Του Επίλαρχου ε.ε Κούφα Παναγιώτη
Στην αβέβαιη καθημερινότητα της βιοπάλης του Έλληνα, εκεί που το σκοτάδι σφίγγει κάθε ορίζοντα και απειλεί την ελπίδα του, μέσα στην επίθεση της χειμωνιάς στη ψυχή και τη σκέψη, στέκει πάντα ιλαρό το φώς του ανθού της γενιάς του:.....Στα στρατευμένα παλληκάρια του, άνδρες και γυναίκες, που φέρουν την τιμημένη στολή των Ενόπλων Δυνάμεων στα χρώματα της γής, της θάλασσας και του ουρανού της Πατρίδας.
Βρίσκονται εδώ όρθιοι,σίγουροι και χαμογελαστοί.
Ζηλευτά υπερήφανοι για το σκοπό που έταξαν τη ζωή τους.
Αμετανόητα ορκισμένοι σε ιδέες και ιδανικά που πολλοί στις μέρες μας απαξιώνουν και κατακρίνουν.
Πιστοί στην Πλατυτέρα των Ουρανών, σεμνύνονται σήμερα την Εορτή Της για να αφιερώσουν τις δικές τους ελπίδες και να αντλήσουν δύναμη και κουράγιο από Τη Μάνα Του Γένους που τους έταξε στους προμαχώνες, στα ακροπέλαγα και τους αιθέρες της μητρώας γής, προστατεύοντάς την από κάθε επίδοξο επιβουλέα.
Τιμούνε σήμερα, τις στρατιές των πεσόντων στους ιερούς αγώνες του Έθνους, που πάντα είχαν σαν ορόσημο το αδιαπραγμάτευτο ιδανικό της Ελευθερίας, κίνητρο κι όραμα μαζί που αδίστακτα αντάλλαξαν με τα νιάτα και την ίδια τους τη ζωή για τους υπόλοιπους.
Ίσως πολλοί, στη δίνη της καθημερινότητας, να προσπεράσουν αδιάφορα, στο άκουσμα της χαρμόσυνης καμπάνας, που συναθροίζει την σεμνή γιορτή των Ενόπλων Δυνάμεων στις εκκλησίες της Επικράτειας.
Ίσως κάποιοι, στον ανέμελο συλλογισμό τους, λοιδωρήσουν τις τελετές τιμής και μνήμης που θα γίνουν σήμερα.
Ίσως αρκετοί, φθονήσουν την ιδιαιτερότητα αυτών των αλλόκοτων που επιμένουν να φέρουν εις πείσμα των καιρών στο ράσο που φορούν, τα διάσημα, τα εθνόσημα και τα παράσημα της Πατρίδας, που τους έταξε στα σύνορά της να την υπηρετούν αγόγγυστα, αφιερώνοντας με τη σειρά τους κι αυτοί τα νιάτα και τη σφριγιλότητα τους στην διαφύλαξη της Ελευθερίας της.
Ίσως μερικοί, απαξιώσουν αυτούς που ενδυθέντες χιτώνα δικαιοσύνης, εισπράττουν μη συγκρίσιμα υλικά αντάλλάγματα για την εργασία τους αυτή, προτιμώντας ρομαντικά να μετατρέπουν την έννοια της αμοιβής με την έννοια του καθήκοντος και να στέκονται αξιοπρεπείς.
Ίσως πάλι, ελπίζω ελάχιστοι, διαβλέποντας το μάταιο της προσπάθειας, να την αποτρέπουν επιχειρηματολογώντας με έννοιες υλιστικές κι αλλόκοτες.
Έννοιες όμως, που ουδέποτε άγγιξαν το ισχυρότερο όπλο που διέθετε ο Έλληνας μέσα του: το Φιλότιμο.
Κι όμως.
Η Ιστορία μας, απέδειξε περίτρανα, πως αυτή η γωνιά των τρελλών, των ασυμβίβαστων με κάθε λογική, ποτέ δεν συνέκρινε τα υλικά μεγέθη και τις αναλογίες, όταν έπρεπε να αποφασίσει για το αυτονόητο της υπόστασής της.
Πάντα, αν τους μετρούσες τους Έλληνες, μια χούφτα ήταν.
Πάντα, αν κοίταζες την βιοτή τους, φτωχιά και στερημένη θα τη λογάριαζες.
Πάντα, αν καθόσουν και τους άκουγες, μέσα στη φαγωμάρα και τη γκρίνια θα τους έβρισκες να μαλώνουν για ιδέες, κόμματα, ομάδες, φατρίες, απόψεις και βεντέτες, μέχρι που μάτωναν βαριά, σχεδόν μισώντας ο ένας τον άλλον.
Μα πάντα, στον ήχο της σειρήνας και της σάλπιγγας των εθνικών προσκλητηρίων, ντύθηκαν το απέριττο ένδυμα της τιμής και πορεύτηκαν χορεύοντας και τραγουδώντας να ανταλλάξουν τη ζωή τους για την ανεξαρτησία των οικογενειών τους, της λιγομετρημένης γής τους και των παιδιών που με κόπο ανάσταιναν.
Στον τόπο αυτό, που φυτρώνουν μαρμαρένια μνήματα από θυσιασμένους, πιό εύκολα βρίσκει καταφύγιο ο όρκος του ψυχωμένου να πεθάνει, παρά ο όρκος του ερωτευμένου για να ζήσει.
Έτσι ήταν πάντα, έτσι θα είναι και μετά.
Είναι αδύνατο λοιπόν, όσες κι αν είναι οι προκλήσεις των καιρών, οι ιταμές προσπάθειες διάβρωσης κάποιων επιτήδειων, οι πονηρές δοκιμασίες που βαραθρώνουν κι απελπίζουν αδίστακτα την δύσκολη ζωή του Έλληνα, αυτός να προσπεράσει αυτά που γράφτηκαν ανεξίτηλα στον γενετικό του κώδικα.
Όσα καρφιά κι αν βάλεις στο Σταυρό που κουβαλάει, αυτός θα βλέπει το γαλάζιο του ουρανού του, θα ατενίζει το πελαγό του και θα ζυγιάζει τον ορίζοντα από τη βίγλα του.
Και να΄ναι σίγουροι ακόμη περισσότερο οι τιμητές και οι σταυρωτές του, πως αυτοί οι λίγοι, οι μοιραία ωραίοι, που έχει ντύσει και οπλίσει, έτσι απλά θα κρατήσουνε τον όρκο και θα υψώσουνε το όπλο τους, σ΄όποιον βρεθεί απέναντι.
Και πάντα, με το βλέμμα ψηλά και τη σκέψη πως κείνη την ώρα τη δύσκολη μα κορυφαία, Μια Μάνα τους Αγκαλιάζει και τους Προστατεύει, αγιάζοντας κάθε τους πράξη.
Το γόνυ κλίνουμε ευλαβικά σ΄αυτούς που φώτισαν το δρόμο μου μέχρις εδώ με τη θυσία τους.
Τη προσευχή μας αναπέμπουμε στην Υπέρμαχο που σήμερα γιορτάζει, για να μας δώσει δύναμη να συνεχίσουμε, τον υπέροχη προσπάθειά μας.
Κι από το μετερίζι μας, εκεί που ο χάρτης χαράζει γραμμές και σύνορα, στέλνουμε την ευχή μας σε όλους αυτούς, τους λίγους μα ξεχωριστούς, να μας φυλάει ο Θεός γερούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.