Από το «δεν θα γίνουμε τα
γκαρσόνια της Ευρώπης» της δεκαετίας του ’80 στο σύγχρονο ελληνικό δράμα…
Τελικά, αυτή η ανάπτυξη θα καταντήσει ανέκδοτο.
Ανάπτυξη ακούμε εδώ και τρία χρόνια, αλλά δεν βλέπουμε ούτε τη θεμελίωση του
οικοδομήματός της. Είναι δε εντυπωσιακό....πως όλοι μιλούν για ανάπτυξη με ύφος που υποδηλώνει πως δημοσιοποιούν κάποια καινοφανή ανακάλυψη, ενώ -όπως γράψαμε εδώ και τρία χρόνια- αυτό το αντιλαμβάνεται και ο γιδοβοσκός των Αγράφων.
Και αφού όλοι προβαίνουν στην κοινότοπη διαπίστωση, μετά γυρίζουν από το άλλο πλευρό ευτυχείς που έπραξαν το καθήκον τους. Το πώς θα επιτευχθεί η ανάπτυξη σε μια χώρα με την πιο άθλια οικονομική κατάσταση που γνώρισε μεταπολεμικά, αυτό δεν μας το λέγουν. Και δεν μας το λέγουν επειδή δεν το γνωρίζουν ή επειδή έχουν ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Γι’ αυτό ίσως και επικεφαλής των αρμόδιων τομέων Ανάπτυξης τοποθετούνται πολιτικοί από τα αζήτητα (όπως και στα υπουργεία ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ, αλλ’ εκεί άλλοι έχουν τον πρώτο λόγο).
Στα λόγια λοιπόν, παίρνουν όλοι άριστα. Ο κ. Ομπάμα, ανέδειξε την δική του συνταγή για έξοδο από την ύφεση, όπου θα συμβαδίζει η δημοσιονομική σταθεροποίηση με την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η διαφορά με την γερμανική συνταγή έγκειται στο γεγονός ότι αυτή προτείνει πρώτα την επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας με αυστηρή λιτότητα, η οποία -όπως υποστηρίζει γερμανική κυβέρνηση- θα φέρει και την ανάπτυξη.
Είναι δεδομένο στην οικονομία, πως δεν μπορείς να πετύχεις όλους τους στόχους ταυτόχρονα. Οφείλεις να αξιολογήσεις τον πρωταρχικό στόχο και να ρίξεις εκεί το μεγαλύτερο βάρος. Την εποχή του Ρέηγκαν και της Θάτσερ μπορούσαν να ρίξουν χρήμα στην αγορά για ανάπτυξη, αφού είχαν συνηθίσει να τυπώνουν χαρτονομίσματα χωρίς αντίκρυσμα. Τώρα πού θα βρεθεί το χρήμα;
Όσο πορευόμασταν με βάση την κεϋνσιανή άποψη, ότι το έλλειμμα των ιδιωτικών επενδύσεων το καλύπτουν οι δημόσιες, υπήρχε κάποια ισορροπία. Τώρα και να θέλουμε να το εφαρμόσουμε δεν μπορούμε, αφού στο πλαίσιο της δημοσιονομικής εξυγίανσης το πρώτο που περικόπηκε είναι οι δημόσιες επενδύσεις.
Εκείνο όμως στο οποίο δεν παρατηρήθηκε καμιά εξέλιξη στην Ελλάδα, είναι ότι δεν αποφασίσαμε τι είδους ανάπτυξη θέλουμε. Στην δεκαετία του ’80 φερ’ ειπείν δεν θέλαμε «να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης» (τώρα προσευχόμαστε να γίνουμε και μόλις έρθει ένας τουρίστας επί πλέον, σημαιοστολίζουμε την χώρα), τότε δεν θέλαμε «το καπιταλιστικό κεφάλαιο» και διώχναμε τους ξένους επενδυτές, τώρα τους εκλιπαρούμε να έρθουν, αλλά δεν έρχονται. Και πώς να έρθουν, αφού εξακολουθούν να υπάρχουν οι μύριοι όσοι απωθητικοί παράγοντες για προσέλκυση επενδυτών.
Είναι εντυπωσιακό όμως, πως δεν γίνεται το απλούστερο. Πώς θα επιτύχουμε τη μείωση της ανεργίας, όταν σπρώχνουμε σε πτώχευση τις επιχειρήσεις μη αποδίδοντας σ’ αυτές τα χρεωστούμενα. Προκειμένου να εμφανιστεί -στα χαρτιά- πλεόνασμα, κατακρατούνται δισεκατομμύρια ευρώ, που έπρεπε να βρίσκονται στα ταμεία επιχειρήσεων. Πολλές από αυτές δεν μπορούν να αντέξουν άλλο, με την κατανάλωση να περιορίζεται περισσότερο αφού ξοδεύτηκαν και «τα ασημικά της γιαγιάς», με φυσικό επακόλουθο την περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η Ελλάδα δεν είναι η χώρα που μπορεί να αναπτύξει πολλές μεγάλες επενδύσεις. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στηρίχθηκε η οικονομία της. Κι αυτές πρώτα πρέπει να προσεχθούν. Αλλά φαίνεται, πως δεν αποτελεί προτεραιότητα η διατήρησή τους. Άλλωστε, ο νυν υπουργός Ανάπτυξης (ποιας;) δεν κρύβει τις νεοφιλελεύθερες απόψεις του.
Τι μένει; Η ενέργεια. Ελπίζεται, πως ταυτιζόμενοι με την αμερικανική πολιτική σ’ αυτό το θέμα (ήδη διώξαμε τους Ρώσους και συνεργαζόμαστε με το προτεκτοράτο των ΗΠΑ, το Αζερμπαϊτζάν) θα επιτύχουμε τους στόχους μας στην εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων μας. Κάπου γράφηκε μάλιστα, πως θα μας βοηθήσουν οι Αμερικανοί στην ανακήρυξη της ΑΟΖ μας. Γιατί θα το κάνουν αυτό; Επειδή ενδιαφέρονται για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διαθέτουμε.
Έχω μια αφελή ερώτηση: Σε τι θα ενοχλήσει τις αμερικανικές εταιρίες αν προμηθευτούν το αέριο από τους Τούρκους, τους Λίβυους ή τους Αλβανούς, με τους οποίους υπάρχουν ακόμη οι σοβαρότατες εκκρεμότητες; Γιατί να ευνοήσουν εμάς -στο θέμα της ΑΟΖ- και όχι τις άλλες χώρες;
Ας σοβαρευτούμε. Το έχουμε πει πολλές φορές, πως βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση. Καλώς έγινε η επίσκεψη στις ΗΠΑ, αλλά δεν χρειάζεται ούτε η θριαμβολογία της Ν.Δ., ούτε η καταστροφολογία του ΣΥΡΙΖΑ και των λοιπών. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να μη δυσαρεστήσουμε ούτε τις Η.Π.Α., ούτε τη Γερμανία. Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πως χρειαζόμαστε και τις δύο. Μόνο που μεταξύ τους βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Εμείς αποτελούμε το μπαλάκι, που πάει πότε από εδώ πότε από εκεί. Είναι η μοίρα των χωρών που περιπίπτουν σε αδυναμία.
Ο Μακεδών
Και αφού όλοι προβαίνουν στην κοινότοπη διαπίστωση, μετά γυρίζουν από το άλλο πλευρό ευτυχείς που έπραξαν το καθήκον τους. Το πώς θα επιτευχθεί η ανάπτυξη σε μια χώρα με την πιο άθλια οικονομική κατάσταση που γνώρισε μεταπολεμικά, αυτό δεν μας το λέγουν. Και δεν μας το λέγουν επειδή δεν το γνωρίζουν ή επειδή έχουν ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Γι’ αυτό ίσως και επικεφαλής των αρμόδιων τομέων Ανάπτυξης τοποθετούνται πολιτικοί από τα αζήτητα (όπως και στα υπουργεία ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ, αλλ’ εκεί άλλοι έχουν τον πρώτο λόγο).
Στα λόγια λοιπόν, παίρνουν όλοι άριστα. Ο κ. Ομπάμα, ανέδειξε την δική του συνταγή για έξοδο από την ύφεση, όπου θα συμβαδίζει η δημοσιονομική σταθεροποίηση με την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η διαφορά με την γερμανική συνταγή έγκειται στο γεγονός ότι αυτή προτείνει πρώτα την επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας με αυστηρή λιτότητα, η οποία -όπως υποστηρίζει γερμανική κυβέρνηση- θα φέρει και την ανάπτυξη.
Είναι δεδομένο στην οικονομία, πως δεν μπορείς να πετύχεις όλους τους στόχους ταυτόχρονα. Οφείλεις να αξιολογήσεις τον πρωταρχικό στόχο και να ρίξεις εκεί το μεγαλύτερο βάρος. Την εποχή του Ρέηγκαν και της Θάτσερ μπορούσαν να ρίξουν χρήμα στην αγορά για ανάπτυξη, αφού είχαν συνηθίσει να τυπώνουν χαρτονομίσματα χωρίς αντίκρυσμα. Τώρα πού θα βρεθεί το χρήμα;
Όσο πορευόμασταν με βάση την κεϋνσιανή άποψη, ότι το έλλειμμα των ιδιωτικών επενδύσεων το καλύπτουν οι δημόσιες, υπήρχε κάποια ισορροπία. Τώρα και να θέλουμε να το εφαρμόσουμε δεν μπορούμε, αφού στο πλαίσιο της δημοσιονομικής εξυγίανσης το πρώτο που περικόπηκε είναι οι δημόσιες επενδύσεις.
Εκείνο όμως στο οποίο δεν παρατηρήθηκε καμιά εξέλιξη στην Ελλάδα, είναι ότι δεν αποφασίσαμε τι είδους ανάπτυξη θέλουμε. Στην δεκαετία του ’80 φερ’ ειπείν δεν θέλαμε «να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης» (τώρα προσευχόμαστε να γίνουμε και μόλις έρθει ένας τουρίστας επί πλέον, σημαιοστολίζουμε την χώρα), τότε δεν θέλαμε «το καπιταλιστικό κεφάλαιο» και διώχναμε τους ξένους επενδυτές, τώρα τους εκλιπαρούμε να έρθουν, αλλά δεν έρχονται. Και πώς να έρθουν, αφού εξακολουθούν να υπάρχουν οι μύριοι όσοι απωθητικοί παράγοντες για προσέλκυση επενδυτών.
Είναι εντυπωσιακό όμως, πως δεν γίνεται το απλούστερο. Πώς θα επιτύχουμε τη μείωση της ανεργίας, όταν σπρώχνουμε σε πτώχευση τις επιχειρήσεις μη αποδίδοντας σ’ αυτές τα χρεωστούμενα. Προκειμένου να εμφανιστεί -στα χαρτιά- πλεόνασμα, κατακρατούνται δισεκατομμύρια ευρώ, που έπρεπε να βρίσκονται στα ταμεία επιχειρήσεων. Πολλές από αυτές δεν μπορούν να αντέξουν άλλο, με την κατανάλωση να περιορίζεται περισσότερο αφού ξοδεύτηκαν και «τα ασημικά της γιαγιάς», με φυσικό επακόλουθο την περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η Ελλάδα δεν είναι η χώρα που μπορεί να αναπτύξει πολλές μεγάλες επενδύσεις. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στηρίχθηκε η οικονομία της. Κι αυτές πρώτα πρέπει να προσεχθούν. Αλλά φαίνεται, πως δεν αποτελεί προτεραιότητα η διατήρησή τους. Άλλωστε, ο νυν υπουργός Ανάπτυξης (ποιας;) δεν κρύβει τις νεοφιλελεύθερες απόψεις του.
Τι μένει; Η ενέργεια. Ελπίζεται, πως ταυτιζόμενοι με την αμερικανική πολιτική σ’ αυτό το θέμα (ήδη διώξαμε τους Ρώσους και συνεργαζόμαστε με το προτεκτοράτο των ΗΠΑ, το Αζερμπαϊτζάν) θα επιτύχουμε τους στόχους μας στην εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων μας. Κάπου γράφηκε μάλιστα, πως θα μας βοηθήσουν οι Αμερικανοί στην ανακήρυξη της ΑΟΖ μας. Γιατί θα το κάνουν αυτό; Επειδή ενδιαφέρονται για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διαθέτουμε.
Έχω μια αφελή ερώτηση: Σε τι θα ενοχλήσει τις αμερικανικές εταιρίες αν προμηθευτούν το αέριο από τους Τούρκους, τους Λίβυους ή τους Αλβανούς, με τους οποίους υπάρχουν ακόμη οι σοβαρότατες εκκρεμότητες; Γιατί να ευνοήσουν εμάς -στο θέμα της ΑΟΖ- και όχι τις άλλες χώρες;
Ας σοβαρευτούμε. Το έχουμε πει πολλές φορές, πως βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση. Καλώς έγινε η επίσκεψη στις ΗΠΑ, αλλά δεν χρειάζεται ούτε η θριαμβολογία της Ν.Δ., ούτε η καταστροφολογία του ΣΥΡΙΖΑ και των λοιπών. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να μη δυσαρεστήσουμε ούτε τις Η.Π.Α., ούτε τη Γερμανία. Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πως χρειαζόμαστε και τις δύο. Μόνο που μεταξύ τους βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Εμείς αποτελούμε το μπαλάκι, που πάει πότε από εδώ πότε από εκεί. Είναι η μοίρα των χωρών που περιπίπτουν σε αδυναμία.
Ο Μακεδών
- See more at: http://www.tsantiri.gr/oikonomia/to_anekdoto_tis_anaptuxis/#sthash.zQwOufCB.dpuf
Και αφού όλοι προβαίνουν στην κοινότοπη διαπίστωση, μετά γυρίζουν από το άλλο πλευρό ευτυχείς που έπραξαν το καθήκον τους. Το πώς θα επιτευχθεί η ανάπτυξη σε μια χώρα με την πιο άθλια οικονομική κατάσταση που γνώρισε μεταπολεμικά, αυτό δεν μας το λέγουν. Και δεν μας το λέγουν επειδή δεν το γνωρίζουν ή επειδή έχουν ιδεοληπτικές αγκυλώσεις. Γι’ αυτό ίσως και επικεφαλής των αρμόδιων τομέων Ανάπτυξης τοποθετούνται πολιτικοί από τα αζήτητα (όπως και στα υπουργεία ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ, αλλ’ εκεί άλλοι έχουν τον πρώτο λόγο).
Στα λόγια λοιπόν, παίρνουν όλοι άριστα. Ο κ. Ομπάμα, ανέδειξε την δική του συνταγή για έξοδο από την ύφεση, όπου θα συμβαδίζει η δημοσιονομική σταθεροποίηση με την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η διαφορά με την γερμανική συνταγή έγκειται στο γεγονός ότι αυτή προτείνει πρώτα την επίτευξη δημοσιονομικής σταθερότητας με αυστηρή λιτότητα, η οποία -όπως υποστηρίζει γερμανική κυβέρνηση- θα φέρει και την ανάπτυξη.
Είναι δεδομένο στην οικονομία, πως δεν μπορείς να πετύχεις όλους τους στόχους ταυτόχρονα. Οφείλεις να αξιολογήσεις τον πρωταρχικό στόχο και να ρίξεις εκεί το μεγαλύτερο βάρος. Την εποχή του Ρέηγκαν και της Θάτσερ μπορούσαν να ρίξουν χρήμα στην αγορά για ανάπτυξη, αφού είχαν συνηθίσει να τυπώνουν χαρτονομίσματα χωρίς αντίκρυσμα. Τώρα πού θα βρεθεί το χρήμα;
Όσο πορευόμασταν με βάση την κεϋνσιανή άποψη, ότι το έλλειμμα των ιδιωτικών επενδύσεων το καλύπτουν οι δημόσιες, υπήρχε κάποια ισορροπία. Τώρα και να θέλουμε να το εφαρμόσουμε δεν μπορούμε, αφού στο πλαίσιο της δημοσιονομικής εξυγίανσης το πρώτο που περικόπηκε είναι οι δημόσιες επενδύσεις.
Εκείνο όμως στο οποίο δεν παρατηρήθηκε καμιά εξέλιξη στην Ελλάδα, είναι ότι δεν αποφασίσαμε τι είδους ανάπτυξη θέλουμε. Στην δεκαετία του ’80 φερ’ ειπείν δεν θέλαμε «να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης» (τώρα προσευχόμαστε να γίνουμε και μόλις έρθει ένας τουρίστας επί πλέον, σημαιοστολίζουμε την χώρα), τότε δεν θέλαμε «το καπιταλιστικό κεφάλαιο» και διώχναμε τους ξένους επενδυτές, τώρα τους εκλιπαρούμε να έρθουν, αλλά δεν έρχονται. Και πώς να έρθουν, αφού εξακολουθούν να υπάρχουν οι μύριοι όσοι απωθητικοί παράγοντες για προσέλκυση επενδυτών.
Είναι εντυπωσιακό όμως, πως δεν γίνεται το απλούστερο. Πώς θα επιτύχουμε τη μείωση της ανεργίας, όταν σπρώχνουμε σε πτώχευση τις επιχειρήσεις μη αποδίδοντας σ’ αυτές τα χρεωστούμενα. Προκειμένου να εμφανιστεί -στα χαρτιά- πλεόνασμα, κατακρατούνται δισεκατομμύρια ευρώ, που έπρεπε να βρίσκονται στα ταμεία επιχειρήσεων. Πολλές από αυτές δεν μπορούν να αντέξουν άλλο, με την κατανάλωση να περιορίζεται περισσότερο αφού ξοδεύτηκαν και «τα ασημικά της γιαγιάς», με φυσικό επακόλουθο την περαιτέρω αύξηση της ανεργίας.
Η Ελλάδα δεν είναι η χώρα που μπορεί να αναπτύξει πολλές μεγάλες επενδύσεις. Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στηρίχθηκε η οικονομία της. Κι αυτές πρώτα πρέπει να προσεχθούν. Αλλά φαίνεται, πως δεν αποτελεί προτεραιότητα η διατήρησή τους. Άλλωστε, ο νυν υπουργός Ανάπτυξης (ποιας;) δεν κρύβει τις νεοφιλελεύθερες απόψεις του.
Τι μένει; Η ενέργεια. Ελπίζεται, πως ταυτιζόμενοι με την αμερικανική πολιτική σ’ αυτό το θέμα (ήδη διώξαμε τους Ρώσους και συνεργαζόμαστε με το προτεκτοράτο των ΗΠΑ, το Αζερμπαϊτζάν) θα επιτύχουμε τους στόχους μας στην εκμετάλλευση των ενεργειακών αποθεμάτων μας. Κάπου γράφηκε μάλιστα, πως θα μας βοηθήσουν οι Αμερικανοί στην ανακήρυξη της ΑΟΖ μας. Γιατί θα το κάνουν αυτό; Επειδή ενδιαφέρονται για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου που διαθέτουμε.
Έχω μια αφελή ερώτηση: Σε τι θα ενοχλήσει τις αμερικανικές εταιρίες αν προμηθευτούν το αέριο από τους Τούρκους, τους Λίβυους ή τους Αλβανούς, με τους οποίους υπάρχουν ακόμη οι σοβαρότατες εκκρεμότητες; Γιατί να ευνοήσουν εμάς -στο θέμα της ΑΟΖ- και όχι τις άλλες χώρες;
Ας σοβαρευτούμε. Το έχουμε πει πολλές φορές, πως βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση. Καλώς έγινε η επίσκεψη στις ΗΠΑ, αλλά δεν χρειάζεται ούτε η θριαμβολογία της Ν.Δ., ούτε η καταστροφολογία του ΣΥΡΙΖΑ και των λοιπών. Πρέπει να βρεθεί τρόπος να μη δυσαρεστήσουμε ούτε τις Η.Π.Α., ούτε τη Γερμανία. Δυστυχώς, η αλήθεια είναι πως χρειαζόμαστε και τις δύο. Μόνο που μεταξύ τους βρίσκονται σε αντιπαράθεση. Εμείς αποτελούμε το μπαλάκι, που πάει πότε από εδώ πότε από εκεί. Είναι η μοίρα των χωρών που περιπίπτουν σε αδυναμία.
Ο Μακεδών
- See more at: http://www.tsantiri.gr/oikonomia/to_anekdoto_tis_anaptuxis/#sthash.zQwOufCB.dpuf
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.