Στην Ελλάδα επιβάλλεται να γίνουν άμεσα μεγάλες μεταρρυθμίσεις. Αυτή η απαίτηση-εντολή, μονότονα και κουραστικά επαναλαμβάνεται πυκνά απ’ τα μέλη, δηλ. τους ‘‘συμμάχους’’ και τα όργανα της Ευρωπ. Ένωσης......
Κι όταν ακούμε εμείς μεταρρύθμιση, που κρατούμε και δυο πράγματα που μάθαμε στο σχολείο, π.χ. για τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη, διερωτώμαστε αν, οι ‘‘φίλοι και σύμμαχοι’’ (‘‘εταίροι’’) εννοούν αναγκαίες διορθώσεις για βελτίωση λειτουργικότητας θεσμών, προσαρμογές σε νέα δεδομένα για εξασφάλιση καλύτερων αποδόσεων, δοκιμαστικές και προσεκτικές ευθυγραμμίσεις.
Η μεταρρύθμιση είναι η πιο ήπια, σχεδιασμένη κι ελεγχόμενη διόρθωση, εισαγωγή καινοτομίας, σε αντίθεση προς τη ρήξη μιας Επανάστασης. Τότε δε μένει καμιά τύχη στο παλιό, τίθεται εκ ποδών κι απ’ τις αλλαγμένες δομές εκ θεμελίων ξεπηδά κάτι νέο κι αυτό ξεκινά μια ριζικά διαφορετική πορεία, με τις δυνάμεις που το επέβαλαν στο κοινωνικό σώμα, το οποίο τάχθηκε να υπηρετεί.
Οι ‘‘φίλοι, εταίροι και σύμμαχοι’’, ‘‘φωτισμένοι Ευρωπαίοι’’ ηγήτορες, μήπως πραγματικά πιέζουν από ενδιαφέρον κι έμπρακτη αλληλεγγύη, κι αν δεν έχουν φτάσει σε ανάμιξη στα εσωτερικά της Ελλάδας, ζητήσουν αύριο, μη βλέποντας συμμόρφωση (!) ως κι Επανάσταση;
Ούτε μεταρρύθμιση, με την αυθεντική σημασία της λέξης θέλουν, ούτε Επανάσταση αντέχουν, απωθώντας την κι απ’ την πιο σκοτεινή γωνιά του υποσυνειδήτου τους. Τι απεργάζονται, στην πιο αθώα εκδοχή ρητορεύοντας, στην πιο ρεαλιστική εκβιάζοντας, ο Θουκυδίδης (Ιστορία, βιβλ. 3, κεφ. 82) μας βοηθά καλά να καταλάβομε. Μιλώντας για τις επιγενόμενες φάσεις του πολέμου, όταν έδιναν κι έπαιρναν οι υπερβολές σε επινοητικότητα κακών, η χρήση ύπουλων μέσων και οι ανήκουστες εκδικήσεις, υποστηρίζει ότι· «Για να δικαιολογούν τις πράξεις τους άλλαζαν ακόμη και τη σημασία των λέξεων».
Κι ο μετρημένος αθηναίος ιστορικός καταγράφει παραδείγματα, αναφέρει περιπτώσεις, έχει εντοπίσει τα κραυγαλέα και τα λανθάνοντα συμπτώματα της τελικής μορφής της γενικευμένης κρίσης, της νοσηρότητας κι ασθένειας εν τέλει, των λέξεων. Σε ένα απλό σχήμα παρουσίασης, αποτύπωσε τις εκτροπές των λέξεων απ’ την αλήθεια τους και τις αλλοιώσεις των σημασιών τους, με εναλλαγή των λέξεων αφ’ ενός με θετικό και κοινωνικά επιδοκιμαστέο σημαινόμενο και άλλων, αρνητικού περιεχομένου αφ’ ετέρου. Το α λοιπόνθεωρήθηκε β. Π.χ. η τακτική σφαιρικής και προσεκτικής εξέτασης από όλες τις πλευρές ενός ζητήματος /υπόθεσης, πριν την ανάληψη δράσης, αντιμετώπισής του, ‘‘θεωρήθηκε πρόφαση για υπεκφυγή’’, η προνοητικότητα θεωρήθηκε απειλή διάλυσης ευρύτερων συλλογικών σχηματισμών κι αδιασκέδαστη υποψία τρομοκρατημένου απ’ τους αντιπάλους ανθρώπου.
Ο Θουκυδίδης σπεύδει να διατυπώσει μια εξήγηση που οι ‘‘συντροφικοί’’(συνεταιρικοί) δεσμοί θεωρήθηκανισχυρότεροι απ’ τους δεσμούς αίματος (συγγενικούς). Οι υπερατομικοί σχηματισμοί (οργανωμένες ομάδες, ενώσεις) δεν δημιουργήθηκαν από μια υγιά και διάφανη συλλογική συνείδηση για να επιδιώξουν κοινή ωφέλεια με νόμιμα μέσα, αλλ’ αντίθετα για να ικανοποιήσουν την πλεονεξία των συνασπισμένων παρανομώντας. Η συρρίκνωση δραματικά, μέχρις εξαφανίσεως σήμερα, της εκλογικής βάσης κομμάτων με 3 δεκαετίες κυριαρχίας στην πολιτική σκηνή, λόγω του βουτήγματος πρωτοκλασάτων κ.λπ. στελεχών τους στη διαφθορά, όπως οι λουόμενοι στη θάλασσα κατακαλόκαιρο, ενώ η ιδεολογία τους, άλλα έλεγε, δεν επιβεβαιώνει με αξία νόμου διαχρονικής ισχύος, τα λόγια του αρχαίου ιστορικού;
Κι ακόμη περισσότερο, η αλληλεγγύη που τους κρατεί ενωμένους, λέει ο Θουκυδίδης, δε βασιζόταν σε συμφωνία, με όρκους και υπογραφές επικυρωμένη, αλλά στη συνενοχή (αρθρ. 187 ΠΚ για σύσταση συμμορίας, εγκληματικής οργάνωσης). Κι οι όποιες προσπάθειες συμβιβασμού, συνδιαλλαγής, συμφιλίωσης και έντιμης επίλυσης των διαφορών, πρόσκαιρο και οφθαλμοφανώς θεατρικό χαρακτήρα είχαν. Μόλις βρισκόταν η αφορμή και η πιο μικρή δύναμη καταπάτησης, ελαφρά τη καρδία τις ανέτρεπαν, ηδονιζόμενοι να προξενούν κακό και συμφορές, εξαπατώντας, παρά χτυπώντας ευθέως και φανερά. Έτσι οι συγκρούσεις κι οι αντιπαραθέσεις είχαν λάβει μορφή αγώνων δόλου, συναγωνισμό εξοντωτικής απανθρωπιάς.
Τέτοια μεθοδευμένη αλλαγή σημασίας των λέξεων απεργάζεται, ή για να ειπωθεί διαφορετικά, είναι η άλλη όψη της αξιακής κατάρρευσης του πυραμιδικού συστήματος συγκρότησης του κοινωνικού βίου. Κατέστη, λοιπόν ευκολώτερο να φαίνονται πολιτικά ικανοί, έμπειροι κι αποτελεσματικοί, οι κακούργοι, παρά να θεωρούνται τίμιοι όσοι δεν είναι δόλιοι. Κι ενώ το σκηνικό του ξετυλίγματος των παθών, έχει φορτισθεί επικίνδυνα, η εξήγηση, η αιτία όλων αυτών είναι απίστευτα απλή και γνωστή: η φιλαρχία που έχει ρίζα την πλεονεξία και τη φιλοδοξία. Αυτή ωθεί τις οργανωμένες ομάδες συμφερόντων, της πόλης, του κράτους και τις υπερεθνικές, να αγωνίζονται με λύσσα!
Οι όχι τυχαία αναδεικνυόμενοι αρχηγοί των (πολιτικών, κυρίως) ενώσεων, πάλι με τα λόγια, προβάλλουν ωραία συνθήματα παγίδευσης των μαζών (: καλόπιστων, απερίσκεπτων, ανυποψίαστων κι αφελών) : ισότητα όλων, συνετή διαχείριση, διαφάνεια, ανάπτυξη, καταπολέμηση της διαφθοράς, επανίδρυση του κράτους, εκσυγχρονισμό, τιμωρία με δίκη των ενόχων… Προσποιούνται (: να η κρίσιμη λέξη, μέσα σ’ ένα κείμενο που, κι αυτός που αφηγείται, θαρρείς ότι προσπαθεί να περάσει κρύο κι ορμητικό χείμαρρο, πατώντας παρακινδυνευμένα, πάνω σε πέτρες που εξέχουν, κοφτερές που γλιστρούν ! ), ότι τάχα έτσι υπηρετούν, μοχθούν για την πολιτεία, τον απλό πολίτη και το κοινό όφελος, ενώ στην πραγματικότητα θέλουν μόνο να ικανοποιήσουν προσωπικά, σκοτεινά συμφέροντα, των εντολέων/αφεντικών και της κυρίαρχης τάξης τους.
Διαπράττονται έτσι τα φοβερότερα πράγματα, οι αγριώτερες πράξεις με μοναδικό κριτήριο -κίνητρο την ικανοποίηση του πιο διεστραμμένου (κι αδύνατον από ψύχραιμο ον να κατανοηθεί) συμφέροντος. Ποδοπατείται, ξεπερνιέται και δε μένει έτσι κανένας ηθικός φραγμός, αλλά η εκτίμηση, εκτίμηση, παραδοχή και θαυμασμός στους χειρότερους κανάγιες, «όσους κατορθώνουν να κρύβουν κάτω από ωραία λόγια φοβερές πράξεις».
Η πίεση και η κρίση σήμερα, καλά κρατούν. Οι ευρωπαίοι ‘‘εταίροι’’ απαιτούν μεταρρυθμίσεις! Στη δίνη, κρίση, πόλεμο, ανταγωνισμό εξοντωτικό, όπως και να το πης, που μας έχει αρπάξει απρακτούντες και αποπροσανατολισμένοι, μήπως, σκάβοντας τα αρχαία χωράφια μας, για να πάψουμε, τουλάχιστον, να δικαιολογούμε, να ανεχόμαστε τις πράξεις των κατ’ επανάληψη «σωτήρων» μας, μήπως πρέπει ν’ αρχίσομε να επαναφέρομε τις λέξεις, στο στόμα και τη σκέψη μας, στην αληθινή τους σημασία, παύοντας π.χ. ν’ αποκαλούμε κι εμείς τρομοκράτες (ή εξτρεμιστές, ή λαϊκιστές, ή …) όποιους αγωνίζονται για την ελευθερία του λαού τους, και των λαών γενικά; Μπορεί και να έχει δίκιο ο γερμανός στοχαστής του περασμένου αιώνα, που έγραφε ότι ‘‘τα πράγματα γίνονται και είναι μόνο στη λέξη, τη γλώσσα’’.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.