"....Στολίστηκαν
οι ξένοι τραπεζίτες,/ ξυρίστηκαν οι Έλληνες μεσίτες./ Εφτά ο τόκος πέντε το
φτιασίδι,/σαράντα με το λάδι και το ξύδι /κι αυτός που πίστευε και καρτερούσε,
/βουβός φαρμακωμένος στέκει και θωρεί /τη λευτεριά που βγαίνει στο σφυρί."
Πέρασαν 43
χρόνια από τη
θρυλική αλλά πάντα επίκαιρη παράσταση των Ιάκωβου Καμπανέλη, Σταύρου Ξαρχάκου, Νίκου
Ξυλούρη, Τζένης Καρέζη , Κώστα
Καζάκου κ.α, που παίχτηκε
μεσούσης της δικτατορίας και κάνει ανασκόπηση στην ιστορία
της Ελλάδας και
του Ελληνισμού. Σας παρουσιάζουμε λίγα λόγια
για την παράσταση ,
2 σπάνια βίντεο από αυτήν και 4
τραγούδια που αναφέρονται σε ξεχωριστές ιστορικές περιόδους , όλα οπτικοποιημένα. Δείτε και ακούστε........
Θεατρικό
έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη, που έγραψε ιστορία, όταν ανέβηκε μεσούσης της
δικτατορίας από τον θίασο Καρέζη – Καζάκου. Τη μουσική και τα τραγούδια της
παράστασης έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος.
Το
έργο διατρέχει, με σατυρικό, αλλά και δραματικό τρόπο, τη νεότερη ελληνική
ιστορία από την Τουρκοκρατία και τα χρόνια του Όθωνα έως τη Μικρασιατική
Καταστροφή και τη γερμανική Κατοχή.
Οι συντελεστές της παράστασης
Η
ιδέα για το ανέβασμα του έργου ανήκε στο θιασαρχικό ζεύγος, που για πρώτη φορά
την άνοιξη του 1972 σκέφτηκαν ν’ ανεβάσουν ένα έργο, που σύμφωνα με την Τζένη
Καρέζη έπρεπε «να είναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνει μέσα του πολλή
ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να
μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες,
για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του
λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να
συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα».
«Όλα
αυτά όμως θά ’πρεπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου
εγκεφαλικά. Θά’ πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους
σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν», συνεχίζει
την αφήγησή της η Τζένη Καρέζη.
Οι
θιασάρχες απευθύνθηκαν στον σπουδαίο έλληνα θεατρικό συγγραφέα Ιάκωβο
Καμπανέλλη, επειδή είχε «ταλέντο, πείρα, γνώση» και στο έργο του «χτυπάει πάντα
πυρετικά, σπαρακτικά και γνήσια ο σφυγμός της ράτσας». Ο Καμπανέλλης δέχτηκε με
ενθουσιασμό την πρότασή τους κι έτσι προέκυψε το θεατρικό «Το Μεγάλο μας
Τσίρκο».
Σκηνές από την παράσταση
Την
παράσταση ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Κώστας Καζάκος με βοηθό τον Άρη Δαβαράκη,
τα σκηνικά και τα κοστούμια έφτιαξε ο Φαίδων Πατρικαλάκης. Τα τραγούδια της
παράστασης έγραψε ο Σταύρος Ξαρχάκος και τα ερμήνευε επί σκηνής ο Νίκος
Ξυλούρης. Η κίνηση και η θεατρική απόδοση της σκηνής του Καραγκιόζη διδάχτηκε
από τον Ευγένιο Σπαθάρη, ο οποίος διακόσμησε το χώρο της εισόδου. Τους βασικούς
ρόλους ερμήνευσαν ο Κώστας Καζάκος, η Τζένη Καρέζη, ο Διονύσης
Παπαγιαννόπουλος, ο Νίκος Κούρος, ο Τίμος Περλέγκας και ο Χρήστος Καλαβρούζος.
Η
πρεμιέρα του έργου δόθηκε στις 22 Ιουνίου 1973 στο θέατρο «Αθήναιον» της οδού
Πατησίων. Αμέσως αγαπήθηκε από το κοινό κι έγινε σύμβολο του αγώνα κατά της
Χούντας. Αλληγορικά γραμμένο, κατάφερε να περάσει τις συμπληγάδες της
λογοκρισίας, κρύβοντας δεκάδες μηνύματα κατά της δικτατορίας. Κάθε βράδυ
γινόταν κοσμοσυρροή στο «Αθήναιον», που βρισκόταν σχεδόν απέναντι από το
Πολυτεχνείο. Ανάμεσά τους και «εκπρόσωποι» του στρατιωτικού καθεστώτος, που
σημείωναν και ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των
θεατών.
Οι
παραστάσεις του διακόπηκαν βίαια από τη Χούντα, τον Οκτώβριο, λίγο πριν από το
Πολυτεχνείο. Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν
στο ΕΑΤ-ΕΣΑ, ενώ συνελήφθησαν εκ νέου κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Οι
παραστάσεις του έργου συνεχίστηκαν μετά την αποφυλάκισή τους με μεγαλύτερη
επιτυχία από τις 22 Δεκεμβρίου 1973. Αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση, στις 3
Αυγούστου 1974, το έργο ξανανέβηκε με την προσθήκη των λογοκριμένων σκηνών κι
ενός τραγουδιού («Το Πρόσκύνημα») στο φινάλε της παράστασης για τους νεκρούς
του Πολυτεχνείου.
imerodromos.gr
ΣΠΑΝΙΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗΝ
ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ
ΒΙΝΤΕΟ. Ο ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ (Για την
Μικρασιατική καταστροφή)
Κατακαημένο Αϊβαλί και παινεμένο Αϊδίν /χαροκαμένο Εσκή
Σεχήρ αρχοντοπούλα Σμύρνη.
Μαρμαρωμένε
βασιλιά, τι όνειρο, τι παγανιά
ο τάφος σου
άδειος και σε μια γωνιά
μια χούφτα
λόγια, αδιάβαστα χαρτιά.
Μαρμαρωμένε
βασιλιά τι όνειρο, τι παγανιά
αντί για σε
αναστήθηκε η Τουρκιά η Πόλη πάει
και η Σμύρνη
στη φωτιά, διπλοχαμένη Αγιά Σοφιά
στερνή φωνή
στην ερημιά την Προύσσα καίνε
και στο Αϊβαλί
σταυρός αγκάθι ξύδι και χολή.
Κλάψτε για το
Καραχισάρ και για τα Μοσχονήσια,
δουλεύει ο
Χάρος στα Βουρλά κι ο θάνατος στην Προύσσα.
Χαμένη γη και
προσφυγιά τα πόδια εδώ, αλλού η καρδιά
κομμάτια μου
ψάχνω να βρω να κάνω ρίζες να ξανασταθώ
και να φωνάξω
με φωνή που να ματώσουν οι ουρανοί
όλοι μας
σφάζαν και μας πνίγανε μαζί,
Εγγλέζοι,
Γάλλοι κι Αμερικανοί.
Από πού παν
στο Κασαμπά στην Πάρσα και στ’ Αξάρι
δεν πάνε πια
στην Αμισσό, στο Αζάχτι ή στο Αξάρι.
Μαρμαρωμένε
βασιλιά, τι όνειρο τι παγανιά
μες του
πετρέλαιου τη δρακοσπηλιά
να σ’ αναστήσω
ήρθα μ’ όνειρα παλιά
πέτρινε
πεθαμένε βασιλιά.
Κατακαημένο το
Αϊβαλί και παινεμένο τ’ Αϊδίνι
χαροκαμένο Εσκή Σεχήρ
αρχοντοπούλα Σμύρνη.
ΒΙΝΤΕΟ. ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ (Γιά το Πολυτεχνείο)
ΒΙΝΤΕΟ ΓΙΩΡΓΟΣ
ΒΙΔΑΚΗΣ
Πάμε κι εμείς
στην αυλή του φθινοπώρου
πίσω απ’ τα
πετρωμένα στάχυα του καλοκαιριού
πάμε κι εμείς
στα παιδιά που κοιμήθηκαν
κάτω απ’ τα
ματωμένα νύχια του περιστεριού
πάμε να δεις
στην αυλή που μεγάλωσαν
Δυο παιδιά
ερωτευμένα
δυο παιδιά του
χαμού
Ορέστη απ’ το
Βόλο
Μαρία απ’ τη
Σπάρτη
γυρεύω το γιο
μου
Μαρία απ’ τη
Σπάρτη
Ορέστη απ’ το
Βόλο
την κόρη μου
θέλω
Δυο παιδιά
ερωτευμένα
δυο παιδιά του
Χαμού
Ορέστη απ’ το
Βόλο
Μαρία απ’ τη
Σπάρτη
γυρεύω το γιο
μου
Μαρία απ’ τη
Σπάρτη
Ορέστη απ’ το
Βόλο
την κόρη μου
θέλω
ΣΠΑΝΙΟ ΒΙΝΤΕΟ. ΦΙΛΟΙ
ΚΙ ΑΔΕΛΦΙΑ ( Για την
3η του Σεπτέμβρη 1843 )
Φίλοι κι
αδέλφια, μανάδες, γέροι και παιδιά
στα παραθύρια
βγειτε και θωρείτε
ποιοι
περπατούν στα σκοτεινά και σεργιανούνε στα στενά
φίλοι κι
αδέλφια, μανάδες, γέροι και παιδιά.
Γράφουν
σημάδια, μηνύματα στο βασιλιά
σα δε φωνάξεις
έβγα να το γράψεις
να μη σ’
ακούσουν τα σκυλιά βγάλε φωνή χωρίς μιλιά
σημάδια και
μηνύματα στο βασιλιά.
Ήταν
στρατιώτες, καπεταναίοι και λαϊκοί,
όρκο σταυρώσαν
πάνω στο σπαθί τους
η λευτεριά να
μην χαθεί, όρκο σταυρώσαν στο σπαθί
καπεταναίοι,
στρατιώτες, λαϊκοί.
Κι όπου
φοβάται φωνή ν’ ακούει απ’ το λαό
σ’ έρημο τόπο
ζει και βασιλεύει,
κάστρο φυλάει
ερημικό, έχει το φόβο φυλαχτό
όπου φωνή
φοβάται ν’ ακούει απ’ το λαό.
Γη παιδεμένη
με σίδερο και με φωτιά,
για κοίτα
ποιον σου φέρανε καημένη
να σ’
αφεντεύει από ψηλά, τα κρίματά σου είναι πολλά,
γη που το
σίδερο παιδέψαν κι η φωτιά.
Καίει το
φυτίλι, ξεθηκαρώνουν τα σπαθιά,
κάνουν βουλή
συντακτική και γράφουν
το θέλημά τους
στα χαρτιά κι η κοσμοθάλασσα πλατιά,
κάνουν βουλή,
ξεθηκαρώνουν τα σπαθιά.
Τρεις του
Σεπτέμβρη μανάδες, γέροι και παιδιά
στα παραθύρια
βγειτε και θωρείτε
τι φέρνουνε
στον βασιλιά, βαθιά γραμμένο στα χαρτιά
τρεις του
Σεπτέμβρη μανάδες, γέροι και παιδιά
Τρεις του
Σεπτέμβρη μανάδες, γέροι και παιδιά
στα παραθύρια
βγειτε και θωρείτε
ποιοι
περπατούν στα σκοτεινά και σεργιανούνε στα στενά,
τρεις του
Σεπτέμβρη μάνες, γέροι και παιδιά.
ΒΙΝΤΕΟ. ΚΑΙ
..ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΣ
ΤΣΙΡΚΟ (Η Ιστορία της Ελλάδας συμπυκνωμένη σε
λίγους στίχους)
Μεγάλα νέα
φέρνω από κει πάνω
περίμενε μια
στάλα ν’ ανασάνω
και να σκεφτώ
αν πρέπει να γελάσω,
να κλάψω, να
φωνάξω, ή να σωπάσω.
Οι βασιλιάδες
φύγανε και πάνε
και στο λιμάνι
τώρα, κάτω στο γιαλό,
οι σύμμαχοι
τους στέλνουν στο καλό.
Καθώς τα
μαγειρέψαν και τα φτιάξαν
από ξαρχής το
λάκκο τους εσκάψαν
κι από κοντά
οι μεγάλοι μας προστάτες,
αγάλι αγάλι
εγίναν νεκροθάφτες
και ποιος
πληρώνει πάλι τα σπασμένα
και πώς να
ξαναρχίσω πάλι απ’ την αρχή
κι ας ήξερα
τουλάχιστον γιατί.
Το ριζικό μου
ακόμα τι μου γράφει
το μελετάνε
τρεις μηχανορράφοι.
Θα μας το πουν
γραφιάδες και παπάδες
με τούμπανα,
παράτες και γιορτάδες.
Το σύνταγμα
βαστούν χωροφυλάκοι
και στο παλάτι
μέσα οι παλατιανοί
προσμένουν
κάτι νέο να φανεί.
Στολίστηκαν οι
ξένοι τραπεζίτες,
ξυρίστηκαν οι
Έλληνες μεσίτες.
Εφτά ο τόκος
πέντε το φτιασίδι,
σαράντα με το
λάδι και το ξύδι
κι αυτός που
πίστευε και καρτερούσε,
βουβός
φαρμακωμένος στέκει και θωρεί
τη λευτεριά
που βγαίνει στο σφυρί.
Λαέ μη σφίξεις
άλλο το ζωνάρι,
μην έχεις πια
την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες
πούχεις κάνει δε φελάνε
το αίμα το
χυμένο αν δεν ξοφλάνε.
Λαέ μη σφίξεις
άλλο το ζωνάρι,
η πείνα το
καμάρι είναι του κιοτή,
του σκλάβου
που του μέλλει να θαφτεί.
"Γ"
ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΗ ΚΑΙ ΠΑΝΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ. ΤΗΝ ΕΙΔΑ 4 ΦΟΡΕΣ!!! ΣΤΗΝ ΜΙΑ ΕΙΧΑΝ ΜΠΟΥΚΑΡΕΙ ΟΙ ΜΠΑΤΣΟΙ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΛαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
μην έχεις πια την πείνα για καμάρι.
Οι αγώνες πούχεις κάνει δε φελάνε
το αίμα το χυμένο αν δεν ξοφλάνε.
Λαέ μη σφίξεις άλλο το ζωνάρι,
η πείνα το καμάρι είναι του κιοτή,
του σκλάβου που του μέλλει να θαφτεί.
Κώστας Κ