Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

.... Σήμερα Πέμπτη 21 Νοεμβρίου....Η Εκκλησία γιορτάζει τα Εισόδια της Θεοτόκου.....

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

OΤΑΝ Η ΜΕΡΑ ΑΡΧΙΖΕ ΜΕ ΔΙΑΛΑΛΗΣΕΙΣ ... ΟΙ ΜΙΚΡΟΠΩΛΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΙΑΣ ΑΘΗΝΑΣ ΦΡΟΝΤΙΖΑΝ ΓΙΑ ΤΟ ΓΛΥΚΥΤΕΡΟ ΞΥΠΝΗΜΑ. Λαογραφικό

 Παρουσιάζει: ο Βίκτωρ Σαμπώ
«Ποιος είσαι συ που με ξυπνάς πρωί; Λέγει ο ποιητής. 
Κι' απαριθμεί την αργοσάλευτη της εκκλησίας καμπάνα και τα βαριά βήματα κάποιου άσωτου πού γυρίζει να κοιμηθεί. Αυτά σήμερα εξέλειπαν μαζί με την ποίηση. 
Σήμερα το πρώτο πουλί πού μας ξυπνά είναι ο πλανόδιος μανάβης. ....

Πριν ο ήλιος βγει οι λαχανόκηποι και τα περιβόλια γύρω στην Αθήνα στέλλουν εις την πρωτεύουσα όλα τα αγαθά τους, φορτωμένα στο γαϊδουράκι. 
Οι μανάβηδες εισέρχονται στη πόλη σαν κατακτητές, αρχίζουν τα ξεφωνητά και αμέσως τα κοιμισμένα σπίτια το ένα μετά το άλλο ανοίγουν τα μάτια των τα παράθυρα που βλέπουν προς το δρόμο και η νοικοκυρά προβάλλει. 
Δεν υπάρχει κανένας ρομαντισμός εις τας σκηνάς που εξελίσσονται κατά το πρωινό αυτό ξύπνημα. Τα κορίτσια τα οποία γύρισαν από τον κινηματογράφο ή το θέατρο αργά, κοιμούνται βαθειά. 
Θα προβάλει η μαμά πίσω από τα σφαλιστά παράθυρα. Αν το σπίτι έχει πεθερά θα προβάλει η πεθερά, διότι είναι η μόνη που ξέρει ν' αντιμετωπίσει τον μανάβη. 
Η γηραιά κυρία εμφανίζεται εις το παράθυρο του ισογείου, όπως είναι από το κρεβάτι, πράγμα το οποίον εις τας περισσοτέρας περιπτώσεις είναι φοβερό. Ο μανάβης βλέπει ότι δεν βλέπει ίσως και ο καθρέπτης. 
Η γηραιά κυρία είναι με το νυχτικό της, μόλις αποσπασθείσα από τας αγκάλας του Μορφέως.   Ο μανάβης περιμένει στο πεζοδρόμιο εμπρός στο παράθυρο και αρχίζει η ιερά εξέτασις. 

-Οι μπάμιες χθες δεν άξιζαν τίποτε. Σπάγκοι. Η Λούλα μου ούτε της έβαλε στο στόμα της. Τι θα μου δώσεις σήμερα;
-Μελιτζάνες, ντομάτες ψελλίζει ο μανάβης. 
-Τι να φάμε σήμερα; Λέγει η γηραιά κυρία. 
Ο μανάβης σκέπτεται μια στιγμή. Σκέπτεται και ο γάιδαρος κοιτάζοντας τη γη. Επί τέλους λύεται το πρόβλημα του καθημερινού φαγητού. 
Ντομάτες παραγεμιστές. Και αρχίζει το παζάρεμα. Η κυρία δεν αφήνει ούτε την πεντάρα. Ο μανάβης ζυγίζει τις ντομάτες, δίνει και τον σχετικό μαϊντανό και έπειτα ο γάιδαρος ο οποίος ευρίσκεται εις τελείαν συνεννόησιν με τον μανάβη χωρίς να περιμένει ν' ακούσει λέξιν προχωρεί. 
Παρακάτω μια συριστική, οξεία φωνή ακούεται καθώς ανοίγει γρήγορα ένα παράθυρο από το επάνω πάτωμα. Είναι μια γριά, η οποία παζαρεύει από κει πάνω. 
Ο μανάβης ζυγίζει και έρχεται το δουλάκι να παραλάβει τα ψώνια. Η δούλα είναι αφράτη. 
Ο μανάβης σκοντάφτει πάνω στο πεζοδρόμιο, ο γάιδαρος κοιτάζει πονηρά μ' ένα μάτι, η δούλα χαμογελά εις τον νεαρόν χωρικόν και του λέει απλώνοντας τα χέρια της προς τα λαχανικά που κρατεί στην αγκαλιά του ο μανάβης. 
-Φέρτα μέσα καημένε. Τι στέκεσαι αυτού;   
Καμιά φορά η κυρία δεν έχει ξυπνήσει. Ο μανάβης πλησιάζει προς το παράθυρο και αρχίζει η περίεργη πατινάδα. Τεντώνοντας το λαρύγγι του, με τα μάτια ψηλά αρχίζει να διαλαλεί το εμπόρευμά του. 
Δεν καταλαβαίνετε τίποτα. Σας θυμίζει μουεζίνη όταν ανεβαίνει στο τζαμί και καλεί τους πιστούς να προσευχηθούν. Το παραθύρι ανοίγει γρήγορα. Η κυρία με μισοκλεισμένα μάτια καθώς την χτυπά το φώς, με σιγανή φωνή λέγει: «Τι φωνάζεις; Θα ξυπνήσουν τα κορίτσια!»
Κάποτε αντί γαϊδουριού, ο μανάβης χρησιμοποιεί σούστα. Αλλά το γαϊδούρι είναι ο συνηθέστερος συνεργάτης του πρωινού μανάβη. Αθόρυβος, σιωπηλός, απαθής, μη εκπλησσόμενος με τίποτε, δεν ανησυχεί κανένα. 
Καμιά φορά ο μανάβης, ιδίως όταν ντεμπουτάρει εις την γειτονιά, προσπαθεί να προσελκύσει την προσοχήν και το ενδιαφέρον των γυναικών εγκωμιάζων ποιητικότατα τα λαχανικά και τα φρούτα του. 
Κάθε τόσο σταματά στη μέση του δρόμου, απόλυτος κύριος, ακουμπά την παλάμη του στη ράχη του γαιδάρου, ο οποίος σταματά αμέσως τεντώνει ψηλά το κεφάλι και αρχίζει με οξεία φωνή ύμνους προς τα σταφύλια «πούνε ζάχαρη», «απ' τ' αμπέλι», για τα πεπόνια που «ανασταίνουνε νεκρό», για τα «κρύα τα καρπούζια πούνε σαν παγωτό». 
Αλλά καμιά φορά η φωνή του καλύπτεται καθώς από το αντίθετο μέρος της οδού προβάλλει άλλος γάιδαρος φορτωμένος και μια φωνή μπάσου ακούεται: 
-Ντομάτες, μπάμιες, μελιτζάνες... Τα περισσότερα σπίτια προμηθεύονται τα λαχανικά και τα φρούτα των από τον πλανόδιο μανάβη. 
Και μ' αυτά καταρτίζεται της περισσότερες φορές το μενού της ημέρας. 
Πολλές φορές βλέπετε δύο παιδιά να κρατούν ένα καλάθι και να φωνάζουν: 
-Κρύα σύκα! Τι κρύα, τι αρωματισμένα, τι γλυκά, τι νόστιμα τα σύκα το πρωί. Θαρρεί κανείς πως έγιναν για να τρώγονται το πρωί. 
Μετά τον μανάβη μέχρι του μεσημεριού αρχίζει η παρέλασης όλων των άλλων. 
Πρώτα ο ψαράς, ο οποίος δεν είναι ως επί το πλείστον φθηνός, όπως ο μανάβης. Σήμερα το πρωί άκουσα τον εξής διάλογο: 
-Είκοσι εξ δραχμές οι κολιοί; Δεν ντρέπεσαι; Στην αγορά έχουν δεκαέξι! 
Ο ψαράς παρέλυσε καθώς η ογκώδης κυρία, μπρός εις το παράθυρο, ανοιχτό, διάπλατο τον κοίταζε στα μάτια πού λες και τον έλιωναν, όπως λιώνει η φωτιά το κερί. 
Έπειτα έχουμε το κουδουνάκι του σκουπιδιάρη: 
-Μαρία! Γρήγορα! Τα σκουπίδια! Μαρία! Η Μαρία πρέπει να γίνει δέκα κομμάτια γιατί ο σκουπιδιάρης δεν περιμένει. Ο σκουπιδιάρης έχει αριστοκρατικές συνήθειες. Εμφανίζεται μεταξύ της ογδόης και της ενάτης. 
Τότε έρχεται και ο κουλουρτζής. 
-Κουλούρια ζεστά όλα! Ο περιεργότερος όλων είναι ένας γέρος πρόσφυγας  κουλουρτζής που δρα στα Εξάρχεια. Ποικίλλει το πέρασμά του με περίεργες φράσεις αναφερόμενες δήθεν εις κάποιο ειδύλλιο. 
Η φράσεις λέγονται μονορούφι και η βαριά ανατολίτικη προφορά τις κάνει περιπαθέστερες και διασκεδαστικότερες. Εκεί που διαλαλεί τα κουλούρια του σταματά και πετά την εξής φράση: 
-Και μούπε τι έγινες και σε χάσανε τα μάτια μου! Τα κορίτσια τον ξέρουν, τα δουλικά τον προτιμούν, γιατί μαζί με το κουλούρι τους προσφέρει και μια φράση πιο γλυκιά και τρυφερή από το κουλούρι. Ακολουθούν έπειτα οι στρατιές των λοιπών επαγγελμάτων. 
Ρούχα, παλιά παπούτσ' αγοράζω! Παλιά μπουκάλια και σιδερικά. Παλιά βιβλία! Διορθώνονται κλειδαριές κλπ. κλπ. Τέλος κατά τας 10 όλα τα εμπορικά συμπεριλαμβανομένων και των μεγαλυτέρων της οδού Ερμού κατεβαίνουν στους δρόμους.    Είναι ο πλανόδιος εμποράκος. Αλλά περί αυτού πρέπει να μιλήσει κανείς ιδιαιτέρως. Εξελίχθη εις μέγα παράγοντα. Τείνει ν' αντικαταστήσει όλα τα καταστήματα». 
(«Αθηναϊκά Νέα» 1931) Πηγή: www.lifo.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.