Η Παναγιού*, η Γερο Δήμαινα, είναι μία μορφή εμβληματική, τής στρατιάς, τών κεκοιμημένων ήδη γυναικών, τού τόπου μας, πού έζησαν στόν μικρόκοσμο, τής περίκλειστης κοιλάδας τού Κηφισού, και, από τις παρειές, τού κατάχλωρου Καλλιδρόμου Όρους, ....
στη χώρα τών Δρυμαίων, τήν Γλούνιστα το 1888, όπόυ έζησε, εργάστηκε, μεγάλωσε τα παιδιά της, με λογισμό και μ' όνειρο, με τα ίδια παραμύθια, τούς ίδιους σιδερένιους κώδικες, συγκροτημένης κοινωνίας αρχών, πού ξεχώριζαν, με τραχύτητα, τήν χριστιανική αρχή τής ανοχής, από τήν καταπάτηση τών αξιών τους, πού υπερασπίζονταν με γενναιότητα και συνέπεια.
στη χώρα τών Δρυμαίων, τήν Γλούνιστα το 1888, όπόυ έζησε, εργάστηκε, μεγάλωσε τα παιδιά της, με λογισμό και μ' όνειρο, με τα ίδια παραμύθια, τούς ίδιους σιδερένιους κώδικες, συγκροτημένης κοινωνίας αρχών, πού ξεχώριζαν, με τραχύτητα, τήν χριστιανική αρχή τής ανοχής, από τήν καταπάτηση τών αξιών τους, πού υπερασπίζονταν με γενναιότητα και συνέπεια.
Η Παναγιού, φωτό ¹, πού γεννήθηκε σ' άλλες εποχές, από τις σημερινές, πού οι άνθρωποι τότε, ήταν στερημένοι και λιτοδίαιτοι, αλλά όταν λείπουν οι σημερινές ευκολίες, ίσως η χαρά τού ολίγου, είναι ιατρείον ψυχής. Ένα μικρό περιβολάκι, κατάφυτο από τα απαραίτητα βότανα, το φαρμακείο τού σπιτιού, Σινάπια, Βαλσαμόχορτα, τρελλοπαπαρούνες και άλλα, μαζί με τα μυρωδικά και τα εδώδιμα, το μακεδονήσι, τις κολοκύθες καί τίς φασολιές, ήταν ο μικρός παράδεισος, όπου ευτυχισμένα πουλερικά, ζούσαν καί σκάλιζαν τήν γωνιά, τής κοπριάς, πού συσσωρευόταν, από τα λιγοστά υπολείμματα τροφών και η φυσική ανακύκλωση, ήταν αυτόματη.
Τότε η κατανάλωση, δεν παρήγαγε σκουπίδια, ακόμη και τα τενεκεδάκια τής κονσέρβας, μ' ένα χερούλι από τον τενεκετζή, γίνονταν ένα χρήσιμο κύπελλο. Η ίδια αεικίνητη, γελαστή, μαντηλοδεμένη, με τσεμπέρι και μαγ'λίκα, κατά το έθος τού τόπου, ντυμένη με ρούχα και σκουτιά, έργα τών δικών της χεριών, τραγουδισμένα, με τα γυμνά πόδια ώρες ατελείωτες στις πατήθρες... πέτα σαιτα μου χρυσή... ένδυση πού δεν θα εγκαταλείψει ποτέ, πότνια μεγάλη μητέρα, πλησίον δε τού κήπου, αναδίδει σαν εικόνα, μία ευδία και μία μοναδική αύρα, πού με θέλγει και με σύρει, σε εγκώμια ίσως ξεπερασμένα, από τούς σημερινούς χαλεπούς καιρούς, πού ήλθαν για να ανατρέψουν, μαζί με τα αναγκαία, τών αλλαγών, ακόμα και τα θεμέλια τού βίου, από θνησιγενείς και εφήμερες θεωρίες, ακόμα και ντιρεκτίβες, ξένων κέντρων και συμφερόντων.
Η Παναγιού, ανήκει, είναι δείγμα, τής εκλεκτής ποιότητας τών γυναικών τού τόπου μας, όμως τώρα, μάς γνέφει μάταια, με τα μακριά της δάκτυλα, πού μέτρησαν, ύφαναν, έκλωσαν, έσκαψαν, θέρισαν, μεγάλωσαν παιδιά, με παραμύθια πού είχε ακούσει, χάρηκε τις γιορτές και τα τραγούδια, τις λίγες στιγμές τής σχόλης, δεν μετακινήθηκε ποτέ από τον τόπο της, έμεινε για πάντα εκεί, στον μικρό οικισμό τής Γλουνιστας, πού περιέβαλλαν βαθύσκιωτα αρχέγονα δάση δρυός, ποταμίσκοι, νεροσυρμές και χλωρά βοσκοτόπια, από τα Όμηρικά χρόνια τού Μύθου, πού έβοσκαν τα βόδια τού Πηλέα, στα πλούσια λιβάδια τού Καλλιδρόμου.
Η αναγεννητική υδροφορία τού βουνού, τα χλωρά κατάμερα, οδηγούσαν και στήν ικανοποιητική παραγωγή μαλλιού, ενώ η αφθονία τών υδάτων, στήν επεξεργασία τους, με τούς νερόμυλους και τις νεροτριβές, δίνοντας τα μέσα στους παραδασόβιους οικιστές, να κατεργάζονται ξυλεία, κατασκευάζοντας φτερωτές, αλλά και κόπανους-μαντάνια, σκάφες και σκαφίδια, κάδες κ. α. Ο σύζυγος τής Παναγιούς,1, κατασκεύαζε, με τήν πατροπαράδοτη τεχνική, τέτοια και άλλα, από ακατέργαστο αδρό αγριόξυλο, τέχνεργα χρηστικά. Η ίδια, είχε ομολογημένο ταλέντο στήν υφαντική, πού το άσκησε με συνέπεια, από μικρό κορίτσι, στήν μακρά της διαδρομή, στον μικρόκοσμο της, πού τον όριζαν τα γύρωθεν Όρη.
Όπως η παράδοση όριζε, έπρεπε να μάθει, τις φάσεις κα τις διαδικασίες και τής ύφανσης, τον αργαλειό και τα μυστικά του. Και το επέτυχε, αφού ένα μικρό δείγμα, διεσώθη σε Γίκο, φώτο όπως και ένα κάλυμμα Γίκου, φωτο με υπερήφανη τήν υπογραφή της Π. Κ. ( Παναγιού Καπασακάλη ).
Η γενική αποτίμηση τών υφαντών αυτών, δεν τα κατατάσσει στήν κορυφή τής τεχνικής, αλλά στήν κατηγοριοποίηση και καταγραφή των, όσων καταγράφονται, αλλά και όσων, θα καταγραφούν στο μέλλον, στήν κοιλάδα τού Κηφισού, παρ' ότι υπάρχει κατά τόπους, χρωματική και σχεδιαστική ειδοποιός διαφορά , οφειλόμενη και σε αλληλεπιδράσεις.
Η γενική αποτίμηση τών υφαντών αυτών, δεν τα κατατάσσει στήν κορυφή τής τεχνικής, αλλά στήν κατηγοριοποίηση και καταγραφή των, όσων καταγράφονται, αλλά και όσων, θα καταγραφούν στο μέλλον, στήν κοιλάδα τού Κηφισού, παρ' ότι υπάρχει κατά τόπους, χρωματική και σχεδιαστική ειδοποιός διαφορά , οφειλόμενη και σε αλληλεπιδράσεις.
Είναι έργα ταπεινά, καθημερινής χρήσεως, πού εκπροσωπούν όμως, αυτόν τον κόσμο, τον μικρό, τον μέγα τών ακάματων γυναικών, πού τα ύφαναν τραγουδιστά, με τις ώρες, αφήνοντας το χάδι τής ωδής σαν ψαλμό ευλογίας, στούς επερχομένους... στα παιδιά της...σε όλους εμάς πού είμαστε παιδιά της και τιμούμε στην μνήμη της και όλο το πλήθος τών μακαριστών γυναικών αυτών.
1 . Η Γέρο -( εδώ το Γέρο είναι τιμητικός τίτλος για τις γυναίκες τής περιοχής) Δήμαινα , ήταν σύζυγος τού Δήμου Γεωργίου (μαντάνη, μαραγκού από τήν Ντερνίτσα. Το μαντάνη, παραπέμπει ώς υποκοριστικό, σύνδεση με το επάγγελμα τού κατασκευαστή μαντανιών και άλλων παρελκομένων τής νεροτριβής και τών νερομύλων. Η πολύκλαδη οικογένεια Γεωργίου, έχει διασπορά σ 'όλη τήν ορογραμμή τού Καλλιδρόμου, είναι δε από τις παλαιότερες, τής περιοχής, με δημογέροντες στήν τοπική Συνέλευση τής Σουβάλας το 1825.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.