Υπάρχουν πολλά και διαφορετικά πράγματα που κάνουν τον καθένα μας να νιώθει όμορφα και ξεχωριστά, μα και παράλληλα μοναδικά μέσα μας. Εμένα τι με κάνει να νιώθω και να είμαι ξεχωριστός;
Έχοντας κλείσει 2 χρόνια που ασχολούμαι με την φωτογραφία βρίσκω τον εαυτό μου να αναζητά πρωτόγνωρα τοπία όπου ηχούν κάτι το απόκοσμο. Όταν φωτογραφίζεις τον νυχτερινό ουρανό υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι που ποτέ ο κόσμος δεν βλέπει, αυτό πίσω από την κάμερα. Γιατί μπορεί να βλέπετε νυχτερινές φωτογραφίες, μα βλέπετε μπροστά από την κάμερα. Η όλη μαγεία συμβαίνει πίσω από αυτήν, όταν ο φωτογράφος περιμένει υπομονετικά στο τοπίο και βλέπει όλο το σύμπαν να κινείται πιο γρήγορα από αυτόν. Αυτή είναι η πραγματική μαγεία. Μέσα σε αυτά τα 2 χρόνια πέρασα αρκετά βράδια στα βουνά. Η φωτογράφιση του νυχτερινού ουρανού ξύπνησε μέσα μου ένστικτα που ποτέ δεν ήξερα ότι έχω. Είναι σαν το αίσθημα της δίψας. Μόνο που θες να βλέπεις τον νυχτερινό ουρανό, και να αναρωτιέσαι για το σύμπαν. Μα αυτό δεν αρκεί, θες να βλέπεις τον κόσμο από ψηλά. Και έτσι αυτό το «κυνήγι» σε οδηγεί ψηλά, στις κορυφές των βουνών.
Στην προσπάθεια μου να προσεγγίσω το απροσδόκητο και να «ξεδιψάσω» σκέφτηκα να κάνω κάτι το μοναδικό και παράλληλα ξεχωριστό. Εδώ στο Πετρίλο όπου ζω, ένα ορεινό χωριό που είναι στα βουνά κοντά στην Καρδίτσα και την Λίμνη Πλαστήρα, υπάρχει ένα ψηλό βουνό, το Βουτσικάκι, με υψόμετρο 2154 μέτρα έχει θέα όλη την Θεσσαλία και τα εγκόσμια. Χωρίς αμφιβολία άρχισε να ηχεί μέσα στο κρανίο μου. Η όλη ιδέα δεν ξέφευγε. Παράλληλα θα με προετοίμαζε και για κάτι πιο δύσκολο, για άλλα πράγματα που θα έκανα.
Το όλο σχέδιο ήταν απλό. Θα πεζοπορούσα μέχρι την κορυφή, θα έσκαβα ένα λάκκο στο χιόνι, θα τοποθετούσα την κάμερα να φωτογραφίζει όλο το βράδυ και εγώ θα άραζα εκεί μέσα στο χιόνι και είτε θα κοιμόμουν είτε θα άκουγα μουσική. Το πρωί θα έφευγα και θα επέστρεφα σπίτι όπου και θα ξεκουραζόμουν.
Δευτέρα, 22 Δεκεμβρίου 2014
Ήταν ένα από τα πιο δύσκολα και πιο όμορφα πράγματα που έκανα μέχρι τώρα. Γιατί είχα πάει μόνο μια φορά στην κορυφή και ήμουν παρέα με φίλους ορειβάτες που γνώριζαν την διαδρομή. Αυτή την φορά θα πήγαινα μόνος μου. Από μια άλλη διαδρομή. Και θα πεζοπορούσα σε παγωμένο χιόνι πολύ μακριά από το σπίτι, μα το πιο περίεργο ήταν ότι δεν είχα χειμερινό εξοπλισμό – τώρα πια έχω – όπως ορειβατικές μπότες, πιολέ, κραμπόν (καρφιά) που προσαρμόζουν κάτω από τα παπούτσια, ειδικά ρούχα και πουπουλένιο υπνόσακο. Τίποτα… Παρόλα αυτά δεν με απασχολούσε και τόσο, γιατί το 2013 δεν πήγα ούτε ένα χειμωνιάτικο βράδυ σε βουνό και το μετάνιωνα όλο τον χρόνο. Το είχα τύψεις, αλλά να, πονάνε και τα άκρα όταν παγώνουν.
Ξημερώματα, άρχισα να ετοιμάζω το σακίδιο μου, μην έχοντας τον κατάλληλο χειμερινό εξοπλισμό, παρά μόνο πάθος και θέληση. Ετοίμασα διάφορα σνακ, μπαταρίες και βραστό ρύζι για να φάω – που να κουβαλάς μαζί μαγειρικά σκεύη – κάμερα, τρίποδο και ζεστά ρούχα μαζί με ένα δεύτερο ζευγάρι παπούτσια για να αλλάξω. Τα προγνωστικά έδιναν έναν υπέροχο και καθαρό ουρανό, χωρίς καθόλου σύννεφα και με υγρασία κοντά στο 30%, μπορεί και πιο λίγο. Παράδεισος! Όσον αφορά την θερμοκρασία; Κάπου κάτω από το 0, δεν θυμάμαι καλά. Το βουνό είχε πολύ χιόνι ειδικά στην κορυφή μα αυτό ήταν στα 2/5 της διαδρομής. Εδώ μέσα στο χωριό δεν είχε χιόνι και το χώμα ήταν στεγνό.
Αφού έκανα όλες τις ετοιμασίες, έπεσα επιτέλους να ξαπλώσω. Μα το μυαλό μου αποφάσισε να αναλύσει το σύμπαν και το πώς θα τα καταφέρω, μη μπορώντας να κλείσω μάτι. Ξέρεις, είναι αυτές οι σκέψεις αμφιβολίας και φόβου που σε κατακλύζουν κάθε φορά που ετοιμάζεσαι να κάνεις κάτι σημαντικό.
Πρέπει να ήταν 10:30 περίπου όταν ξύπνησα. Ετοιμάστηκα ψυχοσωματικά, έφαγα το πρωινό μου έβαλα τα τελευταία πράγματα στο σακίδιο και ξεκίνησα. Να σημειωθεί ότι μιας και είναι χειμώνας μετά τις 17:00 δεν βλέπεις τίποτα, τίποτα όμως. Πολλά βουνά κόβουν το φως, ενώ άλλοι παράγοντες κάνουν το όλο τοπίο πιο ζοφερό, οπότε έπρεπε να βιαστώ. Κατά τις 12 φορτώθηκα το σακίδιο, που ζύγιζε κοντά στα 15 με 20 κιλά και άρχισα να πεζοπορώ πηγαίνοντας πρώτα από έναν φίλο μου που θα μου εξηγούσε την διαδρομή. Με παρότρυνε αρκετές φορές να μην πάω γιατί είναι επικίνδυνα, μα δεν μπορούσα να μην πάω. Άρχισα να απομακρύνομαι από το χωριό, πρέπει να ήταν μία το μεσημέρι όταν άφησα πίσω τον φίλο μου.
Πρέπει να ήταν 10:30 περίπου όταν ξύπνησα. Ετοιμάστηκα ψυχοσωματικά, έφαγα το πρωινό μου έβαλα τα τελευταία πράγματα στο σακίδιο και ξεκίνησα. Να σημειωθεί ότι μιας και είναι χειμώνας μετά τις 17:00 δεν βλέπεις τίποτα, τίποτα όμως. Πολλά βουνά κόβουν το φως, ενώ άλλοι παράγοντες κάνουν το όλο τοπίο πιο ζοφερό, οπότε έπρεπε να βιαστώ. Κατά τις 12 φορτώθηκα το σακίδιο, που ζύγιζε κοντά στα 15 με 20 κιλά και άρχισα να πεζοπορώ πηγαίνοντας πρώτα από έναν φίλο μου που θα μου εξηγούσε την διαδρομή. Με παρότρυνε αρκετές φορές να μην πάω γιατί είναι επικίνδυνα, μα δεν μπορούσα να μην πάω. Άρχισα να απομακρύνομαι από το χωριό, πρέπει να ήταν μία το μεσημέρι όταν άφησα πίσω τον φίλο μου.
Φωτογραφίες στην διαδρομή έβγαλα λίγες και στάσεις έκανα επίσης ελάχιστες. Ο καιρός ήταν δροσερός, μα ο ήλιος ζέσταινε όταν σε χτύπαγε. Σε κάποια σημεία έβρισκες παγωμένο νερό ή και χόρτα όπου η καταχνιά δεν είχε λιώσει. Όμορφα σκηνικά, μα έπρεπε να προχωρήσω. Σιγά σιγά η κορυφή άρχισε να φαίνετε σαν μια παγωμένη λουρίδα από χιόνι, είπα μέσα μου «πω πω, πότε θα φτάσω εκεί πάνω;», απορώντας λίγο γιατί έπρεπε να προλάβω πριν νυχτώσει. Έχοντας φύγει από το σπίτι μου – που είναι κοντά στα 1100 μέτρα υψόμετρο – ήμουν κάπου στα 1500 μέτρα τώρα όπου και βρήκα λίγα συντρίμμια από τα δύο αεροπλάνα που είχαν πέσει το 1986. Εντυπωσιάστηκα, μα έπρεπε να προχωρήσω. Άρχιζα να κάνω ζικ-ζακ καθώς ανέβαινα για να πάω όσο πιο γρήγορα γίνετε στην κορυφογραμμή γιατί όσο πιο ψηλά πας, τόσο πιο πολύ είναι το φως. Ήταν 4 και μισή το απόγευμα όταν άρχισα να αντικρίζω και τα πρώτα χιονάκια σε συνδυασμό με μικρούς αγκαθωτούς θάμνους που μοιάζουν με κέδρα. Έφτασα σε ένα σημείο όπου η θέα ήταν μαγική, τώρα πρέπει να ήμουν σε υψόμετρο 1800 με 1900 μέτρα. Έβλεπα πολλά βουνά τριγύρω, να δημιουργούν ένα χιονισμένο τοπίο που θύμιζε Ιμαλάια! Στο βάθος η κορυφή κάτασπρη να περιμένει, νοτιοδυτικά το λυκόφως και η ζώνη της Αφροδίτης να δεσπόζουν στον ουρανό δίνοντας μια χρωματικά ζεστή αύρα στα βουνά, στον ορίζοντα και στις χιονισμένες κορυφές των βουνών. Πόσο μαγεία μπορεί να κρύβετε σε αυτό τον κόσμο άραγε;
Το φως άρχισε να λιγοστεύει έτσι πήγαινα πιο γρήγορα. Η κούραση δεν υπήρχε καν σαν ιδέα. Ήταν σούρουπο περίπου 5 παρά τέταρτο όταν επιτέλους έφτασα στην κορυφογραμμή όπου και έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Βορειοανατολικά να είναι όλη η Θεσσαλία απλωμένη, με την Λίμνη πλαστήρα να δεσπόζει! Φωτάκια από τις πόλεις έκαναν πιο ρομαντική την ατμόσφαιρα σε συνδυασμό με το βαθύ μπλε που είχε ο ουρανός! Και εγώ; Στην μέση! Ανάμεσα σε δύο κόσμους να βαδίζω. Γεμάτος αντίφαση, μα όμως τόσο πανέμορφο αυτό το αίσθημα. Θα ήταν πιο υπέροχο αν τα πόδια μου ήταν ζεστά, στεγνά και χωρίς χιόνι οι κάλτσες και το παντελόνι, αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες. Ίσως και ένα ζεστό τσάι τώρα που το σκέφτομαι.
Πια η κορυφή ήταν ξεκάθαρη! Σαν χιονισμένο παλάτι στην κορυφή από τα βουνά. Το φως λίγο, μα η μαγεία μεγάλη. Υπήρχαν βήματα στο χιόνι, αφού είχε ανέβει ένας ορειβατικός σύλλογος μια μέρα πριν, μα σε πολλά σημεία πάταγες και το πόδι σου βυθιζόταν σε βάθος 40 εκατοστών. Αυτό δεν βοηθούσε τόσο, πόσο μάλλον όταν σε μερικά σημεία ήταν και παγωμένο. Έτσι, με το λιγοστό φως κατάφερα επιτέλους να φτάσω στην κορυφή. Τα κατάφερα! Μετά από περίπου 5 ώρες πορείας ήμουν εκεί που ονειρευόμουν. Έκατσα κάτω, άλλαξα κάλτσες και παπούτσια για να είναι τα πόδια μου ζεστά. Εκείνη την στιγμή άρχισε να κάνει κρύο και να φυσάει κάνοντας τα πράγματα λίγο άβολα. Μα χωρίς να χάσω χρόνο πήρα το μικρό τσεκούρι που είχα μαζί μου και άρχισα να σκάβω το χιόνι. Ήταν παγωμένο, μα έπρεπε να φτιάξω τον λάκκο για να μπορώ να μπω μέσα. Ήλπιζα να βρω πάρα πολύ χιόνι, για να μπορέσω να κάνω μια τρύπα εκεί όπου και θα κοιμόμουν μέσα, μα δεν είχε τόσο πολύ, ούτε φως είχε.
Ήταν νύχτα πια. Έπρεπε να βάλω και την κάμερα να φωτογραφίζει. Έτσι όταν την ετοίμασα, έστρωσα κάτω μεγάλες πλαστικές σακούλες όπου μετά έβαλα έναν υπνόσακο και μετά άλλον έναν όπου και θα έμπαινα μέσα. Όλα έτοιμα πια! Ώρα για την κάμερα. Προχώρησα πιο μπροστά και βρήκα το κατάλληλο σημείο. Αφού έσκαψα λίγο για να μπουν τα πόδια από το τρίποδο στο χιόνι έβαλα και την κάμερα. Μελέτησα το κάδρο και επιτέλους μπορούσα να αφήσω την κάμερα να φωτογραφίζει όλο το βράδυ, αλλάζοντας μόνο τις μπαταρίες. Χαρούμενος πια πήγα να μπω μέσα στον υπνόσακο, ήταν η ώρα για φαγητό.
Το μενού είχε ρύζι, το οποίο ήταν κάπως παγωμένο, με διάφορα σοκολατένια σνακ, ξηρούς καρπούς και νερό που είχε αρχίσει να παγώνει και το μπουκάλι να γεμίζει κρύσταλλα. Έτσι άρχισα να τρώω κάτω από το φως των αστεριών έχοντας για κεράκια όλα τα φώτα τις Θεσσαλίας και για παρέα τον άνεμο. Το δείπνο ήταν πολύ ωραίο! Μετά αφού έβαλα χιόνι μέσα στο μπουκάλι για να λιώσει, ώστε να έχω λίγο νερό για να μην αφυδατωθώ, χώθηκα τελείως μέσα στον υπνόσακο και ακούγοντας μουσική κοίταζα τα αστέρια. Πλάτη είχα τα εγκόσμια και το πρόσωπο προς τον Νοτιά. Πολλοί αστερισμοί όπως ο θρυλικός Ωρίωνας και τα δύο σκυλιά στα πόδια του, ο Ταύρος, οι Δίδυμοι δέσποζαν πάνω από τα μάτια μου. Πολλές φορές προσπάθησα να κοιμηθώ, μα λέω, που θα το ξαναδώ αυτό. Τόση μαγεία. Κάποιες φορές κατάφερνα να κλείσω τα μάτια μου για λίγο έχοντας αγκαλιά το μπουκάλι για να λιώσει το νερό. Αυτά που ζούσα ήταν πέρα από κάθε φαντασία.
Απόκοσμα συναισθήματα, το όλο τοπίο να δίνει μια αντίθεση. Και εγώ; Σαν ακροβάτης ανάμεσα σε δυο κόσμους. Από την μία το χωριό μου να στέκει εκεί όπου όλα τα σπιτάκια είναι σπαρμένα από εδώ και από εκεί. Με άλλους 10 κάτοικους να με περιμένουν να γυρίσω. Και μάλιστα κάποιοι από αυτούς να μην έχουν κοιμηθεί, λόγω αγωνίας. Και από την άλλη; Τα εγκόσμια. Φώτα, κτήρια, δρόμοι, δυστυχία και αποξένωση, μαζεμένη σε αστικά κελιά και στις καρδιές των ανθρώπων. Και να βρίσκομαι στην μέση, να αναρωτιέμαι για αξίες και ιδανικά σε αυτό τον κόσμο.
Πολλές φορές σηκωνόμουν για να κοιτάξω την κάμερα και μετά καθόμουν λίγο όρθιος και κοίταζα τον κόσμο, λες και ήξερα κάτι. Λες και περίμενα το κάτι το διαφορετικό. Η ζωή ηχεί καμιά φορά παράδοξα στον χωροχρόνο, μα πες μου έχεις νιώσει ποτέ κάτι τέτοιο; Όταν είσαι μόνος, τελείως μόνος, πάνω από τον κόσμο; Μπορεί να φανεί περίεργο μα δεν φοβόμουν καθόλου. Ίσα ίσα το απολάμβανα κιόλας. Μου άρεσε αυτό το αίσθημα. Είναι σαν να έχουμε γεννηθεί για αυτό, αν το σκεφτούμε είμαστε οι απόλυτοι κυνηγοί σε αυτόν τον πλανήτη. Παρόλα αυτά έχουμε καταντήσει να είμαστε σαν φυτά όπου κάνουν ένα κύκλο. Γέννηση, ζωή, μόρφωση, δουλειά, οικογένεια, θάνατος. Μπλα μπλα… Ποτέ δεν ήμουν τέτοιος άνθρωπος, πάντα με τράβαγε αυτό το μυστήριο και σιγά σιγά βρήκα εμένα, την αυτοπεποίθηση μου και όλα όσα έψαχνα. Βέβαια, ακόμα ψάχνω αλλά εντάξει, κάτι έχω.
Έτσι, ο χρόνος κυλούσε για εμένα αργά, τα αστέρια έμοιαζαν να βαδίζουν όταν τα κοίταζες και ο κόσμος να βιάζεται, να προλάβει την ζωή χωρίς να μπορέσει να την ζήσει. Όταν είσαι εκεί έξω με το σύμπαν, καταλαβαίνεις πως η ζωή είναι απλή, μικρή και όμορφη… Όλα τα άλλα είναι άσχετα. Ζούμε για να δημιουργούμε, για να ανακαλύπτουμε πράγματα και να πλησιάζουμε το ακατόρθωτο. Αυτά έχω μάθει όσο καιρό ασχολούμαι με τα βουνά και τα αστέρια. Υπάρχει κάτι μαγικό έξω. Βγες…
Σιγά σιγά άρχισε να φαίνετε το ζωδιακό φως ανατολικά, μια αχνή άσπρη γραμμή μαζί τον πλανήτη Κρόνο να ανατέλλει στον αστερισμό του Σκορπιού. Ο ορίζοντας άρχισε να έχει μια λεπτή λουρίδα από πορφυρό και χρυσαφί χρώμα, το γνωστό λυκαυγές. Ίσα ίσα μια λεπτή γραμμή και από πάνω τα αστέρια. Έτσι άρχισα να φωτογραφίζω, για να απαθανατίσω αυτό το υπέροχο φαινόμενο που μόνο στο υψόμετρο το συναντάς.
Το φως άρχισε να επανέρχεται ξανά στα βουνά. Έβλεπες τα φώτα να σβήνουν από τις πόλεις και οι πρώτες ηλιαχτίδες να χτυπάνε τον Όλυμπο και τις ψηλότερες κορυφές στην Ελλάδα. Πολύ μαγικό να το βλέπεις αυτό. Κάτω η Καρδίτσα να είναι γεμάτη καταχνιά. Οπότε, μετά είπα ας φάω πρωινό, όπου περιλάμβανε σοκολάτα, ξηρούς καρπούς και τι άλλο; Παγωτό ρύζι! Ναι, το είχα ξεχάσει έξω το βράδυ και έτσι είχε παγώσει τελείως, αλλά δεν ήταν και άσχημο.
Αφού ξάπλωσα λίγο να ξεκουραστώ, πήρα τον δρόμο της επιστροφής.
Έβλεπα το σπίτι μου να είναι χαμένο μέσα στα βουνά. Ποιος πάει εκεί τώρα…
Προχωρώντας στο παγωμένο χιόνι έφτασα σιγά σιγά σε ξερό τοπίο. Ουφ τώρα είναι κάπως καλύτερα. Μα το σακίδιο είχε κάμποσο βάρος παραπάνω γιατί κουβαλούσα και χιόνι μαζί μου, μιας και οι υπνόσακοι είχαν γεμίσει από αυτό. Άρχισε να ζεστάνει και λίγο οπότε τα πράγματα ήταν καλύτερα. Άρχισα να ψάχνω κάποια πηγή για να πιω νερό, είχα αφυδατωθεί κάπως μιας και δεν είχα πιει. Βρήκα μία, όπου έβγαινε από την γη κατευθείαν και είχε γύρω κρύσταλλα. Μα ήταν απόλαυση, παγωμένο νερό κατευθείαν από την καρδιά του βουνού. Μετά άρχισε ο περίπατος με πιο συχνές στάσης για ξεκούραση. Αφού πέρασαν κάποιες ώρες ήμουν πίσω στο ζεστό μου «base camp» όπως το αποκαλώ. Άναψα το τζάκι και χαλάρωσα, έχοντας ενημερώσει τα αγαπημένα μου πρόσωπα ότι είμαι καλά. Άξιζε τον κόπο. Και όταν άρχισα να φτιάχνω τις φωτογραφίες ακόμα πιο πολύ.
Τελειώνοντας θα ήθελα να πω ένα ευχαριστώ σε όλα τα άτομα που ήταν δίπλα μου, πριν πάω, κατά την διάρκεια και μετά από αυτή την τρελή και υπέροχη περιπέτεια που είχα πάνω από τον κόσμο. Σας ευχαριστώ πολύ.
Κυριακή, 7 Ιουνίου 2015
Κλείνοντας αυτό το άρθρο ένα έχω να πω, η ζωή είναι εκεί και η πραγματική μαγεία περιμένει όποιον την αναζητά, αυτό.
Κωνσταντίνος Βασιλακάκος
Links
Facebook Profile: https://www.facebook.com/Vasilakakos.Konstantinos
Facebook Page: https://www.facebook.com/KonstantinosVasilakakosPhotography
Twitter: https://twitter.com/K_Vasilakakos
E-mail: petriliotiszoe@gmail.com
http://hikingexperience.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.