Το τραγούδι του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Όταν γυρίσω θα τους γα...σω», βασισμένο στα αυθεντικά λόγια του στρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη, για την ταινία του Νίκου Καλογερόπουλου «Οι ιππείς της Πύλου». Το ραδιοτηλεοπτικό (ΕΣΡ) τιμωρεί όποιον το μεταδίδει. Έγινε κι αυτό...
Από την όμορφη Κυπαρισσία, όπου διαμένει μόνιμα τα τελευταία χρόνια σε έναν χώρο που έχει ανακαινίσει στο Τουριστικό, προκειμένου να τον λειτουργήσει σαν πολυχώρο πολιτισμού, ο ανατρεπτικός Νίκος Καλογερόπουλος στέλνει τα δικά του χαιρετίσματα στην εξουσία: «Εγώ τα έχω τραγουδήσει και τα έχω πει ξανά και ξανά και με το τραγούδι για τον Καραϊσκάκη, που το έχω γράψει από την ψυχή μου και δεν έχω ζητήσει καν δικαιώματα».
Από την όμορφη Κυπαρισσία, όπου διαμένει μόνιμα τα τελευταία χρόνια σε έναν χώρο που έχει ανακαινίσει στο Τουριστικό, προκειμένου να τον λειτουργήσει σαν πολυχώρο πολιτισμού, ο ανατρεπτικός Νίκος Καλογερόπουλος στέλνει τα δικά του χαιρετίσματα στην εξουσία: «Εγώ τα έχω τραγουδήσει και τα έχω πει ξανά και ξανά και με το τραγούδι για τον Καραϊσκάκη, που το έχω γράψει από την ψυχή μου και δεν έχω ζητήσει καν δικαιώματα».
Το γνωστό «Καραϊσκάκης», το «Άμα γυρίσω θα τους γα...σω», που έχει επιτύχει κάποια εκατομμύρια χτυπήματα, είχε τραγουδηθεί από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και φέρνει στο μυαλό τον αθυρόστομο ήρωα της Επανάστασης που δεν μάσαγε μπροστά στους κατακτητές.
«Ποιοι σύγχρονοι κατακτητές, καλέ; Δεν τους βλέπεις όλους αυτούς τους νενέκους, τους τροϊκανούς και τους Ευρωπαίους; Ένα μάτσο τεχνοκράτες χωρίς όραμα, ούτε ουσία. Μπροστά τους, ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν και οι όμοιοί του φαντάζουν εξτρεμιστές».
«Ποιοι σύγχρονοι κατακτητές, καλέ; Δεν τους βλέπεις όλους αυτούς τους νενέκους, τους τροϊκανούς και τους Ευρωπαίους; Ένα μάτσο τεχνοκράτες χωρίς όραμα, ούτε ουσία. Μπροστά τους, ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν και οι όμοιοί του φαντάζουν εξτρεμιστές».
Ακούστε το τραγούδι
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ:ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεννήθηκε το 1782 σε μια σπηλιά κοντά στο Μαυρομάτι Καρδίτσας. Πατέρας του μάλλον ήταν ο Δημήτριος Ίσκος και μητέρα του η Ζωή Ντιμισκή,καλόγρια στο κοντινό μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου. Η μητέρα του πέθανε όταν ήταν 8 ετών και πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια. Όταν ήταν ακόμα μικρός αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και βρέθηκε στα Ιωάννινα.
Όταν τα σουλτανικά στρατεύματα πολιόρκησαν τον Αλή πασά πολέμησε στο πλευρό του Αλή αλλά και εναντίον του για λίγο χρονικό διάστημα. Στο διάστημα αυτό άρχισαν να εμφανίζονται τα συμπτώματα της φυματίωσης,μιας ασθένειας που τον ταλαιπώρησε σε όλη του τη ζωή.
Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία και το 1820 προσπάθησε να υποκινήσει επανάσταση στην περιοχή της Βόνιτσας χωρίς όμως επιτυχία. Τον Δεκέμβριο του 1821 ανέλαβε καπετάνιος στην περιοχή των Αγράφων.
Τον Ιανουάριο του 1823 επικεφαλής 1.000 ανδρών συγκρούστηκε με τον Ομέρ Βρυώνη στον Άγιο Βλάση Ευρυτανίας. Το 1824 κατηγορήθηκε από το Μαυροκορδάτο ότι ερχόταν σε μυστικές συνεννοήσεις με τους Τούρκους με αντάλλαγμα το αρματολίκι των Αγράφωνκαι κηρύχθηκε ένοχος εσχάτης προδοσίας,στερούμενος τα αξιώματά του.Μετά από πολλές προσπάθειες και γράμματα που έστειλε στην κυβέρνηση στο Ναύπλιο αποκαταστάθηκε και ανέλαβε την διοίκηση του στρατοπέδου της Άμφισσας. Πήρε μέρος στον δεύτερο εμφύλιο στο πλευρό των κυβερνητικών.
Το 1825 επιτέθηκε στο Κιουταχή που πολιορκούσε το Μεσολόγγι. Μετά τη πτώση του Μεσολογγίου διορίζεται αρχιστράτηγος της Στερεάς και εγκαθιστά το στρατόπεδο του στην Ελευσίνα. Ακολούθησαν οι μάχες στα Δόμβραινα,το Δίστομο αλλά και στην Αράχωβα εναντίον του Κεχαγιάμπεη όπου οι Τούρκοι υπέστησαν πανωλεθρία,χάνοντας 2.000 άνδρες. Αφού κατάφερε να εξαλείψει τον κίνδυνο του Ομέρ πασά της Εύβοιας, τον Απρίλιο του 1827 κινήθηκε για την απελευθέρωση της Αθήνας από τον Κιουταχή. Σε βοήθειά του έσπευσαν στρατεύματα από την Πελοπόννησο και αρκετοί φιλέλληνες. Σε αυτό το σημείο η κυβέρνηση έκανε το ολέθριο λάθος να δεχτεί το σχέδιο επίθεσης του στρατηγού Τζώρτζ για κατά μέτωπο επίθεση κι όχι αυτό του Καραΐσκάκη που επέμενε σε αποκλεισμό των Τούρκων ώστε να αναγκαστούν σε παράδοση.
Η επίθεση τελικά ορίστηκε στις 23 Απριλίου του 1827. Την προηγούμενη μέρα ο Καραϊσκάκης βρισκόταν στην σκηνή του άρρωστος όταν πληροφορήθηκε ότι διεξάγονταν κάποιες μάχες στην περιοχή του Φαλήρου. Φοβούμενος για την απρογραμμάτιστη εξέλιξη πήγε στο σημείο με σκοπό να την σταματήσει. Εκεί δέχτηκε μια σφαίρα και μεταφέρθηκε στο πλοίο του Τζώρτζ όπου και ξεψύχησε την άλλη μέρα το 1827.
Πριν πεθάνει υπαγόρευσε την διαθήκη του αφήνοντας τα όπλα του στους συναγωνιστές και την κληρονομιά του,τις δυο κόρες του στη φύλαξη του κράτους και γυρίζοντας στους παριστάμενους οπλαρχηγούς (σύμφωνα με τον Μακρυγιάννη) είπε "εγω πεθαίνω αλλά να είστε μονοιασμένοι να βαστήξετε την πατρίδα" Τάφηκε με τιμές στην Σαλαμίνα όπου ακόμα και σήμερα στην εκκλησία του Αγ.Γεωργίου (που είναι και η μοναδική σε όλη την Ελλάδα) υπάρχει τοιχογραφία ανάμεσα στους Αγίους ο ηρωικός οπλαρχηγός.
«Αν πεθάνω, θα μου κλάσ… τον πούτζον»!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε μικρή απόσταση απ’ το γήπεδο «Καραϊσκάκη», δίπλα στο σταθμό του ηλεκτρικού, διακρίνεται ένα πέτρινο μνημείο. Στο πίσω μέρος του υπάρχει μία λίστα από μάχες. Και μαζί ένας σωρός ονόματα. Είναι τα μικρά πεδία ανδρείας στην ηρωική πορεία του ανθρώπου που «βάπτισε» ερήμην του τον απόλυτο ποδοσφαιρικό «ναό» του τόπου. Και τα ονόματα, οι συμπολεμιστές του στην τελευταία μάχης της ζωής του: σ’ αυτά, τα ίδια μέρη του Φαλήρου, τον Απρίλη του 1827. Εκεί, λέει, αδέσποτο βόλι τον πέτυχε στο δεξιό νεφρό και την επομένη, 23 Απρίλη (ανήμερα της ονομαστικής του εορτής) άφησε την τελευταία του πνοή. Μαζί με ένα μήνυμα, στα παλικάρια που τον έκλαιγαν: «Εγώ πεθαίνω. Όμως εσείς, ωρέ, να είστε μονιασμένοι και να βαστήξετε για την πατρίδα».
Ο αθυρόστομος ήρωας
Ηταν ο Γιώργος Καραϊσκάκης… Ο «αθυρόστομος ήρωας της επανάστασης». Δεν είναι μυστικό, το είχε το βρομόλογο στην… τσέπη του! Εβριζε και πολεμούσε, πολεμούσε κι έβριζε. Κάποτε, λέει, το 1823, βρέθηκε στα Τρίκαλα, απέναντι στον απεσταλμένο του αρχηγού του τουρκικού στρατεύματος, Σιλιχτάρ Μπόδα. Η κουβέντα, μετά συγχωρήσεως: «Ελα σκατότουρκε… Ελα Εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους, έλα ν’ ακούσεις τα κέρατά σας –γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Τι θαρεύσετε, κερατάδες; Να τον χέσω και αυτόν τον σκατό - Σουλτάν Μαχμούτην και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον, τον Μπόδα, την πουτάνα»! Λίγο μετά, αρρωσταίνει από φυματίωση και φιλοξενείται στο μοναστήρι του Προσού. «Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ μου», του λέει ο γιατρός, «πέσανε πολύ». Η απάντηση, μνημείο: «Ο πούτζος μου έπεσε, ωρέ, όχι οι δυνάμεις μου»!
Τούτος, ο «πούτζος», ήταν το απόλυτο classicστην αθυρόστομη ρητορική του. Ως το τέλος του, στο νεκροκρέβατο: «Αν ζήσω, θα τους γαμ…! Αν πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτζο»! Ισχυσε το δεύτερο. Ξεψύχησε, λέει, στο εκκλησάκι του Αγ. Νικολάου στο Κερατσίνι. Και θάφτηκε στον Αη Δημήτρη, στη Σαλαμίνα. Μέχρι το 1835, όταν με εντολή του Οθωνα, έγινε η διακομιδή των οστών του στο μνημείο του Φαλήρου. Η αφορμή για την «ονοματοθεσία» του πρώην Ποδηλατοδρομίου. Το πότε έγινε ακριβώς, δεν είναι απόλυτα σαφές. Διάφορες πηγές «δείχνουν» τη δεκαετία του ’60, όταν το στάδιο ανακατασκευάστηκε. Μάλλον, όμως, εσφαλμένα. Δεδομένου πως, ανατρέχοντας σε αρχεία εφημερίδων, το «Γ. Καραϊσκάκης» απαντάται ως «τίτλος» του ήδη απ’ το 1938! Παράδειγμα; Ρεπορτάζ απ’ το «Ελεύθερο Βήμα», φ. 26/7: «Ολοκληρούνται αι εγκαταστάσεις του Ομίλου Αιρετών Πειραιώς, του Πανελληνίου Γυμναστικού Συλλόγου Αθηνών και του Σταδίου Καραϊσκάκη». Αρα…
«Ο γιος της καλόγριας»
Νόθος γιος (μάλλον) του Αρματωλού της Βάλτου, Δημήτρη Ισκου ή Καραϊσκου (το «Καραϊσκάκης», άρα, υποκοριστικό) και της καλόγριας, Ζωής Ντιμισκή, ο «λέων της Ρούμαλης» γεννήθηκε σε μια σπηλιά της Αρτας (Σκουληκαριά) το 1772. Το «νόθος», εκπεφρασμένο δια του ειρωνικού «ο γιος της καλόγριας», του ‘φερε δύσκολα παιδικά χρόνια, γιομάτα από κοινωνική «απόρριψη» και ψυχολογική πίεση. Πόσω μάλλον, όταν στα οκτώ, «έφυγε» και η μάνα του, αναγκαζόμενος να μεγαλώσει με την οικογένεια ενός Σαρακατσάνου τσέλιγκα «τρώγοντας ξύλο και μπομπότα».
Στην αυλή του Αλή
Ετσι «γεννήθηκε» και ο βωμολόχος, ατίθασος και αψύς του χαρακτήρας. Από πιτσιρικάς, ανήμερο θεριό, στα ορεσίβια λημέρια των Κλεφταρματωλών της περιφέρειας Αγράφων. Και, αργότερα, πρωτοπαλίκαρο του Κατσαντώνη. Νεαρός ακόμη, πέφτει στα χέρια του Αλή Πασά. Φυλακίζεται, στην αυλή του, όμως, μαθαίνει και δυο γράμματα (όχι, ασφαλώς, μοναδική περίπτωση ηρώων του ’21), συμμετέχοντας κατόπιν και σε κάποιες εκστρατείες του. Παντρεύεται (την «Γκόλφω των Ψαρογιαννέων»), αποκτά μια κόρη (την Πηνελόπη, κατόπιν σύζυγο του υπουργού του Οθωνα, Ανδρέα Νοταρά), ασχολείται (και) με το εμπόριο σφαγίων και παλεύει τη φυματίωση που τον… κυνηγούσε από πάντα.
Η κόντρα με Μαυροκορδάτο
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπ’ την αυλή του Πασά λιποταχτεί το 1820. Το ξέσπασμα της Επανάστασης, τον βρίσκει καπετάνιο των Αγράφων. Η τακτική του; Υποκρίνεται υποταγή στον Σουλτάνο για να αποφύγει επιδρομές στην περιοχή. Το ’23 μεταβαίνει στο Μεσολόγγι και ζητεί το διορισμό του ως αρχηγός των ελληνικών, πια, όπλων της επαρχίας των Αγράφων, αλλά πέφτει πάνω στον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Εριδα… Πάνω στην οποία, ο Μαυροκορδάτος (διοικητής, πλέον, Μεσολογγίου) κατηγορεί τον Καραϊσκάκη πως, τάχα, έστειλε επιστολή στον Ομέρ Βρυώνη υποσχόμενος να του παραδώσει Μεσολόγγι και Αιτωλικό και τον περνά από δίκη με την κατηγορία της προδοσίας! Η ετυμηγορία (Απρίλη του ’24) τον βγάζει ένοχο. Ανευ, όμως, δίκης (μ’ ό,τι τούτο μπορεί να συνεπάγεται). Ο Καραϊσκάκης χάνει βαθμούς και αξιώματα, «εξορίζεται» από την περιοχή και απαγορεύεται στους πολίτες να αποφεύγουν μαζί του κάθε επικοινωνία! Τέτοιο… μαυροκορδάτειο μένος, ούτε απέναντι σε Τούρκο! Ατιμα προσωπικά…
Ο εφιάλτης του Κιουταχή
Εντέλει, ο Καραϊσκάκης θα πάρει πίσω τα αξιώματά του με κυβερνητική εισήγηση, τον Ιούνιο. Αποκατάσταση… Κάπου εκεί, αρχίζουν οι λαμπρές ημέρες του. Ορίζεται επικεφαλής εκστρατευτικού σώματος στην Ανατολική Στερεά. Τα Αγραφα χωρίζονται σε δύο «κομμάτια» και του δίδεται (εκ νέου) η «αρχηγία» του ενός. Εκλέγεται απ’ τους οπλαρχηγούς στα Σάλωνα «στρατοπεδάρχης απολύτου εξουσίας». Καλοκαίρι του ’25 διορίζεται γενικός αρχηγός όλων των εκτός Μεσολογγίου ελληνικών στρατευμάτων, τον ίδιο χρόνο της πολιορκίας τους από τον Κιουταχή (τον… λατρευτό του αντίπαλο) και τον Αιγύπτιο, Ιμπραήμ. Με ευφυή στρατηγικά τεχνάσματα, «διακόπτει» την πολιορκία και «χαλάει» χιλιάδες των αλλόθρησκων. Καλοκαίρι του ’26, μετά την πτώση του Μεσολογγίου, αν και η φυματίωση έχει προχωρήσει, ζητεί να αναλάβει τον Αγώνα στη Στερεά. Και ο Ανδρέας Ζαϊμης (πρόεδρος της «Διοικητικής Επιτροπής») τον αναγνωρίζει «αρχιστράτηγο». Τον καλοκαίρι τσακίζει Ομέρ Πασά και Κιουταχή. «Κρατά» την «κάτω Αθήνα». Με επιτυχείς εκστρατείες σε Βοιωτία, Φθιώτιδα, Φωκίδα, κόβει τον τουρκικό ανεφοδιασμό. Νέα τσακίσματα σε Δόμβραινα, Δίστομο. Ο Κιουταχής ζορίζεται ολοένα περισσότερο, ζητεί βοήθεια απ’ τους Τουρκαλβανούς του Μουσταφάμπεη. Ο Καραϊσκάκης το «μυρίζεται», σπεύδει να μπλοκάρει και, μετά από εξαήμερες μάχες στην Αράχοβα, στήνει πυραμίδα από 1.500 κεφάλια Τουρκαλβανών! Διαβλέποντας ότι δίχως εφόδια ο Κιουταχής δεν θα μπορέσει να συνεχίσει την πολιορκία συνεχίζει εκκαθαρίσεις στην ευρύτερη Στερεά. Και, Φλεβάρη του ’27, έχοντας πια απελευθερώσει ολόκληρη τη Στερεά, πλην Μεσολογγίου, Βόνιτσας, Ναυπάκτου, επιστρέφει στην Ελευσία εν θριάμβω. Ο μύθος του ήταν έτοιμος…
Φυματίωση και… Κόχραν!
Ηταν δύο μήνες πριν το τέλος του. Οφειλόταν, λέει, εν πολλοίς, στον διορισμό απ’ την Συνέλευση της Τροιζήνας «δυο ξένων», των Κόχραν και Τσωρτς, ως επικεφαλής των ελληνικών ναυτικών και χερσαίων δυνάμεων. Για να βοηθήσουν. Μόνο που ο Καραϊσκάκης «τα βρίσκει» με τους δυο τους, κυρίως σε θέματα οργάνωσης και τακτικής πολέμου. Χώρια το «καπέλωμα». Δεν το δεχόταν. Και, παρά τις συμβουλές Κολοκοτρώνη («σώσε τον εαυτό σου, για να σωθεί η πατρίδα»), επεμβαίνει προσωπικά –και ως πίστευε- και στη μικρότερη συμπλοκή. Κι ας κάλπαζε η φυματίωση. Σε μία τέτοια μάχη, ήρθε και το τέλος… Η καταστροφή του Ανάλατου (στον σημερινό Φλοίσβο), η διάλυση του ελληνικού στρατοπέδου της Ακρόπολης και η διάλυση του άλλου, του Κερατσινιού, όταν πια Κόχραν και Τσωρτς είχαν μείνει ανενόχλητοι με τα ηνία στο χέρι, υπήρξε η καλύτερη απόδειξη πως ο Γιώργης είχε δίκιο. Αλλά όπως θα ‘λεγε και ίδιος, ο «Αχιλλέας της Ρωμιοσύνης» του Παλαμά, «η πλέον καταπληκτική και, πιθανόν, δραματική μορφή του ‘21» της ανώνυμης σοφίας, «τώρα που το καταλάβατε, στον… πούτζον μου»!