Ακριβώς πάνω στο διάσελο της πανάρχαιας ημιονικής διαβάσεως που οδηγούσε από τους Δελφούς και την Αράχωβα προς τις κορυφές του Παρνασσού και λίγα μέτρα βορειότερα από τα σημερινά όρια των Νομών Φωκίδος και Βοιωτίας, είναι η γνωστή στους ντόπιους τοποθεσία «Μνήματα»..... Η θέση, που ανέκαθεν ανήκε στη Σουβαλιώτικη δικαιοδοσία, επίσης συμπίπτει με τις ψηλότερες εσχατιές του πανέμορφου Παρνασσιώτικου ελατοδάσους που αρχίζει από τα υψόμετρα αυτά να δίνει τη θέση του στη χαμηλή ποώδη αλπική βλάστηση των απέραντων λιβαδιών και των βοσκοτόπων του θρυλικού βουνού.
Το σημείο έλκει την ονομασία από την περίοδο της Ελληνικής Επαναστάσεως 1821-1829 υπό τις κάτωθι συνθήκες: Από τις 18 Νοεμβρίου 1826 έχουν ήδη αρχίσει οι πρώτες αψιμαχίες μεταξύ Τούρκων και επαναστατημένων Ελλήνων στα περίχωρα της Αράχωβας. Με την πάροδο του χρόνου οι Τούρκοι εντείνουν τις προσπάθειες να καταλάβουν την πόλη που κατέχουν τα στρατεύματα του Καραϊσκάκη που είναι καλά προστατευμένα σε φιλικό περιβάλλον των αραχωβίτικων σπιτιών, σε αντίθεση με τους τούρκους που φθείρονται συνεχώς τόσο από τις ελληνικές επιθέσεις, όσο και από το δριμύ παρνασσιώτικο ψύχος που τους προσβάλλει εκτεθειμένους σε πρόχειρα υπαίθρια ταμπούρια. Τη νύχτα της 23-11-1826 η κατάσταση στο εχθρικό στρατόπεδο έγινε αφόρητη διότι άρχισε και να χιονίζει. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας, οι τούρκοι μη έχοντας άλλη επιλογή σωτηρίας επεχείρησαν εν μέσω χιονοπτώσεως άτακτη φυγή προς διάφορες κατευθύνσεις. Το κυρίως σώμα του στρατού τους από 2000 τουρκαλβανούς
κατευθύνθηκε τρέχοντας προς τις κορφές του Παρνασσού με στόχο να βρει καταφύγιο στο μοναστήρι της Αγίας Ιερουσαλήμ στη Δαύλεια. Αυτή τους όμως η αποκοτιά υπό το κράτος του πανικού, έγινε αμέσως αντιληπτή από τους Έλληνες, οι οποίοι με τα γιαταγάνια στα χέρια άρχισαν να τους καταδιώκουν κατασφάζοντας όποιον προλάβαιναν. Πέρασαν «αβρόχοις ποσίν» το Λιβάδι και το Σκαμνό και ανηφορίζοντας το ρέμα του Αχλαδόκαμπου σκόρπισαν μέσα στα έλατα. Φτάνοντας στο Χωματοβούνι, μια άλλη χειρότερη συμφορά τους περίμενε. Η χιονόπτωση μετατράπηκε σε χιονοθύελλα και η Σουβαλιώτικη Λάκα μπροστά τους έγινε αδιάβατος παγωμένος ομαδικός τάφος τους. Μόνο καμιά πεντακοσαριά κατόρθωσαν να παρακάμψουν τα Βρένια* και να πέσουν προς το Βελιτσιώτικο ρέμα και τη Δαύλεια.
Όπως διηγείτο ο ιστορικός «Γέρος» του Παρνασσού Θανάσης Αργυρίου (1929-2005), μεταφέροντας διηγήσεις των προγόνων του, ο προπάππος του μαζί με άλλους Σουβαλιώτες τσοπάνηδες πήγαν την άνοιξη του επομένου έτους (1827) στη Λάκα να στεριώσουν τις τσοπανοκαλύβες τους εν όψει της ερχόμενης καλοκαιρινής βοσκητικής περιόδου. Το θέαμα που αντίκρισαν ήταν φρικιαστικό. Τα χιόνια είχαν λειώσει και σε όλο το πεδίο είχαν αποκαλυφθεί ανθρώπινα πτώματα σε ημιαποσύνθεση βορά των ορνέων και των αγριμιών. Ακόμα και μέσα στο λίθινο πηγάδι υπήρχαν πτώματα. (Εξ αυτού του λόγου αποκαλείται έκτοτε Βρωμοπήγαδο).
Ακόμα και στο απέναντι πηγάδι των Κελλαριών το ίδιο. (Αποκαλείται πηγάδι Γενίτσαρη, ίσως γιατί κάποιος εξωμότης συνάντησε εκεί τη μοίρα του). Αδύνατον να αντέξει άνθρωπος την αποκρουστική οσμή. Μετέφεραν όσους μπόρεσαν στο σημείο της φωτογραφίας και τους ενταφίασαν ομαδικά και άλλους πέταξαν στα γειτονικά σπηλαιοβάραθρα για να καθαρίσουν το μέρος.
(* Το χειμώνα του 279 π.Χ. ο αρχηγός των Γαλατών Βρέννος, μαζί με το βάρβαρο στίφος του, καταδιώχτηκε μετά την ήττα τους στους Δελφούς, χρησιμοποίησε το ίδιο δρομολόγιο διαφυγής. Τραυματίστηκε όμως στον Παρνασσό και ξεψύχησε στην Ηράκλεια. Ίσως το τοπωνύμιο Βρένια να έχει σχέση με αυτό το συμβάν.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.