Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Σήμερα Παρασκευή, 19 Απριλίου, η Εκκλησία γιορτάζει τον Ακάθιστο ύμνο......

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2012

ΤΑ ΜΑΣΤΟΡΙΚΑ (ΚΟΥΔΑΡΙΤΙΚΑ ) ΤΗΣ ΣΟΥΒΑΛΑΣ


Οι παλαιοί μάστοροι της Σουβάλας ήξεραν και μιλούσαν τα κουδαρίτικα, γλώσσα επαγγελματική που δημιούργησαν Ηπειρώτες μάστοροι.
Τα κουδρίτικα ή κουδαραίικα δεν είναι στην κυριολεξία γλώσσα έστω και σε υποτυπώδη μορφή, ξεκίνησαν από τα μαστοροχώρια της Κόνιτσας και εξαπλώθηκαν μέχρι την Σουβάλα....

Τα κουδαρίτικα της Σουβάλας περιλαμβάνουν λεξιλόγιο που δεν ξεπερνά τις εκατό λέξεις.
Στη Σουβάλα π.χ έλεγαν:
΄΄ Καψάλα ου μουχός ξισέρνιτι και θα σι γυαλίσ’ που ζαμπέβς = φεύγα, το αφεντικό έρχεται και θα σε δεί που κάθεσαι΄΄
Οι λέξεις καταγράφηκαν από τον Κώστα παπαχρήστο στα παρνασιώτικά που τις συγκέντρωσε από Σουβαλιώτες παλιούς μαστόρους, κυρίως από τον Λουκά Ανδρέου (Αντρέλο).
1.     Ουσιαστικά
αγκίδα= κοριτσάκι
πελεκούδα= κόρη
λαγός= νεαρός
λαγούλα= νεαρή
λαγούλι= παιδί, μαστορόπουλο
αγωγιάτες= πόδια
γυαλιστερά= μάτια
καμπίτσα= πέος
πέταλο= γυναικείο αιδίο
κλοτσωτό= τα ζώα
ντισσέρι= ζώο
θαλασσοπούλια= ψάρια
νεροπούλες= ψάρια
ασπροχείληδες= άσπρα φασόλια
μαυροχείληδες= μαυρομάτικα φασόλια
ψειρού= φακή
μαυρομάτες= ελιές
γκαβαγκέλου= μπομπότα
ζούπινα= πίτα
τροχός= κρασί
οξιά= νερό
θόδωρος= ούζο
στουρνάρι= αυγό
καφτερό= κρεμύδι, πιπέρι
κόκκινες= ντομάτες
μουτζούρης= καφές
καπνιδερό= καπνός
κούφιο= σπίτι
κράνια= λεφτά
γκαβές= ξυλιές
καψάλα= φεύγα

2.     Ρήματα
γαρεύω= αγριεύω
γυαλίζω= βλέπω
γκαβιάζω= δέρνω
καψαλάω= φεύγω γρήγορα
ξεσέρνω= φέρνω, δίνω
ξεσέρνομαι= έρχομαι, πηγαίνω
ράχνω= αρπάζω, πιάνω, παίρνω
σφυρίζω= πίνω
φορεί= είναι, έχει

Λέξεις ξένες
κούδας= μαστόρικα
κουδαρίτικα η κουδαραίικα= τα μαστόρικα
μπαρός= γιατρός
μπουρανί= λάχανα
σκαμάκος= γέρος
σκαμάκου= γριά
γκαλίνα= κόττα
γκάτσος= αγροφύλακας
γκαρδάσης= αδερφός
γκαρδαγλίνα= αδερφή
τσελεπιδιώτης= χωροφύλακας, στρατιώτης
μάνο= ψωμί
μανεύω = τρώγω
μπάφες κουκία
τσόπια = βυζιά

μοχός= αφεντικό, άντρας
μοχούσα= η κυρά του αφεντικού, γυναίκα
κούρκουλας= παπάς
μανούρες= πέτρες
γκάβρο= τυρί
λιαρόφα= φαγητό
μπραχάλα= φαγητό, μαγείρευμα
μπραχαλάω και μπραχαλίζω= μαγειρεύω, δουλεύω
τσετσο και τσέτσος= κρέας
ντιρμίρνες= πατάτες
παρλιάγκου= γιαούρτη
τσάρα= ξινό
κοσβάδες= σταφύλια
τσίτσικας= ήλιος
μέτσινα= χαζομάρα
μέκος= βλάκας
μάτσιμα= αποπάτημα
αμπάκουμα= συνουσία
φασμακώνω= αποπλανώ γυναίκα
ζαμπέβω= κοιμούμαι, κάθομαι
τσιλίζω= ξέρω
ξιφλιάζω= μιλάω, λέγω
τσολιάζω= καταλαβαίνω, πιάνω επ’αυτοφώρο
όρματος, η, ο= όμορφος, η, ο 

ΦΡΑΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΥΔΑΡΙΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΟΥΒΑΛΑΣ

Η πιλικούδα φουράει όρματη = η κόρη είναι όμορφη
Ο λαγός φ’σάει μέκος = ο νεαρός είναι βλάκας
Η μοχούσα φοράει ντούκο = η κυρά είναι έγκυος
Ο μουχός και η μουχούσα τσλίζ’νι καοδαρίτ’κα = το αφεντικό και η κυρά ξέρουν κουδαρίτικα
Καψάλα, ο μουχός ξισέρνιτι και θα σι γυαλίσ’ που ζαμπέβ’ς = φεύγα, το αφεντικό έρχεται και θα σε δεί που κάθεσαι
Άμα το λαγούλ’ ξιφλιάζ’ στην πιλικούδα, γαρεύνε οι κούδες και ξιφλιάζν’ :  μπράχαλα και μην ξιφλιάιζ’ μέτσινες = άμα το μαστορόπουλο μιλάει στην κοπέλα, εγριεύουν οι μαστόροι και του λένε : δούλευε και μην λές χαζομάρες

1 σχόλιο:

  1. ΣΑΝ ΚΟΡΗ ΣΙΔΗΡΟΥΡΓΟΥ ΕΧΩ ΑΚΟΥΣΕΙ ΠΟΛΛΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΜΠΑ ΜΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ Μ'ΑΥΤΟ ΤΟΝ ΕΞΥΠΝΟ ΤΡΟΠΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ.ΤΙ ΜΟΥ ΘΥΜΗΣΑΤΕ ΤΩΡΑ...
    ΜΠΡΑΒΟ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΜΠΗΚΑΝ ΣΤΟ ΚΟΠΟ ΝΑ ΡΩΤΗΣΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΟΥΝ ΓΙΑ ΤΑ "ΜΑΣΤΟΡΙΚΑ".

    ΑπάντησηΔιαγραφή