Απο την ταινία "Μήν είδατε το Παναή "....
Οικογένεια
Γεννήθηκε στον Πειραιά, στο Νέο Φάληρο, και γονείς του ήταν ο Βασίλης και η Ευδοκία Βέγγου, των οποίων ήταν και το μοναδικό παιδί. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, συγκεκριμένα εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο, εκδιώχθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων.Η απόλυση του πατέρα του προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση, κάτι που τον ανάγκασε να ριχτεί στον αγώνα για το μεροκάματο. Κυριότερη μεταξύ των επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκε ήταν η απασχόλησή του σε επεξεργασίες δερμάτων. Παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά.
Εξορία και πρώτα βήματα
Τα χρόνια 1948-1950 υπηρέτησε τη θητεία του ως "ανεπιθύμητος" στρατιώτης στη Μακρόνησο, όπου γνωρίστηκε με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία Μαγική Πόλη του Κούνδουρου.Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα κινηματογραφικά πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως Ο δράκος, Διακοπές στην Αίγινα, Μανταλένα, Ο Ηλίας του 16ου, Ποτέ την ΚυριακήΟ πρώτος του μεγάλος ρόλος είναι μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία Οι δοσατζήδες του 1960. Τον ίδιο καιρό, το 1959, πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς-πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη, επίσης το 1959.
Κινηματογράφος - τηλεόραση
Τα επόμενα χρόνια, συνεργαζόμενος κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη, αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Με ταινίες όπως Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ, Μην είδατε τον Παναή, Ζήτω η τρέλλα!, Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης, καθιερώνεται στη συνείδηση του κοινού. Το 1964, σε αναζήτηση καλλιτεχνικής ελευθερίας, ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ-Ταινίες Γέλιου. Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις Φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, που τις χαρακτηρίζουν το σουρεαλιστικό χιούμορ, ο αυτοσχεδιασμός και η πηγαία ερμηνεία. Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία θα συνέλθει μόνο μετά από πολλά χρόνια.[16]
Η καριέρα του συνεχίζεται με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη, ενώ η δημοτικότητά του παραμένει σταθερή κι οδηγεί στην αποθέωση του από τον κόσμο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1971, όπου η ταινία Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση; αποσπά τα βραβεία κριτικών και κοινού. Άλλη σημαντική ταινία αυτής της περιόδου είναι Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας του 1976. Η θεματολογία των ταινιών του μετατοπίζεται προς την κοινωνική κριτική, ενώ το 1983 σταματά για λίγα χρόνια να κάνει κινηματογράφο. Τη δεκαετία του 1980 ασχολείται με το γύρισμα έξι βιντεοταινιών και της τηλεοπτικής σειράς Βεγγαλικά που, μετά από προσπάθειες πολλών ετών, προβλήθηκε τελικά στην τηλεόραση το 1988. Το 1990 εμφανίστηκε στη σειρά του ΑΝΤ1 Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης.
Η επιστροφή του στον κινηματογράφο γίνεται με την ταινία Ήσυχες μέρες του Αυγούστου του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων αλλά μεγάλης εκφραστικότητας, με κορυφαία στιγμή το ρόλο του στην ταινία Όλα είναι δρόμος του 1998. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, το 1997, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη με μεγάλη επιτυχία. Το 2002, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, ο Θανάσης Βέγγος κράτησε έναν από τους βασικούς ρόλους στην τηλεοπτική σειρά Περί ανέμων και υδάτων. Η τελευταία κινηματογραφική συμμετοχή του ήταν στην ταινία "Το πέταγμα του κύκνου" ταινία που προβλήθηκε το 2010.
Θάνατος
Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου - εκεί απεβίωσε στις 3 Μαΐου 2011, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Η νεκρώσιμος ακολουθία εψάλη στον Ιερό Ναό της Αγίας Μαρίνας στο Θησείο την επόμενη, στις 4 Μαΐου, με παρουσία πολλών επισήμων και φίλων. Τάφηκε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του.
Προσωπική ζωή
Την εποχή που γυριζόταν "Ο δράκος" παντρεύτηκε την Μίνα (Ασημίνα) Βέγγου με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δυο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Οι γιοι του τού έδωσαν εγγόνια τα οποία υπεραγαπούσε, όπως επιβεβαιώνει και η γυναίκα του : "Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για την Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δυο του εγγόνα και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά"
Σύμφωνα με τον πρωτότοκο γιο του Βασίλη, ο Θανάσης Βέγγος έκανε παρέα "με τον Δημήτρη Νικολαΐδη, την Σούλη Σαμπάχ, τον Γιώργο Λαζαρίδη και τον Ντίνο Κατσουρίδη. Ένας πραγματικός φίλος του είναι ο Γιώργος Σταυρόπουλος. Γενικά θεωρεί το καλλιτεχνικό κύκλωμα λίγο περίεργο και αισθάνεται σαν ψάρι έξω από το νερό".
Ο Θανάσης Βέγγος (Νέο Φάληρο 29 Μαΐου 1926 - Αθήνα 3
Μαΐου 2011) ήταν.....
.....Έλληνας κωμικός
ηθοποιός του κινηματογράφου, του θεάτρου και ιδρυτής της εταιρείας ΘΒ Ταινίες
Γέλιου. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν "Βέγκος" και όπως είχε πει, το
έγραφε με "γγ" όταν έγινε ηθοποιός γιατί φαινόταν καλύτερα στο μάτι.
Είχε παίξει σε 126 ταινίες, σε 52 από τις οποίες ως πρωταγωνιστής και είχε
σκηνοθετήσει (πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα) ακόμη επτά ταινίες. Θεωρείται ένας
από τους πιο δημοφιλείς κωμικούς του ελληνικού κινηματογράφου, ενώ μέχρι και το
τέλος της ζωής του συνέχιζε να εμφανίζεται σε ταινίες, στην τηλεόραση και το
θέατρο. Θα μείνει γνωστός πάντα ως ο «Καλός μας άνθρωπος».
Οικογένεια
Γεννήθηκε στον Πειραιά, στο Νέο Φάληρο, και γονείς του ήταν ο Βασίλης και η Ευδοκία Βέγγου, των οποίων ήταν και το μοναδικό παιδί. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, συγκεκριμένα εργαζόταν στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, και ήρωας της αντίστασης. Μετά τον πόλεμο, εκδιώχθηκε από τη δουλειά του εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων.Η απόλυση του πατέρα του προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, σοβαρό οικονομικό πρόβλημα στην οικογένεια του Θανάση, κάτι που τον ανάγκασε να ριχτεί στον αγώνα για το μεροκάματο. Κυριότερη μεταξύ των επαγγελμάτων με τα οποία ασχολήθηκε ήταν η απασχόλησή του σε επεξεργασίες δερμάτων. Παράλληλα έκανε διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά.
Εξορία και πρώτα βήματα
Τα χρόνια 1948-1950 υπηρέτησε τη θητεία του ως "ανεπιθύμητος" στρατιώτης στη Μακρόνησο, όπου γνωρίστηκε με τον μετέπειτα γνωστό σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία Μαγική Πόλη του Κούνδουρου.Για τα επόμενα πέντε χρόνια έπαιξε μικρούς ρόλους, εργαζόμενος παράλληλα και ως φροντιστής στα κινηματογραφικά πλατό. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε σε μερικές από τις πιο ιστορικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως Ο δράκος, Διακοπές στην Αίγινα, Μανταλένα, Ο Ηλίας του 16ου, Ποτέ την ΚυριακήΟ πρώτος του μεγάλος ρόλος είναι μαζί με τον Νίκο Σταυρίδη στην ταινία Οι δοσατζήδες του 1960. Τον ίδιο καιρό, το 1959, πήρε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού, όχι από Σχολή αλλά ως εξαιρετικό ταλέντο με εξετάσεις σε ειδική επιτροπή. Η πρώτη του θεατρική παράσταση ήταν στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς-πλουτς», δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη, επίσης το 1959.
Κινηματογράφος - τηλεόραση
Τα επόμενα χρόνια, συνεργαζόμενος κυρίως με τον σκηνοθέτη Πάνο Γλυκοφρύδη, αναπτύσσει τον τύπο του νευρικού, αεικίνητου τύπου, που τον καθιέρωσε και αρχίζει να γίνεται δημοφιλής. Με ταινίες όπως Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ, Μην είδατε τον Παναή, Ζήτω η τρέλλα!, Πολυτεχνίτης κι ερημοσπίτης, καθιερώνεται στη συνείδηση του κοινού. Το 1964, σε αναζήτηση καλλιτεχνικής ελευθερίας, ίδρυσε τη δική του εταιρία παραγωγής ΘΒ-Ταινίες Γέλιου. Την περίοδο 1965-1969, συνεργαζόμενος με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό αλλά και σκηνοθετώντας ο ίδιος κάποιες φορές, γύρισε τις καλύτερες κατά γενική ομολογία ταινίες του, όπως τις Φανερός πράκτωρ 000, Τρελός, παλαβός και Βέγγος, Ποιος Θανάσης;, που τις χαρακτηρίζουν το σουρεαλιστικό χιούμορ, ο αυτοσχεδιασμός και η πηγαία ερμηνεία. Παρά την εμπορική και καλλιτεχνική τους επιτυχία, οι ταινίες αυτές οδηγούν την εταιρία του Βέγγου σε κλείσιμο και τον ίδιο σε οικονομική καταστροφή, από την οποία θα συνέλθει μόνο μετά από πολλά χρόνια.[16]
Η καριέρα του συνεχίζεται με τον σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη, ενώ η δημοτικότητά του παραμένει σταθερή κι οδηγεί στην αποθέωση του από τον κόσμο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1971, όπου η ταινία Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση; αποσπά τα βραβεία κριτικών και κοινού. Άλλη σημαντική ταινία αυτής της περιόδου είναι Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας του 1976. Η θεματολογία των ταινιών του μετατοπίζεται προς την κοινωνική κριτική, ενώ το 1983 σταματά για λίγα χρόνια να κάνει κινηματογράφο. Τη δεκαετία του 1980 ασχολείται με το γύρισμα έξι βιντεοταινιών και της τηλεοπτικής σειράς Βεγγαλικά που, μετά από προσπάθειες πολλών ετών, προβλήθηκε τελικά στην τηλεόραση το 1988. Το 1990 εμφανίστηκε στη σειρά του ΑΝΤ1 Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης.
Η επιστροφή του στον κινηματογράφο γίνεται με την ταινία Ήσυχες μέρες του Αυγούστου του Παντελή Βούλγαρη. Η ερμηνεία του έχει πια διαφοροποιηθεί, είναι χαμηλών τόνων αλλά μεγάλης εκφραστικότητας, με κορυφαία στιγμή το ρόλο του στην ταινία Όλα είναι δρόμος του 1998. Την περίοδο αυτή εμφανίστηκε επίσης στην Επίδαυρο, το 1997, στο ρόλο του Δικαιόπολι στους Αχαρνής και το 2001 στην Ειρήνη του Αριστοφάνη με μεγάλη επιτυχία. Το 2002, σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, ο Θανάσης Βέγγος κράτησε έναν από τους βασικούς ρόλους στην τηλεοπτική σειρά Περί ανέμων και υδάτων. Η τελευταία κινηματογραφική συμμετοχή του ήταν στην ταινία "Το πέταγμα του κύκνου" ταινία που προβλήθηκε το 2010.
Θάνατος
Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου - εκεί απεβίωσε στις 3 Μαΐου 2011, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Η νεκρώσιμος ακολουθία εψάλη στον Ιερό Ναό της Αγίας Μαρίνας στο Θησείο την επόμενη, στις 4 Μαΐου, με παρουσία πολλών επισήμων και φίλων. Τάφηκε στην Αμοργό, τόπο καταγωγής της μητέρας του και της γιαγιάς του.
Προσωπική ζωή
Την εποχή που γυριζόταν "Ο δράκος" παντρεύτηκε την Μίνα (Ασημίνα) Βέγγου με την οποία ήταν μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δυο γιους, τον Βασίλη και τον Χάρη. Οι γιοι του τού έδωσαν εγγόνια τα οποία υπεραγαπούσε, όπως επιβεβαιώνει και η γυναίκα του : "Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για την Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δυο του εγγόνα και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά"
Σύμφωνα με τον πρωτότοκο γιο του Βασίλη, ο Θανάσης Βέγγος έκανε παρέα "με τον Δημήτρη Νικολαΐδη, την Σούλη Σαμπάχ, τον Γιώργο Λαζαρίδη και τον Ντίνο Κατσουρίδη. Ένας πραγματικός φίλος του είναι ο Γιώργος Σταυρόπουλος. Γενικά θεωρεί το καλλιτεχνικό κύκλωμα λίγο περίεργο και αισθάνεται σαν ψάρι έξω από το νερό".
Τα βιογραφικά του στοιχεία από τη
"Βικιπαίδεια "
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοια "εμμονή" απέκτησε ο Θανάσης Βέγγος μετά τη θητεία του στη Μακρόνησο - Γιατί δεν άνοιγε τα παράθυρα του θεάτρου το καλοκαίρι;
Ο ηθοποιός προερχόταν από αριστερή οικογένεια. Έτσι, όταν ήρθε η ώρα να εκτίσει τη στρατιωτική του θητεία, τον έστειλαν με δυσμενή μετάθεση στη Μακρόνησο, η οποία ήταν τόπος εξορίας των κομμουνιστών. Η καθημερινότητα στο νησί ήταν βασανιστήριο, όχι μόνο για τους εξόριστους, αλλά και για τους φαντάρους.
Ο Βέγγος δούλευε στο γιαπί κάτω από άθλιες συνθήκες. Όλη τη μέρα κουβαλούσε και έσπαγε πέτρες, με αποτέλεσμα να εξαντλείται και να ζει μέσα στη σκόνη. Το καθημερινό αυτό μαρτύριο στη Μακρόνησο του δημιούργησε μια εμμονή που κουβαλούσε σε όλη τη μετέπειτα ζωή του. Τη φοβία για τη σκόνη.
Η εμμονή του Βέγγου
Πριν φύγει για τη Μακρόνησο, ο Βέγγος έτσι κι αλλιώς ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε την καθαριότητα. Όταν η διετής στρατιωτική θητεία ολοκληρώθηκε και επέστρεψε στην καθημερινότητά, είχε γίνει πλέον μανιακός με την καθαριότητα. Ξεσκόνιζε επίμονα τα ποτήρια και τα πιάτα πριν τα χρησιμοποιήσει, ακόμα και αν αυτά είχαν πλυθεί. Τίναζε τα ρούχα του πριν τα φορέσει. Πολλές φορές γυρνούσε προς τα έξω τις τσέπες του παντελονιού και τις τίναζε κι αυτές, ακόμα κι αν δεν είχε βάλει ποτέ τίποτα μέσα. Απέφευγε τα ραντεβού σε εξωτερικούς χώρους. Προτιμούσε να συναντά φίλους και συνεργάτες στο γραφείο του, το οποίο ξεσκόνιζε καθημερινά. Στο σπίτι του υπήρχε πάντα ιονιστής για να καθαρίζει την ατμόσφαιρα από τη σκόνη.
Οι άνθρωποι που τον έζησαν στο θέατρο θυμούνται τον ηθοποιό να καθαρίζει καθημερινά τα σκηνικά. Μια φορά μάλιστα, ο Βέγγος διέκοψε την πρόβα για να τινάξει ένα τραπεζομάντηλο που ήταν μέρος του ντεκόρ. Τα καλοκαίρια, γυρνούσε στο θέατρο και έκλεινε τα παράθυρα για να γλιτώσει από τη σκόνη, με αποτέλεσμα η ζέστη να γίνεται αφόρητη. Εκτός από μανιακός με την καθαριότητα, ο Βέγγος ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος. Παρόλο που με την εμμονή του, πολλές φορές καταντούσε γραφικός, κανείς δεν του κρατούσε κακία.
Ο Βέγγος παγοπώλης
Παράλληλα με την υποκριτική, ο Βέγγος έκανε και διάφορες μικροδουλειές για να συμπληρώνει το εισόδημά του. Η αγαπημένη του, ήταν αυτή του παγοπώλη. Τι κι αν κουραζόταν κουβαλώντας κολόνες πάγου στα σπίτια; Δεν το ένοιαζε καθόλου, αφού ήταν σίγουρος ότι πάγος και σκόνη δεν πάνε μαζί. Στη Μακρόνησο, ο Βέγγος δεν απέκτησε μόνο τη «σκονοφοβία», αλλά ευτυχώς για εκείνον, γνώρισε κάποιους ανθρώπους, που τον βοήθησαν να κάνει τα πρώτα του βήματα στον κινηματογράφο, με τον οποίο μέχρι τότε δεν είχε καμία σχέση.
Πηγή: mixanitouxronou.gr
Θανάση Βέγγο... καλέ μου άνθρωπε!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια μέρα σαν κι αυτή, 3 Μαΐου του 2011, αφήνει την τελευταία του πνοή ο Θανάσης Βέγγος, ο ηθοποιός που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. «Δουλεύω με το ένστικτο, δεν έχω κανένα ταλέντο, μόνο αυτή τη φάτσα», έλεγε ο ίδιος. «Εδώ είναι αποτυπωμένη όλη η μιζέρια, όλη η δυστυχία, όλος ο πόνος του ασήμαντου Έλληνα».Γεννημένος το Μάιο του 1927 στον Πειραιά, από φτωχή οικογένεια, ο Θανάσης Βέγγος έκανε πολλές δουλειές για να τα βγάλει πέρα, ενώ παράλληλα έβγαινε για διάφορα μικροθελήματα στη γειτονιά. Ο πατέρας του ήταν δημόσιος υπάλληλος, ο οποίος έχασε τη θέση του εξαιτίας των αριστερών του φρονημάτων. Οι ιδέες του πατέρα του εξόρισαν και τον Θανάση. Από το 1948 έως το 1950 βρέθηκε στη Μακρόνησο, όπου γνώρισε τον σκηνοθέτη που έμελλε να είναι το «κλειδί» που θα του άνοιγε τις πόρτες του κινηματογράφου, τον Νίκο Κούνδουρο.
Ο σκηνοθέτης, μιλώντας στο tvxs, περιέγραψε τον Βέγγο ως έναν άνθρωπο που ακολουθούσε την δική του προσωπική γραμμή, χωρίς να καταφεύγει σε πολιτικές ταμπέλες. «Ο Βέγγος την αντίστασή του την έκανε παίζοντας, την έκανε με τον τρόπο που εκφραζόταν. Μία στάση ζωής απόλυτα συνυφασμένη με τον Ρωμιό τον κυνηγημένο, τον φουκαρά, τον κουρασμένο. Ήταν απολιτικός τελείως. Την πολιτική του την ασκούσε μέσα από τους ρόλους του», εξηγεί.
ΔΕΙΤΕ ΟΛΟ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΕΔΩ...
https://tvxs.gr/news/san-simera/ena-xronos-xoris-ton-thanasi-beggo