων δασών και δασικών εκτάσεων
για τη λειτουργία και εγκατάσταση κατασκηνώσεων και παιδικών εξοχών ρυθμίζονται
κατά την απόφαση από τη δασική νομοθεσία, ειδικότερα δε από τις διατάξεις του
άρθρου 18 του ν. 3208/2003 (Α΄ 303).[2]Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι το
άρθρο 18 του ν. 3208/2003 καταργήθηκε μεν με το άρθρο 53 παρ. 1 του ν.
4280/2014 (Α΄ 159/8.8.2014), πλην όμως επειδή κατά τον χρόνο έκδοσης της
προσβαλλομένης αποφάσεως ήταν σε ισχύ και ρύθμιζε τα σχετικά με τις
παραχωρήσεις και την εγκατάσταση κατασκηνώσεων εντός δασών και δασικών
εκτάσεων, η υπόθεση κρίθηκε με το τότε ισχύον νομοθετικό καθεστώς και όχι με το
καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο εκδίκασής της και έκδοσης της σχολιαζομένης
δικαστικής αποφάσεως, σύμφωνα με πάγια τακτική των δικαστηρίων που στηρίζεται
στις θεμελιώδεις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της προστατευόμενης
εμπιστοσύνης του διοικουμένου, ως ειδικότερων εκφάνσεων της βασικής αρχής του
κράτους δικαίου, η οποία διέπει το δίκαιό μας και τη δράση της δημόσιας
διοίκησης.[3]
Όπως έγινε εν προκειμένω δεκτό, κατά την έννοια των
μεταβατικού χαρακτήρα διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου άρθρο 18 του ν.
3208/2003, όπως ίσχυαν κατά τον κρίσιμο χρόνο, η συνέχιση της λειτουργίας
κατασκηνώσεων και παιδικών εξοχών που λειτουργούσαν κατά την έναρξη ισχύος του
νόμου αυτού εντός δασών και δασικών εκτάσεων, έστω και χωρίς εγκεκριμένους
περιβαλλοντικούς όρους και πράξη εγκριτική της παραχώρησης της έκτασης και
άδεια εγκατάστασης, η έκδοση των οποίων προβλέπεται από τις παρ. 1 και 2 του
ιδίου άρθρου 18, είναι ανεκτή για το προβλεπόμενο στην εν λόγω παρ. 5 χρονικό
διάστημα, εντός του οποίου πρέπει να εκδοθούν η έγκριση περιβαλλοντικών όρων,
οι πράξεις παραχώρησης και εγκατάστασης και οι λοιπές απαιτούμενες για τη
νόμιμη λειτουργία των κατασκηνώσεων διοικητικές πράξεις. Περαιτέρω δε, κατά τη
διάρκεια του προβλεπομένου στην παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 3208/2003, ως
ίσχυε, χρονικού διαστήματος ελάμβανε χώρα, σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 18,
αναστολή της ισχύος των πράξεων αποβολής από τις εκτάσεις αυτές καθώς και τυχόν
επιβληθέντων προστίμων, οι πράξεις δε αυτές ανακαλούνταν, εφ΄ όσον οι ως άνω
απαιτούμενες εγκρίσεις εκδίδονταν εντός του προαναφερομένου χρονικού
διαστήματος, οπότε η λειτουργία της κατασκήνωσης ή παιδικής εξοχής, για την
οποία επρόκειτο συνεχιζόταν πλέον νομίμως.
Οι μεταβατικές αυτές ρυθμίσεις όμως ίσχυαν, κατά την
απόφαση, ως προς τις κατασκηνώσεις και τις παιδικές εξοχές που ήταν ήδη σε
λειτουργία κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3208/2003. Σε περίπτωση αντιθέτως,
κατά την οποία είχε μεν εκδοθεί πράξη παραχώρησης της δασικού χαρακτήρα έκτασης
για τον σκοπό δημιουργίας κατασκήνωσης, αλλ΄ ο σκοπός αυτός δεν
πραγματοποιήθηκε ή εγκαταλείφθηκε ή ο παραχωρησιούχος δεν συμμορφώθηκε με τους
όρους της παραχώρησης και πάντως κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3208/2003 δεν
λειτουργούσε στην παραχωρηθείσα έκταση κατασκήνωση ή η τυχόν υπάρχουσα
λειτουργούσε κατά παράβαση των όρων της παραχώρησης, εφαρμοστέα ετύγχανε η παρ.
9 του άρθρου 18, η οποία προέβλεπε την ανάκληση της παραχώρησης, την έκπτωση
του παραχωρησιούχου από τα δικαιώματα που απέρρεαν από αυτή και τη διοικητική
αποβολή του από την παραχωρηθείσα έκταση και όχι οι προαναφερόμενες παρ. 5 και
7 του άρθρου 18 του ν. 3208/2003.
Η περιοχή των Δελφών και ο οικισμός
[πηγή: διαδίκτυο]
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τον φάκελο της υποθέσεως,
με σχετική από έτους 1990 απόφαση του Νομάρχη Φωκίδος παραχωρήθηκε στον Δήμο
Δελφών έκταση 10 στρ. στη θέση «Κρόκι», περιβαλλόμενη πανταχόθεν από δασικές
εκτάσεις μορφής ελατοδάσους και χορτολιβαδικής, με σκοπό τη δημιουργία
κατασκηνώσεως παραθερισμού. Η παραχώρηση αυτή δεν είχε λάβει χώρα κατά τους
ορισμούς του άρθρου 9 του ν. 1878/1990 και ανακλήθηκε με σχετική από 6.8.1990
απόφαση του ιδίου Νομάρχη κατ΄ επίκληση, μεταξύ άλλων, του γεγονότος ότι ο ν.
1878/1990, ο οποίος δεν είχε κοινοποιηθεί στις περιφερειακές δασικές υπηρεσίες,
ήταν άγνωστος σε αυτές.
Ακολούθησε η έκδοση, την 30.6.1995, σχετικού εγγράφου του
Διευθυντή Δασών της Νομαρχίας Φωκίδος με τη διαπίστωση ότι είχε σημειωθεί κατά
το παρελθόν, σε χρόνο μη προσδιοριζόμενο στο έγγραφο, η εγκατάσταση σαράντα δύο
(42) οικίσκων στην έκταση «με άδεια και ανοχή της Υπηρεσίας», διότι «ανέκαθεν η
έκταση εχρησιμοποιείτο ως παραθεριστικό κέντρο των κατοίκων του Δήμου Δελφών
και το Δασαρχείο Άμφισσας τους χορηγούσε άδειες παραθερισμού» και η υποβολή από
το Δήμο Δελφών αίτησης για την παραχώρηση στον ίδιο έκτασης στην παραπάνω θέση
για τη δημιουργία κατασκήνωσης.
Εν συνεχεία, με την κυα 78900/5228π.ε./22.3.1996
παραχωρήθηκε στον Δήμο Δελφών, κατά χρήση και χωρίς καταβολή τιμήματος, δάσος
και δασική έκταση επιφανείας 29,822 στρ., δηλαδή περίπου τριπλάσιας από την
αρχικώς παραχωρηθείσα, στη θέση «Κρόκι» της εδαφικής περιφέρειας του Δήμου
αυτού, με σκοπό τη δημιουργία δημοτικών κατασκηνώσεων. Η παραχωρηθείσα έκταση
περιβαλλόταν, κατά τον χρόνο παραχώρησης, από εγκαταλελειμμένους αγρούς,
δημόσιες δασικές εκτάσεις και δασικό δόμο (Παλαιοπαναγίας – Κροκίου),
παραχωρήθηκε δε υπό τους όρους, μεταξύ άλλων, της μη μεταβίβασης του
δικαιώματος χρήσεως, της μη υποθήκευσης, εκμίσθωσης και αλλαγής χρήσης της, της
μη εγκατάλειψης της χρήσης για χρονικό διάστημα πέραν της τριετίας, της λήψεως
των αναγκαίων μέτρων πυροπροστασίας, προστασίας της υπάρχουσας δασικής
βλάστησης και ενίσχυσης της βλάστησης πλατυφύλλων φυτών, ιδίως στα ρέματα που
διαρρέουν την περιοχή, της εκπαίδευσης των κατασκηνωτών σε θέματα προστασίας
του δάσους και πρόληψης και καταστολής δασικών πυρκαγιών καθώς επίσης και του
ευπρεπισμού των 42 ήδη εγκατεστημένων οικίσκων και της προσαρμογής τους στο
περιβάλλον.
Από τον φάκελο όμως προέκυψε ότι, στην πραγματικότητα, στην
παραχωρηθείσα για τη δημιουργία κατασκήνωσης έκταση, η οποία, κατά τα
προαναφερόμενα έχει χαρακτήρα δάσους και δασικής έκτασης, «κατοικούσαν οι
Δελφιώτες … ασχολούμενοι με την κτηνοτροφία και τη γεωργία …», ότι ο Δήμος
«παρά τις τεράστιες προσπάθειές του δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει … την
περιβαλλοντική αδειοδότηση, οικοδομική άδεια και άδεια λειτουργίας της εν λόγω
δημοτικής κατασκήνωσης» καθώς και ότι «είναι ηθικά αδύνατο, κατά τη γνώμη μας,
να προβεί η Πολιτεία στην κατεδάφιση των παραπηγμάτων», πρότεινε δε ο Δήμος, με
το ίδιο έγγραφο του Δημάρχου,[4] την εκ νέου παράταση των προθεσμιών του άρθρου
18 παρ. 5 του ν. 3208/2003, η οποία αφορούσε ωστόσο κατασκηνώσεις που ήδη
λειτουργούσαν κατά τη θέση του νόμου αυτού σε ισχύ.
Από τον φάκελο ομοίως προέκυψε[5] ότι η παραχωρηθείσα έκταση
εντάσσεται στη Ζώνη Β΄ προστασίας του κηρυγμένου με την
ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ10/13624/725/27.3.1991 απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού (Β΄ 259)
αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και του Δελφικού Τοπίου, ότι η κήρυξη του
αρχαιολογικού χώρου είχε ήδη διενεργηθεί πριν την παραχώρηση της ενδίκου
εκτάσεως στον Δήμο, χωρίς μάλιστα να ζητηθεί γι΄ αυτή έγκριση της αρχαιολογικής
υπηρεσίας καθώς και ότι έχουν κατασκευασθεί σε αυτή κτίσματα και κατασκευές, οι
οποίες δεν συνάδουν με τη φύση της ως αρχαιολογικού χώρου.
Τέλος, από μεταγενέστερα της προσβαλλομένης πράξεως στοιχεία
του φακέλου,[6] τα οποία παραδεκτώς ελήφθησαν υπ΄ όψη στην παρούσα δίκη,
προέκυψε ότι το Δασαρχείο Άμφισσας χορηγούσε κατά το παρελθόν άδειες
παραθερισμού σε κατοίκους Δελφών. Με τις άδειες αυτές οι εν λόγω κάτοικοι
μπορούσαν να παραθερίζουν σε πρόχειρα παραπήγματα, τα οποία κατασκεύαζαν οι
ίδιοι, υπογράφοντας ταυτοχρόνως υπεύθυνη δήλωση περί απομάκρυνσης των
εγκαταστάσεων μετά τη λήξη της κατασκηνωτικής περιόδου και μη διεκδίκησης της
έκτασης, στην οποία τους επιτρεπόταν προσωρινή μόνον εγκατάσταση. Οι κατασκευές
αυτές αυξήθηκαν, έπαυσαν να απομακρύνονται και η κατάσταση κατέστη ανεξέλεγκτη,
εξετράπη του σκοπού για τον οποίο είχαν χορηγηθεί οι άδειες παραθερισμού και
προκειμένου να αποτραπεί η επιδείνωσή της, κρίθηκε από τη δασική υπηρεσία ότι
έπρεπε να σταματήσουν πλέον να χορηγούνται άδειες αυτού του είδους και να
κηρυχθούν κατεδαφιστέα τα κτίσματα, που είχαν προσλάβει εν τω μεταξύ ημιμόνιμο
χαρακτήρα.
Ακολούθως, μετά την αρχική παραχώρηση εκτάσεως 10 στρ. στον
Δήμο Δελφών το έτος 1990, η οποία ανακλήθηκε αμέσως, εκδόθηκε σχετικό από
15.3.1993 έγγραφο του Δασάρχη Άμφισσας, με το οποίο εκλήθησαν οι
παραπηγματούχοι να απομακρύνουν τις προαναφερόμενες κατασκευές, κινήθηκε δε η
διαδικασία κατεδάφισής τους ως αυθαιρέτων κτισμάτων σε δασική έκταση. Τα
κτίσματα όμως αυτά όχι μόνο δεν απομακρύνθηκαν, αλλά προσέλαβαν τη μορφή
παραθεριστικών κατοικιών συγκεκριμένων δημοτών με την προσθήκη βεραντών, αυλών,
φούρνων και άλλων μονίμων κατασκευών, που έχουν λάβει ακόμη και τη μορφή
σύγχρονης υπερπολυτελούς κατοικίας φινλανδικού τύπου, οι δημότες δε αυτοί
ενεργούν και συμπεριφέρονται ως ιδιοκτήτες και έχουν συστήσει μάλιστα και
Σύλλογο Ιδιοκτητών.
Εν όσω εκκρεμούσε η διαδικασία κατεδάφισης των κτισμάτων, η
οποία ουδέποτε ολοκληρώθηκε, κινήθηκε για δεύτερη φορά με πρωτοβουλία του Δήμου
η διαδικασία παραχώρησης σε αυτόν εκτάσεως στη θέση «Κρόκι», εκδόθηκε δε η κυα
78900/5228π.ε./22.3.1996, με την οποία παραχωρήθηκε σε αυτόν η επίμαχη έκταση
για τη δημιουργία κατασκηνώσεων, αφού μάλιστα είχε τελικώς συμφωνήσει και η
Διεύθυνση Δασών της Νομαρχίας Φωκίδας.[7] Μετά όμως την έκδοση της πράξης
παραχώρησης εκδόθηκαν τα προαναφερόμενα έγγραφα των δασικών και αρχαιολογικών
υπηρεσιών,[8] τα οποία περιέχουν τις ως άνω διαπιστώσεις για την πραγματική
κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιοχή, εν όψει δε των διαπιστώσεων αυτών
εκδόθηκε η προσβαλλομένη κυα 199782/2800/15.7.2010 των Υφυπουργών Εσωτερικών,
Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Περιβάλλοντος, Ενέργειας και
Κλιματικής Αλλαγής και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Δ΄ 400), με την οποία
ανακλήθηκε η 78900/5228 π.ε./22.3.1996 πράξη παραχώρησης για τον λόγο ότι, όπως
προέκυψε από τις διαπιστώσεις και τις εισηγήσεις των δασικών υπηρεσιών, στην
επίμαχη έκταση ουδέποτε είχε λειτουργήσει κατασκήνωση και δεν εκπληρώθηκε ο
σκοπός της παραχώρησης. Της πράξης αυτής ζητήθηκε εν συνεχεία η ακύρωση με την
ένδικη αίτηση.
Αρχαιολογικός χώρος Δελφών
[πηγή: διαδίκτυο]
Από το σύνολο των προαναφερομένων στοιχείων του φακέλου
προέκυψε κατά το Δικαστήριο ότι η παραχωρηθείσα έκταση είναι μία ευρύτατη
έκταση, η οποία καταλαμβάνεται από δάσος και δασική έκταση και εμπίπτει εντός
κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου, ιδιαίτερης μάλιστα σημασίας κατά την κοινή
πείρα. Στην έκταση αυτή, η οποία παραχωρήθηκε στον αιτούντα Δήμο για τη
δημιουργία κατασκηνώσεων, έχει λάβει χώρα οικοδόμηση κατασκευών και κτισμάτων,
που τείνουν να καταστούν μόνιμα και ενδεχομένως να συγκροτήσουν οικισμό, όπως
προκύπτει από το από μηνός Οκτωβρίου 1993 ένδικο τοπογραφικό διάγραμμα του
επικαλούμενου στον φάκελο αρχιτέκτονα, στο οποίο αποτυπώνονται ήδη κατά τον
χρόνο εκείνο δεκάδες κτίσματα που καταλαμβάνουν δομημένη επιφάνεια 1.711,63
τ.μ. και με το οποίο καθορίζονται δρόμοι και χώροι αθλητικών εγκαταστάσεων.
Ο οικισμός αυτός λειτουργεί, κατά την απόφαση, ανεξελέγκτως
χωρίς καμία πολεοδομική ή οικοδομική άδεια, χωρίς όρους δόμησης, χωρίς
περιβαλλοντική αδειοδότηση και παρά τις εκπεφρασμένες αντιρρήσεις τόσο των
οικείων δασικών όσο και των αρχαιολογικών υπηρεσιών. Υπό τις συνθήκες αυτές,
δεν τίθεται ζήτημα υπαγωγής του ως άνω συνόλου κτισμάτων, το οποίο έχει έκτοτε
αυθαιρέτως πολλαπλασιασθεί, στις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 18 παρ. 5 του
ν. 3208/2013, οι οποίες άλλωστε προϋποθέτουν λειτουργούσα κατά τον χρόνο
έναρξης της ισχύος τους κατασκήνωση και δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής,
προκειμένου περί ατύπου οικισμού, ο οποίος διατηρείται και επεκτείνεται κατά
παράβαση της πολεοδομικής, δασικής, αρχαιολογικής και περιβαλλοντικής
νομοθεσίας καθώς και της νομοθεσίας περί κατασκηνώσεων και περιλαμβάνει
αυθαίρετα, που έχουν μάλιστα και χαρακτήρα αγροτικών κατοικιών.[9]
Σύμφωνα με την απόφαση, ως προς τον οικισμό αυτό, ο οποίος
δεν έχει και ούτε μπορεί να αποκτήσει τον χαρακτήρα κατασκήνωσης και μάλιστα
νόμιμης, πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της παρ. 9 του άρθρου 18 του ν.
3208/2003, που προβλέπει, μεταξύ άλλων, την ανάκληση της παραχώρησης και την
κήρυξη του παραχωρησιούχου ως εκπτώτου. Όλοι επομένως οι λόγοι ακυρώσεως, οι
οποίοι εκκινούν από την εκδοχή ότι μη νομίμως εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη
προτού λήξουν οι προθεσμίες της παρ. 5 του άρθρου 18 του ν. 3208/2003, κρίθηκαν
αβάσιμοι και απορριπτέοι.
Συναφώς προβλήθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου ότι μη νομίμως
εκδόθηκε η προσβαλλόμενη πράξη χωρίς προηγουμένως να κληθεί ο αιτών Σύλλογος να
εκθέσει τις απόψεις του, σύμφωνα με το άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος.[10] Η
προσβαλλόμενη πράξη όμως εκδόθηκε με βάση το αντικειμενικό δεδομένο ότι δεν
είχε εκπληρωθεί ένας από τους βασικούς όρους, υπό τους οποίους τελούσε η
παραχώρηση της επίμαχης εκτάσεως, ήτοι η λειτουργία κατασκηνώσεως σε αυτή, με
συνέπεια η Διοίκηση να υπέχει κατά δέσμια αρμοδιότητα την υποχρέωση ανάκλησης
της επίμαχης πράξης παραχώρησης δημόσιας δασικής έκτασης. Δεν συνέτρεχε
επομένως υποχρέωση της Διοικήσεως να καλέσει τον αιτούντα Σύλλογο να εκθέσει
τις απόψεις του πριν την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξεως.
Προβλήθηκε περαιτέρω ότι μετά την παραχώρηση της έκτασης η
Διοίκηση και ο Δήμος Δελφών συνεργάσθηκαν, προκειμένου να ληφθούν μέτρα
πυροπροστασίας της εκτάσεως, να υδροδοτηθούν οι κατασκηνωτές, να τοποθετηθούν
ταΐστρες για τα ζώα κ.λπ., υπό τις συνθήκες δε αυτές υποστηρίχθηκε από τον
αιτούντα Σύλλογο ότι η ανάκληση της προσβαλλομένης πράξεως προσκρούει στην αρχή
της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Ωστόσο το Δικαστήριο έκρινε ότι η εν λόγω συμπεριφορά
διαφόρων διοικητικών αρχών και ιδίως του Δήμου Δελφών, η οποία όπως
περιγράφεται από τους αιτούντες, αποσκοπούσε στη διευκόλυνση των οικιστών και
όχι των κατασκηνωτών, προκειμένου ν΄ αποκτήσουν παροχές κοινής ωφελείας, ώστε
να διευκολυνθεί η κατοίκηση αυθαιρέτων κτισμάτων σε δασική έκταση και
αρχαιολογικό χώρο και η εγκατάσταση κατασκευών για την υποβοήθηση
δραστηριοτήτων κτηνοτροφικού χαρακτήρα, συνιστά εγκατάλειψη του σκοπού της
παραχώρησης, η οποία ήταν προδήλως γνωστή στον Σύλλογο και τα μέλη του, υπό τις
συνθήκες δε αυτές η ανάκληση της παραχώρησης ουδόλως προσκρούει στην αρχή της
δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.
Σοφία Ε. Παυλάκη, Δικηγόρος
Ο αρχαιολογικός χώρος και το αρχαίο θέατρο Δελφών
με τις Φαιδριάδες πέτρες στο βάθος
[πηγή: διαδίκτυο]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.