Την άνοιξη του 173 μ.Χ., οπότε και ο περιηγητής Παυσανίας επισκέπτεται τους Δελφούς, συναντά προ του Μαντείου και περιγράφει την ιστορία της εμβληματικής πηγής «Κασταλίας»,....
στη ρίζα των Φαιδριάδων, από την οποία η Πυθία έπινε το μαγικό νερό και χρησμοδοτούσε: «…το ύδωρ τη Κασταλία, ποταμού δώρον είναι του Κηφισού, τούτον εποίησεν και Αλκαίος εν προοιμίω τω ες Απόλλωνα: βεβαιούνται δε ουχ ήκιστα οι Λιλαιείς, οι ες του Κηφισού την πηγήν, πέμματα επιχώρια και άλλα οπόσα νομίζουσιν αφιάσιν εν τισι ειρημέναις ημέραις, και αύθις εν τη Κασταλία φασίν αυτά αναφαίνεσθαι.» (Παυσανίου: ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ.τόμ.10 «Φωκικά».VIII [10]).
Ο Περιηγητής-Ιστορικός κάνει ευθεία αναφορά στην προέλευση του Θεϊκού Ύδατος της μαντικής πηγής, ως από τις πηγές του Κηφισού στη Λίλαια προερχόμενο, και προς επίρρωσιν των τότε δοξασιών, για απόδειξη χρησιμοποιεί το έθιμο των αρχαίων Λιλαιέων να ρίχνουν ορισμένες μέρες του χρόνου, γλυκά και άλλα καλούδια «ες του Κηφισού την πηγήν», και αμέσως αυτά, στην Κασταλία να αναφαίνονται. Ως άριστοι γνώστες της επιστήμης των Μαθηματικών και της Φυσικής οι αρχαίοι, γνώριζαν πολύ καλά ότι τα δύο σημεία απέχουν υψομετρικά μεταξύ τους κατά 93 μέτρα. (Την άριστη γνώση των υψομετρικών αποστάσεων είχε εφαρμόσει ο Ευπαλίνος στην κατασκευή του υδραγωγείου ορύγματος στη Σάμο τον 6ο π.Χ.αι.) Άρα γνώριζαν ότι η φυσική ροή του νερού από τη Λίλαια στην Κασταλία ήταν αδύνατη. Όπου όμως σταματούσε η λογική εξήγηση, επενέβαιναν οι Θεοί. Με υπερφυσικό τρόπο λοιπόν, ο Προμάντης Λιλαιεύς Απόλλων, διοχέτευε το Ομηρικό «καλλίρροον ύδωρ» του Κηφισού, μέσα από τα έγκατα του Παρνασσού στις Φαιδριάδες, μεταβάλλοντάς το σε «λάλον ύδωρ» εκστασιασμού της Ιέρειάς του Σίβυλλας, στο Ιερότερο των Ιερών Δελφικό Μαντείο του.
Πόθεν πως όμως προέκυπτε η υδραγώγηση του νερού από την πηγή της Λίλαιας στην Κασταλία; Το ρόλο της υδρομάστευσης καλείτο να παίξει μία μικρή καταβόθρα που έχασκε ολοστρόγγυλη στα ριζά του λόφου, λίγα μέτρα πιο πέρα από την κύρια πηγή του Κηφισού. Ένα μέρος του νερού αναβλύζοντας με ορμή από την στενή οπή της «Μάνας», προσέκρουε στη φυσική αμμονησίδα που υπήρχε, (και υπάρχει), στο κέντρο της λίμνης, εκτρέπετο αριστερά και καταποντίζετο με βοή στα σπλάχνα της Λιλαίας Γης. Οι αρχαίοι Λιλαιείς, προκειμένου να καταστήσουν την ροή του νερού προς τον κάρκαρη ελεγχόμενη, είχαν κατασκευάσει χωμάτινο ανάχωμα απόφραξης του χώρου, και κάτω απ’αυτό έσκαψαν στοά υδραγωγείου, επιλέγοντας ανάλογα με την εποχή την ποσότητα του νερού με την οποία θα τροφοδοτούσαν την Κασταλία όπως πίστευαν.
Ο αρχαιολόγος Φ. Ντάσιος σε έργο του με θέμα τον αρχαίο Έρωχο, κεφ. ΠΗΓΗ ΑΓΙΑΣ ΕΛΕΟΥΣΑΣ, υποσημειώνει: «Βορειοανατολικά της πηγής (100 μ.) και σε θέση όπου σήμερα τσιμεντένια δεξαμενή νερού της πηγής, μετά από λαθρανασκαφή εντοπίστηκε υπόγεια στοά, φτιαγμένη από σκληρό υλικό, που μοιάζει με υδραυλικό κονίαμα». Το ανάχωμα λειτούργησε μέχρι τα μέσα του 20ου αι. συμβάλλοντας στην διοχέτευση του νερού προς τον Κηφισό και τον κάμπο.
στη ρίζα των Φαιδριάδων, από την οποία η Πυθία έπινε το μαγικό νερό και χρησμοδοτούσε: «…το ύδωρ τη Κασταλία, ποταμού δώρον είναι του Κηφισού, τούτον εποίησεν και Αλκαίος εν προοιμίω τω ες Απόλλωνα: βεβαιούνται δε ουχ ήκιστα οι Λιλαιείς, οι ες του Κηφισού την πηγήν, πέμματα επιχώρια και άλλα οπόσα νομίζουσιν αφιάσιν εν τισι ειρημέναις ημέραις, και αύθις εν τη Κασταλία φασίν αυτά αναφαίνεσθαι.» (Παυσανίου: ΕΛΛΑΔΟΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΙΣ.τόμ.10 «Φωκικά».VIII [10]).
Ο Περιηγητής-Ιστορικός κάνει ευθεία αναφορά στην προέλευση του Θεϊκού Ύδατος της μαντικής πηγής, ως από τις πηγές του Κηφισού στη Λίλαια προερχόμενο, και προς επίρρωσιν των τότε δοξασιών, για απόδειξη χρησιμοποιεί το έθιμο των αρχαίων Λιλαιέων να ρίχνουν ορισμένες μέρες του χρόνου, γλυκά και άλλα καλούδια «ες του Κηφισού την πηγήν», και αμέσως αυτά, στην Κασταλία να αναφαίνονται. Ως άριστοι γνώστες της επιστήμης των Μαθηματικών και της Φυσικής οι αρχαίοι, γνώριζαν πολύ καλά ότι τα δύο σημεία απέχουν υψομετρικά μεταξύ τους κατά 93 μέτρα. (Την άριστη γνώση των υψομετρικών αποστάσεων είχε εφαρμόσει ο Ευπαλίνος στην κατασκευή του υδραγωγείου ορύγματος στη Σάμο τον 6ο π.Χ.αι.) Άρα γνώριζαν ότι η φυσική ροή του νερού από τη Λίλαια στην Κασταλία ήταν αδύνατη. Όπου όμως σταματούσε η λογική εξήγηση, επενέβαιναν οι Θεοί. Με υπερφυσικό τρόπο λοιπόν, ο Προμάντης Λιλαιεύς Απόλλων, διοχέτευε το Ομηρικό «καλλίρροον ύδωρ» του Κηφισού, μέσα από τα έγκατα του Παρνασσού στις Φαιδριάδες, μεταβάλλοντάς το σε «λάλον ύδωρ» εκστασιασμού της Ιέρειάς του Σίβυλλας, στο Ιερότερο των Ιερών Δελφικό Μαντείο του.
Πόθεν πως όμως προέκυπτε η υδραγώγηση του νερού από την πηγή της Λίλαιας στην Κασταλία; Το ρόλο της υδρομάστευσης καλείτο να παίξει μία μικρή καταβόθρα που έχασκε ολοστρόγγυλη στα ριζά του λόφου, λίγα μέτρα πιο πέρα από την κύρια πηγή του Κηφισού. Ένα μέρος του νερού αναβλύζοντας με ορμή από την στενή οπή της «Μάνας», προσέκρουε στη φυσική αμμονησίδα που υπήρχε, (και υπάρχει), στο κέντρο της λίμνης, εκτρέπετο αριστερά και καταποντίζετο με βοή στα σπλάχνα της Λιλαίας Γης. Οι αρχαίοι Λιλαιείς, προκειμένου να καταστήσουν την ροή του νερού προς τον κάρκαρη ελεγχόμενη, είχαν κατασκευάσει χωμάτινο ανάχωμα απόφραξης του χώρου, και κάτω απ’αυτό έσκαψαν στοά υδραγωγείου, επιλέγοντας ανάλογα με την εποχή την ποσότητα του νερού με την οποία θα τροφοδοτούσαν την Κασταλία όπως πίστευαν.
Ο αρχαιολόγος Φ. Ντάσιος σε έργο του με θέμα τον αρχαίο Έρωχο, κεφ. ΠΗΓΗ ΑΓΙΑΣ ΕΛΕΟΥΣΑΣ, υποσημειώνει: «Βορειοανατολικά της πηγής (100 μ.) και σε θέση όπου σήμερα τσιμεντένια δεξαμενή νερού της πηγής, μετά από λαθρανασκαφή εντοπίστηκε υπόγεια στοά, φτιαγμένη από σκληρό υλικό, που μοιάζει με υδραυλικό κονίαμα». Το ανάχωμα λειτούργησε μέχρι τα μέσα του 20ου αι. συμβάλλοντας στην διοχέτευση του νερού προς τον Κηφισό και τον κάμπο.
Ξαφνικά το 1964, η άσχετη με την αρχαιολογία, Υπηρεσία Δασοτεχνικών (! ;) ‘Εργων του Υπουργείου Γεωργίας σκέφτηκε, έκρινε και αποφάσισε να εκτελέσει εγγειοβελτιωτικά έργα στο χώρο των πηγών μετατρέποντας σε τσιμεντότοπο το ειδυλλιακό τοπίο, βιάζοντας το αρχαίο κάλλος του. Ισοπέδωσε το ανάχωμα, μπάζωσε και σφράγισε τον κάρκαρη καταστρέφοντας ταυτόχρονα και την υπόγεια υδραυλική στοά και στο χώρο ανήγειρε στεγανή δεξαμενή με τσιμεντένιες ποτίστρες προβάτων.
Στα επόμενα χρόνια (1968) κατασκευάστηκε το αποκρουστικό τσιμεντένιο στηθαίο μπροστά στην πηγή και το αρδευτικό τσιμενταύλακο δεξιά της κοίτης του Κηφισού. Ταυτόχρονα διανοίχτηκε γεώτρηση μπροστά στα σκαλιά του Αγίου Χριστοφόρου, η οποία ευτυχώς ουδέποτε λειτούργησε. Το 1978 όμως, διανοίχτηκε πλάτωμα μπροστά από τον Άγιο Χριστόφορο και ακριβώς πάνω από την οροφή της υπόγειας λίμνης, που ευτυχώς άντεξε, έγινε νέα γεώτρηση και κατασκευάστηκε οικοδόμημα αντλιοστασίου, βιάζοντας ακόμα μια φορά το υπέροχο φυσικό τοπίο.
Στο χώρο του αρχαίου κάρκαρη η δύναμη του νερού έστω και χωρίς τη Θεϊκή βοήθεια συνεχίζει να ρέει. Το νερό διέβρωσε τους αρμούς των θεμελίων του μαντρότοιχου, κατέκλυσε το χώρο της πρώην στεγανής δεξαμενής μεταβάλλοντάς την σε ελώδη υγροβιότοπο και ένα μικρό μέρος του, διολισθαίνοντας ανάμεσα από το κροκαλοπαγές μπάζωμα καταβαραθρώνεται στα έγκατά του. Σίγουρα δεν καταλήγει στην Κασταλία. Πάει καιρός από τότε που ο Φοίβος το εξακόντιζε μέχρι τις Φαιδριάδες για να μπορεί η Πυθία από του τρίποδος να διαλαλεί τα μελλούμενα σε θεούς κι ανθρώπους. Πόσο προφητικά αποδείχτηκαν τα λόγια της, όταν για τελευταία φορά, ίσως το 361 μ.Χ. χρησμοδότησε υπέρ του Αυτοκράτορα Ιουλιανού που την ρώτησε αν θα μπορούσε να αναστήσει το Δωδεκάθεο και την αρχαία λατρεία, παραγγέλνοντάς του: «Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε Δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλαίουσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ!!!».
Οι φανατικοί χριστιανοί της εποχής κατέχωσαν με πέτρες την Κασταλία, οι νεοέλληνες της εποχής μας μπάζωσαν τον τροφοδότη της κάρκαρη στην Αλεγούσα….
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΑΤΟΙΚΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ 1. ΠΑΥΣΑΝΙΟΥ «ΦΩΚΙΚΑ»
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ 2. ΘΡΥΛΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΤΗΣ
ΣΟΥΒΑΛΑΣ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.