Η Τιθορέα είναι χωριό του νομού Φθιώτιδας και ανήκει στον Δήμο Αμφίκλειας-Ελάτειας. Είναι κτισμένη σε όμορφη τοποθεσία, στις ανατολικές πλαγιές του Παρνασσού, ....
σε υψόμετρο 440 μ. Περιλαμβάνει δύο οικισμούς, ένα πεδινό, την Κάτω Τιθορέα (ή Κηφισοχώρι) και έναν ημιορεινό, την άνω Τιθορέα. Η Τιθορέα γνωρίζει τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια λόγω της μικρής της απόστασης από τα χειμερινά θέρετρα του Παρνασσού. Μέχρι το 1926 ονομαζόταν Βελίτσα οπότε μετονομάστηκε σε Τιθορέα, λόγω της αρχαίας Φωκικής πόλης Τιθορέας, που βρισκόταν στην ίδια ακριβώς τοποθεσία.
Το χαρακτηριστικότερο σύγχρονο σημείο του χωριού είναι η πλατεία στην άνω Τιθορέα, με τον επιβλητικό υπεραιωνόβιο πλάτανο, η οποία αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες χάρη στην αμφιθεατρική της θέση, η οποία προσφέρει υπέροχη θέα στην πεδιάδα.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται από πολλές και ιδιαίτερες φυσικές ομορφιές. Ξεχωριστή θέση κατέχει ένα υπέροχο δάσος, το «Αισθητικό Δάσος Τιθορέας», έκτασης 2000 στρεμμάτων, στην νότια πλευρά του χωριού. Είναι πλούσιο σε βλάστηση από έλατα, βελανιδιές κέδρα, κουμαριές και άλλα αυτοφυή δέντρα και θάμνους. Το δάσος εκτείνεται σε απόκρημνες πλαγιές που προσφέρονται για ορειβασία. Κηρύχθηκε αισθητικό δάσος με προεδρικό διάταγμα το 1979. Μέσα στο δάσος, στη ρίζα του βράχου, βρίσκεται ο ένας από τους δυο Πύργους του αρχαίου τείχους καθώς και μέρος του δυτικού του μέρους.
Στην ανατολική πλευρά του χωριού βρίσκεται το φαράγγι του Καχάλα (ή Κακόρεμα) που εντυπωσιάζει με τους κοφτερούς του βράχους και τις πολλές σπηλιές του. Από την Τιθορέα αρχίζει το ορειβατικό μονοπάτι Ε65 που περνά από το φαράγγι. Κοντά στην είσοδό του, χωμένα μέσα στο επιβλητικό δάσος, βρίσκονται μερικά ξωκλήσια που προσφέρονται για οδοιπορία, φωτογραφίες και ξεκούραση. Μέσα στο φαράγγι και πάνω στο ορειβατικό μονοπάτι Ε65 βρίσκεται ένας εγκαταλειμμένος παραδοσιακός νερόμυλος.
Μυθολογία
Η Τιθορέα θεωρείτο ως η αρχαία μητρόπολη των Φωκέων, αφού, όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα «Κορινθιακά», σε αυτήν εγκαταστάθηκε με το λαό του ο Φώκος, ο γενάρχης των Φωκέων, και σε αυτή ενταφιάστηκε μαζί με τη γυναίκα του Αντιόπη.
Φαίνεται ότι ο Παυσανίας ορμάται από αυτό για την ιδιαίτερη διάκριση που κάνει στην Τιθορέα, όταν την παρουσιάζει στην ίδια ενότητα με το ιερό των Δελφών, αποκομμένη από την γύρω της περιοχή. Αυτό φαίνεται ήδη από την εισαγωγή των Φωκικών, όπου ορίζει τη Φωκίδα με βάση τον άξονα Τιθορέας - Δελφών, παραβλέποντας την πολύ πιο σημαντική πόλη Ελάτεια που βρίσκεται κοντά στην Τιθορέα.
Ιστορία
Η αρχαία Τιθορέα ήταν Φωκική πόλη, κτισμένη στις ανατολικές πλαγιές του Παρνασσού, στην ίδια θέση όπου ευρίσκεται σήμερα το ομώνυμο χωριό. Η αρχαία πόλη κτίστηκε μετά την καταστροφή των γειτονικών Φωκικών πόλεων από τον στρατό του Ξέρξη στην πορεία του προς την Αθήνα μετά τη μάχη των Θερμοπυλών το 480 π. Χ. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, οι φοβισμένοι κάτοικοι των κατεστραμμένων πόλεων που βρίσκονταν στις όχθες του Κηφισού, μεταξύ των οποίων και ο Νεών [1], οι Πεδιείς και η Τριταία, κατέφυγαν για να σωθούν στις πλαγιές του Παρνασσού και σε μια κορυφή που ονομαζόταν Τιθορέα. Κατά τον Παυσανία η κορυφή εκείνη όφειλε το όνομά της στην «Αμαδρυάδα» νύμφη Τιθορέα, μια νύμφη που ζούσε μέσα στο δάσος.
Η πόλη Νεών δεν έχει εντοπισθεί. Εικάζεται ότι σ’ αυτήν ανήκουν τα ερείπια που βρίσκονται στη θέση “Παλιαφήβα”. Φαίνεται ότι ήταν σπουδαία πόλη της περιοχής κατά τους κλασσικούς χρόνους, απ’ τους οποίους διασώζονται και δύο οβολοί με τα αρχικά της γράμματα "ΝΕ". Η πόλη των Πεδιέων ίσως βρίσκονταν στην Κάτω Τιθορέα.
Μετά την απομάκρυνση των Περσών οι Φωκείς κατέβηκαν ξανά στις πόλεις τους στην κοιλάδα, ενώ αργότερα οι κάτοικοι κυρίως της πόλης Νεών έχτισαν σε απόκρημνο σημείο του Παρνασσού – στην περιοχή της Τιθορέας - ένα ισχυρό φρούριο το οποίο σταδιακά εξελίχθηκε σε μία ακμάζουσα πόλη που αφομοίωσε τον πληθυσμό των παλαιότερων γειτονικών πόλεων, του Νεώνα (ή Νέωνες), της Τριταίας και των Παραποτάμιων. Την πόλη ονόμασαν Τιθορέα σε ανάμνηση της κορυφής που βρισκόταν ψηλότερα και στην οποία είχαν διασωθεί οι πρόγονοί τους κατά την περσική εκστρατεία.
Ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι κατά τον τρίτο ιερό πόλεμο (356-346 π.Χ.), σε απόκρημνο σημείο του βράχου της Τιθορέας αυτοκτόνησε τραυματισμένος (354 π.Χ.) ο στρατηγός των Φωκέων Φιλόμηλος, που κατάγονταν από τη γειτονική πόλη Λέδων [1]. Σύμφωνα όμως με τοπική παράδοση, ο Φιλόμηλος σκοτώθηκε κατά την οπισθοχώρηση του στρατού του, όταν, στην προσπάθειά του να περάσει από απόκρημνο σημείο, έπεσε στο κενό. Μετά την επέμβαση του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας, η Τιθορέα ακολούθησε τη μοίρα των υπολοίπων φωκικών πόλεων. Αργότερα, όταν επιτράπηκε να ξαναχτιστούν οι φωκικές πόλεις, ο Νεών δεν επανεμφανίζεται πλέον, αλλά στη θέση του αναφέρεται η Τιθορέα ή Τιθόρα.
Στην μέγιστη ακμή της η Τιθορέα έφθασε τον τρίτο αιώνα π.Χ., οπότε και έκοψε δικό της νόμισμα, κατά την εποχή της Αιτωλικής Συμμαχίας (279 – 168 π. Χ.). Στον εμπροσθότυπο του νομίσματος εικονίζεται νεανική ανδρική δαφνοστεφής κεφαλή (ίσως του Απόλλωνα) και στον οπισθότυπο, αιχμή δόρατος, σιαγών κάπρου και η επιγραφή "ΤΙΘΟΡΡΕΩΝ".
Στην πόλη υπήρχαν αρκετά μνημεία, όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Το ιερό άλσος της Αθηνάς με το ναό και το άγαλμά της, ο ναός του Ασκληπιού Αρχαγέτου και το Θεραπευτήριο, λίγο έξω απ’ την πόλη, στον οποίο κατέφευγαν για θεραπεία εκτός των Τιθορέων και οι άλλοι Φωκείς, αγορά και θέατρο, πιθανά κοντά στο Θεραπευτήριο.
Τον 2ο π.Χ. αιώνα η Τιθορέα ακολούθησε την τύχη της υπόλοιπης Ελλάδας και υποτάχθηκε στους Ρωμαίους Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή στην περιοχή λατρεύονταν και αιγυπτιακές θεότητες, ο Σάραπις, η Ίσις και ο Άνουβις. Ο ναός του Σάραπη υπήρχε στο χώρο που σήμερα υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στον περίβολο του οποίου βρέθηκαν έξη απελευθερωτικές επιγραφές δούλων οι οποίοι συμβολικά πωλούνταν στον Σάραπη, ενώ ο ιερέας φρόντιζε να μην καταπατηθεί η απελευθερωτική πράξη. Σε έναν περίβολο έξω απ’ την πόλη, υπήρχε το Άδυτο της θεάς Ίσιδος.
Σύμφωνα με ένα εξαίρετο επίγραμμα που έχει διασωθεί, στην Τιθορέα έζησε και πέθανε ο φημισμένος Αλεξανδριανός γιατρός Δωρόθεος. Επίσης, ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει στο έργο του «Βίοι Φιλοσόφων», ότι από την Τιθορέα καταγόταν Θέων ο Τιθορεύς, ένας αξιόλογος φιλόσοφος που έζησε τον 4ο αι. π.Χ. Πολύ συχνά μνημονεύει την Τιθορέα και ο Πλούταρχος, ο οποίος μάλιστα είχε εκεί έναν στενό φίλο, τον Σώκλαρο, που ασχολούνταν ερασιτεχνικά με πειράματα φυτικής [2].
Το 476 π.Χ. περίπου η περιοχή πέρασε στην σφαίρα της επιρροής του Νεότευκτου Βυζαντινούς κράτους. Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια η περιοχή πέρασε μια σκληρή εποχή διωγμών των Χριστιανών, όπως μαρτυρούν πέντε τάφοι που βρέθηκαν στον Άγιο Ιωάννη, οι οποίοι πιστεύεται ότι ανήκουν στα μέλη οικογένειας ιερέα που είχαν θανατώθηκαν ομαδικά. Στο έργο «Συνέκδημος» του Ιεροκλέους η Τιθώρα αναφέρεται ως έδρα Επισκόπου τον 5ο αι. μ.Χ.
Και κατά την Βυζαντινή περίοδο η Τιθορέα ήταν σημαντικό εμπορικό και διοικητικό κέντρο με πολλούς χριστιανικούς ναούς.
Το χωριό είχε αξιόλογη συμμετοχή στην επανάσταση του 1821. Ο Οδ. Ανδρούτσος, που έδρασε στην περιοχή, χρησιμοποίησε σαν ορμητήριο μια σπηλιά που βρίσκεται στην ΝΑ απόκρημνη πλευρά του χωριού, σε απόσταση 3 χλμ. Επίσης ο Γ. Καραϊσκάκης εγκατέστησε στην Τιθορέα το αρχηγείο του.
Κληρονομιά
Τα ερείπια της αρχαίας Τιθορέας διακρίνονται ακόμα ανάμεσα στα σύγχρονα σπίτια του οικισμού της Άνω Τιθορέας. Διασώζονται σε πολύ καλή κατάσταση και σε αρκετή έκταση και μεγάλο ύψος, τα τείχη που περιέβαλλαν την πόλη και δυο οχυρωματικοί Πύργοι. Είναι του 4ου π.χ. και καλύπτουν την βόρεια και δυτική πλευρά. Κτισμένα κατά το ισοδομικό σύστημα τειχοποιίας από ασβεστολιθικούς δόμους, είναι από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα ελληνιστικής οχυρωματικής και από τα πλέον αξιοθέατα αρχαία τείχη της Κεντρικής Ελλάδας. Το βόρειο μέρος είναι και το καλύτερα σωζόμενο τμήμα και χρήζει άμεσης αναστύλωσης. Το τείχος κατεβαίνει την πλαγιά απότομα και φέρει επίστεψη, που κατατέμνεται σε μια σειρά από βαθμίδες. Η ανατολική και νότια πλευρά της αρχαίας πόλης προστατευόταν από τη φυσική οχύρωση που προσφέρει η βαθειά και απότομη χαράδρα του Καχάλη και η απόκρημνη αναβαθμίδα του Παρνασσού που υψώνεται επιβλητικά και σχεδόν κατακόρυφα από πάνω της. Τμήματα των τειχών ή πύργων βρίσκονται ανάμεσα στα σπίτια του σημερινού χωριού ή στις αυλές. Μεγάλοι ορθογώνιοι λίθοι του τείχους ή των αρχαίων οικοδομημάτων έχουν χρησιμοποιηθεί ως δομικό υλικό στα σπίτια του χωριού ή στους αναλημματικούς τοίχους στις αυλές. Η οχύρωση παρουσιάζει την ιδιορρυθμία ότι δεν διαθέτει μυστική είσοδο (όπως συμβαίνει και στην οχύρωση της Δαυλίδας).
Έξω από την Τιθορέα, κοντά στο χωριό Μόδι (θέση Μαλιόρουκα), υπάρχει αρχαίο Λατομείο, μνημείο της αρχαίας δόμησης, με άριστα σωζόμενα ίχνη εργαλείων με τα οποία απέκοπταν τους λιθόπλινθους.
Επίσης, πάνω σε λόφο στη θέση Πύργος Μοδίου, σώζονται λείψανα ελληνιστικής οχύρωσης αρχαίας πόλης, η οποία ίσως ταυτίζεται με τον αρχαίο Λέδονα. Στην ίδια περιοχή έχουν εντοπισθεί υστεροελλαδικά και ελληνιστικά λείψανα.
Νεότερα Μνημεία
Αξιόλογα μνημεία και αξιοθέατα της περιοχής είναι:
Προϊστορικός Συνοικισμός της Αγίας Μαρίνας
4 χλμ. ανατολικά της Κάτω Τιθορέας, βρίσκεται ο προϊστορικός συνοικισμός της Αγίας Μαρίνας. Πρόκειται για έναν επιμήκη γήλοφο, που υψώνεται ανάμεσα στους αγρούς της αριστερής πλευράς της κοιλάδας του Βοιωτικού Κηφισού ποταμού και ονομάζεται απ’ τους ντόπιους "Μαγούλα". Ο γήλοφος αυτός έχει ύψος 10μ. περίπου, μήκος 300μ. και πλάτος 200μ. Σχηματίσθηκε από επιχώσεις αλλεπάλληλων προϊστορικών οικισμών της νεολιθικής εποχής μέχρι και τη μυκηναϊκή.
Στο πρώτο στρώμα, σε βάθος 0,40μ. κάτω από την καλλιεργούμενη επιφάνεια, βρέθηκαν νεότατα και τούρκικα όστρακα. Στο επόμενο στρώμα, πάχους 1 μ., βρέθηκαν όστρακα της ύστερης μυκηναϊκής περιόδου, τεφρού χρώματος. Για τον τρόπο σχηματισμού στρώματος τέτοιου πάχους σε διάστημα τριών μόνον αιώνων, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι κάτοικοι του αγροτικού αυτού οικισμού συσσώρευαν χώμα ικανού πάχους ώστε να μην πλημμυρίζει από τα νερά του Κηφισού ποταμού, που έρρεε ακριβώς δίπλα, όπως μαρτυρεί η σωζόμενη μέχρι σήμερα παλιά κοίτη στη θέση "Ποτόκι". Κάτω απ’ το μυκηναϊκό στρώμα, υπάρχει προμυκηναϊκό στρώμα πάχους 3,5μ. με όστρακα που ανήκαν σε ραμφόστομα και σε πλατύστομα αγγεία. Στο στρώμα αυτό βρέθηκαν τοίχοι λιθόχτιστων οικιών και κιβωτιόσχημοι τάφοι. Στο κατώτατο στρώμα, πάχους 3,5μ., βρέθηκαν νεολιθικά όστρακα. Στην έσχατη διάστρωση στο παρθένο σκληρό έδαφος βρέθηκαν χάλκινα ψέλλια με μικρά κογχύλια. Πιο πέρα βρέθηκαν επίσης δυο μικρά χάλκινα εγχειρίδια, ένας χάλκινος εγκοπεύς και μια μικρή κωνοειδής σφραγίδα από στεατίτη.
Σημειώσεις:
Κείμενο:
Μιχάλης Μιχαλόπουλος
Έργο Ε.Ε. «Οι Δρόμοι του Παυσανία», Πανεπιστήμιο Πατρών
Πηγές:
σε υψόμετρο 440 μ. Περιλαμβάνει δύο οικισμούς, ένα πεδινό, την Κάτω Τιθορέα (ή Κηφισοχώρι) και έναν ημιορεινό, την άνω Τιθορέα. Η Τιθορέα γνωρίζει τουριστική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια λόγω της μικρής της απόστασης από τα χειμερινά θέρετρα του Παρνασσού. Μέχρι το 1926 ονομαζόταν Βελίτσα οπότε μετονομάστηκε σε Τιθορέα, λόγω της αρχαίας Φωκικής πόλης Τιθορέας, που βρισκόταν στην ίδια ακριβώς τοποθεσία.
Το χαρακτηριστικότερο σύγχρονο σημείο του χωριού είναι η πλατεία στην άνω Τιθορέα, με τον επιβλητικό υπεραιωνόβιο πλάτανο, η οποία αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες χάρη στην αμφιθεατρική της θέση, η οποία προσφέρει υπέροχη θέα στην πεδιάδα.
Η περιοχή χαρακτηρίζεται από πολλές και ιδιαίτερες φυσικές ομορφιές. Ξεχωριστή θέση κατέχει ένα υπέροχο δάσος, το «Αισθητικό Δάσος Τιθορέας», έκτασης 2000 στρεμμάτων, στην νότια πλευρά του χωριού. Είναι πλούσιο σε βλάστηση από έλατα, βελανιδιές κέδρα, κουμαριές και άλλα αυτοφυή δέντρα και θάμνους. Το δάσος εκτείνεται σε απόκρημνες πλαγιές που προσφέρονται για ορειβασία. Κηρύχθηκε αισθητικό δάσος με προεδρικό διάταγμα το 1979. Μέσα στο δάσος, στη ρίζα του βράχου, βρίσκεται ο ένας από τους δυο Πύργους του αρχαίου τείχους καθώς και μέρος του δυτικού του μέρους.
Στην ανατολική πλευρά του χωριού βρίσκεται το φαράγγι του Καχάλα (ή Κακόρεμα) που εντυπωσιάζει με τους κοφτερούς του βράχους και τις πολλές σπηλιές του. Από την Τιθορέα αρχίζει το ορειβατικό μονοπάτι Ε65 που περνά από το φαράγγι. Κοντά στην είσοδό του, χωμένα μέσα στο επιβλητικό δάσος, βρίσκονται μερικά ξωκλήσια που προσφέρονται για οδοιπορία, φωτογραφίες και ξεκούραση. Μέσα στο φαράγγι και πάνω στο ορειβατικό μονοπάτι Ε65 βρίσκεται ένας εγκαταλειμμένος παραδοσιακός νερόμυλος.
Μυθολογία
Η Τιθορέα θεωρείτο ως η αρχαία μητρόπολη των Φωκέων, αφού, όπως αναφέρει ο Παυσανίας στα «Κορινθιακά», σε αυτήν εγκαταστάθηκε με το λαό του ο Φώκος, ο γενάρχης των Φωκέων, και σε αυτή ενταφιάστηκε μαζί με τη γυναίκα του Αντιόπη.
Φαίνεται ότι ο Παυσανίας ορμάται από αυτό για την ιδιαίτερη διάκριση που κάνει στην Τιθορέα, όταν την παρουσιάζει στην ίδια ενότητα με το ιερό των Δελφών, αποκομμένη από την γύρω της περιοχή. Αυτό φαίνεται ήδη από την εισαγωγή των Φωκικών, όπου ορίζει τη Φωκίδα με βάση τον άξονα Τιθορέας - Δελφών, παραβλέποντας την πολύ πιο σημαντική πόλη Ελάτεια που βρίσκεται κοντά στην Τιθορέα.
Ιστορία
Η αρχαία Τιθορέα ήταν Φωκική πόλη, κτισμένη στις ανατολικές πλαγιές του Παρνασσού, στην ίδια θέση όπου ευρίσκεται σήμερα το ομώνυμο χωριό. Η αρχαία πόλη κτίστηκε μετά την καταστροφή των γειτονικών Φωκικών πόλεων από τον στρατό του Ξέρξη στην πορεία του προς την Αθήνα μετά τη μάχη των Θερμοπυλών το 480 π. Χ. Όπως αναφέρει ο Ηρόδοτος, οι φοβισμένοι κάτοικοι των κατεστραμμένων πόλεων που βρίσκονταν στις όχθες του Κηφισού, μεταξύ των οποίων και ο Νεών [1], οι Πεδιείς και η Τριταία, κατέφυγαν για να σωθούν στις πλαγιές του Παρνασσού και σε μια κορυφή που ονομαζόταν Τιθορέα. Κατά τον Παυσανία η κορυφή εκείνη όφειλε το όνομά της στην «Αμαδρυάδα» νύμφη Τιθορέα, μια νύμφη που ζούσε μέσα στο δάσος.
Η πόλη Νεών δεν έχει εντοπισθεί. Εικάζεται ότι σ’ αυτήν ανήκουν τα ερείπια που βρίσκονται στη θέση “Παλιαφήβα”. Φαίνεται ότι ήταν σπουδαία πόλη της περιοχής κατά τους κλασσικούς χρόνους, απ’ τους οποίους διασώζονται και δύο οβολοί με τα αρχικά της γράμματα "ΝΕ". Η πόλη των Πεδιέων ίσως βρίσκονταν στην Κάτω Τιθορέα.
Μετά την απομάκρυνση των Περσών οι Φωκείς κατέβηκαν ξανά στις πόλεις τους στην κοιλάδα, ενώ αργότερα οι κάτοικοι κυρίως της πόλης Νεών έχτισαν σε απόκρημνο σημείο του Παρνασσού – στην περιοχή της Τιθορέας - ένα ισχυρό φρούριο το οποίο σταδιακά εξελίχθηκε σε μία ακμάζουσα πόλη που αφομοίωσε τον πληθυσμό των παλαιότερων γειτονικών πόλεων, του Νεώνα (ή Νέωνες), της Τριταίας και των Παραποτάμιων. Την πόλη ονόμασαν Τιθορέα σε ανάμνηση της κορυφής που βρισκόταν ψηλότερα και στην οποία είχαν διασωθεί οι πρόγονοί τους κατά την περσική εκστρατεία.
Ο ιστορικός Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι κατά τον τρίτο ιερό πόλεμο (356-346 π.Χ.), σε απόκρημνο σημείο του βράχου της Τιθορέας αυτοκτόνησε τραυματισμένος (354 π.Χ.) ο στρατηγός των Φωκέων Φιλόμηλος, που κατάγονταν από τη γειτονική πόλη Λέδων [1]. Σύμφωνα όμως με τοπική παράδοση, ο Φιλόμηλος σκοτώθηκε κατά την οπισθοχώρηση του στρατού του, όταν, στην προσπάθειά του να περάσει από απόκρημνο σημείο, έπεσε στο κενό. Μετά την επέμβαση του Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας, η Τιθορέα ακολούθησε τη μοίρα των υπολοίπων φωκικών πόλεων. Αργότερα, όταν επιτράπηκε να ξαναχτιστούν οι φωκικές πόλεις, ο Νεών δεν επανεμφανίζεται πλέον, αλλά στη θέση του αναφέρεται η Τιθορέα ή Τιθόρα.
Στην μέγιστη ακμή της η Τιθορέα έφθασε τον τρίτο αιώνα π.Χ., οπότε και έκοψε δικό της νόμισμα, κατά την εποχή της Αιτωλικής Συμμαχίας (279 – 168 π. Χ.). Στον εμπροσθότυπο του νομίσματος εικονίζεται νεανική ανδρική δαφνοστεφής κεφαλή (ίσως του Απόλλωνα) και στον οπισθότυπο, αιχμή δόρατος, σιαγών κάπρου και η επιγραφή "ΤΙΘΟΡΡΕΩΝ".
Στην πόλη υπήρχαν αρκετά μνημεία, όπως αναφέρει ο Παυσανίας. Το ιερό άλσος της Αθηνάς με το ναό και το άγαλμά της, ο ναός του Ασκληπιού Αρχαγέτου και το Θεραπευτήριο, λίγο έξω απ’ την πόλη, στον οποίο κατέφευγαν για θεραπεία εκτός των Τιθορέων και οι άλλοι Φωκείς, αγορά και θέατρο, πιθανά κοντά στο Θεραπευτήριο.
Τον 2ο π.Χ. αιώνα η Τιθορέα ακολούθησε την τύχη της υπόλοιπης Ελλάδας και υποτάχθηκε στους Ρωμαίους Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή στην περιοχή λατρεύονταν και αιγυπτιακές θεότητες, ο Σάραπις, η Ίσις και ο Άνουβις. Ο ναός του Σάραπη υπήρχε στο χώρο που σήμερα υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, στον περίβολο του οποίου βρέθηκαν έξη απελευθερωτικές επιγραφές δούλων οι οποίοι συμβολικά πωλούνταν στον Σάραπη, ενώ ο ιερέας φρόντιζε να μην καταπατηθεί η απελευθερωτική πράξη. Σε έναν περίβολο έξω απ’ την πόλη, υπήρχε το Άδυτο της θεάς Ίσιδος.
Σύμφωνα με ένα εξαίρετο επίγραμμα που έχει διασωθεί, στην Τιθορέα έζησε και πέθανε ο φημισμένος Αλεξανδριανός γιατρός Δωρόθεος. Επίσης, ο Διογένης ο Λαέρτιος αναφέρει στο έργο του «Βίοι Φιλοσόφων», ότι από την Τιθορέα καταγόταν Θέων ο Τιθορεύς, ένας αξιόλογος φιλόσοφος που έζησε τον 4ο αι. π.Χ. Πολύ συχνά μνημονεύει την Τιθορέα και ο Πλούταρχος, ο οποίος μάλιστα είχε εκεί έναν στενό φίλο, τον Σώκλαρο, που ασχολούνταν ερασιτεχνικά με πειράματα φυτικής [2].
Το 476 π.Χ. περίπου η περιοχή πέρασε στην σφαίρα της επιρροής του Νεότευκτου Βυζαντινούς κράτους. Τα πρώτα χριστιανικά χρόνια η περιοχή πέρασε μια σκληρή εποχή διωγμών των Χριστιανών, όπως μαρτυρούν πέντε τάφοι που βρέθηκαν στον Άγιο Ιωάννη, οι οποίοι πιστεύεται ότι ανήκουν στα μέλη οικογένειας ιερέα που είχαν θανατώθηκαν ομαδικά. Στο έργο «Συνέκδημος» του Ιεροκλέους η Τιθώρα αναφέρεται ως έδρα Επισκόπου τον 5ο αι. μ.Χ.
Και κατά την Βυζαντινή περίοδο η Τιθορέα ήταν σημαντικό εμπορικό και διοικητικό κέντρο με πολλούς χριστιανικούς ναούς.
Το χωριό είχε αξιόλογη συμμετοχή στην επανάσταση του 1821. Ο Οδ. Ανδρούτσος, που έδρασε στην περιοχή, χρησιμοποίησε σαν ορμητήριο μια σπηλιά που βρίσκεται στην ΝΑ απόκρημνη πλευρά του χωριού, σε απόσταση 3 χλμ. Επίσης ο Γ. Καραϊσκάκης εγκατέστησε στην Τιθορέα το αρχηγείο του.
Κληρονομιά
Τα ερείπια της αρχαίας Τιθορέας διακρίνονται ακόμα ανάμεσα στα σύγχρονα σπίτια του οικισμού της Άνω Τιθορέας. Διασώζονται σε πολύ καλή κατάσταση και σε αρκετή έκταση και μεγάλο ύψος, τα τείχη που περιέβαλλαν την πόλη και δυο οχυρωματικοί Πύργοι. Είναι του 4ου π.χ. και καλύπτουν την βόρεια και δυτική πλευρά. Κτισμένα κατά το ισοδομικό σύστημα τειχοποιίας από ασβεστολιθικούς δόμους, είναι από τα καλύτερα σωζόμενα δείγματα ελληνιστικής οχυρωματικής και από τα πλέον αξιοθέατα αρχαία τείχη της Κεντρικής Ελλάδας. Το βόρειο μέρος είναι και το καλύτερα σωζόμενο τμήμα και χρήζει άμεσης αναστύλωσης. Το τείχος κατεβαίνει την πλαγιά απότομα και φέρει επίστεψη, που κατατέμνεται σε μια σειρά από βαθμίδες. Η ανατολική και νότια πλευρά της αρχαίας πόλης προστατευόταν από τη φυσική οχύρωση που προσφέρει η βαθειά και απότομη χαράδρα του Καχάλη και η απόκρημνη αναβαθμίδα του Παρνασσού που υψώνεται επιβλητικά και σχεδόν κατακόρυφα από πάνω της. Τμήματα των τειχών ή πύργων βρίσκονται ανάμεσα στα σπίτια του σημερινού χωριού ή στις αυλές. Μεγάλοι ορθογώνιοι λίθοι του τείχους ή των αρχαίων οικοδομημάτων έχουν χρησιμοποιηθεί ως δομικό υλικό στα σπίτια του χωριού ή στους αναλημματικούς τοίχους στις αυλές. Η οχύρωση παρουσιάζει την ιδιορρυθμία ότι δεν διαθέτει μυστική είσοδο (όπως συμβαίνει και στην οχύρωση της Δαυλίδας).
Έξω από την Τιθορέα, κοντά στο χωριό Μόδι (θέση Μαλιόρουκα), υπάρχει αρχαίο Λατομείο, μνημείο της αρχαίας δόμησης, με άριστα σωζόμενα ίχνη εργαλείων με τα οποία απέκοπταν τους λιθόπλινθους.
Επίσης, πάνω σε λόφο στη θέση Πύργος Μοδίου, σώζονται λείψανα ελληνιστικής οχύρωσης αρχαίας πόλης, η οποία ίσως ταυτίζεται με τον αρχαίο Λέδονα. Στην ίδια περιοχή έχουν εντοπισθεί υστεροελλαδικά και ελληνιστικά λείψανα.
Νεότερα Μνημεία
Αξιόλογα μνημεία και αξιοθέατα της περιοχής είναι:
- Το 1960, κοντά στην κεντρική πλατεία του χωριού, κατά την ανέγερση ναού στη μνήμη του Αββά Ζωσιμά εντοπίσθηκαν ερείπια παλαιοχριστιανικού ναού με ψηφιδωτό δάπεδο που απεικόνιζε τον ζωδιακό κύκλο. Μεταξύ άλλων, αποκαλύφθηκε μαρμάρινη σαρκοφάγος που σήμερα εκτίθεται δίπλα στο ναό αυτό.
- Η Αγιαρσαλή, ένας ναΐσκος σε δυσπρόσιτη σπηλιά ψηλά στον απόκρημνο βράχο πάνω από το χωριό, όπου κατέφευγαν διωκόμενοι ερημίτες. Η θέα από εκεί είναι μαγευτική.
- Μερικά μεταβυζαντινά εκκλησάκια και εξωκλήσια του χωριού έχουν κτισθεί πάνω σε ερείπια αρχαίων ναών και στους τοίχους τους είναι ενσωματωμένες αρχαίες πέτρες με ανάγλυφα σκαλίσματα και επιγραφές: Ο Προφήτης Ηλίας, του 17ου αι., μονόκλιτο ναΰδριο με καμαρωτή στέγη, στο νότιο άκρο του χωριού με εντοιχισμένα αρχαία γλυπτά και τοιχογραφίες στην κόγχη του ιερού. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, των αρχών του 17ου αι., μονόκλιτη βασιλική με καμαροσκεπή στέγη, χτιστό τέμπλο και με τοιχογραφίες της ίδιας εποχής και τέχνης με εκείνες του Προφήτη Ηλία. Στα δεξιά της εισόδου στην εξωτερική πλευρά είναι εντοιχισμένη παλιά επιγραφή και στο βόρειο τοίχο ανάγλυφη πλάκα με ανθέμια και φύλλα. Τέλος, το μικρό εξωκλήσι της Παναγίας, στο οποίο είναι εντοιχισμένες δυο αρχαίες επιτύμβιες επιγραφές.
Προϊστορικός Συνοικισμός της Αγίας Μαρίνας
4 χλμ. ανατολικά της Κάτω Τιθορέας, βρίσκεται ο προϊστορικός συνοικισμός της Αγίας Μαρίνας. Πρόκειται για έναν επιμήκη γήλοφο, που υψώνεται ανάμεσα στους αγρούς της αριστερής πλευράς της κοιλάδας του Βοιωτικού Κηφισού ποταμού και ονομάζεται απ’ τους ντόπιους "Μαγούλα". Ο γήλοφος αυτός έχει ύψος 10μ. περίπου, μήκος 300μ. και πλάτος 200μ. Σχηματίσθηκε από επιχώσεις αλλεπάλληλων προϊστορικών οικισμών της νεολιθικής εποχής μέχρι και τη μυκηναϊκή.
Στο πρώτο στρώμα, σε βάθος 0,40μ. κάτω από την καλλιεργούμενη επιφάνεια, βρέθηκαν νεότατα και τούρκικα όστρακα. Στο επόμενο στρώμα, πάχους 1 μ., βρέθηκαν όστρακα της ύστερης μυκηναϊκής περιόδου, τεφρού χρώματος. Για τον τρόπο σχηματισμού στρώματος τέτοιου πάχους σε διάστημα τριών μόνον αιώνων, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι κάτοικοι του αγροτικού αυτού οικισμού συσσώρευαν χώμα ικανού πάχους ώστε να μην πλημμυρίζει από τα νερά του Κηφισού ποταμού, που έρρεε ακριβώς δίπλα, όπως μαρτυρεί η σωζόμενη μέχρι σήμερα παλιά κοίτη στη θέση "Ποτόκι". Κάτω απ’ το μυκηναϊκό στρώμα, υπάρχει προμυκηναϊκό στρώμα πάχους 3,5μ. με όστρακα που ανήκαν σε ραμφόστομα και σε πλατύστομα αγγεία. Στο στρώμα αυτό βρέθηκαν τοίχοι λιθόχτιστων οικιών και κιβωτιόσχημοι τάφοι. Στο κατώτατο στρώμα, πάχους 3,5μ., βρέθηκαν νεολιθικά όστρακα. Στην έσχατη διάστρωση στο παρθένο σκληρό έδαφος βρέθηκαν χάλκινα ψέλλια με μικρά κογχύλια. Πιο πέρα βρέθηκαν επίσης δυο μικρά χάλκινα εγχειρίδια, ένας χάλκινος εγκοπεύς και μια μικρή κωνοειδής σφραγίδα από στεατίτη.
Σημειώσεις:
- [1] Ο Λέδων ίσως βρίσκονταν στη θέση Γούρνες του σημερινού χωριού Αγία Μαρίνα.
- [2] Ο Σώκλαρος φιλοξένησε στους κήπους του τον Πλούταρχο, και από κοινού προσπάθησαν να λύσουν το έκτο πρόβλημα του «Δεύτερου Συμποσίου» που αναφέρεται στον "ενοφθαλμισμό" (μπόλιασμα) των δένδρων.
Κείμενο:
Μιχάλης Μιχαλόπουλος
Έργο Ε.Ε. «Οι Δρόμοι του Παυσανία», Πανεπιστήμιο Πατρών
Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.