Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Σήμερα Παρασκευή, 19 Απριλίου, η Εκκλησία γιορτάζει τον Ακάθιστο ύμνο......

Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

ΟΙ ΔΩΡΙΕΙΣ και η πολις αυτων ΚΥΤΙΝΙΟΝ ΕΚ ΛΙΘΩΝ ΦΘΕΓΓΟΜΕΝΟ - ΒΙΚΤΩΡ ΣΑΜΠΩ - ΜΕΡΟΣ 6ον

Ενδιαφέρον παρουσιάζει για τον καθένα από εμάς, η επιμέρους ιστορία του τόπου που γεννήθηκε, γιατί όποιος την ιστορία του τόπου του δεν γνωρίζει, το πώς και το γιατί από την πανάρχαια εποχή, στις αμάθειας το σκοτάδι μένει, και ζει μονάχα το πέρασμα του από τη μια μέρα στην άλλη της ζωής του.
Βίκτωρ Παν Σαμπώ......
Με συνεχόμενες δημοσιεύσεις κάθε Δευτέρα, θα σας παρουσιάσουμε το πόνημα του Βίκτωρα Π. Σαμπώ από το Παλαιοχώρι ΄΄ ΟΙ  ΔΩΡΙΕΙΣ και η πολις αυτων ΚΥΤΙΝΙΟΝ ΕΚ  ΛΙΘΩΝ ΦΘΕΓΓΟΜΕΝΟ΄΄.
Μετά την τελευταία δημοσίευση στην δεξιά στήλη θα μπορείτε να βρείτε ολόκληρο το πόνημα.

6ο Μέρος.....
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
[Με  ονόματα  και  λειτουργήματα  επιφανών  ανδρών του  Κυτινίου  ή  Κυτενίου,
δημοσιευθέντα  στο  δελτίο Ελληνικής  Ανταπόκρισης της  Γαλλικής  Αρχαιολογικής  Σχολής,
ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΚΥΤΙΝΙΟΥ (από πολέμους, κατακτητές και σεισμούς)

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
ΜΕ ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ  ΚΑΙ  ΤΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ  ΑΝΔΡΩΝ
ΤΟΥ  ΚΥΤΙΝΙΟΥ  ή  ΚΥΤΕΝΙΟΥ


ΔΩΡΙΑΡΧΑΙ

ΑΡΧΟΝΤΕΣ

ΙΕΡΟΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ
ΑΡΧΕΙΟΦΥΛΑΚΕΣ

ΕΥΒΙΟΤΟΣ                  161/160 π. Χ.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ  ΤΕΙΣΕΑ    150 π. Χ.

ΑΛΚΙΦΡ[ΩΝ]               161/160 π. Χ.

ΜΙΚΥΛΟΣ  ΝΙΚΟΦΑΝΕΟΣ 150 π. Χ

ΚΙΝΕΑΣ  ΑΡΧΙΞΕΝΟΥ       150 π. Χ.

ΠΟΛΥΧΑΡΜΟΣ  ΠΡΑΣΙΔΑ  161/160

ΞΕΝΥΤΑΣ   146/145 – 145/144 π. Χ.

ΠΟΛΥΤΑΣ  ΠΟΛΥΞΕΝΟΥ 150 π. Χ.


ΧΑΡΙΓΕΝΗΣ  [….] ΞΩΝΟΣ        ;





ΙΕΡΟΜΝΗΜΟΝΕΣ

ΠΡΕΣΒΕΙΣ

ΠΡΟΞΕΝΟΙ

ΑΙΝΕΤΟΣ                           332 π. Χ.

ΑΙΝΕΤΟΣ ΠΟΛΥΤΑ*   206/205 π. Χ.

ΑΓΑΘΑΡΧΟΣ ΕΥΦΑΝΟΥ**265 π. Χ

ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΣ            215/205 π. Χ.

ΛΑΜΠΡΙΑΣ  ΠΑΓΚΛΕΟΣ*   206/205


ΑΡΙΣΤΩΝ[ΥΜΟΣ]              325 π. Χ.

ΦΥΓΕΥΣ  ΣΩΤΙΩΝΟΣ*206/205 π. Χ.


ΔΑΪΦΡΩΝ                   328/327 π. Χ.



ΔΑΜΟΦΑΝΗΣ  ΕΧΕΔΑΜΟΥ 20/75



ΔΑΜΩΝ                       212/211 π. Χ.



ΝΙΚΩΝ                         343/342 π. Χ.



ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ              324/323 π. Χ.



[….]ΝΗΣ                                ;



ΤΕΙΣΕΑΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ    134/129




ΕΓΓΥΕΙΤΑΙ  ΠΡΟΞΕΝΟΙ

ΜΑΡΤΥΡΕΣ

ΡΗΤΟΡΕΣ

ΔΑΜΟΦΑΝΗΣ ΑΓΕΔΑΜΟΥ        ;

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ  ΤΕΙΣΕΑ      146/144

ΔΑΜΟΤ[.ΜΟΣ]                  125 π. Χ.

ΝΟΣΤΙΔΑΣ  ΠΑΡΝΑΠΙΔΑΣ150 π. Χ.

ΑΝΔΡΟΒΟΛΟΣ***      162/161 π. Χ.


ΛΑΜΠΡΙΑΣ  ΞΕΝΥΤΑΣ   40/30 π. Χ.

ΔΟΜΟΚΛΗΣ               139/122 π. Χ.


ΦΟΙΒΙΔΑΣ ΤΙΜΟ[ΚΛΕΟΥΣ]  40/30

ΕΠΙΜΑΧΟΣ                 139/122 π. Χ.



ΑΝΔΡΟΒΟΛΟΣ           200/199 π. Χ.



ΔΩΡΕΙΤΑΙ
             
ΟΝΟΜΑΤΑ  ΣΕ

ΕΠΙΤΥΜΒΙΕΣ  ΣΤΗΛΕΣ

ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΠΟΛΕΜΑΡΧΟΥ****

ΑΓΕΔΑΜΟΣ  ΦΥΓΕΥΣ   2ος αι. π. Χ.

ΤΡΟΧΑΣ ΕΥΦΟΛΟ               ;

                         ΄΄   336/334 π. Χ.

ΔΑΜΟΦΑΝΗΣ         3ος/ 2ος αι. π. Χ.

ΦΗΓΕΥΣ               2ο ήμισυ αι. π. Χ.


ΔΑΜΟΦΑΝΗΣ      2ο ήμισυ αι. π. Χ.

ΩΚΥΤΟΣ               3ο ήμισυ αι. π. Χ.


ΚΛΕΑΓΟΡΑΣ        2ο ήμισυ αι. π. Χ.

[….]ΔΡΟΜΟΣ  (Π)ΥΡΙΧΟΥ 3/2 αι. π


ΛΕΩΝ  ΚΛΕΑΓΟΡΑΣ2ο ήμισυ αι. π.

ΚΛΕΩΝ


ΞΕΝΥΤΑΣ             2ο ήμισυ αι. π. Χ.



Ιερογραμματέας, Αρχειοφύλακας = Απεσταλμένος στα αμφικτιονικά συνέδρια κατώτερος ιερέας που τηρούσε τα ιερά έγγραφα.
Ιερομνήμων και δωρικά ιερομνάμων = αυτός που φυλάει στη μνήμη του κάθε τι το ιερό. Ο ένας από τους δύο ιερομνήμονες των Δωριέων, που ήταν στην Αμφικτιονία ήταν πάντα από το Κυτίνιο. 
Το Κυτίνιο είχε ισοδύναμο ψήφο με τους άλλους αντιπροσώπους στις Αμφικτιονίες.
* Ο Αίνετος του Πολύτα, ο Λαμπρίας του Παγκλέους και ο Φυγεύς του Σωτίωνος,  ήταν οι πρέσβεις που πήγαν το 206/205 π. Χ. στο Λιτώον της Ξάνθου στη Λυκία της Μ. Ασίας για να ζητήσουν βοήθεια για την ανοικοδόμηση του τείχους του Κυτινίου.
** Ο Αγάθαργος Ευφανούς, ήλθε στο Κυτίνιο, ως πρέσβης από την Ιστιαία, πόλη της ΒΔ Ευβοίας.
*** Ο Ανδρόβολος, αναφέρεται ότι ήταν μάρτυρας σε οικονομική συναλλαγή μεταξύ Οιταίων και     Δρυμαιοτών (Δρυμαία).
**** Ο Τηλέμαχος του Πολεμάρχου, αναφέρεται σε κατάλογο δωρητών στο Τροφώνιο μαντείο (Λιβαδειά).
  
ΟΙ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΤΟΥ ΚΥΤΙΝΙΟΥ
(ΑΠΟ ΠΟΛΕΜΟΥΣ ΜΕ ΤΑ ΓΕΙΤΟΝΙΚΑ ΚΡΑΤΗ, ΑΠΟ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΣΕΙΣΜΟΥΣ)

   Το Κυτίνιο, και οι άλλες δωρικές πόλεις, κατά την επιδρομή των Περσών στην Ελλάδα το 480 π. Χ., δεν γνώρισαν καταστροφή όπως γνώρισαν οι πόλεις των Φωκέων, οι ευρισκόμενες στο διάβα του περσικού στρατού. «…Ταύτην ων την Δωρίδα γην ουκ εσίναντο εσβαλόντες οι βάρβαροι εμήδιζον τε γαρ και ουκ εδόκεε Θεσσαλοίσι…». Μετ. αυτή λοιπόν τη γη της Δωρίδας δεν την πείραξαν, όταν μπήκαν σ’ αυτή οι βάρβαροι, γιατί οι κάτοικοι ήταν με το μέρος των Μήδων, αλλά και δεν ήθελαν οι Θεσσαλοί. (Ηρόδοτος 8, 13.43).
   Οι Πέρσες, μετά την επικράτησή τους στις Θερμοπύλες, συνέχισαν την προέλασή  τους εισβάλοντας στη Φωκίδα από τη Φθιώτιδα μέσω της Δωρίδος και της ανατολικής Λοκρίδος. Καταστρέφοντας και καίοντας τα πάντα κατά τη διάβασή τους. Κατέστρεψαν και έκαψαν τις Φωκικές πόλεις Δρυμό (Δρύμαιον ή Δρυμαία), Χαράδρα (Μαριολάτα), Έρωχο1 κ.λπ.
   Οι λόγοι  της μη καταστροφής των δωρικών πόλεων από τις ορδές του Ξέρξη, ίσως, να ήταν, ότι: α) Οι Λύκιοι -Δωριείς της Μ. Ασίας-, συμμετείχαν με 50 πλοία στην εκστρατεία του κατά της Ελλάδος, με αρχηγό τον Κυβερνίσκο, γιο του Σίκα (Ηροδότου Ιστορίαι Ζ 98, ο. π.). β) Ότι οι Δωριείς ήταν σύμμαχοι των υποταχθέντων στον Ξέρξη Θεσσαλών. Και γ) Να οφείλεται στην έχθρα τους κατά των Φωκέων και στη προσδοκία της τιμωρίας των Φωκέων από τους Πέρσες.
    Στη συνέχεια όμως πολλές ήταν οι περιπέτειες, που επεφύλαξε η μοίρα στο Κυτίνιο.   Διάφοροι κατακτητές το καταλάμβαναν και το λεηλατούσαν πότε ο ένας και πότε ο άλλος,  αρχής γενομένης από τους γείτονες του Φωκιείς, που το κατέστρεψαν    το έτος 456 π. Χ., σύμφωνα με τη μαρτυρία του αρχαίου ιστορικού Θουκυδίδη. Οι Φωκιείς εισέβαλαν στη Δωρίδα, τη μητρόπολη των Λακεδαιμονίων και επιτέθηκαν εναντίον των Δωρικών πόλεων Βόιου, Κυτινίου και Ερινεού και κυρίευσαν μία απ’ αυτές και, αφού την λεηλάτησαν, την κατέστρεψαν. [Η λεηλατηθείσα και καταστραφείσα πόλη, από τους Φωκιείς, ήταν το Κυτένιο ή Κυτίνιο, που πάντα εποφθαλμιούσαν γιατί είχε μπει σφήνα στη δική τους επικράτεια]. Τότε οι Λακεδαιμόνιοι με αρχηγό τον Νικομήδη του Κλεομβρότου, ήλθαν και βοήθησαν τους Δωριείς εξαναγκάζοντας τους Φωκιείς με συνθήκη να δώσουν πίσω τη πόλη και να αποχωρήσουν.
   «ΦΩΚΕΩΝ ΣΤΡΑΤΕΥΣΑΝΤΩΝ ΕΣ ΔΩΡΙΑΣ ΤΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΝ ΒΟΙΟΝ ΚΑΙ ΚΥΤΙΝΙΟΝ ΚΑΙ ΕΡΙΝΕΟΝ ΚΑΙ ΕΛΩΝΤΩΝ ΕΝ ΤΩΝ ΠΟΛΙΣΜΑΤΩΝ ΤΟΥΤΩΝ ΟΙ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΟΙ ΝΙΚΟΜΗΔΟΥΣ ΤΟΥ ΚΛΕΟΜΒΡΟΤΟΥ ΥΠΕΡ ΠΛΕΙΣΤΟΑΝΑΚΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΥΣΑΝΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΝΕΟΥ ΟΝΤΟΣ ΕΤΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΒΟΗΘΗΣΑΝ ΤΟΙΣ ΔΩΡΕΥΣΙΝ ΕΑΥΤΩΝ ΤΕ ΠΕΝΤΑΚΟΣΙΟΙΣ ΚΑΙ ΧΙΛΙΟΙΣ ΟΠΛΙΤΑΙΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΞΥΜΜΑΧΩΝ ΜΥΡΙΟΙΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΦΩΚΕΑΣ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΓΚΑΣΑΝΤΕΣ ΑΠΟΔΟΥΝΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΝ ΑΠΕΧΩΡΟΥΝ ΠΑΛΙΝ» μετ. Επειδή τότε οι Φωκείς εξεστράτευσαν εις την Δωρίδα, την μητρόπολιν των Λακεδαιμονίων, εναντίον των κωμοπόλεων Βοιού και Κυτινίου και Ερινεού και κυρίευαν μία εξ αυτών, οι Λακεδαιμόνιοι έχοντες αρχηγόν τον Νικομήδη του Κλεομβρότου, επίτροπον του ανηλίκου ακόμη βασιλέως Πλειστοάνακτος υιού του Παυσανίου, βοήθησαν τους Δωριείς με χιλίους πεντακοσίους οπλίτας ιδικούς των και δέκα χιλιάδας συμμάχους, αφού δε εξανάγκασαν τους Φωκείς δια συνθήκης να αποδώσουν την πόλιν ετοιμάζονται ν’ αναχωρήσουν. (Θουκ. Α, 107.2).
   Το Κυτίνιο ύστερα από τη συνθήκη αυτή και με τη βοήθεια των Λακεδαιμονίων ξαναδημιουργήθηκε.
   Το καλοκαίρι του 426 π. Χ. οι Οιταίοι επετέθησαν εναντίον των Τραχινίων (Τραχίνα: αποικία των Λακεδαιμονίων προς Ν. των Θερμοπυλών παραλίας), του Κυτινίου και των άλλων δωρικών πόλεων, και προξένησαν μεγάλες φθορές. Τότε οι Τραχίνιοι έστειλαν τον Τισαμενό ως πρέσβη στους Λακεδαιμονίους. Μαζί δε με τους Τραχινίους έστειλε πρέσβη και το Κυτίνιο (σαν μεγαλύτερη πόλη των Δωριέων), για να ζητήσουν από κοινού βοήθεια.
   «…ΤΟΥΤΩΝ ΔΕ ΟΙ ΤΡΑΧΙΝΙΟΙ ΠΟΛΕΜΩ ΕΦΘΑΡΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΟΙΤΑΙΩΝ ΟΜΟΡΩΝ ΟΝΤΩΝ,…ΠΕΜΠΟΥΣΙΝ ΕΣ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΑ, ΕΛΟΜΕΝΟΙ ΠΡΕΣΒΕΥΤΗΝ ΤΙΣΑΜΕΝΟΝ. ΞΥΝΕΠΡΕΣΒΕΟΝΤΟ ΔΕ ΑΥΤΟΙΣ ΚΑΙ ΔΩΡΙΗΣ, Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΤΩΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ, ΤΩΝ ΑΥΤΩΝ ΔΕΟΜΕΝΟΙ ΥΠΟ ΓΑΡ ΤΩΝ ΟΙΤΑΙΩΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΕΦΘΕΙΡΟΝΤΟ…» μετ. Εκ τούτων οι Τραχίνιοι, επειδή έπαθαν φθορά από τον πόλεμο με τους γείτονές τους Οιταίους, (αυτοί κατοικούσαν στις πλαγιές της Οίτης), … έστειλαν ως εκλεγμένο πρεσβευτή τον Τισαμενό στη Λακεδαίμονα. Μαζί με τον πρέσβη των Τραχινίων εστάλη πρέσβης και από τη μητρόπολης των Λακεδαιμονίων Δωρίδα για να ζητήσει και αυτός τα ίδια, διότι και οι ίδιοι οι Δωριείς έπαθαν φθορά από τους Οιταίους. (Θουκ. Γ, 92).
   Το ίδιο καλοκαίρι του 426 π. Χ., ο στρατηγός των Αθηναίων Δημοσθένης βρισκόταν στη Στερεά Ελλάδα για να βοηθήσει τη σύμμαχο της Αθήνας Ναύπακτο, που είχε περιέλθει σε εχθροπραξίες με τους Αιτωλούς. Και αφού τακτοποίησε το ζήτημα της Ναυπάκτου. Επέστρεφε διά ξηράς για να κατέβει εναντίον των Βοιωτών. Στη πορεία του αφού πέρασε δια μέσου της χώρας των Οζόλων Λοκρών, έχοντας δεξιά του τον Παρνασσό, ήλθε στο Κυτίνιο, ως ότου θα πορευόταν προς τη χώρα των Φωκιέων και μαζί με αυτούς εναντίον των Βοιωτών.
   «ΑΝ ΚΑΤΑ ΓΗΝ ΕΛΘΕΙΝ ΕΠΙ ΒΟΙΩΤΟΥΣ ΔΙΑ ΛΟΚΡΩΝ ΤΩΝ ΟΖΟΛΩΝ ΕΣ ΚΥΤΙΝΙΟΝ ΤΟ ΔΩΡΙΚΟΝ  ΕΝ ΔΕΞΙΑ ΕΧΩΝ ΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟΝ ΕΩΣ ΚΑΤΑΒΑΙΗ ΕΣ ΦΩΚΕΑΣ…» μετ. …θα ηδύνατο να επέλθει δια ξηράς εναντίον των Βοιωτών, παρευόμενος δια της χώρας των Οζόλων Λοκρών εις το δωρικόν Κυτίνιον, έχων εις τα δεξιά του τον Παρνασσόν, έως ότου θα κατέβαινεν εις την χώρα των Φωκέων. (Θουκ. Γ, 95).
   Το Κυτίνιο όμως δεν ήταν σύμμαχος των Αθηναίων ούτε των Φωκιέων, ήταν των Λακεδαιμονίων εχθρών της Αθήνας και των Φωκέων. Επομένως ο Δημοσθένης δεν πήγε σαν φίλος στο Κυτίνιο, οπότε κάποια φθορά θα του προξένησε.    
   Προς το τέλος του ίδιου έτους οι Λακεδαιμόνιοι συμμάχησαν με τους Αιτωλούς εναντίον της Ναυπάκτου, που την είχαν οι Αθηναίοι, ο δε αρχηγός των Σπαρτιατών Ευρύλοχος έστειλε στο Κυτίνιο το Δωρικόν, όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης, τους ομήρους, που του είχαν δώσει οι συμπραττόμενες με αυτόν Λοκρικές πόλεις για ασφάλεια.
   «…ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΜΗΡΟΥΣ ΚΑΤΕΘΕΤΟ ΕΣ ΚΥΤΙΝΙΟΝ ΤΟ ΔΩΡΙΚΟΝ» (Θουκ. γ, 102).
   Δεν έφταναν μόνο οι από εχθροπραξίες καταστροφές που είχε με τους γείτονές του το Κυτίνιο. Αλλά του ήρθαν γεωλογικές.
   Το χειμώνα του 427 π. Χ., και το θέρος του 426 π. Χ., (το έκτο έτος του Πελοποννησιακού πολέμου) έγιναν φοβεροί καταστρεπτικοί σεισμοί με μεγάλες σεισμικές δονήσεις, που συντάραξαν την περιοχή, και που έγιναν αισθητές στην Αθήνα, στην Αιδηψό της Ευβοίας, στην Θήβα και προπάντων στον Βοιωτικό Ορχομενό.
   «ΕΓΕΝΟΝΤΟ ΔΕ ΚΑΙ ΠΟΛΛΟΙ ΤΟΤΕ ΣΕΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΕΝ ΤΕ ΑΘΗΝΑΙΣ ΚΑΙ ΕΥΒΟΙΑ ΚΑΙ ΕΝ ΒΟΙΩΤΟΙΣΙ ΚΑΙ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΝ ΟΡΧΟΜΕΝΩ ΤΩ ΒΟΙΩΤΙΚΟ…». (Θουκ. Γ, 87 – 89).
   Το 371 π. Χ.,  στη μάχη των Λεύκτρων2 οι Λακεδαιμόνιοι με τον βασιλιά Κλεόμβροτο, ηττήθηκαν  οριστικά και κατά κράτος από τους Θηβαίους του Επαμεινώνδα. Η ήττα αυτή των Λακεδαιμονίων σήμανε την κατάλυση της Σπαρτιατικής κυριαρχίας στην Ελλάδα και την ανάδειξη της Θήβας σε νέα ηγεμονική δύναμη στον ελλαδικό χώρο.
   Ο Ιάσων ο Φεραίος, στρατηγός των Θεσσαλών και σύμμαχος των Θηβαίων, επανερχόμενος στη Θεσσαλία κατέλαβε τις απροστάτευτες πλέον πόλεις της Δωρικής Τετράπολης και την αποικία των Λακεδαιμονίων Ηράκλεια και τις μοίρασε στους φίλους και συμμάχους του Οιταίους και Μαλιείς (Ξεν. Ελλ. IV, 4, 27. Διόδ. XV, 57). Την πόλη του Κυτινίου την έδωσε με συνθήκη στους Μαλιείς τη δε Ηράκλεια στους Οιταίους.
   To 353 π. Χ., οι Φωκείς με αρχηγό τον Ονόμαχο λεηλάτησαν τη Δωρίδα, άρα και το Κυτίνιο, [«…τας δ’ εν Δωριεύσι πόλεις παρθήσας την χώραν αυτών εδήωσαν…» μετ. …τις πόλεις της Δωρίδος κυρίευσαν και τη χώρα αυτών κατέστρεψαν…(Διόδωρος Σικελιώτης βιβλίο XVI 33. 83)], και επετέθησαν στη Βοιωτία καταλαμβάνοντας τον Ορχομενό. Τότε ήταν που στον ελλαδικό χώρο έκανε την εμφάνισή του το άστρο μιας μεγάλης δύναμης δωρικής καταγωγής των Μακεδόνων.

   Στις αρχές του 339 π. Χ., ξέσπασε ο Δ’ Ιερός Πόλεμος, όπου οι Αθηναίοι κήρυξαν και επίσημα τον πόλεμο εναντίον του Φιλίππου. Την άνοιξη του ίδιου χρόνου (ή κατ’ άλλους το φθινόπωρο του προηγούμενου) είχε συγκληθεί σύνοδος της Αμφικτυονίας των Δελφών, κατά την οποία ο Αισχίνης3, εκπροσωπώντας τους Αθηναίους, και για λόγους αντιπερισπασμού καθώς το συνέδριο φαινόταν να έχει εχθρικές διαθέσεις προς την Αθήνα, ανέσυρε από τη λήθη μια παλιά απόφαση της αμφικτιονίας σύμφωνα με την οποία το Κρισαίο ή Κιρραίο4 πεδίο ήταν ιερό και έπρεπε να μένει ακαλλιέργητο.
   Οι γειτονικοί με το πεδίο Αμφισσείς όμως είχαν με τον καιρό καταπατήσει την απόφαση αυτή και όχι μόνο είχαν διαμοιράσει το πεδίο σε καλλιεργούμενα αγροτεμάχια, αλλά είχαν κτίσει και αγροικίες. Οι κάτοικοι των Δελφών εξαγριώθηκαν και κατευθύνθηκαν στο Κρισαίο πεδίο καταστρέφοντας τις ανθρώπινες παρεμβάσεις, αλλά σταμάτησαν μπροστά στους Αμφισσείς που πήγαν ένοπλοι να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Η Αμφικτυονία όρισε νέα Πυλαία5 για να αποφασίσει για την τιμωρία των Αμφισσέων. Οι Αθηναίοι απείχαν από τη συνέλευση αυτή, και το ίδιο έκαναν και οι Θηβαίοι, των οποίων σύμμαχοι ήταν οι Αμφισσείς.
   Το Αμφικτυονικό συνέδριο συνήλθε τον Ιούνιο του 339 π. Χ. και κήρυξε τον πόλεμο στην Άμφισσα. Οι Αμφισσείς τότε κατόρθωσαν να αποφύγουν την κατά μέτωπο αντιπαράθεση, υποσχόμενοι να τιμωρήσουν τους ιερόσυλους. Τον επόμενο μήνα οι Θηβαίοι κατέλαβαν τη Νίκαια6, την οποία θεωρούσαν πόλη των προγόνων τους και την οποία ο Φίλιππος Β’ είχε εκχωρήσει στους Θεσσαλούς.
   Η ενέργεια αυτή των Θηβαίων έκανε τους Αμφισσείς να αναθαρρήσουν και να ανακαλέσουν τους εξόριστους ιερόσυλους πολίτες τους, θεωρώντας πως το Βοιωτικό Κοινό θα εμπόδιζε τους Θεσσαλούς και τις άλλες Αμφικτιονικές δυνάμεις από το να τους τιμωρήσουν. Ωστόσο η Αμφικτιονία αντέδρασε άμεσα και έθεσε επικεφαλής των στρατευμάτων της το Φίλιππο Β’. Αυτός είδε την περίσταση ως εξαιρετική ευκαιρία να ξεκαθαρίσει την κατάσταση με τους Αθηναίους και τους Θηβαίους.
 Ακολουθώντας ένα τέχνασμα παρέκαμψε τις Θερμοπύλες και μπήκε μέσα στη Φωκίδα ακολουθώντας μια διαδρομή από την Ηράκλεια Τραχινία7 στο Κυτίνιο της Δωρίδας και από εκεί στην Ελάτεια. Όταν έφτασε στην Ελάτεια, την περιτείχισε, συγχρόνως δε περιτείχισε και το Κυτίνιο το 339 π. Χ8., το οποίο ήλεγχε την οδό η οποία οδηγεί δια μέσου του Καλλιδρόμου από τις Θερμοπύλες στην Άμφισσα. 
   Αφού έκανε τις περιτειχίσεις των δύο αυτών πόλεων, ο Φίλιππος Β’,  εγκατέστησε το στράτευμά του και άρχισε να στέλνει πρεσβείες στις Φωκικές πόλεις, αποσκοπώντας να τις πάρει με το μέρος του, προσφερόμενος μάλιστα να πληρώσει ο ίδιος το πρόστιμο που τους είχε επιβάλει η αμφικτιονία. Αφού προσεταιρίστηκε τους Φωκιείς, ο Φίλιππος προσπάθησε να κάνει το ίδιο και με τους Θηβαίους.
   Οι απεσταλμένοι του όμως έφτασαν στη Θήβα ταυτόχρονα με την πρεσβεία των Αθηναίων, της οποίας ηγείτο ο ίδιος ο Δημοσθένης. Ο αθηναίος ρήτορας αποφάσισε να πλειοδοτήσει έναντι των Μακεδόνων και πρότεινε στους Θηβαίους να έχουν την αρχιστρατηγία στον πόλεμο, ενώ η Αθήνα θα κατέβαλλε τα δύο τρίτα των πολεμικών δαπανών και θα έδινε οριστικά στους Βοιωτούς τον Ωρωπό9, ενώ δεν θα είχε πλέον αξιώσεις να ξανακτιστούν οι Πλαταιές10 και οι Θεσπιές11 που είχαν κατεδαφιστεί από τους Θηβαίους.

   Ο Χειμερινός Πόλεμος


   Τα πνεύματα ήταν τόσο οξυμένα, ώστε η εκτόνωση μπορούσε να γίνει μόνο με άμεση ένοπλη σύγκρουση, παρά το γεγονός ότι το φθινόπωρο ήταν προχωρημένο.
   Στη Βοιωτία και την Αθήνα επιστρατεύθηκαν όλοι οι αξιόμαχοι πολίτες από 20 ως 50 ετών. Η συνολική δύναμη οπλιτών θα πρέπει να ήταν περί τις 20.000 και των ιππέων περί τους 1.500. Οι Αθηναίοι διέθεταν επιπλέον και περί τους 10.000 μισθοφόρους.       
   Ένα τμήμα του στρατού αυτού κατέλαβε τους Παραποταμίους12, ένα στενό πέρασμα κοντά στην Ελάτεια. Ένα δεύτερο τμήμα πήγε στην περιοχή της σημερινής Γραβιάς, ανάμεσα στο Κυτίνιον και την Άμφισσα13. Ο χειμώνας και η άνοιξη πέρασαν με αψιμαχίες μεταξύ των δύο παρατάξεων. Αυτό ίσως να οφείλεται στο ότι ο Φίλιππος, του οποίου ο στρατός δεν είχε συνέλθει ακόμη από τη σκυθική εκστρατεία, δεν ήταν σε θέση να διεξαγάγει νικηφόρο πόλεμο.
   Τον Ιούνιο όμως ο Φίλιππος Β’ ήταν πια έτοιμος να επιτεθεί. Πρώτο μέλημά του ήταν η κατάληψη της Άμφισσας. Για να μπορέσει να περάσει από τη περιοχή της Γραβιάς, την οποία είχαν καταλάβει οι Αθηναίοι και οι Θηβαίοι, χωρίς να σπαταλήσει δυνάμεις σκαρφίστηκε ένα τέχνασμα: έστειλε πλαστή επιστολή στον Αντίπατρο14
λέγοντας ότι εγκαταλείπει την εκστρατεία στην Στερεά Ελλάδα για να στραφεί προς τη Θράκη όπου γίνονταν αναταραχές. Ο αγγελιαφόρος είχε σαφείς οδηγίες να αφήσει να συλληφθεί από τους αντιπάλους. Οι επικεφαλής των μισθοφορικών στρατευμάτων, Χάρης και Πρόξενος, εξαπατήθηκαν και απέσυραν τα στρατεύματά τους. Τότε ο Φίλιππος, τους μεν στρατηγούς οι οποίοι επέστρεφαν στη Θήβα και Αθήνα τελείως αμέριμνοι και χωρίς μέτρα προφυλάξεως, κατανίκησε. ‘Έπειτα, προέλασε ταχύτατα, μπήκε στη Φωκίδα, κατέλαβε την Άμφισσα άφησε σ’ αυτή μακεδονική φρουρά και κατευθύνθηκε στη Ναύπακτο, την οποία επίσης κατέλαβε για λογαριασμό των συμμάχων του, Αιτωλών. Από τη Ναύπακτο ο Φίλιππος εστράφη ακάθεκτος προς τη Βοιωτία και την 21η Ιουλίου / 3η Αυγούστου του 338 π. Χ. στη Χαιρώνεια, ξεκαθάρισε πλέον την κατάσταση με τους Αθηναίους και τους Θηβαίους, νικώντας αυτούς.
   Έτσι λοιπόν ο Φίλιππος προσποιούμενος ευσέβεια προς τον θεό των Δελφών Απόλλωνα, με τις δολοπλοκίες του, και τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις κατέλυσε την ελευθερία της παλαιάς Ελλάδος, όπως αναφέρει ο Ιουστίνος15.
   Ευνόησε όμως τη περιοχή του Κυτινίου, όπου αυτή μεγαλύνθηκε, καθώς αναφέρουν οι αρχαίοι ρήτορες   Αισχίνης 3 (κατά Κτησιφώντος 128 – 129), Δημοσθένης 18 (περί Στεφάνου 151- 152) και Φιλόχορος FGrH 328 F56d].
   Το 226 π. Χ., μεγάλος σεισμός της τάξεως των 6.4 βαθμών της κλίμακος Ρίχτερ, κατέστρεψε εκτός των οικημάτων και μέρος από το τείχος του Κυτινίου, προκάλεσε δε, ο σεισμός αυτός, και μεγάλες ζημίες στη Φωκίδα, Λοκρίδα και Βοιωτία. Το επίκεντρο του σεισμού ήταν στη Τιθώρα (Άνω Τιθωρέα) όπου την ισοπέδωσε και προκάλεσε ρήγμα (Β. Παπαζάχος. Σεισμοί της Ελλάδος 2003).
      Το 221 π. Χ., ο Αντίγονος ο Δώσων16, ο οποίος μετά την ήττα των Σπαρτιατών, στην Σελλασία της Λακωνίας, επιστρέφων στην Μακεδονία εισέβαλε στη Δωρίδα - που ήταν, τότε, τον 3ο αιώνα π. Χ., σύμμαχος της Αιτωλικής Συμπολιτείας και αντίπαλος των Μακεδόνων - και επέφερε μεγάλη φθορά στα τείχη και πυρπόλησε τα σπίτια όλων των δωρικών πόλεων, άρα και του Κυτινίου, που το βρήκε χωρίς υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη.    Γιατί μία φήμη που είχε διαδοθεί εσκεμμένα – ότι οι Γαλάτες, που είχαν εισβάλει στους Δελφούς το 279/8 π. Χ. και εσύλησαν το Δελφικό μαντείο, βάδιζαν πάλι προς τα εκεί -  έκανε  τους νεώτερους άνδρες του να πάνε να προσφέρουν βοήθεια στο Ναό του  μεγάλου θεού των Δωριέων Απόλλωνα17 στους Δελφούς.
   Αριστερά σε νόμισμα ο Αντίγονος Γ' Δώσων

   Αργότερα, κατά τον Συμμαχικό Πόλεμο (220 – 217 π. Χ.) ανάμεσα στο βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο τον Ε’ και στους Αιτωλούς και Αθαμάνες, στους οποίους είχαν στο μεταξύ περιέλθει οι Δωρικές πόλεις, το Κυτίνιο πάλι υπέστη καταστροφή και σιγά – σιγά άρχισε να παρακμάζει.  
   [Οι Κυτίνιοι, μετά από τις πολεμικές καταστροφές και το καταστρεπτικό σεισμό, αρκετά χρόνια αργότερα, θέλοντας ανασυνταχθούν και να ανοικοδομήσουν το κατεστραμμένο τείχος τους, ζήτησαν βοήθεια και από τους άλλους Δωριείς, τους εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου.
   Μια τέτοια ενέργεια, με καταγεγραμμένες τις χρονολογίες, τη ζητηθείσα βοήθεια, τα αίτια της καταστροφής του τείχους, καθώς και τους απεσταλμένους αντιπροσώπους του Κυτινίου, μας το επιβεβαιώνει μία ενεπίγραφη στήλη που βρέθηκε στις ανασκαφές, που διεξήγαγε η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, το έτος 1965, στο Λιτώο της πόλης Ξάνθο (νυν Γκιουνέκ) της Λυκίας στη Μ. Ασία και που το περιεχόμενό της έχει δημοσιευθεί από τον Γάλλο Αρχαιολόγο Ζαν Μπουσκέ (J. Bousquet) στο βιβλίο της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Bulletin de Correspondence Hellenique, με τον τίτλο “La stèle des Kyténiens au Létôon de XanthosREG tome CI 101 (1988/1) σελ. 12 – 53.
Δεξιά: Στο χάρτη η περιοχή της αρχαίας Λυκίας και η πόλης Ξάνθος

   Πιο  κάτω, για το πληρέστερο της εργασίας μας,  παραθέτουμε την ευρεθείσα στήλη με το εγχαραγμένο σ’ αυτή κείμενο]. 

   Το 178 π. Χ., στη Δελφική Αμφικτιονία, συναντάμε το Κυτίνιο, κατά τον Αισχύνη, να έχει ισοδύναμη ψήφο ως μητρόπολη των Δωριέων.
   Ο γεωγράφος της αρχαιότητος Στράβωνας (67 π. Χ. – 23 μ. Χ.) αναφέρει χωρίς να έχει επισκεφθεί την περιοχή ότι: «ΤΕΩΣ ΜΕΝ ΟΥΝ ΗΣΑΝ ΕΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙ ΑΙ ΠΟΛΕΙΣ, ΚΑΙΠΕΡ ΟΥΣΑΙ ΜΙΚΡΑΙ ΚΑΙ ΛΥΠΡΟΧΩΡΟΙ, ΕΠΕΙΤ’ ΩΛΙΓΩΡΗΘΗΣΑΝ. ΕΝ ΔΕ ΤΩ ΦΩΚΙΚΩ ΠΟΛΕΜΩ ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΚΕΔΝΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΑΙΤΩΛΩΝ ΚΑΙ ΑΘΑΜΑΝΩΝ ΘΑΥΜΑΣΤΟΝ ΕΙ ΚΑΙ ΙΧΝΟΣ ΑΥΤΩΝ ΕΙΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ ΗΛΘΕ».  [Μετ. οι πόλεις της Δωρίδος παλιά είχαν γενική εκτίμηση, αν και ήταν μικρές και βρίσκονταν σε φτωχή χώρα. Μετά υπέφεραν στο φωκικό πόλεμο, στην κυριαρχία των Μακεδόνων, των Αιτωλών και των Αθαμάνων. Είναι θαύμα που διασώθηκε κάποιο ίχνος στα χρόνια των Ρωμαίων (Στράβων Θ, ΙV, II.)].
   Στο θαύμα της διάσωσης αναφέρεται ότι το 27 π. Χ. οι Ρωμαίοι συμπεριέλαβαν μαζί με τους λαούς του ευρύτερου τότε ελληνικού χώρου και τους Δωριείς στη συγκλητική επαρχία της Μακεδονίας, στην οποία ανήκαν: «ΑΧΑΪΑ ΜΕΧΡΙ ΘΕΤΤΑΛΙΑ ΚΑΙ ΑΙΤΩΛΩΝ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΙΝΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΩΝ ΕΘΝΩΝ, ΟΣΑ Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΣΤΟ». [Μετ. Από την Αχαΐα μέχρι τη Θεσσαλία και τους Αιτωλούς και Ακαρνάνες και μερικών Ηπειρωτικών λαών δηλαδή όσα κράτη όριζε η Μακεδονία]. 
   Η ‘’παλίρροια’’ όμως της μετακινήσεως των λαών στον ελλαδικό χώρο, από τη πίεση των Ρωμαίων, σάρωσε και την τετράπολη και προφανώς οι κάτοικοί της αποσύρθηκαν στα ορεινότερα ή μετοίκησαν σε  άλλα μέρη.
   Ο περιηγητής και συγγραφέας του 2ου αιώνα μ. Χ. Παυσανίας, το έτος 171 μ. Χ., που περιηγήθηκε την περιοχή, θεώρησε καλό να μην πάει προς τις πόλεις της Δωρίδας, γιατί δε θα είχαν τίποτε το αξιόλογο να καταγράψει, ενώ επισκέφτηκε τη Δρυμαία και τη Χαράδρα (περιοχή της Μαριολάτας. Η Μαριολάτα βρίσκεται σε υψόμετρο 380 μ. στους πρόποδες του Παρνασσού και ανάμεσα Γραβιά  και Λιλαία. Στην περιοχή αυτή βρισκόταν, κατ’ εκτίμηση, το Βοίον ή Βοιόν  μία από τις πόλεις της Δωρικής Τετράπολης).
   Το 395 – 397 μ. Χ., οι Βησιγότθοι του Αλάριχου φέρνουν μεγάλη συμφορά στην Ελλάδα, καταστρέφουν πόλεις και πολίσματα [(αρχ. πόλισμα < πολίζω (=ιδρύω πόλη < πόλις) (το) ουσ. μικρή πόλη, πολίχνη] και αφανίζουν μνημεία του αρχαίου πολιτισμού: «Μ’ αυτόν τον φρικαλέο τρόπο αφανίστηκε το αρχαίο μεγαλείο. Έτσι χάθηκε το άνθος της χώρας των Ελλήνων» γράφει ο Γερμανός καθηγητής G. Hertzberg.
      Ο εκχριστιανισμός του τόπου γίνεται με πολύ βραδύ ρυθμό παρ’ όλα τα διατάγματα για κατάργηση της παλιάς θρησκείας του δωδεκάθεου, από το Θεοδόσιου (347 – 395 μ. Χ.) και τον Ιουστινιανό (482 – 565 μ. Χ.).
   Τα έτη 886 – 912 μ. Χ. ιδρύονται στην περιοχή μας οι επισκοπές  Δρυμίας (Δρυμαίας), Θερμοπυλών, Σκάρφειας, Ελάτειας, Χαιρώνειας, Δαύλιας, Άμφισσας, Λιβαδειάς, Δελφών και, για μερικούς, και της Τιθώρας (Τιθωραίας) (Γ. Κονιδάρης, αι μητροπόλεις κλπ. σελ. 102), οι οποίες υπάγονταν διοικητικά στην αρχιεπισκοπή Αθηνών, η οποία τότε περιελάμβανε συνολικά τριάντα οκτώ επισκοπές. Ακόμη ιδρύεται η επισκοπή Βάργιανης. Οι επισκοπές αυτές, ίδρυσαν στις περιοχές της Βοιωτίας, της Φωκίδας και της Φθιώτιδας, όπου δηλαδή υπήρχαν αρχαίοι ναοί ή ιερά, πλήθος από  ναούς και ναΐσκους1. Ενδεικτικά μόνο στη περιοχή του Κυτινίου υπάρχουν δέκα πέντε (15) τοπωνύμια με ονόματα Αγίων. Ο Πουκεβίλλ, σε  μία ύποπτη διαστρέβλωση με λόγια γριφώδη και αλληγορικά για τη περιοχή, αναφέρει στη σελίδα 122 του βιβλίου του Ταξίδι στην Ελλάδα ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ ΑΤΤΙΚΗ – ΚΟΡΙΝΘΟΣ (έκδοση Αφών Τολίδη Αθήνα, 1995) το εξής: «…Τα πολλά ξωκλήσια που συναντά κανείς σε κάθε του βήμα και ο κληρονομικός χαρακτήρας που διακρίνει τους κατοίκους, έχουν σαν αποτέλεσμα να τους βρίσκουμε ύστερα από τρεις χιλιάδες χρόνια εγκατεστημένους δίπλα σε δωρικούς τάφους και θρησκευόμενους μέχρι το σημείο να γίνονται δεισιδαίμονες, έχοντας καθαγιάσει τη γη των ειδώλων με το κτίσιμο πλήθους εκκλησιών και περνώντας τη ζωή τους χωρίς να κάνουν τίποτες ως την περίοδο της γιορτής της Ίσιδας, γιορτή που μεταφέρθηκε από την Τιθορέα στη Νεβρόπολη». Τι εννοούσε ο Πουκεβίλλ με τη φράση … ως την περίοδο της γιορτής της Ίσιδας, γιορτή που μεταφέρθηκε από την Τιθορέα στη Νεβρόπολη  μόνον αυτός το γνώριζε.
 Στο ‘’Συνέκδημο’’ του Ιεροκλέους τον 6ο αιώνα (535 μ. Χ.), από τη Δωρική Τετράπολη αναφέρεται μόνον το Βοίον ως Βόε και νέοι οικισμοί αρχίζουν να αναφέρονται με νέα ονόματα σλάβικα ή φράγκικα.


1 Ο Έρωχος ήταν αρχαία Φωκική πόλη, χτισμένη στις όχθες του Κηφισού, κοντά στο σημερινό χωρίο Πολύδροσος. Ο Έρωχος ήταν μία από τις Φωκικές πόλεις που κατέστρεψε ο στρατός του Ξέρξη κατεβαίνοντας προς την Αττική. «Πορευόμενοι γαρ ταύτ παρ τον Κηφισόν ποταμόν εδηίουν πάντα, και κατά μεν έκαυσαν Δρυμόν πόλιν κατά δε Χαράδραν και Έρωχον και Τεθρώνιον και Αμφίκαιαν και Νέωνα (Άνω Τιθορέα) και Πεδιέας (Κάτω Τιθορέα) και Τριτέας (εικάζεται ότι βρισκόταν μετά την Αμφίκλεια και πριν την Τιθορέα) και Ελάτειαν και Υάμπολιν (κοντά στον Έξαρχο) και Παραποταμίους και Άβας (κοντά στον Έξαρχο), ένθα ην ιρν Απόλλωνος πλούσιον, θησαυροίσι τε και αναθήμασι πολλοίσι κατεσκευασμένον». Ιστορίαι Ηροδότου. Βιβλίο Η’.
   Η πόλη φαίνεται να εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους της τελείως μετά τον Γ' ιερό πόλεμο, που έγινε το 346 π. Χ., οπότε και καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β΄ της Μακεδονίας.
2 ΛΕΥΚΤΡΑ: Η Μάχη των Λεύκτρων ήταν μια από τις πλέον περισπούδαστες μάχες της αρχαιότητας, από πλευράς στρατιωτικής τακτικής.
Η περίφημη αυτή μάχη, μεταξύ Σπαρτιατών και Θηβαίων, που συγκροτήθηκε το 371 π. Χ. στα Λεύκτρα της Βοιωτίας, στην οποία και νικήθηκαν οι μέχρι τότε θεωρούμενοι αήττητοι Σπαρτιάτες, έδωσε αφενός μεν τέλος στην Πελοποννησιακή Συμμαχία αφετέρου χάρισε την ηγεμονική θέση των Θηβαίων στον τότε ελλαδικό χώρο.
3 ΑΙΣΧΙΝΗΣ: ήταν αρχαίος ρήτορας, που συγκαταλέγεται στον κανόνα των δέκα κορυφαίων αττικών ρητόρων(Αθήνα 390 π. Χ.- Ρόδος 314 π. Χ)
4 ΚΡΙΣΑΙΟ: Στην αρχαιότητα ονομαζόταν Κρισαίο πεδίο ο σημερινός κάμπος της Άμφισσας και Κρισαίος κόλπος ο κόλπος της Ιτέας: Η Κρίσα (και Κρίσσα) ήταν αρχαία Φωκική πόλη, χτισμένη στους δυτικούς πρόποδες του Παρνασσού κοντά στο σημερινό χωριό Χρισσό. Βρισκόταν λίγο νοτιότερα των Δελφών.
5 ΠΥΛΑΙΑ: Οι δε συνάξεις των αμφικτυόνων και στους Δελφούς και στις Θερμοπύλες, ονομάζονταν "Πυλαίαις" ("Πυλαία εαρινή" και "Πυλαία φθινοπωρινή" αντίστοιχα) από το Πύλες (Θερμοπύλες).
   Η Δελφική Αμφικτυονία αποτέλεσε την πιο σημαντική αμφικτυονία της αρχαίας Ελλάδας. Σε αυτή αντιπροσωπευόταν σχεδόν όλα τα ελληνικά φύλα και η πολιτική δύναμη που απέκτησε ήταν τεράστια.
   Συχνά προσομοιάζεται με την Κοινωνία των Εθνών και τον ΟΗΕ. Στο Αμφικτυονικό Συνέδριο συμμετείχαν δώδεκα ελληνικές φυλές. Αυτές ήταν οι Θεσσαλοί, οι Βοιωτοί (με κυρίαρχη την Θήβα), οι Δωριείς (με κυρίαρχη την Σπάρτη), οι Ίωνες (με κυρίαρχη την Αθήνα), οι Περραιβοί, οι Μάγνητες, οι Λοκροί, οι Οιταίοι, οι Αχαιοί, οι Φωκείς, οι Δόλοπες και οι Μαλιείς. Αυτοί αποτελούσαν και τα μόνιμα μέλη του Συνεδρίου. Κάθε μια από αυτές τις δώδεκα φυλές είχε δύο ψήφους.
Στο Συνέδριο εκπροσωπούνταν ακόμα οι Αιτωλείς, οι Ακαρνάνες, οι Αρκάδες, οι Ηλείοι, οι Τριφύλιοι και η μικρή φυλή των Δρυόπων, χωρίς όμως δικαίωμα ψήφου. Κάθε φυλή έστελνε 2 αντιπροσώπους σε κάθε συνέδριο. Από αυτούς, ο ένας ονομαζόταν “Πυλαγώρας” και κύριος ρόλος τους ήταν η συζήτηση των προς ψήφιση αιτημάτων και η αντιπροσώπευση της πόλης του και ο άλλος ονομαζόταν “Ιερομνήμονας” και ήταν αυτός που ψήφιζε. Για τους μεν Λοκρούς μία ψήφος άνηκε στους Οζολούς και μία στους Οπούντιους.
   Μετά τον τρίτο Ιερό πόλεμο και την ήττα των Φωκέων, οι Μακεδόνες απόκτησαν τις ψήφους τους. Επίσης εκλεγόταν ένας γραμματέας και υπήρχε και ο θεσμός της αμφικτυονικής εκκλησίας που αποτελούταν από τους ιερομνήμονες, τους πυλαγόρες όσους βρίσκονταν στο ιερό την εποχή που λάμβανε χώρα η συνάντηση, με σκοπό την έκδοση των ψηφισμάτων και ουσιαστικά δεν είχε κάποια δύναμη. Απο τον 4ο αιώνα το Συμβούλιο στεγαζόταν σε ειδικό κτήριο με το όνομα Πυλέα. Το Συνέδριο λάμβανε χώρα δύο φορές το χρόνο. Την άνοιξη στους Δελφούς, στο ιερό του Απόλλωνα. Το φθινόπωρο στην μαλιακή πόλη Ανθήλη, κοντά στις Θερμοπύλες στο ιερό της Δήμητρας.
6 ΝΙΚΑΙΑ: Αρχαία παραθαλάσσια πόλη των Επικνημιδίων Λοκρών πλησίον των στενών των Θερμοπυλών, σημαντική καθ’ ό,τι ο κατέχων αυτή κυριαρχούσε επί των στενών. Βρισκόταν στις εκβολές του Σπερχειού
7 ΗΡΑΚΛΕΙΑ ΤΡΑΧΙΝΙΑ: Η Ηράκλεια Τραχίνα είναι πόλη που ίδρυσαν οι Σπαρτιάτες στην περιοχή της αρχαίας Μαλίδας. Η πόλη ιδρύθηκε το 426 π. Χ., κατά την διάρκεια του Πελοποννησιακού και ο σκοπός της ίδρυσής της ήταν η υπεράσπιση των Μαλιέων απέναντι στους Οιταίους με τους οποίους οι Μαλιείς βρίσκονταν σε πόλεμο.
8 Η μαρτυρία αυτή για τη περιτείχιση της πόλεως του Κυτινίου, μας οδηγεί σ’ ένα συμπέρασμα ότι, το τείχος που βρίσκεται στο λόφο του Προφήτη Ηλία, ΒΔ του σημερινού χωριού (Παλαιοχώριον Δωριέων) κτίστηκε από τον Μακεδόνα  βασιλιά Φίλιππο τον Β’ το έτος 339 π. Χ. (Κ. Ποταμιάνου, ΟΙ ΙΕΡΟΙ ΔΕΛΦΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ, σελ. 133. Εκδ. Ελεύθερη Σκέψις. Αθήνα 2001). Και δεν έχει καμία σχέση με τα μέχρι σήμερα λεγόμενα και γραφόμενα περί κυκλώπειων τειχών κλπ.
9 ΩΡΟΠΟΣ: Ο Ωρωπός είναι οικισμός της Βορειοανατολικής Αττικής, στις ακτές του ευβοϊκού κόλπου. Ο Ωρωπός στην αρχαιότητα αποτελούσε το εύρωστο αγροτικό κέντρο "Γραία" της πόλης της Τανάγρας στη Βοιωτία και αρχικά ανήκε στην Πανδιονίδα φυλή.
10 ΠΛΑΤΑΙΕΣ: Οι Πλαταιές (αρχ. Πλαταιαί) ήταν σπουδαία ιστορική πόλη της Βοιωτίας. Ο Όμηρος και ο Ηρόδοτος την μνημονεύουν με το όνομα Πλάταια, ο Θουκυδίδης, Στράβων και Παυσανίας με το όνομα Πλαταιαί. Στα 479 π. Χ. έγινε στις Πλαταιές η μεγάλη, ένδοξη για τους Έλληνες μάχη, που στάθηκε η τελευταία των μηδικών πολέμων στην αρχαία Ελλάδα.
11 ΘΕΣΠΙΕΣ: Οι Θεσπιές ήταν αρχαία πόλη της Βοιωτίας, μια από τις σημαντικότερες της αρχαίας Ελλάδας. Κατείχε σημαντική θέση στο κοινό των Βοιωτών και για μεγάλη περίοδο εξέλεγε δύο Βοιωτάρχες όπως και η Θήβα. Πήραν το όνομά τους από το βασιλιά των Θεσπιών Θέσπιο, γιο του Ερεχθέα και επώνυμου ήρωα των Θεσπιών. Στην μάχη των Θερμοπυλών πολέμησαν δίπλα στους τριακόσιους Σπαρτιάτες και επτακόσιοι Θεσπιείς, υπό την ηγεσία του Δημοφίλου του Διαδρόμου. Εκεί αναφέρεται ότι οι Θεσπιείς, αν και τους επετράπη να φύγουν αποφάσισαν να μην αφήσουν τους Σπαρτιάτες, αν και θα μπορούσαν να υποχωρήσουν στην πόλη τους (αφού αυτή θα βρισκόταν στο έλεος των Περσών σε περίπτωση ήττας τους στις Θερμοπύλες) προτίμησαν να παραμείνουν στις Θερμοπύλες Από τις Θεσπιές καταγόταν η εταίρα Φρύνη
12 ΠΑΡΑΠΟΤΑΜΙΟΙ: Παραποτάμιοι. Αρχαία πόλη της Φωκίδας. Ήταν χτισμένη σε έναν απόκρημνο λόφο, κοντά στον ποταμό Κηφισό και σε μικρή απόσταση από τις πόλεις Χαιρώνεια και Ελάτεια. Πυρπολήθηκε για πρώτη φορά από τον Ξέρξη. Στη συνέχεια ανοικοδομήθηκε, αλλά μετά το τέλος του Β’ Φωκικού πολέμου καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β’, όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα Φωκικά. Η πόλη κατεδαφίσθηκε για δεύτερη φορά στο τέλος του Γ' ιερού πολέμου από τον Φίλιππο Β' οπότε οι κάτοικοί της την εγκατέλειψαν και σκορπίστηκαν. Ο Πλούταρχος στο Βίο του Σύλλα αναφέρει ότι ο τόπος και τα οχυρά του είχαν μείνει ερημωμένα . Ο Ολυμπιονίκης της Πυγμής, Αιχμαίας κατάγονταν από τους Παραποτάμιους.
13 Οπότε, το Κυτίνιο, κατείχε τη περιοχή που έχει σήμερα το χωριό Παλαιοχώρι Δωριέων και όχι, όπως θέλουν κάποιοι, αβασάνιστα, ότι βρισκόταν στην ίδια περιοχή με τη σημερινή Γραβιά.
14ΑΝΤΙΠΑΤΡΟΣ: Ο Αντίπατρος (397 π. Χ. - 319 π. Χ.) ήταν Μακεδόνας στρατηγός και υποστηρικτής των βασιλέων Φιλίππου Β' και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
14 ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ: Ο Ιουστίνος ο Μάρτυρας, γνωστός και ως Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και Ιουστίνος Καισαρείας (πιθ. 100 - περ. 165 μ. Χ.) ήταν χριστιανός φιλόσοφος και απολογητής, ο οποίος μεταστράφηκε από τον παγανισμό. Τα έργα του αντιπροσωπεύουν τις αρχαιότερες σωζόμενες Χριστιανικές απολογίες αξιόλογου μεγέθους. Για την επικράτηση των Μακεδόνων αναφέρει: «Hic dies universae Graeciae* et gloriam dominationiw et vetus tissinam libertatem finivit» Μτφρ. Αυτή η ημέρα –δηλαδή η μάχη εκείνης της ημέρας- κατέλυσε το κύρος της εξουσίας και την δύναμη της αρχαιοτάτης ελευθερίας ολοκλήρου της Ελλάδος. *Σημ. με τη φράση «ολοκλήρου της Ελλάδος» εννοείται η παλαιά Ελλάδα, δηλαδή η Πελοπόννησος, η Στερεά Ελλάδα και οι περί αυτές νήσοι. Ο όρος βεβαίως δεν έχει καμία διάκριση πλην εκείνης της γεωγραφικής, καθ’ ότι στο τμήμα αυτό του Ελληνισμού επικεντρούτο μέχρι τότε η πολιτική και πνευματική δραστηριότης των Ελλήνων. Εξ άλλου, ο όρος χρησιμοποιείτο και εμφαντικώς, εφ’ όσον στην μεν Στερεά ευρίσκοντο οι Δελφοί, στην δε Πελοπόννησο η Ολυμπία, που ήταν αμφότερα τα δύο μεγάλα θρησκευτικά και εθνικά κέντρα του απανταχού Ελληνισμού, του εκτεινομένου από τις ακτές του Ατλαντικού έως τα βάθη της Ασίας και από τις όχθες του Δουνάβεως και του Ευξείνου ως τις αφρικανικές ερήμους.
16 ΑΝΤΙΓΟΝΟΣ ΔΩΣΩΝ: Ο Αντίγονος Γ' Δώσων (περ. 263 – 221 π. Χ.) βασίλεψε στη Μακεδονία κατά την περίοδο 229 π. Χ. – 221 π. Χ., όταν η Μακεδονία αντιμετώπιζε εισβολές των Δαρδάνων καθώς και εξέγερση των Θεσσαλών, τους οποίους υποστήριζαν οι Αιτωλοί και είχε χάσει την επιρροή της στη νότια Ελλάδα
17 Ο Απόλλωνα Λόγω της συνάφειας αυτής με τους Δωριείς, είχε λάβει τη προσωνυμία ΔΩΡΕΙΟΣ.





1 σχόλιο:

  1. ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΑΠΟΡΙΑ ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ΠΕΡΙΟΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΥΤΙΝΙΟΥ-ΠΛΗΝ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΤΩΝ:

    ΜΕ ΤΟΣΑ ΑΝΤΡΑΝΤΑΧΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ, ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΧΩΡΙΟΥ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΟΥΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΟ ΠΑΤΡΟΓΟΝΙΚΟ ΕΝΔΟΞΟ ΚΥΤΙΝΙΟ.

    ΓΙΑΤΙ ΣΕΡΝΟΝΤΑΙ ΚΟΛΛΗΜΕΝΟΙ ΣΕ ΕΝΑ ΚΑΘΟΛΟΥ ΕΥΗΧΟ ΟΝΟΜΑ, ΔΙΕΡΩΤΟΜΕΘΑ ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΑΦΕΛΕΙΣ ΠΕΡΙΟΙΚΟΙ???

    ΑπάντησηΔιαγραφή