Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Πέμπτη 28 Μαρτίου σήμερα.....

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2019

25 Ιουλίου 1953 - ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ
Ξεφυλλίζοντας το άλμπουμ με τις παλιές φωτογραφίες μου σταμάτησα σ’ αυτή εδώ την φωτογραφία και θυμήθηκα το οδοιπορικό προς την κορυφή του Παρνασσού την Λιάκουρα, με όλη την παρέα της φωτογραφίας....


Αριστερά όπως βλέπουμε την φωτογραφία
Πρώτη σειρά: Γιώργος Τσούτσος, Λουκάς Τσούτσος, Γιάννης Φλωράκος, Στάθης Σκαλίγκος.
Δεύτερη σειρά: Νίκος Οικονόμου, Γιώργος Ποδαράς, Νίκος Δάρας, Στέλιος Μπακάλης και Βασίλης Χριστοδούλου.

Την εποχή εκείνη αυτοκινητόδρομος προς τον Παρνασσό δεν υπήρχε και φυσικά η ανάβαση γινόταν με τα πόδια και η διαδρομή αυτή απαιτούσε δυο ημέρες με διανυκτέρευση κοντά στη κορυφή για να μπορέσουμε την άλλη μέρα να φτάσουμε στην κορυφή πριν την ανατολή του ηλίου.
Ξεκινήσαμε στις 25 Ιουλίου 1953 χαράματα φορτωμένοι με τους προσωπικούς σάκους και με όλο τον εξοπλισμό, τρόφιμα, ρούχα χονδρά κ.λ.π. Ξεκινήσαμε από τον Άγιο Δημήτριο ανεβήκαμε από τις Σκάλες με πρώτο σταθμό του ΧΑΡΑΜΑΝΤΑ ΤΟ ΛΙΘΑΡΙ, αγναντεύοντας από εκεί το χωριό, τον κάμπο, τον Κηφισσό και τα γύρω χωριά του Καλλιδρόμου. Δίπλα μας η ΒΙΓΛΑ που κάποτε φύλαγαν καραούλι οι Βιγλάτορες και πιο πέρα ο ΑΗ ΛΙΑΣ. Μετά ανηφορίζοντας περάσαμε από του ΚΑΤΟΥΡΟΥ ΤΗ ΒΡΥΣΗ με τους μπαξέδες του Γέρου Μίχου και φτάσαμε στην ΕΜΙΝΟΒΡΥΣΗ που από εκεί αρχίζει το πευκοδάσος, περάσαμε από την κατασκήνωση των Δαδιωτών παραθεριστών. ( Οι κατασκηνώσεις του Υπουργείου Παιδείας και του Αποστόλου Παύλου δεν υπήρχαν τότε).
Προχωρώντας το μονοπάτι είχαμε προς τα δεξιά μας του ΚΑΣΤΑΝΗ ΤΗ ΛΑΚΚΑ και αριστερά μας της σάρες της ΑΓΙΑΣΑΡΛΗΣ και πιο ψιλά το ΔΙΑΒΟΛΑΛΩΝΟ και τον ΑΣΤΡΑΠΟΚΑΪΜΕΝΟ περάσαμε τις ΚΟΚΕΣ με τις ψιλές κουκουναριές και τα ψηλόκορμα έλατα φτάσαμε στη ΒΡΟΜΟΒΡΥΣΗ, υψόμετρο περίπου 900 μέτρα.. ( Έτσι την έλεγαν τότε, ΠΕΡΔΙΚΟΒΡΥΣΗ ονομάστηκε το 1960 από τους προσκόπους που έκαναν εκεί το Πανελλήνιο Τσαμπόρι).
Από εκεί όπου να γυρίσεις τα μάτια σου σε ξεκουράζει το ατελείωτο πράσινο. Εκεί ήταν η δεύτερη στάση πίνοντας το καφεδάκι μας (μη νομίζετε ότι είχαμε μπρίκια και καμινέτα, ο καφές και η ζάχαρη μαζί μέσα σε ένα βάζο, βάζαμε στο στόμα μας με το κουταλάκι από λίγο και μετά νερό και αυτή ήταν η απόλαυση του καφέ,!)
Ξεκινώντας ξακρίσαμε στους μεγαλοπρεπείς βράχους του ΑΗ ΓΙΑΝΝΗ να δούμε το βάθος της χαράδρας και να ακούσουμε τον αντίλαλο της φωνής μας. Μετά ξαναπήραμε το μονοπάτι μέσα στο δάσος περνώντας ανάμεσα από τα κάτω και τα πάνω ΣΤΟΥΡΝΑΡΙΑ και στην ΚΟΡΟΜΗΛΙΑ φτάσαμε στου ΤΣΑΜΗ ΤΗ ΛΑΚΑ, και πήραμε το δρόμο της ΣΤΕΝΗΣ. Ανηφορίζοντας τη ρεματιά παρατηρήσαμε μια παράξενη αντιζυγία, δεξιά μας υπήρχε μόνο πευκοδάσος και αριστερά μας μόνο ελατοδάσος ένα από τα πιο σπάνια φαινόμενα. Σε λίγο βρήκαμε τη μεγάλη λάκκα του ΜΠΟΥΓΔΑΝ γεμάτη από φτέρες και αιωνόβια πεύκα. Αφήνοντας πίσω μας την ΣΤΕΝΗ και αριστερά μας τη ΓΑΛΑΖΙΑ ΓΟΥΡΝΑ φτάσαμε στη ΜΑΝΑ που πηγάζει το νερό του χωριού μας ( δεν το βλέπεις μόνο το ακούς), εκεί φάγαμε για μεσημέρι, ήπιαμε παγωμένο νερό, αυτό το λίγο που βάνει έξω από τη μάνα και ξεκουραστήκαμε ύστερα από τέσσερις ώρες πορείας.
Εκεί είδαμε ένα αιωνόβιο πεύκο κομμένο από τη μέση και πάνω που μας κίνησε την περιέργεια και ρωτήσαμε τον Μπαρμπαγιάννη τον Μπουραζάνη που έβοσκε το κοπάδι του εκεί, και μας είπε ότι το έχουν κόψει οι Σουβαλιώτες και το χρησιμοποιούν για φλάχτρα. Ανεβαίνουν το βράδυ πάνω και περιμένουν για κάνα λαγό που θα βγει στη λάκκα για βοσκή.
Ξεκινώντας πάλι το ανηφορικό μονοπάτι μέσα στα αιωνόβια πεύκα και έλατα φτάσαμε στη ΜΕΣΚΛΙΤΣΑ με υψόμετρο 1500 μέτρα περίπου. Εκεί το τοπίο αλλάζει, αρχίζει και αγριεύει κυριαρχούν τα πετρώματα τα λίγα γεροντοέλατα που από τα κλωνάρια τους κρέμονται μούσκλια και τους αλλάζουν όψη. Αυτά τα έλατα είναι οι ακρίτες της χλωρίδας, οι κορυφές τους παραμορφωμένες από τις καταιγίδες τα χιόνια και τα αστροπελέκια αλλά αυτά όμως στέκουν όρθια.
Ανεβαίνοντας προς τα πάνω σιγά σιγά και με προσοχή γιατί το μονοπάτι από ξερολιθιά είναι κακοτράχαλο και χρειαζόταν υπομονή γιατί στη φύση δεν χωράνε παλικαρισμοί και υπερβολές., χωράει μόνο η σύνεση και το μέτρο. Γύρω μας μόνο βράχια, αφάνες, αμάραντος και τσάι. Φτάσαμε στις ΚΑΤΩ ΑΛΚΑΪΤΙΚΕΣ ΣΤΡΟΥΓΚΕΣ. Προχωρώντας αφήνοντας δεξιά μας τη ΦΤΕΡΟΛΑΚΑ και έχοντες αριστερά μας το ΑΣΚΗΤΑΡΙΟ και τον ΤΡΥΠΙΟ ΒΡΑΧΟ, φτάσαμε στις ΠΑΝΩ ΑΛΚΑΪΤΙΚΕΣ ΣΤΡΟΥΓΚΕΣ ( εκεί συναντήσαμε τους ορεινότερους ξωμάχους της Ρούμελης που μας φιλοξένησαν προσφέροντάς μας γάλα, τυρί και την παραδοσιακή μάσκουρι).
Εδώ ξενυχτήσαμε στρυμωγμένοι ο ένας σφιχτά στον άλλον γιατί το κρύο ήταν τσουχτερό λέγοντας διάφορες ιστορίες και ακούγοντας το θρόισμα του αέρα, τα βελάσματα των κοπαδιών και τους αρμονικούς ήχους των κουδουνιών, περιμένοντας το χάραμα για να συνεχίσουμε την πορεία μας. Σύνταχα ξεκινήσαμε πάλι την πορεία μας και σε λίγο φτάσαμε στην μεγάλη λάκκα που είναι σαν γήπεδο χορταριασμένο, υψόμετρο περίπου 2200 μέτρα. Γύρω μας βλέπουμε τον ΤΡΥΠΙΟ ΒΡΑΧΟ, την ΑΡΝΟΒΡΥΣΗ και μπροστά μας ο κώνος της ψηλότερης κορυφής η ΛΙΑΚΟΥΡΑ ή ΛΥΚΩΡΕΙΑ.
Προχωρώντας σιγά – σιγά με την κορυφή στο κακοτράχαλο μονοπάτι με την αγωνία να προφτάσουμε την ανατολή του Ηλίου, φτάσαμε 25 λεπτά πριν βγει ο Ήλιος. Περιμένοντας την ανατολή στρυμωγμένοι μέσα στα πρόχειρα κατασκευάσματα από ξερολίθια για να γλιτώσουμε λίγο κρύο. Υψόμετρο 2457 περίπου.
Ξημέρωσε κοιτάζοντας γύρω μας βλέπουμε τον Μαλιακό Κόλπο τον Κορινθιακό Κόλπο το Αιγαίο και το Ιόνιο Πέλαγος και προς Ν>Α. το αχνοθάμπισμα της Αθήνας ( πιο νύχτα και με καθαρή ατμόσφαιρα φαίνονται και τα φώτα της Πόλης).
Πάνω από τα κεφάλια μας ανεμίζει ένας αετός, τον κοιτάμε όλοι και αυτός μας κοιτάζει…..!
Σε κάποια στιγμή βλέπουμε μια γλώσσα να προβάλει μέσα από το πέλαγος που σιγά σιγά να μεγαλώνει και να γίνεται στρογγυλή και κάθε λίγο αλλάζει χρώματα.
Περίεργο είναι τόσο μεγάλος Ήλιος?
Ναι είναι ο ήλιος, μεγαλώνει, τον κοιτάμε κατάματα χωρίς να μας θαμπώνει και σε λίγο απομακρύνεται από τον ορίζοντα και γίνεται στρογγυλότερος ωχροκίτρινος, αστραφτερός και μας θαμπώνει.
Η θάλασσα αλλάζει και αυτή χρώματα, λαμποκοπάει.
Όλες οι κορυφές του Παρνασσού φωτίστηκαν.
Το θέαμα της ανατολής του ηλίου από τη Λιάκουρα αν δε την δει κανείς όσο και να την περιγράψει δεν μπορείς να την φανταστείς.
Μετά από όλα αυτά αρχίζουμε να κατηφορίζουμε γιατί ο ήλιος αρχίζει να καίει φοβερά και να ζεσταίνει το πετσί μας. Περνώντας από τους ξωμάχους, που μας φιλοξένησαν, τους ευχαριστήσαμε για την φιλοξενία, πήραμε τα πράγματά μας και επιστρέψαμε από το ίδιο μονοπάτι στο χωριό το βράδυ, κατάκοποι και έχοντας ακόμη βαθιά στο μυαλό μας χαραγμένη τη συγκλονιστική λάμψη της ανατολής, χωρίζοντας κάποιος είπε:
Δεν ξαναπάω στην Λιάκουρα στην έρημη την στρούγκα ( δεν θυμάμαι ποιος).
Από την παρέα αυτής σήμερα μας λείπουν από κοντά μας ο Γιώργος Τσούτσος, ο Νίκος Οικονόμου, ο Στέλιος Μπακάλης και ο Σταυραετός του Παρνασσού ο Νίκος Δάρας.
15-8-2009
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Λ. ΠΟΔΑΡΑΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου