Περί τών Ελληνικών Σιδηροδρόμων, έχουν γραφεί πολλά και αρμοδίως και περιττεύει, να προστεθούν, εδώ συμπληρώματα και λόγω χώρου, αλλά το ενδιαφέρον τών κατοίκων, τής κοιλάδας τού Κηφισού,....
είναι ζωηρό, να επαναφέρουν στήν οριζόντια μνήμη των, τις σημαντικές αλλαγές, ανατροπές, ακόμα και κοινωνικές ανακατατάξεις, πού άλλαξαν, γιά πάντα τήν ζωή, τις συνήθειες και όρισαν, ρυθμούς και ωράρια νέα, στήν γαλήνια Κοιλάδα, με το σφύριγμα τού ιστορικού " Μουτζούρη ", πού πρόβαλλε ασθμαίνοντας από τα στενά τού Κραβασαρά, στεφανωμένος με μαύρες τολύπες καπνού, αναστατώνωντας τα ζώα, σημαίνοντας διάλειμμα στις αργατιές στα βαμπακοχώραφα.
Όμως οι καιροί αλλάζουν, νέες συνθήκες, νέες όψεις, αλλαγές μας απομακρύνουν, από τις εικόνες αυτές, και, είναι ευκαιρία, για όλους, φιλομαθείς και φιλίστορες, να δούμε, όχι τα τεχνικά, αλλά πρακτικά και καθημερινά γεγονότα, πού έζησαν, πολλοί συμπατριώτες μας, εργαζόμενοι και ταξιδιώτες, από μία θυρίδα παρατηρητική, " εν λόγω περιγραφικώ " , από τούς πλέον αρμόδιους, να το πράξουν, όπως οι τότε διευθυντές, προϊστάμενοι και τμηματάρχες, πού έζησαν και κατέγραψαν, τήν βασανισμένη καθημερινότητα τότε και διέσωσαν, μικρές ιστορίες με το " χωλόν ορνιθιον " , τον Γάιδαρο ταξιδιώτη και άλλα, εκτός τών " σταθμών ελονοσίας ", τα μαχαιρώματα και τους απαραίτητους ληστές, πού θυμίζουν άγρια Δύση. Όμως οι εποχές αλλάζουν και μαζί και το περιβάλλον, πού σχημάτιζε στά δικά μας χρόνια, έναν Κόσμο πού περιλάμβανε, τήν περίκλειστη Κοιλάδα, πού διέτρεχε ο Κηφισός και ο Σιδηρόδρομος, ήταν οικείο δομικό στοιχείο, στον ορίζοντα, και, το ιδεατό και πραγματικό όχημα, πού οι κάτοικοι τής Χώρας τής Ελάτειας, όριζαν ώς οδό, εξόδου.
Στον πρόλογο, τού καθ. PIERRE PARIS, τού τόμου ELATEE LA VILLE
etc. Paris Torin 1882, τού μόνου, επί τού παρόντος, ολοκληρωμένου αρχαιολογικού, επιστημονικού συγγράμματος- μονογραφίας στήν περιοχή, μάς παρέχεται μία πληροφορία, όχι αρχαιολογική, αλλά σχετική με τήν έρευνα, στα κορφοβούνια τής Κνημίδας, για τήν επιλογή, τής προσφορότερης διαδρομής, για τήν χάραξη τής Σιδηροδρομικής γραμμής, Αθηνών- Λαμίας, τών συνόρων τότε, πού αρχικά ονόμασαν Λαμιακό Σιδηρόδρομο. Έτσι ο Γάλλος αρχιμηχανικός, Abel Gotteland ήδη διευθυντής τής Γαλλικής αποστολής Δημοσίων έργων, στήν Ελλάδα, αποβιβάστηκε στον Άγιο Κων/νο, και άρχισε να ερευνά, τις διαβάσεις, τής Κνημίδας, άνωθεν τής Ελατείας, καταγράφοντας τήν προσφορότερη, για τήν σιδηροδρομική διαδρομή, η οποία δεν μπορούσε, να είναι διαφορετική, από τήν αρχαία Βασιλική οδό, Βασιλικών-Ελατείας-Θηβών, πού συμπίπτει σχεδόν και με τήν νέα σημερινή, σήραγγα Καλλιδρόμου.
Η διαπλοκή τής τοπικής εξουσίας όμως, είχε προτιμήσει, τήν διάτρηση τού τεράστιου ορεινού όγκου, με αποτέλεσμα τήν καθυστέρηση, πέντε χρεοκοπίες (σημ.1) τών εταιρειών και άλλα τινά, τα οποία αγνοήθηκαν και τελικά επέλεξαν, αυτό, πού οι πολιτικές διεργασίες, ήταν αντίθετο και στην κοινή λογική.
Ό A.Gotteland όμως, με το χάρτη τής Γαλλικής Αποστολής τού 1852, ανά χείρας, σημείωσε τήν ύπαρξη λιθοσωρού, τών ερειπίων, τού Ναού τής Κραναίας Αθηνάς, κατέναντι τού θεϊκού Παρνασσού, με μία επιγραφή, με μικρούς χαρακτήρες, αλλά αρκετά μεγάλη, πού δεν παρέλειψε, να αναφέρει, στόν επιστήθιο φίλο του και εταίρο τής Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής καθ. P. Paris. Ένα τεκμήριο γραπτό, για τήν δραστηριότητα τών Γάλλων, σε έρευνες, όχι μόνο για τεχνικά έργα, αλλά και για μνημεία και αρχαιολογικά κατάλοιπα και έτσι δρομολογήθηκε αργότερα, η ανασκαφή, τής Ελατείας και τού Ναού τής Αθηνάς, εν κράναις.
Επί του θέματος όμως επανερχόμενοι, θα πλοηγηθούμε, μέσα από πρόσωπα, πού έζησαν και κατέγραψαν, τα συμβάντα και τήν καθημερινότητα, κυρίως τού προσωπικού, τού σιδηροδρόμου, γραμμένα από τόν Κ. Μακρή . Ο Κ. Μακρής, προϊστάμενος τότε, παρέχει και πλείστας άλλας, ενδιαφερούσας λεπτομερείας, περί τών πρώτων ετών τού Ελληνικού σιδηροδρομικού δικτύου, μεταξύ άλλων αναφέρων και τ’ ακόλουθα:
« Τα πρώτα οχήματα επιβατών, Ι και ΙΙ θέσεως, με απόβαρον 18 τόννων περίπου, είχον τρία διαμερίσματα, τής δε ΙΙΙ θέσεως, αποβάρου 12 τόννων, είχον 6 διαμερίσματα.
Όλα τα οχήματα της β΄ και γ΄ θέσεως έφερον εξωτερικώς, κατά μήκος, πλατύσκαλον ( marchepied ),
δ6ια τού οποίου επικοινώνει το προσωπικόν, με τα διαμερίσματα τών επιβατών, οι δ’ επιβάται, επικοινώνουν με τις πόρτες, πού ήσαν από τήν μίαν και από τήν άλλην μεριά κάθε διαμερίσματος. Αι καθυστερήσεις [ τών σιδηροδρομικών συρμών ], τήν εποχήν εκείνην, και αι διακοπαί ήσαν συχναί, το δε προσωπικόν και αι οικογένειαί του, υπέφεραν πολύ, υπό έποψιν διατροφής, διαμονής, υγείας και συνεχούς εργασίας. Ευρίσκετο, τότε, το προσωπικόν επί συνεχή 24ωρα εν υπηρεσία, εν αναμονή τών αμαξοστοιχιών, χωρίς αντικαταστάτην [ βάρδιαν ] και χωρίς αμοιβήν. Ιατρική υπηρεσία ανύπαρκτος. Κατόπιν ήρχισε να γίνεται, μαζή με τήν κινίνην, και διανομή άρτου ανά τήν γραμμήν. Προμηθευτής ήτο ένας αρτοποιός, επί τής οδού Λιοσίων 55, [ εν Αθήναις ], Χρήστος Χαλιάσος ονομαζόμενος, και έτσι εξησφαλίσθη το ψωμί τών υπαλλήλων και τών οικογενειών των. Ώς προς τας εγκαταστάσεις, τών σταθμών και στάσεων, δυστυχώς, καμμία πρόβλεψις, διά μελλοντικήν εξέλιξιν τής συγκοινωνίας δεν έγινε. Και τόσον αι εγκαταστάσεις, τών κτιρίων σταθμών και στάσεων τών αποθηκών, τών κρηπιδωμάτων, όσον και το μήκος τών παρακαμπτηρίων γραμμών κ.λ.π. μόνον διά τήν αρχικήν εκμετάλλευσιν, μόλις επαρκούσαν.
Από τού πρώτου έτους, τής εκμεταλλεύσεως, βεβαίως, αναπόφευκτα ήσαν διάφορα περιστατικά, πού κατά διαδοχικά διαστήματα ελάμβανον χώραν, τόσον από τήν δικαιολογημένην άγνοιαν, τών εν τη γενέσει τών κανονισμών της, διά τού σιδηροδρόμου επικοινωνίας τού κοινού, όσον και των εκ διαφόρων εταιριών προσληφθέντων ή μετέπειτα καταρτισθέντων ως μαθητευομένων υπαλλήλων. Θ’ αναφέρω μερικά απ’ αυτά , δια να γίνη αντιληπτή η τότε κρατούσα νοοτροπία και κατάστασις. Κατά τήν επιστροφήν από τα εγκαίνια, τής 6 Μαρτίου 1904, η αμαξοστοιχία, πού έφερε τον Βασιλέα, τούς επισήμους και τον διευθυντήν Ρισερόλ, εστάθμευσε να υδρευθή είς τον σταθμόν Αφιδνών ( Κιούρκα ) και επειδή, είχε καθυστέρησιν, κατά 30΄ λεπτά τού δρομολογίου της, ο Βασιλεύς, επιθυμών να ευρίσκεται τήν ακριβή ώραν, είς Αθήνας, διεμήνυσε, διά τ υπασπιστού του, προς τον μηχανοδηγόν, τήν επιθυμίαν του, όπως επιταχύνη, κατά το δυνατόν, τήν μέχρις Αθηνών πορείαν.
Ο μηχανοδηγός Μαλαβάζος, νομίσας ότι εν γνώσει του επιβαίνοντος διευθυντού Ρισερόλ, τώ έγινεν η σύστασις, ήρχισε, μόλις ανεχώρησαν από τα Κιούρκα, ν’ αυξάνη τήν ταχύτητα. Ο διευθυντής Ρισερόλ, αντιληφθείς τούτο, ανησύχησε μεν, αλλ’ επειδή έως είς το Οίον ( Μπογιάτι ), είναι ανωφέρεια, συνεκρατήθη.
Μετά το Οίον, όμως, πού αρχίζει η κατωφέρεια, η αμαξοστοιχία επετούσε πλέον, από εξωφρενικήν ταχύτητα. Ώς εκ τούτου, ο κίνδυνος ήτο προφανής και η ευθύνη τού διευθυντού μεγάλη. Προφυλασσόμενος ούτος, διά να μη γίνει αντιληπτός, από τούς επιβαίνοντας τής αμαξοστοιχίας, προσεπάθησε, διά σημάτων προς τον μηχανοδηγόν, να επιστήση την προσοχήν του, επί τής αντικανονικής και επικινδύνου αυτής πορείας.
Ο μηχανοδηγός, εξ άλλου, εκλαμβάνων τα σημεία και τας κινήσεις τού διευθυντού, ώς παροτρύνσεις, προς αυτόν, να επιταχύνη, ακόμη περισσότερον την πορείαν, ανέπτυξε το μάξιμουμ τής ικανότητος τής μηχανής! Όταν έφθασαν πλέον, χωρίς απευκταίον, είς τα Αθήνας, ο διευθυντής, πλήρης οργής, επήγε με τον γαλλομαθή προϊστάμενον τής αμαξοστοιχίας Γεωργιάδην, είς τον μηχανοδηγόν και τού έκαμε δριμυτάτας παρατηρήσεις. Ο μηχανοδηγός Μαλαβάζος, αποτείνεται προς τον Γεωργιάδην, λέγων:
« Πες τού χριστιανού, πώς ό,τι μπορούσα, έκαμα, για να ευχαριστήσω τον μεγαλειότατον, πού μού παρήγγειλε, με τον υπασπιστήν του, στα Κιούρκα, να φθάσουμε ακριβώς στήν Αθήνα, αλλά δεν άνοιγε άλλο ο « ρεγουλατόρος » – τι να έκανα;
Άς διακαιολογηθή, όπως ξέρει, στον Μεγαλειοτατον ! Είς τα Βάγια, πρώτον σταθμόν μετά τας Θήβας, ένας σταθμάρχης ( όνομα και μη χωριό ) είχε ένα κλειδούχον, αρκετά μορφωμένον και άριστον καθαρευουσιάνον, είς τον οποίον, εκτός τών άλλων, είχεν αναθέσει και τήν περιποίησιν και φύλαξιν, τών πουλερικών του. Κατά κακήν, όμως, τύχην τού κλειδούχου, μεταξύ τών προστατευομένων πουλερικών, ήτο και ένα κουτσό με ένα πόδι. Αυτό, μίαν ημέρα, κατά τήν διέλευσιν μίας αμαξοστοιχίας έργων, ευρέθη μέσα στις γραμμές και διεμελίσθη. Ο σταθμάρχης τα έβαλε μαζή του και τον έκαμε « πέντε παραδιών ». Ο κλειδούχος, εύθικτος, καθώς ήτο, συνέταξεν αναφοράν και τήν απέστειλε στήν διεύθυνσιν, λέγων, ότι ο σταθμάρχης, μεταξύ τών άλλων, τον ητιάτο, διότι ημέραν τινά, χωλόν τι ορνίθιον, διαλαθόν τήν προσοχήν μου και ευρεθέν, εντός τών γραμμών, διεμελίσθη υπό διερχομένης αμαξοστοιχίας έργων και απωλετο. Μετά τον σταθμόν Αμφικλείας, ευρίσκεται η στάσις Σουβάλας. Εκεί είχε τοποθετηθή, ως σταθμάρχης, κάποιος ονόματι Μήτρος Καραμερτζάνης. Είς αυτόν επαρουσιάσθη κάποτε ένας χωρικός, ο οποίος είχε αγοράσει ένα γάιδαρο και ήθελε να τον μεταφέρη με τήν αμαξοστοιχίαν, με τήν οποίαν θα εταξίδευε και ο ίδιος, μέχρι Λεβαδείας. Ο σταθμάρχης, με τας αρχικάς αμυδράς γνώσεις του, περί μεταφοράς αποσκευών και εμπορευμάτων, επεχείρησε, επί αρκετήν ώραν, να κατορθώση να ζυγίση, στήν πλάστιγγα, τον « κυρ’ Μέντιο » ! Αλλ’ εστάθη αδύνατον, ο δύστροπος γάιδαρος να βάλη, ταυτοχρόνως και τα 4 πόδια του, στήν πλάστιγγα! Και αφού απελπίσθηκε, αναγκάσθηκε να παραιτηθή, τής μεταφοράς του με φορτωτική και αφήκε, είς τον χωρικόν να προτιμήση, να μεταφέρη τον γάιδαρό του, με εισιτήριο, ωσάν να ήτο επιβάτης.
Κάποτε, πάλιν, έφθασαν στον σταθμόν Μπράλου, με έκτακτον αμαξοστοιχίαν, ψηφοφόροι, φίλοι τού τότε πολιτευτού, τής περιφερείας εκείνης Αναργύρου Σιμοπούλου.
Ένας από αυτούς, κατά την παραλαβήν τών αποσκευών του, αντί να παραδώση, είς τον σταθμάρχην το δελτίον αποσκευών, ανέσπασε μάχαιραν και επετέθη, να πλήξη τον σταθμάρχην, ο οποίος εσώθη, ώς εκ θαύματος, προλαβόντος, τού παρισταμένου προϊσταμένου αμαξοστοιχίας, Αλφόνσου Λαμπέλ, ν’ αρπάξη το χέρι, τού ευέξαπτου συμπολίτου, τού μακαρίτου Α. Σιμοπούλου.
Όπως βλέπει ο αναγνώστης, εκείνην τήν εποχήν, το προσωπικόν, δεν εγνώριζε, από πού να προφυλαχθή. Η κατάστασις ήτο ακόμη αγρία . Κάποτε, είς τα πέριξ τού Κουρνόβου, ενδι ητώντο τρεις ληστοσυμμορίαι, μία του Χαρδαλιά, μία του Καστανάρα και άλλη κάποιου, άγνωστου, αρχιληστού.
Αι συμμορίαι αυταί, εκτός των άλλων ληστειών, συνελάμβανον και παιδιά ευπόρων χωρικών και έπαιρναν λύτρα δια την απελευθέρωσιν. Οι γονείς των προσήρχοντο εις τον σταθμόν και εζητούσαν να ειδοποιηθούν αι αρχαί Λαμίας κ.λ.π.
Ο σταθμάρχης τούς παρέπεμπεν είς τήν αστυνομίαν και τούς αποσπασματάρχας, παραλλήλως, όμως, και κρυφά, δι’ ευνοήτους λόγους, ειδοποιούσε με τον τηλέγραφον τις αρχές Λαμίας. Η διεύθυνσις επληροφορήθη, μίαν ημέραν, ότι την περιφέρειαν αυτήν ελυμαίνοντο ληστοσυμμορίαι.
Έστειλε, λοιπόν, είς τήν γραμμήν τον επιθεωρητήν Κουτσαλέξην, να διανείμη είς τούς σταθμούς και στάσεις ανά εν όπλον « γκρά » και 4-5 φυσίγγια, αναλόγως τής σημασίας τού σταθμού ή τής στάσεως.
Σημ. 1 Εφημερίς τών Συζητήσεων 2 Φεβρουαρίου 1896. " Το επί τών Εσωτερικών υπουργείον, διόρισεν επιτροπήν αποτελουμενην από τον κ. Τζουρά, επιθεωρητού Δημ.Εργων, Αργυροπούλου και Παλαμά, ίνα παραλάβει τήν αποπερατωθείσαν εν Φθιώτιδι σήραγγα τού Σιδ. Πειραιώς- Λαρίσης. Ώς γνωστόν, η σήραγξ αυτή είχε μείνει ατελής, υπό τής χρεοκοπησάσης εταιρείας, τού Σιδ. Πειραιώς- Λαρίσης και συν δαπάνη τού Δημοσίου.
Συνεχίζεται….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.