"Οι Απόκριες όπως τις γιορτάζουμε σήμερα έχουν χάσει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάθε αιχμή κοινωνικής και πολιτικής κριτικής"...
«Μουντζουρωμένοι ή ρυπαρώς ενδεδυμένοι μασκαράδες δεν θέλουσι ληφθή υπ' όψιν, όπως και αι υβριστικαί αλληγορίαι καθ' ωρισμένων προσώπων ή τάξεων»
Οδηγίες του «Κομητάτου των Απόκρεω», εφ. «Ακρόπολις», 22/1/1890, σ. 2.
Οι...
Απόκριες όπως τις... γιορτάζουμε σήμερα έχουν χάσει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, κάθε αιχμή κοινωνικής και πολιτικής κριτικής. Δεν ήταν πάντα έτσι.
Σε παλιότερες εποχές η μεταμφίεση, οι μασκαράτες, η έξοδος από την καθημερινότητα έπαιρναν τις διαστάσεις ενός αναποδογυρίσματος του κόσμου, μιας προσωρινής ανατροπής των ιεραρχιών και των κοινωνικών σχέσεων, μιας κριτικής που απλωνόταν σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής.
Αυτός που ανέδειξε αυτή τη διάσταση του καρναβαλιού και έκτοτε άλλαξε εντελώς τον τρόπο με τον οποίο το αντιμετωπίζουν οι κοινωνικές επιστήμες ήταν ένας Ρώσος στοχαστής, ο Μιχαήλ Μπαχτίν, sui generis μαρξιστής που βρισκόταν σε δυσμένεια στη Σοβιετική Ενωση του Στάλιν.
Με τη μελέτη του για τον Ραμπελέ και το γκροτέσκο στην Αναγέννηση παρήγαγε μια νέα σύλληψη της λαϊκής κουλτούρας, αναδεικνύοντάς τη σε έναν πολιτισμό παράλληλο στον κυρίαρχο, αυτόνομο και με ανατρεπτικό περιεχόμενο.
Στον λαϊκό πολιτισμό έκανε έντονη την παρουσία του το καρναβαλικό στοιχείο: το αναποδογύρισμα του κόσμου, το γκροτέσκο, ο τονισμός των σημείων του σώματος που είναι ανοιχτά στον εξωτερικό κόσμο (και ιδίως του κάτω μέρους του σώματος).
Ο Μπαχτίν αντιπαρέθεσε το λαϊκό γέλιο, ως στάση απέναντι στον κόσμο, στη σοβαρότητα του επίσημου μεσαιωνικού πολιτισμού και στις γιορτές του που επικύρωναν την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων.
Στις Απόκριες, όταν «ο λαός εισερχόταν στην ουτοπική σφαίρα της κοινότητας, της ελευθερίας, της ισότητας και της αφθονίας», η λαϊκή αυτή κουλτούρα αναδύεται από τη σχετική αφάνεια στην οποία έχει περιπέσει την υπόλοιπη χρονιά.
Υπάρχει αντίλογος. Απέναντι σε μια εξιδανικευτική διάθεση τονισμού της ανατρεπτικότητας της καρναβαλικής λαϊκής κουλτούρας, έχει υποστηριχτεί ότι, αντίθετα, θεσμοί όπως το καρναβάλι λειτουργούν πάντα και ως βαλβίδες ασφαλείας του συστήματος.
Η αμφισβήτηση της εξουσίας, όταν είναι τελετουργική και ελεγχόμενη, της επιτρέπει να ανανεώνεται και να σταθεροποιείται.
Οι αποκριάτικες ανατροπές χρησιμεύουν κατά βάση για την εκτόνωση πιέσεων που σωρεύουν όλη τη χρονιά στα μέλη τους κοινωνίες που είναι στο έπακρο απαγορευτικές.
Για να δώσουμε ένα παράδειγμα από τα καθ’ ημάς, η τελετουργική γυναικοκρατία τη «μέρα της Μπάμπως» στα χωριά των Σερρών δεν συνέβαλε ιδιαίτερα στην αλλαγή των έμφυλων σχέσεων υπέρ των γυναικών.
Κι ωστόσο, πώς να παραβλέψουμε μια σειρά από εξεγερτικά επεισόδια που έχουν λάβει χώρα σε διάφορα καρναβάλια;
Εχουν μελετηθεί από ιστορικούς η εξέγερση στο Ρομάν το 1580 και στη Μάλτα το 1639· στην Γκρενόμπλ το 1832, με αφορμή την απαγόρευση μιας πολιτικής μασκαράτας, και στο Νότινγκ Χιλ του Λονδίνου το 1976, ενάντια στον εξευγενισμό μιας γειτονιάς που κατοικούνταν από μετανάστες από την Καραϊβική.
Οι ιστορικοί έχουν επισημάνει, επίσης, ότι στις διάφορες εκφράσεις λαϊκού ριζοσπαστισμού πριν από τη σύγχρονη εποχή ήταν έντονο το καρναβαλικό στοιχείο.
Ο ανθρωπολόγος Τζέιμς Σκοτ έχει προτείνει ότι σε στιγμές όπως το καρναβάλι ανέρχονται στην επιφάνεια του δημόσιου λόγου τα «κρυμμένα σενάρια» της αντίστασης των υπάλληλων ομάδων που την υπόλοιπη χρονιά βρίσκονται στην αφάνεια.
Σε κάθε περίπτωση, η αποκριάτικη κουλτούρα προσέφερε μια γλώσσα έκφρασης του ανταγωνισμού απέναντι στους κυρίαρχους, ενώ υπήρχε πάντα η πιθανότητα το κλίμα απομυθοποίησης της εξουσίας που εκφραζόταν κατά το καρναβάλι να εξελιχθεί και να υπερβεί τις τελετουργικές μορφές αμφισβήτησης.
Απόκριες στην Αθήνα
Υστερα από 130 συναπτά έτη «εξευγενισμού», το αποκριάτικο χιούμορ βρίσκει πλέον στόχο μόνο τυχαία Υστερα από 130 συναπτά έτη «εξευγενισμού», το αποκριάτικο χιούμορ βρίσκει πλέον στόχο μόνο τυχαία | Φωτ: Τάσος Κωστόπουλος
Το πώς «εξημερώθηκε» το καρναβάλι στη σύγχρονη εποχή είναι ένα μεγάλο ζήτημα που δεν μπορούμε να θίξουμε εδώ.
Οπωσδήποτε, ένας παράγοντας που αφορά την πολιτική του διάσταση είναι η μείωση της σημασίας της αποκριάτικης σάτιρας που επήλθε με τη φιλελευθεροποίηση και την πρόοδο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που σημειώθηκε κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, οπότε δημιουργήθηκαν νέα κανάλια κοινωνικής κριτικής και έκφρασης των κοινωνικών αντιθέσεων.
Στην περίπτωση της αθηναϊκής Αποκριάς, πάντως, φαίνεται ότι η σάτιρα αναπτύχθηκε και άκμασε από τα μέσα μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα.
Ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Το καρναβάλι αποτελούσε και στην Αθήνα περίοδο γενικής αναστάτωσης: οι καταστηματάρχες φοβούνταν για μικροκλοπές και δεν άνοιγαν τα μαγαζιά τους την Κυριακή της Τυρινής, οι εργάτες δεν πήγαιναν στις δουλειές τους (το ξέρουμε από τις εφημερίδες που παραπονιούνταν για την απουσία των τυπογράφων τους), ενώ δεν πρέπει να είναι τυχαίο που η πρώτη απόπειρα εμπρησμού της παλιάς Αγοράς το 1884 και η απόπειρα δολοφονίας του βασιλιά Γεωργίου το 1898 επιχειρήθηκαν τις μέρες της Αποκριάς.
Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο, ΕΔΩ...
πηγη efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.