Ο Φωκικός Κηφισός,.....
( φωτ.1 ) πηγάζει από τήν περιοχή τής Λιλαίας, διατρέχει τήν κοιλάδα τών Φωκέων και τα Ελατικά πεδία, και, εισέρχεται στήν Βοιωτία, μέσω τών στενών τών Παραποταμιων, μετά δε, περί το Aκραίφνιο, καταλήγει στις λεγόμενες Καταβόθρες και με υπόγεια διαδρομή εκβάλει στον Ευβοϊκό, στις Λάρμες ( Λάρυμνα ) φωτο 3 και τα Σκροπονέρια. Στην μακρά του διαδρομή, ο Κηφισός εμπλουτίζει το υδάτινο φορτίο του, δεχόμενος τα νερά, από πλήθος ποταμίσκων, ρυακιών, ρεμάτων, από τον Καλλίδρομο και Παρνασσό ( Από αυτά αναφέρουμε μόνο όσα δεν έχουν καταγραφή, για λόγους οικονομίας χώρου ). Από το Καλλίδρομον Ορος, και, τών αποληξεων του, τον Λευτιάνο, Σέλκη, Βαρυμπόπ’, Μπουγιουκλίκ’, Κ’νέτα, Μπογδαναίο ( Άσσο ), από τον Παρνασσό τον Καχάλα ( Κακόρεμμα ), και, τών απολήξεων του επίσης, το Μαυρονέρι, Κατίκου Ρέμα κ.λ.π. Η λεκάνη, τού μέσου ρού τού Κηφισού, πολυμνημόνευτη στην αρχαία γραμματεία, για τήν ευφορία της, πού ήταν αιτία, για τη τήν ευτυχία τών κατοίκων, αλλά και για τις συμφορές των, λόγω τού « σκανδαλίζοντος πλούτου » προκάλεσε, ατελείωτες επιδρομές, βαρβάρων και μή, μέσα στις χιλιετίες, πού εξαφάνισαν, τις ευημερούσες πόλεις, τών Φωκέων τής λεκάνης τού Κηφισού, πού ενέμοντο τα καρπερά εδάφη, πού έλουζαν τα νερά του και « εγεωργούντο καλώς » .
Ο συμπαγής όγκος τού σεβάσμιου Παρνασσού, τα πυκνά και αδιαπέραστα δάση τού Καλλιδρόμου, παρείχαν προστασία στήν περίκλειστη κοιλάδα όχι όμως αρκετή, για να αποτρέψει τις επιδρομές εχθρών και φίλων. Δεν γνωρίζουμε τήν πραγματική όψη τού ποταμού, τα μακάρια, ειρηνικά, αρχαία χρόνια. Είναι όμως προφανές ότι σύσκια δάση δρυών, φτελιών και πλατάνων κυριαρχούσαν στα παρόχθια, μεμονωμένα στελέχη, οποίων υπάρχουν κατά τόπους και σήμερα. Αυτό βεβαιώνει και ο Η. Holland το 18124, ενώ αν ήταν ο ποταμός πλωτός, είναι άγνωστο και δεν μαρτυρείται. Υπάρχουν όμως στοιχεία ομιλούντα, όπως ο οψιανός τής Μήλου, η εισαγωγή αγγείων από την Κυρήνη, ( Ελάτεια-Αλωνάκι ) και άλλα πού πιθανολογούν, ότι μικρά πλώϊμα, μέσω τού ποταμού, ταξίδευαν στα πλησιέστερα οικονομικά κέντρα, τού Ορχομενού και τών Θηβών ( φώτο 2 ).
Η κοιλάδα τού Κηφισού είναι τεκτονικό βύθισμα, με εναπόθεσεις άμμου, κροκαλών, ιλύος μεγάλου πάχους και έκτασης, με ανάκατες μάργες και κορήματα από τις αποσαθρώσεις τών πετρώματων. Η σύσταση τού εδάφους, σ’ ένα χώρο ασφαλή και περίκλειστο, όπου χλωρίδα και πανίδα συναγωνίζονται, ήταν και για την Ελληνική Μυθολογία, ο Ελληνικός παράδεισος, όπου ο Δευκαλίων και η Πύρρα, δημιούργησαν το ανθρώπινο γένος, καθόλου τυχαίο. ( σημειώνεται εδώ, το μοναδικό τοπωνύμιο ΕΛΛΗΝΑΣ, ανήκει στην Ελάτεια και βρίσκεται πολύ κοντά, ανατολικά τού ναού της Κραναίας Αθηνάς ). Επίσης ο Παυσανίας μάς περιγράφει τις ωτίδες τού Κηφισού, υπήρχε η Βασιλική Δρύς, περί τον ποταμό, πού αναφέρεται στον Μ.Αλέξανδρο, έγιναν οι μεγάλες μάχες τής Χαιρώνειας και αργότερα Καταλανών και Φράγκων, αλλά τα τοπόσημα, πού ορίζουν τον Κηφισό, είναι πολλά και δε χωρούν σ’ ένα σημείωμα, όπου ο τίτλος είναι ο Ιχθυοτρόφος Κηφισός. Τα ψάρια τού Κηφισού περιγράφει ο Δ. Φιλιππίδης, ο Παυσανίας κ,λ.π. Ερχόμενοι όμως στο θέμα, στα σύγχρονα χρόνια, στον Προϋπολογισμό Εσόδων τού Ελληνικου Κράτους Κεφ. Δ. αρθρ. 4, Ιχθυοτροφεία, όπου στην Λοκρίδα, ο Κηφισός έσοδα, αποδίδει δρχ 500, Λάρμανι (Λάρυμνα) δρχ 424. Η ικανοποιητική αυτή απόδοση αλιευμάτων τού Ιχθυοτρόφου Κηφισού, αποδεικνύει τήν ακμαιότητα τών υδάτων του. Σήμερα η μόλυνση από τα λιπάσματα και άλλους ρύπους, μείωσαν την ζωή στον ποταμό, χωρίς όμως να την εξαφανίσουν, αφού και σήμερα (2012) στα « βουθούλια » , πού δημιουργεί, η ελικοειδής διαδρομή του, στο Μάνεσι και στον Κραβασαρά, ψαρεύονται τα " σκαρούνια " και οι " μπασκόβ’ζες " κατά την ντοπιολαλιά, από αγρότες-ψαράδες, με λάμπες λουξ και καμάκια, ενίοτε και με δίκτυα.
Η ομάδα ψαράδων τού Κραβασαρά, Κ. Αλεξίου (Τσιπούρας) Δ. Τριανταφύλλου (Μπαρμπέρης) Α΄. Τριανταφύλλου (Τσαφαντώνης) Π. Τασόπουλος (Προκομμένος) Σ. Λιάσκος κ.λ.π., ( μαρτυρία Ν. Τασόπουλου, συγγραφέα από τον Κραβασαρά ). Επίσης ψάρια υπήρχαν και στον Λευτιάνο, μέχρι το 1970, όπου η απομείωση τών υδάτων λόγω τών καλλιεργειών, τα εξαφάνισε, φοβούμαι μάλιστα, ότι ήσαν σπάνια και ακατάγραφα είδη. Ψαράς με δίχτυ, πεζόβολο, ήταν ο Σκόπας ( Αγ. Μαρίνα ) και συστηματικότερος ο Κοσκινάς, από το Μπέλεσι, πού διέθετε και βάρκα, στην δεκαετία τού 1950 και ψάρευε, από τα έλη τής Σφάκας, τής πηγής Μαυρομαντίλας, μέχρι τον Κηφισό. Ομάδες εποχικών ψαράδων, υπήρχαν και από το Μάνεσι, Δραχμάνι, κ.τ.λ. Οι πλησιέστεροι προς τον Κηφισό, κάτοικοι-αγρότες και περιστασιακά ψαράδες, όπως ο Κωστάκος από το Δραχμάνι, και άλλοι από Αγία Μαρίνα κ.τ.λ. ενέμοντο τα ψάρια και τα χέλια, πού τα πουλούσαν, στα χωριά γύρω, Μόδι, Παναγίτσα, μέσα σε κοφίνια λυγαριάς. Οι Μοδιάτες ψάρευαν και στο ρέμα, τού Μύλου Χρέμου (Κληματόρεμα).
( φωτ.1 ) πηγάζει από τήν περιοχή τής Λιλαίας, διατρέχει τήν κοιλάδα τών Φωκέων και τα Ελατικά πεδία, και, εισέρχεται στήν Βοιωτία, μέσω τών στενών τών Παραποταμιων, μετά δε, περί το Aκραίφνιο, καταλήγει στις λεγόμενες Καταβόθρες και με υπόγεια διαδρομή εκβάλει στον Ευβοϊκό, στις Λάρμες ( Λάρυμνα ) φωτο 3 και τα Σκροπονέρια. Στην μακρά του διαδρομή, ο Κηφισός εμπλουτίζει το υδάτινο φορτίο του, δεχόμενος τα νερά, από πλήθος ποταμίσκων, ρυακιών, ρεμάτων, από τον Καλλίδρομο και Παρνασσό ( Από αυτά αναφέρουμε μόνο όσα δεν έχουν καταγραφή, για λόγους οικονομίας χώρου ). Από το Καλλίδρομον Ορος, και, τών αποληξεων του, τον Λευτιάνο, Σέλκη, Βαρυμπόπ’, Μπουγιουκλίκ’, Κ’νέτα, Μπογδαναίο ( Άσσο ), από τον Παρνασσό τον Καχάλα ( Κακόρεμμα ), και, τών απολήξεων του επίσης, το Μαυρονέρι, Κατίκου Ρέμα κ.λ.π. Η λεκάνη, τού μέσου ρού τού Κηφισού, πολυμνημόνευτη στην αρχαία γραμματεία, για τήν ευφορία της, πού ήταν αιτία, για τη τήν ευτυχία τών κατοίκων, αλλά και για τις συμφορές των, λόγω τού « σκανδαλίζοντος πλούτου » προκάλεσε, ατελείωτες επιδρομές, βαρβάρων και μή, μέσα στις χιλιετίες, πού εξαφάνισαν, τις ευημερούσες πόλεις, τών Φωκέων τής λεκάνης τού Κηφισού, πού ενέμοντο τα καρπερά εδάφη, πού έλουζαν τα νερά του και « εγεωργούντο καλώς » .
Ο συμπαγής όγκος τού σεβάσμιου Παρνασσού, τα πυκνά και αδιαπέραστα δάση τού Καλλιδρόμου, παρείχαν προστασία στήν περίκλειστη κοιλάδα όχι όμως αρκετή, για να αποτρέψει τις επιδρομές εχθρών και φίλων. Δεν γνωρίζουμε τήν πραγματική όψη τού ποταμού, τα μακάρια, ειρηνικά, αρχαία χρόνια. Είναι όμως προφανές ότι σύσκια δάση δρυών, φτελιών και πλατάνων κυριαρχούσαν στα παρόχθια, μεμονωμένα στελέχη, οποίων υπάρχουν κατά τόπους και σήμερα. Αυτό βεβαιώνει και ο Η. Holland το 18124, ενώ αν ήταν ο ποταμός πλωτός, είναι άγνωστο και δεν μαρτυρείται. Υπάρχουν όμως στοιχεία ομιλούντα, όπως ο οψιανός τής Μήλου, η εισαγωγή αγγείων από την Κυρήνη, ( Ελάτεια-Αλωνάκι ) και άλλα πού πιθανολογούν, ότι μικρά πλώϊμα, μέσω τού ποταμού, ταξίδευαν στα πλησιέστερα οικονομικά κέντρα, τού Ορχομενού και τών Θηβών ( φώτο 2 ).
Η κοιλάδα τού Κηφισού είναι τεκτονικό βύθισμα, με εναπόθεσεις άμμου, κροκαλών, ιλύος μεγάλου πάχους και έκτασης, με ανάκατες μάργες και κορήματα από τις αποσαθρώσεις τών πετρώματων. Η σύσταση τού εδάφους, σ’ ένα χώρο ασφαλή και περίκλειστο, όπου χλωρίδα και πανίδα συναγωνίζονται, ήταν και για την Ελληνική Μυθολογία, ο Ελληνικός παράδεισος, όπου ο Δευκαλίων και η Πύρρα, δημιούργησαν το ανθρώπινο γένος, καθόλου τυχαίο. ( σημειώνεται εδώ, το μοναδικό τοπωνύμιο ΕΛΛΗΝΑΣ, ανήκει στην Ελάτεια και βρίσκεται πολύ κοντά, ανατολικά τού ναού της Κραναίας Αθηνάς ). Επίσης ο Παυσανίας μάς περιγράφει τις ωτίδες τού Κηφισού, υπήρχε η Βασιλική Δρύς, περί τον ποταμό, πού αναφέρεται στον Μ.Αλέξανδρο, έγιναν οι μεγάλες μάχες τής Χαιρώνειας και αργότερα Καταλανών και Φράγκων, αλλά τα τοπόσημα, πού ορίζουν τον Κηφισό, είναι πολλά και δε χωρούν σ’ ένα σημείωμα, όπου ο τίτλος είναι ο Ιχθυοτρόφος Κηφισός. Τα ψάρια τού Κηφισού περιγράφει ο Δ. Φιλιππίδης, ο Παυσανίας κ,λ.π. Ερχόμενοι όμως στο θέμα, στα σύγχρονα χρόνια, στον Προϋπολογισμό Εσόδων τού Ελληνικου Κράτους Κεφ. Δ. αρθρ. 4, Ιχθυοτροφεία, όπου στην Λοκρίδα, ο Κηφισός έσοδα, αποδίδει δρχ 500, Λάρμανι (Λάρυμνα) δρχ 424. Η ικανοποιητική αυτή απόδοση αλιευμάτων τού Ιχθυοτρόφου Κηφισού, αποδεικνύει τήν ακμαιότητα τών υδάτων του. Σήμερα η μόλυνση από τα λιπάσματα και άλλους ρύπους, μείωσαν την ζωή στον ποταμό, χωρίς όμως να την εξαφανίσουν, αφού και σήμερα (2012) στα « βουθούλια » , πού δημιουργεί, η ελικοειδής διαδρομή του, στο Μάνεσι και στον Κραβασαρά, ψαρεύονται τα " σκαρούνια " και οι " μπασκόβ’ζες " κατά την ντοπιολαλιά, από αγρότες-ψαράδες, με λάμπες λουξ και καμάκια, ενίοτε και με δίκτυα.
Η ομάδα ψαράδων τού Κραβασαρά, Κ. Αλεξίου (Τσιπούρας) Δ. Τριανταφύλλου (Μπαρμπέρης) Α΄. Τριανταφύλλου (Τσαφαντώνης) Π. Τασόπουλος (Προκομμένος) Σ. Λιάσκος κ.λ.π., ( μαρτυρία Ν. Τασόπουλου, συγγραφέα από τον Κραβασαρά ). Επίσης ψάρια υπήρχαν και στον Λευτιάνο, μέχρι το 1970, όπου η απομείωση τών υδάτων λόγω τών καλλιεργειών, τα εξαφάνισε, φοβούμαι μάλιστα, ότι ήσαν σπάνια και ακατάγραφα είδη. Ψαράς με δίχτυ, πεζόβολο, ήταν ο Σκόπας ( Αγ. Μαρίνα ) και συστηματικότερος ο Κοσκινάς, από το Μπέλεσι, πού διέθετε και βάρκα, στην δεκαετία τού 1950 και ψάρευε, από τα έλη τής Σφάκας, τής πηγής Μαυρομαντίλας, μέχρι τον Κηφισό. Ομάδες εποχικών ψαράδων, υπήρχαν και από το Μάνεσι, Δραχμάνι, κ.τ.λ. Οι πλησιέστεροι προς τον Κηφισό, κάτοικοι-αγρότες και περιστασιακά ψαράδες, όπως ο Κωστάκος από το Δραχμάνι, και άλλοι από Αγία Μαρίνα κ.τ.λ. ενέμοντο τα ψάρια και τα χέλια, πού τα πουλούσαν, στα χωριά γύρω, Μόδι, Παναγίτσα, μέσα σε κοφίνια λυγαριάς. Οι Μοδιάτες ψάρευαν και στο ρέμα, τού Μύλου Χρέμου (Κληματόρεμα).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.