Έκαναν την εμφάνισή τους πριν από λίγα χρόνια στο
κέντρο της Αθήνας και σε μικρό χρονικό διάστημα έγιναν στέκια, εκτοπίζοντας
τους παλιομοδίτικους «πυρήνες» της απρόσωπης διασκέδασης....
Τα wine bars αποτελούν την πιο φρέσκια και εκλεπτυσμένη πρόταση της πόλης, κερδίζοντας διαρκώς νέους φίλους που μυούνται με ενθουσιασμό στο τελετουργικό του κρασιού. Αλλωστε, ο «οίνος ευφραίνει καρδίαν», πόσω μάλλον σε περίοδο κρίσης, η οποία οδήγησε το κοινό σε πιο εκλεκτικές επιλογές, πάντα σε συνάρτηση με το value for money, δηλαδή τη σχέση κόστους-απόλαυσης, πεδίο στο οποίο το κρασί μοιάζει ασυναγώνιστο.
Το «Εθνος της Κυριακής» επισκέφτηκε τέσσερις μικρούς ναούς της οινικής κουλτούρας που κάνουν την Αθήνα νέα «Μέκκα του κρασιού».
Η... στοά του κρασιού
«Τα wine bars ήρθαν για να μείνουν. Αυτά που σέβονται τον εαυτό τους και τον πελάτη. Δεν νομίζω ότι είναι μια μόδα της εποχής που θα ξεφουσκώσει», λέει στο «Εθνος της Κυριακής» η Φωτεινή Παντζιά, ιδιοκτήτρια του wine bar bistro «By the glass». Η ίδια δούλευε πολλά χρόνια στις πωλήσεις κρασιού, φοίτησε στη σχολή οίνου WSPC και μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης, δυο χρόνια πριν, αποφάσισε να ανοίξει ένα μαγαζί όπως ακριβώς το είχε ονειρευτεί. «Τα όνειρα πρέπει να εκπληρώνονται. Ακόμη και σε δύσκολες εποχές. Εκλεισα την τηλεόραση, έπαψα να βλέπω ειδήσεις και υπέγραψα τα συμβόλαια», αναφέρει.
«Τα wine bars ήρθαν για να μείνουν. Αυτά που σέβονται τον εαυτό τους και τον πελάτη. Δεν νομίζω ότι είναι μια μόδα της εποχής που θα ξεφουσκώσει», λέει στο «Εθνος της Κυριακής» η Φωτεινή Παντζιά, ιδιοκτήτρια του wine bar bistro «By the glass». Η ίδια δούλευε πολλά χρόνια στις πωλήσεις κρασιού, φοίτησε στη σχολή οίνου WSPC και μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης, δυο χρόνια πριν, αποφάσισε να ανοίξει ένα μαγαζί όπως ακριβώς το είχε ονειρευτεί. «Τα όνειρα πρέπει να εκπληρώνονται. Ακόμη και σε δύσκολες εποχές. Εκλεισα την τηλεόραση, έπαψα να βλέπω ειδήσεις και υπέγραψα τα συμβόλαια», αναφέρει.
Κρυμμένο μέσα στην «τυφλή» Στοά Ράλλη στο Σύνταγμα, στο νεοκλασικό, διατηρητέο κτίριο που χρονολογείται από το 1925, το μαγαζί φιλοξενεί καθημερινά λάτρεις του κρασιού αλλά και πελάτες που επιθυμούν να δοκιμάσουν από τη μεγάλη ποικιλία του και να ενημερωθούν σχετικά από τους οινοχόους. «Ως πωλήτρια κρασιού είχα διακρίνει ότι στα μπαρ μειωνόταν η ζήτηση για τα σκληρά ποτά και το κρασί κέρδιζε έδαφος. Εντόπισα τον χώρο, τον οποίο ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή, και έτσι προχώρησα», προσθέτει η κ. Παντζιά.
Στο μαγαζί της μπορεί κάποιος να διαλέξει ανάμεσα σε 200 ετικέτες, ενώ υπάρχει η δυνατότητα οι 60 να σερβιριστούν σε ποτήρι. «Πολλοί πελάτες ζητούν ελληνικό αμπελώνα. Αλλωστε, τα τελευταία χρόνια τα ελληνικά κρασιά έχουν κάνει μεγάλη διαδρομή. Το πιο φτηνό κρασί σε μπουκάλι κοστίζει 16 ευρώ και σε ποτήρι 4. Το πιο ακριβό δεν έχει... ταβάνι. Ομως λόγω των δυο ειδικών μηχανημάτων (by the glass και coravin) που διαθέτουμε ανοίγουμε ακριβές φιάλες οι οποίες διατηρούνται χωρίς να επηρεάζονται και έτσι όλοι έχουν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν όποιο κρασί ονειρεύονται σε λογικές τιμές».
Το «By the glass» πήρε το όνομα του από το προηγμένο σύστημα συντήρησης (για 50 ημέρες) και σερβιρίσματος του κρασιού. Ωστόσο, εξίσου σημαντική κατά την κ. Παντζιά είναι η ατμόσφαιρα του χώρου, πάντα ζεστή και φιλική. «Οι άνθρωποι εδώ επικοινωνούν. Υπήρχε αυτή η ανάγκη. Η κρίση μάς έκανε πιο απαιτητικούς. Το βασικό κριτήριο σε ένα μαγαζί σαν το δικό μας είναι η ποιότητα στο κρασί, στο φαγητό και στο σέρβις. Ο πελάτης είναι φιλοξενούμενος. Θέλει περιποίηση, όπως ακριβώς θα γινόταν με έναν φίλο που θα ερχόταν στο σπίτι. Αλλωστε ζωή τα μαγαζιά παίρνουν από τον κόσμο τους...» Στις 22 Νοεμβρίου το «By the glass» γιορτάζει δυο χρόνια ζωής, ενώ σε δύο εβδομάδες θα προσφέρει και brunch τις Κυριακές.
Το «Stinking Bishop»
Ο... Βρωμερός Επίσκοπος, το wine & cheese bar που άνοιξε πριν από ενάμιση χρόνο στο Κολωνάκι, δανείστηκε το όνομά του από το ομώνυμο αγγλικό τυρί. Ο ιδιοκτήτης του, Φώτης Δήμου, δεν είχε καμία εμπειρία στον χώρο της εστίασης. Μηχανολόγος - μηχανικός στο επάγγελμα, όταν διαπίστωσε ότι η δουλειά του δεν είχε εξέλιξη, αναζήτησε εναλλακτική καριέρα, αποφασίζοντας να υλοποιήσει μια ιδέα της στιγμής. «Είχα βρεθεί σε μια έκθεση φαγητού στη Γαλλία και τότε σκέφτηκα να ανοίξω ένα τέτοιου είδους μαγαζί. Θελήσαμε να συνδυάσουμε το κρασί με το τυρί, κάτι που γίνεται κατά κόρον εδώ και χρόνια στην Kεντρική Ευρώπη», εξηγεί. Ο στόχος του ιδιοκτήτη ήταν να δημιουργήσει έναν χώρο οικείο, φιλικό, όπου ο κόσμος θα πίνει το κρασί του και θα τρώει ένα ελαφρύ γεύμα σε οικονομικές τιμές.
«Οι Ελληνες πριν από πέντε χρόνια δεν ήξεραν τι κρασί έπιναν. Τελευταία άρχισαν να ενδιαφέρονται γιατί δεν ξοδεύουν πια αλόγιστα τα χρήματά τους και αναζητούν την ποιότητα. Επίσης υπάρχει άνοδος της καλής παραγωγής από τα οινοποιεία στη χώρα μας, που "κατευθύνει" τον κόσμο προς την κατανάλωση κρασιού. Eνα ποτήρι κρασί άλλωστε συνδυάζεται πολύ πιο εύκολα με ένα ωραίο πιάτο. Το φαγητό συμπληρώνει το κρασί, αλλά και το κρασί το φαγητό», συμπληρώνει.
Στη λίστα κρασιών του «Stinking Bishop» υπάρχουν 70 ετικέτες. «Πολλοί πελάτες επιλέγουν να πάρουν κρασί σε ποτήρι. Ο κόσμος έρχεται κυρίως μετά τη δουλειά. Από τις οκτώμισι το βράδυ μέχρι τις έντεκα απολαμβάνουν το κρασί τους, που συνδυάζεται με ένα ελαφρύ πιάτο, και επιστρέφουν σπίτι χωρίς να έχουν ξοδέψει πολλά χρήματα».
Σε δυο μήνες η φιλοσοφία του μαγαζιού θα μεταφερθεί από την Πατριάρχου Ιωακείμ σε έναν μεγαλύτερο χώρο, στην οδό Λουκιανού. «Ο σημερινός χώρος είναι μικρός και έχω τη δυνατότητα να εξυπηρετήσω μόλις 25 με 30 άτομα. Στο νέο μαγαζί αυτό θα αλλάξει», επισημαίνει ο κ. Δήμου. Και η παρέα του «Stinking Bishop» μεγαλώνει...
Η φιλοσοφία
«Θέλουμε ο κόσμος να περνάει καλά και οικονομικά»
«Θέλουμε ο κόσμος να περνάει καλά και οικονομικά»
Σε ένα κτίριο που ανεγέρθηκε το 1880 στην Ομόνοια στεγάζεται το wine bar «Fabrica de vino» από το 2011. Ο ιδιοκτήτης του, Νεκτάριος Κεφαλάς, που δραστηριοποιούταν για χρόνια στον χώρο της εστίασης, άνοιξε το μαγαζί του όταν διαπίστωσε κενό στην αγορά. «Τότε δεν υπήρχαν wine bars στην Αθήνα και γίνονταν πιο ακριβά τα σκληρά ποτά. Σήμερα έχει γίνει τάση, γιατί η κρίση έκανε τον κόσμο πιο εκλεκτικό. Οι πελάτες θα ξοδέψουν με σωφροσύνη τα χρήματά τους και θέλουν να περάσουν καλά. Το μαγαζί έγινε αγαπητό μέσα από την απλότητά του και τις τιμές του. Θέλαμε να βάλουμε το κρασί σε λαϊκή βάση. Γι' αυτό και δημιουργήσαμε έναν βιομηχανικό χώρο», λέει ο ίδιος.
Ο πελάτης μπορεί να επιλέξει ανάμεσα σε 600 ετικέτες ελληνικών κρασιών, με τις τιμές να κυμαίνονται από 3 έως 9 ευρώ το ποτήρι και 14 έως 75 το μπουκάλι. «Κατά τη γνώμη μου το κρασί δεν πρόκειται να χάσει τον "χώρο" του στην αγορά. Θα παγιωθεί στην προτίμηση του καταναλωτή», υποστηρίζει ο κ. Κεφαλάς. Και για την ώρα, η προτίμηση του κοινού τον δικαιώνει...
Σπάνιες ποικιλίες
«Στο κρασί δόθηκε ευκαιρία μέσα από την οικονομική κρίση. Είναι ένα ποιοτικό προϊόν, αλλά παράλληλα οικονομικό. Στα wine bars ο κόσμος έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει σπάνιες ποικιλίες, για πρώτη φορά σε ποτήρι. Νομίζω ότι αυτή η τάση θα διατηρηθεί στη χώρα μας. Αλλωστε το ελληνικό κρασί παρουσιάζει ανοδική πορεία», λέει η Μαριέτα Λαγουνάρη, μία εκ των τριών ιδιοκτητών του «Vintage», που άνοιξε στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Μητροπόλεως, μόλις πριν από τέσσερις μήνες. Μαζί με τον Πάνο Κυριαζή και την Ιζα Μπουικόβσκα αποφάσισαν να κάνουν πραγματικότητα ένα κοινό τους όνειρο.
«Στο κρασί δόθηκε ευκαιρία μέσα από την οικονομική κρίση. Είναι ένα ποιοτικό προϊόν, αλλά παράλληλα οικονομικό. Στα wine bars ο κόσμος έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει σπάνιες ποικιλίες, για πρώτη φορά σε ποτήρι. Νομίζω ότι αυτή η τάση θα διατηρηθεί στη χώρα μας. Αλλωστε το ελληνικό κρασί παρουσιάζει ανοδική πορεία», λέει η Μαριέτα Λαγουνάρη, μία εκ των τριών ιδιοκτητών του «Vintage», που άνοιξε στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Μητροπόλεως, μόλις πριν από τέσσερις μήνες. Μαζί με τον Πάνο Κυριαζή και την Ιζα Μπουικόβσκα αποφάσισαν να κάνουν πραγματικότητα ένα κοινό τους όνειρο.
«Θέλαμε να φτιάξουμε έναν χώρο όπου ο κόσμος θα κάθεται άνετα και θα έχει τη δυνατότητα να απολαμβάνει σε ποτήρι ακόμη και τα πιο σπουδαία κρασιά του κόσμου, ενώ την ίδια στιγμή θα τα συνοδεύει με νόστιμο φαγητό. Στο μαγαζί υπάρχουν περισσότερες από 240 ετικέτες, ελληνικές και ξένες. Οι μισές προσφέρονται σε ποτήρι με τις τιμές να ξεκινούν από 3 ευρώ. Το πιο ακριβό... ποτήρι φτάνει τα 108 ευρώ, ενώ η πιο οικονομική φιάλη κυμαίνεται στα 17 ευρώ».
Καύχημα του «Vintage» αποτελεί το κελάρι του, που χωράει 3.500 φιάλες, αλλά και η... εξειδίκευση. «Οι πελάτες μας ζητούν τη συμβουλή μας πριν επιλέξουν», εξηγεί η κ. Λαγουνάρη, που ως οινοχόος είναι ο κατάλληλος άνθρωπος για να αποκαλύψει τα μυστικά του κρασιού...
ΚΛΑΡΑ ΓΕΝΙΤΣΑΡΙΩΤΗ
clarayen@pegasus.gr
clarayen@pegasus.gr
ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.