T' αλώνισμα του παλιού καλού καιρού στα
Ρουμελιώτικα χωριά , ένα πραγματικό πανηγύρι για μεγάλους , μα
και...παιδιά.......
Απ' τα " ΛΙΔΩΡΙΚΙΩΤΙΚΑ " 1983 ,
του αξέχαστου Λιδορικιώτη Γιώργου Καψάλη , ας δούμε πως θυμάται και καταγράφει
ο αείμνηστος Δημήτρης Σταμέλος , καλός-καλός φίλος , το Ρουμελιώτικο
παλιοκαιρίτικο αλώνισμα , απολαύστε το :
Εδώ πέρα στ' αντίπερα , στα πέτρινα τ'
αλώνια
όπ' αλωνίζουν δώδεκα και δέκα τρεις
λιχνάνε ,
η Μάρω με τη βάβα της αργοκοιτάει τον
ήλιο .
- Μάρω μ', της λέει η βάβα της , κάτσε
κατά τον ίσκιο ,
να μη σε βρει ο κουρνιαχτός , μη σε
μαυρίσει ο ήλιος .
Κι' η Μάρω στέκει ολόστητη κι' αυτό το
λόγο λέει :
- Κι' αν με 'ραχνιάσει ο κουρνιαχτός
κι' αν με ραχνιάσει ο ήλιος
εγώ τον πρώτο λιχνιστή άντρα μου θα τον
πάρω .
Το δημοτικό αυτό τραγούδι
δείχνει πόσο δεμένο με την ομορφιά και τη βαθύτερη συναισθηματική γοητεία του
ανθρώπου , ήταν το αλώνισμα , σε παλιότερους καιρούς , στα χωριά μας . Τότε που
μέσα στο στρώσιμο των χρυσών δεματιών , στο λίχνισμα , στων αλόγων και του
βαλμά το ξάναμα , ανυψώνονταν μελωδική η ευχαριστήρια φωνή για του καρπού το
θησαύρισμα . Ήταν η ανταμοιβή του μόχθου κι' ήταν ο ανασασμός της ελπίδας που
ξάνοιγε καινούργιες χαρές στους δαντελλένιους ορίζοντες , στην ομορφιά της γης
και στην απλοχωριά της καρδιάς τους .
Το αλώνισμα σε κείνους τους
καιρούς , είχε μια μορφή ποιητικής εξιδανίκευσης κι' ομορφιάς ξεχωριστής , έτσι
καθώς γίνονταν με τ' άλογα που τα φέρναν στο χωριό οι βαλμάδες η αλωνισταραίοι
καθώς τους έλεγαν . Ετούτοι ήταν βλάχοι που ξεκαλοκαίριαζαν στα κοντινά βουνά
και κάθε χρόνο έκαναν συντροφιές και γύριζαν από χωριό σε χωριό κι' αλώνιζαν ,
παίρνοντας , συνήθως , την αμοιβή τους σε καρπό . Κάθε βαλμάς είχε τους δικούς
του νοικοκυραίους που θ' αλώνιζε την παραγωγή τους , σχεδόν τους ίδιους κάθε
χρόνο .
'Οσο για τ' αλώνια , αυτά
ήταν καμωμένα είτε με όμορφη καλοπελεκημένη πέτρα η και με σκέτο χώμα που τ'
άλειβαν στην επιφάνειά του με γελαδοσβουνιά , γιατί καθώς ξηραίνονταν η λάσπη
δεν υπήρχε κίνδυνος να σκάσει το χώμα και ν' ανακατευθεί με το σιτάρι . Φυσικά
τα πιο εξυπηρετικά ήταν τα πετράλωνα που χρειάζονταν να καθαρισθούν μονάχα μια
φορά το χρόνο , από τα χόρτα που έβγαιναν ανάμεσα στις χαραμάδες που άφηναν οι
πέτρες . Τα πετράλωνα τα κατασκεύαζαν ειδικοί μαστόροι . Στο κέντρο του αλωνιού
υπήρχε , καλά μπηγμένο ένα γερό ξύλο , που το λεγαν στρίγερο ή στρουιρό . Από
κει έδεναν τις τριχιές με τις οποίες ήταν δεμένα κι' έφερναν γύρες μέσα στ'
αλώνι τ' άλογα .
Πιο πέρα απ' τ' αλώνι υπήρχε
ένας χερσότοπος , όπου και στήνανε οι χωριανοί τις θημωνιές τους , μια που τ'
αλώνια ήταν συνήθως κοινοτικά και τα χρησιμοποιούσαν με τη σειρά . Κάθε φορά
που ένας αλώνιζε και τελείωνε με το ξανέμισμα και μάζευε τον καρπό του , όποιος
προλάβαινε κι' έστηνε δίπλα στο στρίγερο ένα δεμάτι σταριού , εκείνος θ'
αλώνιζε . Κανένας δεν χάλαγε τη σειρά , γιατί πίστευαν πως αυτό θα ήταν κακό
για την επόμενη σοδειά τους
.
Επίσης μαλώματα , την
περίοδο του αλωνίσματος και μάλιστα κοντά στ' αλώνια , τα θεωρούσαν κακοσημαδιά
και τ' απέφευγαν με κάθε τρόπο . Τώρα που ήταν η ώρα του καρπού , έπρεπε ,
περισσότερο , να υπάρχει αγάπη ανάμεσά τους .
Η ατμόσφαιρα αυτή του αλωνίσματος είχε
κάτι από την ομορφιά και την ποίηση των " Ειδυλλίων " του Θεοκρίτου ,
με την θάλασσα των χρυσών σταριών που γιόμιζαν τ' αλώνια , με τους
νοικοκυραίους όλο χαμόγελο και κέφι , με τους βλάχους ντυμένους με τα βαρειά
σκουτιά τους , το στριφτό μουστάκι , τα σελάχια και το τραγούδι το λεβέντικο .
Ήταν να καμαρώνεις και να χαίρεσαι αυτή τη γοητευτική ατμόσφαιρα . Αντιβούιζε
το χωριό κι' οι ρεματιές και τα σύρραχα απ' τις φωνές των βαλμάδων που έτρεχαν
από κοντά στα σπαθάτα τους άλογα, καθώς εκείνα κομμάτιαζαν το στάρι . Δεμένο
γερά με χοντρές τριχιές από τον στρίγερο , φρούμαζαν και πηδούσαν μέσα στο
απλωμένο χρυσάφι του σταριού , κι' οι νοικοκυραίοι από γύρα με τα ειδικά
σύνεργα , τα ξύλινα η σιδερένια δικούλια , πρόσεχαν μην ξεχειλίσει το στάρι από
τις άκρες τ' αλωνιού . Κι όλοι , αλωνιστάδες και νοικοκυραίοι , είχαν κέφι στην
καρδιά και το τραγούδι στα χείλη ,ένα τραγούδι που μιλούσε για την πληρωμή του
ανθρώπινου μόχθου , για την αμοιβή του κόπου τους , για τον καρπό που θα
γιόμιζε τ' αμπάρια του σπιτιού .
Θα γνωρίσουμε στη συνέχεια , αυτή την
ατμόσφαιρα της προετοιμασίας για τ' αλώνισμα σε ρουμελιώτικο χωριό . εδώ και
κάμποσα χρόνια . Στο πετράλωνο ένα αντρόγυνο στρώνει τα δεμάτια κι' ετοιμάζεται
για το πανηγύρι του αλωνίσματος , καθώς αχνοροδίζει , στις κοντινές κορφούλες ,
η ανάσα της καλοκαιριάτικης αυγής . Είναι δυο ηλικιωμένοι χωριάτες . Ο άντρας
πλησιάζει τα εξήντα ενώ η γυναίκα του κάπου δέκα χρόνια μικρότερή του .Καθώς το
έργο κινάει το χαρούμενο δρόμο του , κινάει κι' ο λόγος , λόγος απαντοχής κι'
ελπίδας στην καρδιά τους , ένας λόγος που συνδυάζεται και με τη χαρακτηριστική
ομορφιά του εθίμου .
-- Χάραξε για καλά γυναίκα , και λόγου
μας δε στρώσαμε ακόμα τ' αλώνι . Όπου να ‘ναι θα φανούνε κι' οι βαλμάδες .
-- Όλα θα τα προλάβουμε , αφέντη . Έχει ο
Θεός . Έτσι μπόλικος που είναι ο καρπός , μεγαλώνει πιότερο κι η λαχτάρα της
καρδιάς μας . Όσο για τους βαλμάδες δεν είναι δα και τόσο εύκολο να φτάσουν από
τα τσοπάνικα λημέρια , νωρίς - νωρίς . Ο δρόμος είναι κάμποσος και δεν πρέπει
να κουραστούνε κι ίδιοι και τ' άλογά τους .
-- Να κουραστεί ο Τριτσιμπίδας κι' ο
Λιαροκάπης , γυναίκα ; Αυτοί παίρνουν περαταριά χωριά και χωριά με τ' άλογά
τους . Οι καλύτεροι αλωνιστάδες . Και ξέρεις σόι πάει το βαλμαλίκι .
Αλωνιστάδες πάππου προς πάππου . Άξιοι , χεροδύναμοι κι άνθρωποι με μπέσα .
Έτσι και σου πουν την τάδε ώρα , τη τάδε μέρα , θα ρθούνε , να μη κρατήσουν το
λόγο τους δε γίνεται . Ο κόσμος , που λέει ο λόγος , να χαλάσει , θα 'ρθούνε .
Με το φεσάκι τους στραβά , μόλις που να κρύβει τα κατσαρά τους τα μαλλιά , με
τη φέρμελη , το σελάχι , τη σκαλισμένη γκλίτσα και το κοντοκάπι .Ετούτοι την
κρατάνε τη λεβέντικη , τη ρωμαίικη τη φορεσιά . Και με τι καμάρι , αληθινά όπως
της ταιριάζει . Μιλάω για βιασύνη κι απολησμονήθηκα στην κουβέντα . Μα έτσι
όμορφα που είναι όλα τριγύρω μας . Τόση ομορφιά και τόση καλοσύνη ! Ο Θεός που
σκόρπισε μ' απλοχεριά την ομορφιά ολόγυρά μας , δίνει τώρα περίσσια και τη χαρά
στην καρδιά μας , με τον πλούσιο καρπό . Να κόψω ένα ξύλο σταυρωτό να το
μπήξουμε στο στροϊρό , καταμεσής στ' αλωνιού το χρυσαφένιο πλάτος όλα να πάνε
καλά στην ευλογημένη τούτη μέρα .
-- Να το μπήξεις αφέντη , κι' απέ να
βάλουμε στη ρίζα του , κάτω από τα τρία πρώρα δεμάτια , μπόλικο λιβάνι , ένα
τριμμένο δαφνόφυλλο από τα βάγια που κρατάμε στο εικονοστάσι και τρία μεγάλα
σκόρδα , με την πλεξούδα τους . Μάτι να μην πιάσει τ' άλογα . Θυμάσαι δα τι
έπαθαν , πρόπερσι , οι Κωστακαίοι που χασαν πάνω στ' αλώνι την καλύτερη
σαρακατσάνικη φοράδα ;
-- Αν θυμάμαι λες , γυναίκα . Μπορεί ν'
απολησμονήσει κανένας το μεγάλο το κακό , να σκάσει το πράμα μέσα στ' αλώνι από
το μάτι . Μα τι φοράδα ήτανε εκείνη ! Τεφαρίκι ολάκερο . Χλιμίντραγε σα να
τραγούδαγε . Σπαθάτο , άξιο , πρώτο στ' ασκέρια των βαλμάδων . Έλεγα πολλές
φορές στον αφέντη του : " Μωρέ συμπέθερε , ρίχνε καμιά φορά κι' από λίγο
αγιασμό στη φοράδα να μην την πιάσει τι κακό μάτι . Κρέμασέ του και κανένα
χαϊμαλί με το κοκαλάκι της νυχτερίδας μέσα σε χρυσοκλωστές " . Που ν'
ακούσει ο βλάχος . Ώσπου ήρθε η κακή η μέρα που να μη δευτερώσει . Είχανε
φτάσει στη μεσιά τ' αλωνιού , ότι τσάκιζε η καλαμιά , σαν πέρασε από κει η
κακίστρα η γριά Λούτινα , το κακό μάτι του χωριού . " Η ώρα η καλή είπε
ξερά ". Κι' από μέσα της " Μωρέ τι φοράδα είναι τούτη ! ".
Κι'έφυγε κατά το κεφαλάρι . Και το κακό δεν άργησε . Φρένιασε το πράμα , πέφτει
κάτου , σπαρταράει . Πριν προλάβουμε να του διαβάσουμε το ξόρκι και να το
σταυρώσουμε , έσκασε . Μάτι να σου πετύχει ! Σκόρδο και λιβάνι στα μάτια σου
κακίστρα γριά Λούτινα , μακριά από τ' αλώνι και την προκοπή μας . Να βάλεις
σταυρωτά τα πέντε πρώτα δεμάτια .
Κοιτώντας κατά την ανατολή , δοξολογώντας
το Θεό για τη χαρά που μας δίνει με τον μπόλικο καρπό . Ν' αποσώσουμε , αφέντη
, το στρώσιμο κι' απέ σα φτάσουν οι βλάχοι με τα πράματα , να κοιτάξω την
ετοιμασία του μεσημεριάτικου . Πάντα κάτου από την πυκνή των δέντρων φυλλωσιά
φρέσκο και δροσερό θα ‘ναι το νερό και παραδίπλα το παγούρι με το τσίπουρο . Οι
βλάχοι το τραβάνε το τσίπουρο .
Μη δα το ‘χουνε και στα κονάκια τους , γυναίκα . Εκεί άλλο από μυζήθρα , ξυνόγαλο και χλωροτύρι μη δα κι' έχουνε και τίποτες άλλο . Σαν κατεβαίνουν στα χωριά το ρίχνουν στο πιοτό . Κρασί θα ‘χουμε βέβαια ακόμα στο μεγάλο βαγένι . Να τραβήξουμε καμιά νταμιζάνα , το μεσημέρι , σαν αποσώσουμε τ' αλώνισμα .
Και βέβαια έχουμε , αφέντη . Κι' έτσι πλούσιο θα ναι το τραπέζι της τρανής γιορτής . Πίττες και σαλάτες και τυριά και μεζεκλίκια μπόλικα .
Όσο για την πίττα θα την θυμούνται κι' από πέρυσι , γυναίκα , τόσο καλή που βγαίνει από τα χέρια σου . Καλά συρμένο το πέτρο , με το τυρί και το βούτυρο στην κανονική τους αναλογία , ροδοψημένη στη γάστρα . Να τρως και να γλείφεις και τα δάχτυλά σου . Λέω να φωνάξουμε και την ανηψιά μας , τη Λαμπρινή , να μας βοηθήσει σα θ' απλώσει το στάρι και θα γιομίσει το πετράλωνο , καρπό κι' άχυρο .
Θα τα βόλέψουμε μοναχοί μας , Θανάση . Μη χολοσκάς . Μπορεί λιγάκι να μας βοηθήσει στο πρωτογύρισμα . Βάνω σταυρωτά τα πρώτα δεμάτια . " Η ώρα η καλή , αφέντη , κι' ο Χριστός κι' οι άγιοι κοντά μας ".
Αμήν . Τι βλέπω , Διαμάντω . Να σαι καλά που όλα τα θυμάσαι και τα προσέχεις καθώς ταιριάζει . Έβαλες κιόλας στην ασημένια κούπα τρία κομμάτια μοσχολίβανο να σταυρώσεις τον στρίγερο και τα πρώτα δεμάτια και το μπουκάλι με τον αγιασμό να ρίξεις στο σιτάρι , για το καλό .
Όλα πρέπει να γίνουν , αφέντη . Για το καλό το δικό μας , για τη σοδειά και την πρκοπή μας . Για το καλό του χωριού ολάκερου . Του λόγου σου μην απολησμονήσεις το σταυρόχορτο και το μαυρομάνικο το μαχαίρι στο στρίγερο .
Το σταυρόχορτο είναι από χτες κομμένο , γυναίκα . Να του βάλω μια άσπρη κλωστή κι' απέ θα το στήσω στην κορφή του στρίγερου . Παραδίπλα καρφωτό το μαυρομάνικο μαχαίρι με την ολοκέντητη λαβή , ν' αποδιώχνει το κακό το μάτι απ' τη χαρά τ' αλωνιού . Όπου να ναι θα φανεί κι' ο Λιαροκάπης με το Ντορή και το Μούρκο . Μονάχα του λόγου του απόμεινε να φοράει τη φουστανέλα από το βλάχικο συνάφι που κατεβαίνει στο χωριό για τ' αλώνισμα . Οι άλλοι του συναφιού φοράνε μονάχα τη φέρμελη , το γιλέκο και τη μακριά τη μπουραζάνα , ίδια φουσκωμένη βράκα .
Μη δα το ‘χουνε και στα κονάκια τους , γυναίκα . Εκεί άλλο από μυζήθρα , ξυνόγαλο και χλωροτύρι μη δα κι' έχουνε και τίποτες άλλο . Σαν κατεβαίνουν στα χωριά το ρίχνουν στο πιοτό . Κρασί θα ‘χουμε βέβαια ακόμα στο μεγάλο βαγένι . Να τραβήξουμε καμιά νταμιζάνα , το μεσημέρι , σαν αποσώσουμε τ' αλώνισμα .
Και βέβαια έχουμε , αφέντη . Κι' έτσι πλούσιο θα ναι το τραπέζι της τρανής γιορτής . Πίττες και σαλάτες και τυριά και μεζεκλίκια μπόλικα .
Όσο για την πίττα θα την θυμούνται κι' από πέρυσι , γυναίκα , τόσο καλή που βγαίνει από τα χέρια σου . Καλά συρμένο το πέτρο , με το τυρί και το βούτυρο στην κανονική τους αναλογία , ροδοψημένη στη γάστρα . Να τρως και να γλείφεις και τα δάχτυλά σου . Λέω να φωνάξουμε και την ανηψιά μας , τη Λαμπρινή , να μας βοηθήσει σα θ' απλώσει το στάρι και θα γιομίσει το πετράλωνο , καρπό κι' άχυρο .
Θα τα βόλέψουμε μοναχοί μας , Θανάση . Μη χολοσκάς . Μπορεί λιγάκι να μας βοηθήσει στο πρωτογύρισμα . Βάνω σταυρωτά τα πρώτα δεμάτια . " Η ώρα η καλή , αφέντη , κι' ο Χριστός κι' οι άγιοι κοντά μας ".
Αμήν . Τι βλέπω , Διαμάντω . Να σαι καλά που όλα τα θυμάσαι και τα προσέχεις καθώς ταιριάζει . Έβαλες κιόλας στην ασημένια κούπα τρία κομμάτια μοσχολίβανο να σταυρώσεις τον στρίγερο και τα πρώτα δεμάτια και το μπουκάλι με τον αγιασμό να ρίξεις στο σιτάρι , για το καλό .
Όλα πρέπει να γίνουν , αφέντη . Για το καλό το δικό μας , για τη σοδειά και την πρκοπή μας . Για το καλό του χωριού ολάκερου . Του λόγου σου μην απολησμονήσεις το σταυρόχορτο και το μαυρομάνικο το μαχαίρι στο στρίγερο .
Το σταυρόχορτο είναι από χτες κομμένο , γυναίκα . Να του βάλω μια άσπρη κλωστή κι' απέ θα το στήσω στην κορφή του στρίγερου . Παραδίπλα καρφωτό το μαυρομάνικο μαχαίρι με την ολοκέντητη λαβή , ν' αποδιώχνει το κακό το μάτι απ' τη χαρά τ' αλωνιού . Όπου να ναι θα φανεί κι' ο Λιαροκάπης με το Ντορή και το Μούρκο . Μονάχα του λόγου του απόμεινε να φοράει τη φουστανέλα από το βλάχικο συνάφι που κατεβαίνει στο χωριό για τ' αλώνισμα . Οι άλλοι του συναφιού φοράνε μονάχα τη φέρμελη , το γιλέκο και τη μακριά τη μπουραζάνα , ίδια φουσκωμένη βράκα .
Ο Λιαροκάπης όμως δεν
αποχωρίζεται τη φουστανέλα κι' έτσι καθώς τρέχει από κοντά στ' άλογα κι'
ανεμίζει στο αλαφρό τ' αεράκι , νοιώθεις την ομορφάδα και τη λεβεντιά της
φορεσιάς που μοσχοβολάει παλληκαριά . Άργεψε λιγάκι να φανεί , μα πρέπει
ξημερώματα να βοσκήσει λιγάκι στο τρανό λιβάδι και τ' άλογα . Λιγάκι , καθώς
λέει κι' ο ίδιος . Μη βαρύνουν πολύ και δεν έχουν την αλαφράδα να πετάνε πάνω
στο χρυσάφι τ' αλωνιού . Σκέψου , γυναίκα , . Τόσο χρυσάφι απλωμένο μπροστά μας
. Πόσος κόπος χρειάστηκε να γίνει δεμάτι και καρπός . Σπαρμουδιά , βοτάνισμα ,
θέρισμα , κουβάλημα , θημώνιασμα . Και τώρα το πανηγύρι τ' αλωνιού . Ο μεγάλος
κόπος γίνεται τραγούδι και τ' όνειρο που το θερμαίναμε τόσο καιρό στην καρδιά
μας , γίνεται καρπός , η χαρά κι' η ομορφιά της ζωής μας .
Έτσι είναι αφέντη . Προσμένοντας και δουλεύοντας με την πίστη στην καρδιά , τ' όνειρο παίρνει το δρόμο του . Γίνεται από πράσινο χορτάρι , χρυσάφι και καρπός . Ευλογημένο τ' όνομα του Θεού , που μας αξίωσε και φέτος πάλι την ίδια χαρά να δοκιμάσουμε ! Χρόνια τώρα λαχταράμε τούτη την ώρα . Φοβόμαστε μην ανοχέψει το χωράφι . Από κοντά μην του λείψει η έγνοια κι' η φροντίδα μας . Με τη λαχτάρα μη δεν έχει στην ώρα του τη βροχή για να μεστώσει ο καρπός . Μην το κάψει ο λίβας . Κι' όμως όλα γίνονται κάθε φορά , τόσο καλά , με την βοήθεια του Παντοδύναμου . Ακούω τραγούδια από το Μεγάλο Διάσελο . Του λόγου σου , που γνωρίζεις καλύτερα τη φωνή του Λιαροκάπη , για αφουγκράσου , μην έρχεται να συνταρχίσουμε περσότερο και των δεματιών το στρώσιμο , μην έρθει κι άστρωτο τ' αλώνι το βρει .
Τι όμορφο και περήφανο τραγούδι ! Του λόγου του είναι . Δε φαίνεται , γιατί τα πυκνά τα ελάτια κρύβουν βαλμά κι' άλογα . Είναι βέβαια κάμποσος δρόμος ως εδώ κι' έτσι που 'ρχεται με το ραχάτι του , τραγουδώντας , θα κάμει ως μισή ώρα πάνου κάτου . Κι' έτσι προλαβαίνουμε , γυναίκα . Όλα θα γίνουν καθώς πρέπει , όμορφα και καλοσυνάτα . Θα ρθει και λόγου του , άντρας που τα πέρασε τα πενήντα πέντε κι' όμως έχει την ελαφράδα δωδεκάχρονου παιδιού . Ισιόκορμος , δυνατός , περήφανος . Άνθρωπος με τόσες έγνοιες , πρωτοτσέλιγκας δα τι άλλο . Κι' όμως βαστιέται κι' αντέχει σ' όλα . Στη δουλειά και το τραγούδι . Εκείνος στα διάσελα και τα κοπάδια , εμείς στα χωράφια , τους ποτιστάδες και τα μποστάνια .
Έτσι είναι αφέντη . Προσμένοντας και δουλεύοντας με την πίστη στην καρδιά , τ' όνειρο παίρνει το δρόμο του . Γίνεται από πράσινο χορτάρι , χρυσάφι και καρπός . Ευλογημένο τ' όνομα του Θεού , που μας αξίωσε και φέτος πάλι την ίδια χαρά να δοκιμάσουμε ! Χρόνια τώρα λαχταράμε τούτη την ώρα . Φοβόμαστε μην ανοχέψει το χωράφι . Από κοντά μην του λείψει η έγνοια κι' η φροντίδα μας . Με τη λαχτάρα μη δεν έχει στην ώρα του τη βροχή για να μεστώσει ο καρπός . Μην το κάψει ο λίβας . Κι' όμως όλα γίνονται κάθε φορά , τόσο καλά , με την βοήθεια του Παντοδύναμου . Ακούω τραγούδια από το Μεγάλο Διάσελο . Του λόγου σου , που γνωρίζεις καλύτερα τη φωνή του Λιαροκάπη , για αφουγκράσου , μην έρχεται να συνταρχίσουμε περσότερο και των δεματιών το στρώσιμο , μην έρθει κι άστρωτο τ' αλώνι το βρει .
Τι όμορφο και περήφανο τραγούδι ! Του λόγου του είναι . Δε φαίνεται , γιατί τα πυκνά τα ελάτια κρύβουν βαλμά κι' άλογα . Είναι βέβαια κάμποσος δρόμος ως εδώ κι' έτσι που 'ρχεται με το ραχάτι του , τραγουδώντας , θα κάμει ως μισή ώρα πάνου κάτου . Κι' έτσι προλαβαίνουμε , γυναίκα . Όλα θα γίνουν καθώς πρέπει , όμορφα και καλοσυνάτα . Θα ρθει και λόγου του , άντρας που τα πέρασε τα πενήντα πέντε κι' όμως έχει την ελαφράδα δωδεκάχρονου παιδιού . Ισιόκορμος , δυνατός , περήφανος . Άνθρωπος με τόσες έγνοιες , πρωτοτσέλιγκας δα τι άλλο . Κι' όμως βαστιέται κι' αντέχει σ' όλα . Στη δουλειά και το τραγούδι . Εκείνος στα διάσελα και τα κοπάδια , εμείς στα χωράφια , τους ποτιστάδες και τα μποστάνια .
Ο καθένας στη δουλειά του .
Να ναι καλά και λόγου του με γερό μαξούλι από τα πράματά του και λόγου μας με
μπόλικο καρπό στ' αμπάρια μας .
Πάντα με τη βοήθεια του Μεγαλοδύναμου , αφέντη . Πάντα για την προκοπή , για τη χαρά και την απαντοχή της ομορφιάς που με τον καρπό τον περίσσιο δένεται . Πάντα με το τραγούδι . Με το χαρακτηριστικό αυτό εθιμογραφικό τρόπο στρώνονταν τα δεμάτια στ' αλώνι . Σε λίγο φτάναν οι βαλμάδες κι' άρχιζε τ' αλώνισμα . Με τις ευχές : " Η ώρα η καλή " και " Καλά μπιρικέτια " βάζαν τ' άλογα στ' αλώνι , ενώ ο ήλιος που πύρωνε , βοηθούσε να λιώσουν γρήγορα τα δεμάτια και τα χειρόβολα .
Πάντα με τη βοήθεια του Μεγαλοδύναμου , αφέντη . Πάντα για την προκοπή , για τη χαρά και την απαντοχή της ομορφιάς που με τον καρπό τον περίσσιο δένεται . Πάντα με το τραγούδι . Με το χαρακτηριστικό αυτό εθιμογραφικό τρόπο στρώνονταν τα δεμάτια στ' αλώνι . Σε λίγο φτάναν οι βαλμάδες κι' άρχιζε τ' αλώνισμα . Με τις ευχές : " Η ώρα η καλή " και " Καλά μπιρικέτια " βάζαν τ' άλογα στ' αλώνι , ενώ ο ήλιος που πύρωνε , βοηθούσε να λιώσουν γρήγορα τα δεμάτια και τα χειρόβολα .
Οι αλωναραίοι , αν
ήταν δυο , άλλαζαν κάθε τόσο για να παίρνουν μια ανάσα στον ίσκιο των δέντρων
που βρίσκονταν εκεί κοντά , πίνοντας κι' από κανένα τσίπουρο . ως το μεσημέρι
το στάρι τσακίζονταν κι' ήταν για γύρισμα . Γύριζαν τότε το σιτάρι κι' ύστερα
κάθονταν , σταυροπόδι η σε καμιά ξύλινη τάβλα , και το ρίχναν στο φαγοπότι . Το
μεσημεριάτικο αυτό φαγητό είχε πραγματικά τη μορφή μικρού πανηγυριού . Κύριο
φαγητό η κολοκυθόπιτα , με τυρί και αρκετό φρέσκο βούτυρο . Από κοντά οι
σαλάτες , με τυρί και μπόλικα φρούτα . Καινούργια δουλειά σαν τέλειωναν το
φαγητό .
Ύστερα το μάζεμα του καρπού
και του άχυρου και τελευταία το ξανέμισμα η λίχνισμα , κυρίως το βράδυ που ο
άνεμος βοηθούσε σε τούτο περίσσια . Έτσι ολοκληρώνονταν το αλώνισμα του
σιταριού , σε μια ιδιαίτερα γραφική ατμόσφαιρα , όπου η λαχτάρα της καρδιάς
έπαιρνε τη λάμψη και την ομορφιά του φυσικού χώρου σ' ένα παράλληλο συνδυασμό
του έθιμου του παλιού καλού καιρού “ .
Έτσι λοιπόν , είδε , θυμόταν
και κατέγραψε το αλώνισμα , με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο , στα χωριά της
Ρούμελης , ο αξέχαστος φίλος του Λιδορικιού , λογοτέχνης και δημοσιογράφος
Δημήτρης Σταμέλος , απ' το Μαραθιά Ευρυτανίας .
Για ενημέρωσή σας , σας δίνουμε μερικές ακόμα σχετικές φωτογραφίες , απ' το αλώνισμα , το λίχνισμα , έτσι για να ‘χετε μια εικόνα αυτού του μικρού πανηγυριού , όπως έγραφε κι' ο αείμνηστος , αγαπημένος φίλος Δημήτρης , που είχε έρθει πάρα πολλές φορές στο χωριό μας , και σαν ομιλητής αλλά και σαν φίλος-επισκέπτης , με μια πάντα ..καλοκαιρινή απαίτηση , έλεγε στη μάνα μας : Θειά Κικούλα , όχι..κρεατικά , για φαγητό , ..φασουλάκια , ξέρεις εσύ..με μπόλ’κο λαδάκ’ και…ντουματούλα.….(..Καρπενησιώτης βλέπετε ο αξέχαστος Δημήτρης ..γνήσιος..) .
Για ενημέρωσή σας , σας δίνουμε μερικές ακόμα σχετικές φωτογραφίες , απ' το αλώνισμα , το λίχνισμα , έτσι για να ‘χετε μια εικόνα αυτού του μικρού πανηγυριού , όπως έγραφε κι' ο αείμνηστος , αγαπημένος φίλος Δημήτρης , που είχε έρθει πάρα πολλές φορές στο χωριό μας , και σαν ομιλητής αλλά και σαν φίλος-επισκέπτης , με μια πάντα ..καλοκαιρινή απαίτηση , έλεγε στη μάνα μας : Θειά Κικούλα , όχι..κρεατικά , για φαγητό , ..φασουλάκια , ξέρεις εσύ..με μπόλ’κο λαδάκ’ και…ντουματούλα.….(..Καρπενησιώτης βλέπετε ο αξέχαστος Δημήτρης ..γνήσιος..) .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.