Παρουσίαση: Βίκτωρ Παν. Σαμπώ
Ο φιλόσοφος Στίλπωνας κλήθηκε στον Άρειο Πάγο για να βεβαιώσει αν πραγματικά είπε ότι η Αθηνά δεν είναι θεός. «Και βέβαια δεν είναι θεός, θεά είναι, αφού είναι γυναίκα», είπε.
Τα ανέκδοτα των προγόνων μας είναι πνευματώδη και διδακτικά, καθότι προσφέρουν γέλιο εκφράζοντας το αρχαίο Ελληνικό πνεύμα στην πιο χαριτωμένη μορφή του και ταυτόχρονα διδάσκουν αναδεικνύοντας αρχές, αξίες και ήθη της εποχής.....
Σε αυτά πρωταγωνιστούν γνωστά ιστορικά πρόσωπα αλλά και απλοί άνθρωποι. Διακρίνουμε την ευφυΐα την χιουμοριστική αντιμετώπιση των καταστάσεων, την νοοτροπία και τις ιδέες των αρχαίων Ελλήνων.
Τα περισσότερα προέρχονται από τον 4ο αι. π. Χ, οπότε και πλάστηκε η λέξη «σπουδαιογέλοιον» που σήμαινε την ανακάλυψη της αστείας πλευράς ακόμα και στα πιο σοβαρά γεγονότα της ζωής.
Ιδού ορισμένα απ’ αυτά:
Ένας σοφιστής έλεγε: «Απ’ όλα τα πράγματα τη μεγαλύτερη αξία έχει ο λόγος» και ο Άγης, βασιλιάς της Σπάρτης, του απαντά:«δηλαδή θέλεις να πεις ότι όταν δεν μιλάς, δεν έχεις καμιά αξία;».
Ο Θεμιστοκλής έλεγε για τον γιο του, του οποίου η μητέρα ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις: «Ο γιος μου είναι ο πιο δυνατός Έλληνας. Τους Έλληνες κυβερνούν οι Αθηναίοι, τους Αθηναίους ο Θεμιστοκλής, τον Θεμιστοκλή η γυναίκα του και αυτήν ο γιός μου».
Είπε κάποιος στον Αρίστιππο ότι η Λαΐδα προσποιείται ότι τον αγαπά και αυτός απήντησε: «Ούτε το κρασί ή το ψάρι με αγαπούν, εγώ όμως τα απολαμβάνω».
Ο Διογένης ο Κυνικός βλέποντας κάποιον να δείχνει ερωτευμένος με μια πλούσια γραία, είπε: «Σ’ αυτήν δεν κάρφωσε τα μάτια του, αλλά τα δόντια του».
Είπε κάποιος στον Διογένη: «Οι συμπολίτες σου σε καταδίκασαν σε εξορία». Και ο φιλόσοφος απήντησε: «Κι εγώ τους καταδίκασα να μένουν στον τόπο τους».
Κάποτε ο Διογένης ο Κυνικός είδε βρώμικα λουτρά και διατύπωσε την απορία του: «Αυτοί που λούζονται εδώ, που πάνε μετά να καθαριστούν;».
Όταν είδε ο Διογένης ο Κυνικός έναν αδέξιο τοξότη, στάθηκε κοντά στον στόχο λέγοντας: «Είναι ο μόνος τρόπος για να μη με χτυπήσει».
Ο Διδύμων, οφθαλμίατρος της εποχής, εξετάζει το μάτι μιας κοπέλας. Ο Διογένης ο Κυνικός τον βλέπει και γνωρίζοντας ότι ο Διδύμων είναι τύπος ερωτύλος, κοινώς γυναικάς……..του λέγει: «Πρόσεξε Διδύμωνα, μήπως εξετάζοντας τον οφθαλμόν, φθείρεις την κόρην».
Ο Διογένης ο Κυνικός ζητούσε ελεημοσύνη από ένα άγαλμα. Όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει απήντησε: – Εξασκούμαι στο να μην απογοητεύομαι από την αναισθησία των ανθρώπων.
Ένας φαλακρός έβριζε τον Διογένη. Ο φιλόσοφος γύρισε και του είπε: «Δεν σου ανταποδίδω τις ύβρεις, αλλά θα ήθελα να συγχαρώ τις τρίχες σου, διότι απαλλάχθηκαν από ένα κακορίζικο κεφάλι».
Σε κάποιον που έλεγε ότι η ζωή είναι άσχημη, ο Διογένης είπε: «Άσχημη δεν είναι η ζωή, άσχημη είναι η άσχημη ζωή».
Ο Γοργίας έφτασε σε βαθιά γεράματα. Πέθανε ύστερα από μια σύντομη ασθένεια, κατά την διάρκεια της οποίας βυθιζόταν σιγά σιγά σε ύπνο. Όταν τον επισκέφθηκε ένας φίλος του και τον ρώτησε για την υγεία του, ο Γοργίας του είπε: «Ήρθε η στιγμή κατά την οποία ο ύπνος αρχίζει να με παραδίδει στον αδελφό του, τον θάνατο»
Όταν επαινούσαν τον Αντισθένη κακοί άνθρωποι ο φιλόσοφος αναρωτήθηκε: «Μήπως έκανα κάτι κακό;».
Ένας άντρας λέγει στην ερωτομανή γυναίκα του: «Τι θέλεις να κάνουμε, να φάμε, ή να κάνουμε έρωτα». Εκείνη του απαντά: «Ό,τι θέλεις, ψωμί πάντως δεν έχουμε».
Επαινούσαν ορισμένοι στον Άγη τους Ηλείους, διότι ήσαν πολύ δίκαιοι κριτές στους Ολυμπιακούς αγώνες. Ο Άγις τότε ρώτησε με απορία: – Και είναι τόσο σπουδαίο το ότι οι Ηλείοι μια φορά στα τέσσερα χρόνια γίνονται δίκαιοι;
Ένας πατέρας ζήτησε από τον Αρίστιππο να διδάξει τον γιο του και ο φιλόσοφος ζήτησε αμοιβή 500 δραχμές. Ο πατέρας θεώρησε υπερβολικό το ποσό, λέγοντας: «Με τόσα χρήματα θα μπορούσα να αγοράσω ένα ζώο» και ο Αρίστιππος του απήντησε: «Αγόρασε κι έτσι θα έχεις δύο».
Ο φιλόσοφος Καρνεάδης, θέλοντας να διακωμωδήσει την συνήθεια των Στωικών να βάζουν τέλος στη ζωή τους, όταν το έκριναναναγκαίο, γέμισε δυο ποτήρια, το ένα με κρασόμελο και το άλλο με κώνειο. Κράτησε το πρώτο ποτήρι για τον εαυτό του, ενώ αυτό που περιείχε κώνειο το έδωσε σε μια παρέα Στωικών λέγοντας: «Και τώρα, μπορείτε να κάνετε την πρόποσή σας!».
Παρακινούσαν τον Φίλιππο τον Μακεδόνα να εξορίσει κάποιον που τον κακολογούσε. Ο Φίλιππος απάντησε: – Δεν είστε καλά! Θέλετε να τον στείλω να με κατηγορεί και σ’ άλλα μέρη;
Ρώτησε κάποιος τον Αντισθένη τι είδους γυναίκα θα ήταν κατάλληλη για γάμο. Ο φιλόσοφος του είπε: «Το θέμα είναι δύσκολο. Αν παντρευτείς ωραία, θα την έχεις με άλλους κοινή, αν άσχημη, θα είναι σαν να σου επέβαλαν ποινή».
Ο Απολλόδωρος προσέφερε στον Σωκράτη, προτού πιει το κώνειο, ένα καινούριο ρούχο, για να πεθάνει μ’ αυτό. Ο φιλόσοφος του είπε:«Για ποιο λόγο να φορέσω καινούριο ρούχο; Αυτό που έχω ήταν κατάλληλο για να το φορώ όσο ζούσα και ακατάλληλο για να πεθάνω μ’ αυτό;».
Ο Δημοσθένης έλεγε ότι πολλές φορές ήθελε να ευχηθεί να χαθούν οι κακοί, αλλά φοβόταν μήπως με την ευχή αυτή ερημωθεί εντελώς η πόλη.
Ρώτησαν κάποτε τον Αριστοτέλη: «Τι κερδίζουν όσοι λένε ψέματα;». Ο φιλόσοφος απήντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς ακόμα και όταν λένε την αλήθεια».
Καλοτύχιζε κάποιος τον Αριστοτέλη, επειδή είχε μαθητή τον Μέγα Αλέξανδρο. Ο φιλόσοφος αντέστρεψε την πρόταση: – Εκείνον να καλοτυχίζετε διότι είχε δάσκαλο τον Αριστοτέλη.
Πληροφορήθηκε ο Αριστοτέλης από κάποιον ότι μερικοί τον έβριζαν. Ο φιλόσοφος απήντησε: «Ουδόλως με νοιάζει. Όταν είμαι απών, δέχομαι ακόμα και να με μαστιγώνουν».
Ο Μέμνων, που πολέμησε εναντίον του Αλεξάνδρου στο πλευρό των Περσών, βλέποντας ένα μισθοφόρο να εκτοξεύει ύβρεις κατά του Αλεξάνδρου, τον χτύπησε με τη λόγχη του λέγοντας: «Σε πληρώνω για να πολεμάς και όχι να βρίζεις τον Αλέξανδρο!».
Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος ο πρεσβύτερος τοποθέτησε σε ανώτερη θέση έναν κακοήθη και πολύ αντιπαθή στο λαό. Όταν τον ρώτησαν, γιατί έκανε κάτι τέτοιο, απήντησε: «Θέλω να υπάρχει κάποιος που να τον μισούν περισσότερο από εμένα».
Ρωτούσαν τον Διονύσιο τον νεότερο πώς ο πατέρας του, αν και απλός πολίτης, μπόρεσε να καταλάβει την εξουσία και γιατί ο ίδιος αν και γιος τυράννου, την έχασε. Ο Διονύσιος ο νεότερος έδωσε την απάντηση: «Ο πατέρας μου έκανε την προσπάθειά του, όταν η δημοκρατία προκαλούσε το μίσος, ενώ εγώ αγωνιζόμουν, όταν η τυραννίδα κινούσε τον φθόνο».
Ο Επαμεινώνδας, όταν είδε ένα μεγάλο στρατό που δεν είχε ικανό στρατηγό, είπε: «Μεγάλο θηρίο αλλά χωρίς κεφαλή».
Κάποιος ρωτούσε γιατί οι Σπαρτιάτες μεταχειρίζονται κοντά ξίφη. Και ο Ανταλκίδας απάντησε: «Διότι εμείς οι Σπαρτιάτες αντιμετωπίζουμε τους εχθρούς μας από κοντά».
Ο Αρχίδαμος στρατοπέδευσε γύρω από την Κόρινθο. Σε μια στιγμή είδε να βγαίνουν από τα τείχη της πόλης λαγοί. Τότε είπε στους στρατιώτες: «Σύντροφοι, όπως φαίνεται, θα νικήσουμε εύκολα τους εχθρούς».
Ο Πολύδωρος, βασιλέας της Σπάρτης, είπε σε έναν που εκτόξευε συχνά απειλές κατά των εχθρών : «Δεν καταλαβαίνεις ότι ξοδεύεις το μεγαλύτερο μέρος της επιθετικότητας σου ανώφελα;».
Έδειξαν στον Διαγόρα τον «άθεο» τα πολλά αφιερώματα ανθρώπων που είχαν σωθεί από ναυάγια με τη βοήθεια των θεών. Ο Διαγόρας απάντησε: «Αν οι θεοί φρόντιζαν να σώσουν και όσους πνίγηκαν, τότε θα βλέπατε πολύ περισσότερα αφιερώματα».
Όταν ταξίδευε κάποτε ο Διαγόρας με πλοίο, χάλασε ο καιρός και το πλοίο κινδύνευε να βυθιστεί. Οι ναύτες απέδωσαν το γεγονός σε οργή των θεών κατά του άθεου επιβάτη και άρχισαν να κατηγορούν τον Διαγόρα. Αυτός τους έδειξε τα γύρω πλοία, που διέτρεχαν τον ίδιο κίνδυνο, και τους είπε: «Μήπως νομίζετε ότι και στα πλοία αυτά βρίσκεται ο Διαγόρας;».
Ένας μάντης καθόταν στην αγορά και βεβαίωνε τους συγκεντρωμένους ότι μπορεί να πει το μέλλον τους. Ξαφνικά ήρθε κάποιος καιτου έφερε την είδηση ότι διέρρηξαν το σπίτι και έκλεψαν όλα τα υπάρχοντά του. Ο μάντης τινάχτηκε από το φόβο του και άρχισε να τρέχει με όλη του την δύναμή για να δει τι είχε συμβεί στο σπίτι του. Εκείνη τη στιγμή κάποιος από τους συγκεντρωμένους του φώναξε: «Ε συ, που έλεγες ότι μπορείς να προβλέψεις το μέλλον των άλλων, πώς δεν μπόρεσες να προβλέψεις τι θα συνέβαινε στον εαυτό σου;».
Ένας γλύπτης έφτιαξε έναν Ερμή από ξύλο και πήγε στην αγορά να τον πουλήσει. Προσπαθώντας να προσελκύσει πελάτες φώναζε:«Πουλάω ένα θεό που φέρνει ευτυχία και δίνει κέρδη!». Κάποιος τον πλησιάζει και του λέει: «Φίλε, αφού είναι τέτοιος ο θεός σου, γιατί δεν τον κρατάς για τον εαυτό σου, για να έχεις ευτυχία και χρήματα;». Ο γλύπτης αποκρίθηκε: «Έχω ανάγκη από γρήγορη βοήθεια, ενώ ο θεός συνηθίζει να δίνει τα κέρδη κάπως καθυστερημένα».
Αθηναίοι ζητούσαν από τον Διογένη να μυηθεί στα Ελευσίνια μυστήρια. Του έλεγαν ότι οι μυημένοι έχουν την πρωτοκαθεδρία στον Άδη. Ο Διογένης απάντησε: «Είναι γελοίο να πιστεύουμε ότι άντρες, όπως ο Αγησίλαος και ο Επαμεινώνδας, θα ζουν μέσα στο βόρβορο του Άδη, ενώ μερικοί ασήμαντοι άνθρωποι θα πάνε στα νησιά των ευτυχισμένων απλά και μόνο επειδή ήταν μυημένοι».
Κάποιος από τη Σέριφο έλεγε στον Θεμιστοκλή ότι την δόξα του την χρωστούσε στην πόλη του. Ο Θεμιστοκλής του απάντησε: «Είναι αλήθεια αυτό που λες. Ούτε εγώ θα αποκτούσα δόξα, αν ήμουν Σερίφιος, ούτε εσύ, αν ήσουν Αθηναίος».
Η γυναίκα του Αριστείδη έλεγε στον μεγάλο πολιτικό που φρόντιζε διαρκώς για τις υποθέσεις της πόλης: «Τι καλά θα ήταν, αν θεωρούσες τις οικογενειακές υποθέσεις δημόσιες και τις δημόσιες οικογενειακές».
Πολλοί απορούσαν γιατί ο βασιλιάς Αντίγονος, όταν προχώρησε σε ηλικία, άλλαξε χαρακτήρα και συμπεριφερόταν με ηπιότητα και πραότητα απέναντι στους άλλους. Ο βασιλιάς εξήγησε: «Πρώτα ενδιαφερόμουν για την απόκτηση δύναμης, τώρα όμως χρειάζομαι την αγάπη των ανθρώπων».
Ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος έλεγε στον φιλόσοφο Αρίστιππο: «Δεν είδα και τίποτα καλό από σένα». «Σωστά λες», είπε ο Αρίστιππος, «γιατί, αν είχε κάποιο επίδραση η διδασκαλία μου επάνω σου, θα είχες εγκαταλείψει την τυραννίδα σαν καθαρή τρέλα».
Ο Ζήνων ο Ελεάτης βασανιζόταν από τον τύραννο της Ελέας για να αποκαλύψει τους συνωμότες. Ο φιλόσοφος όμως επαναλάμβανε:«Αν υπήρχαν συνωμότες, εσύ σήμερα δεν θα ήσουν τύραννος».
Η μητέρα του τυράννου Διονύσιου του πρεσβύτερου, μεγάλη στην ηλικία, ζητούσε από τον γιο της να την παντρέψει. Ο Διονύσιος της είπε: «Μπορεί να είμαι τύραννος και να παραβαίνω τους νόμους της πόλης, είναι αδύνατο όμως να παραβώ τους νόμους της φύσης».
Ο Αισχίνης και ο Φιλοκράτης επαινούσαν τον Φίλιππο, τον βασιλέα της Μακεδονίας, ως τον πιο δυνατό στο λόγο, τον πιο ωραίο άντρα και τον πιο ικανό πότη. Ο Δημοσθένης, που ήταν παρών, ειρωνεύτηκε τους χαρακτηρισμούς αυτούς λέγοντας: «Δεν είναι και τόσο τιμητικοί τίτλοι. Το πρώτο ταιριάζει σε σοφιστή, το δεύτερο (η ομορφιά) σε γυναίκα και το τρίτο σε σφουγγάρι».
Κάποιος ρώτησε τον Θεμιστοκλή: «Τι θα προτιμούσες να είσαι………. Αχιλλέας ή Όμηρος;». Ο Θεμιστοκλής ρωτά κι αυτός: «Εσύ τι θα ήθελες να είσαι, νικητής στους Ολυμπιακούς αγώνες, ή αυτός που αναγγέλλει τα ονόματα των νικητών;».
Ο φιλόσοφος Θεόδωρος ο Κυρηναίος κάθισε κάποτε δίπλα στον Ευρυκλείδη, τον ιεροφάντη και του έκανε την ερώτηση: «Πες μου, Ευρυκλείδη, ποιοι είναι αυτοί που ασεβούν γύρω από τα θρησκευτικά μυστήρια;». Όταν ο Ευρυκλείδης είπε «ασεβούν εκείνοι που τα ανακοινώνουν στους αμύητους», ο Θεόδωρος παρατηρεί: «Άρα κι εσύ ασεβείς, αφού μιλάς γι’ αυτά στους αμύητους».
Όταν είδε ο Διογένης ο Κυνικός κρατικούς ταμίες να έχουν συλλάβει κάποιον που είχε κλέψει ένα μπουκάλι, παρατήρησε: «Οι μεγάλοι κλέφτες έχουν συλλάβει το μικρό κλέφτη».
Κάποτε ο Διογένης είδε μια γυναίκα να σκύβει πάρα πολύ μπροστά στα αγάλματα των θεών. Θέλοντας να την απαλλάξει από τη θρησκοληψία, την πλησίασε και της είπε: «Μη σκύβεις τόσο πολύ κυρά μου, γιατί κάποτε ο θεός θα σταθεί πίσω σου και θα δει άσχημα πράγματα».
Ο φιλόσοφος Στίλπωνας κλήθηκε στον Άρειο Πάγο για να βεβαιώσει αν πραγματικά είπε ότι η Αθηνά δεν είναι θεός. «Και βέβαια δεν είναι θεός, θεά είναι, αφού είναι γυναίκα», είπε.
Όταν το άκουσε ο Ηδονιστικός Φιλόσοφος Θεόδωρος, ο λεγόμενος “άθεος”, τον ειρωνεύτηκε λέγοντας: «Από πού το γνώριζε ο Στίλπωνας; Ή μήπως σήκωσε τον χιτώνα της Αθηνάς και είδε τον κήπο της;»
Ένας μοχθηρός άνθρωπος ήθελε να προφυλάξει το σπίτι του από κάθε κακό. Προς τούτο τοποθέτησε στην πόρτα μια επιγραφή που έλεγε: “Κανένα κακό μη μπει στο σπίτι αυτό”. Ο Διογένης διαβάζοντας την επιγραφή παρατήρησε: «Μα ο ιδιοκτήτης του σπιτιού από που θα μπει;»
Ο Αριστείδης και ο Θεμιστοκλής, πολιτικοί αντίπαλοι, στάλθηκαν πρεσβευτές σε μια πόλη. Ο Αριστείδης τότε είπε στον Θεμιστοκλή:«Θέλεις να αφήσουμε την έχθρα στα σύνορα της χώρας μας κι αν το κρίνεις απαραίτητο να συνεχίσουμε μόλις επιστρέφουμε στην πατρίδα ;».
Ρώτησαν τον Αριστοτέλη: «Τι κερδίζουν όσοι λένε ψέματα;».
Ο φιλόσοφος απάντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς ακόμα και όταν λένε την αλήθεια».
Ο φιλόσοφος απάντησε: «Να μην τους πιστεύει κανείς ακόμα και όταν λένε την αλήθεια».
Ο γιος μιας εταίρας πέταγε πέτρες σε περαστικούς. Όταν τον αντελήφθη ο Διογένης του είπε: «Πρόσεχε μήπως ανάμεσα στους άλλους χτυπήσεις και τον πατέρα σου, που δεν γνωρίζεις».
Κάποιος πολίτης αριστοκρατικής καταγωγής, αλλά μοχθηρός, υπενθύμιζε στον Σωκράτη την άσημη καταγωγή του. Ο φιλόσοφος του έδωσε την απάντηση: «Αν εγώ πρέπει να ντρέπομαι για τους άσημους προγόνους μου, οι υπέροχοι πρόγονοί σου πρέπει να αισθάνονται ντροπή για σένα, τον ανάξιο απόγονό τους».
Ο Φωκίων διαφωνούσε συνήθως με όλους στα πολιτικά θέματα. Μια φορά όμως όταν μίλησε στην εκκλησία του δήμου, όλοι ασπάστηκαν τις ιδέες του. Απορημένος τότε γύρισε προς τους φίλους του και τους ρώτησε: «Μήπως είπα σήμερα κάποια ανοησία, χωρίς να το καταλάβω;».
Πηγή
Σωκράτη Γκίκα «Αρχαία Ελληνικά Ανέκδοτα» εκδόσεις Σαββάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.