Χιονισμένο το τοπίο των τελευταίων ημερών , χάρμα
οφθαλμών . Οι περισσότεροι χαμογέλασαν σίγουρα και χάρηκαν σαν τα παιδιά την
έλευση του χιονιά. Για το χιόνι και το χειμώνα "γράφουν", ο Μίλτος Σαχτούρης (λίγα λόγια
για εκείνον θα δείτε στο τέλος) με
δύο εξαιρετικά ποιήματά του αλλά και ο Γιώργος Βιδάκης με ένα
¨χιονισμένο" πολύ όμορφο βίντεο που ανέβασε με τον τίτλο "Ωδή
στη ζωή" . Δείτε τα όλα.....
Όμορφο είναι το χιόνι, σκεπάζει τα πάντα, ασπρίζει τις
ασχήμιες, λειαίνει το τοπίο, κάνει πιο γοητευτικές τις γκρίζες μας πόλεις και
το σίγουρο, παρά το άσπρο του χρώμα, δίνει τελικά πολύ χρώμα στη ζωή μας.
Το διαβάσαμε
κάπου ......
" Ένας
ποιητής που κάνει συχνά μνεία στο χιόνι είναι ο Μίλτος Σαχτούρης. Τα ποιήματά
του συχνά έχουν ως τόπο δράσης τον ουρανό, με πρωταγωνιστές το φεγγάρι, το αίμα
και πολύ συχνά τα ουράνια αυτά σκηνικά έχουν και χιόνι. Το
χιόνι στην ποίησή του συνηθως παραπέμπει σε κάτι παγερό, ψυχρό αλλά συγχρόνως
και σε μια αίσθηση γαλήνης, αγνότητας και ηρεμίας. Είναι εξάλλου διττή η φύση
του. Εκείνο που προέχει στον ποιητικό κόσμο του Σαχτούρη είναι η εικόνα. Η
υπεροχή της είναι αδιαμφισβήτητη. Η χρήση της εικόνας οφείλει να πηγαίνει πέρα
από τη στεγνή καταγραφή της εξωτερικής πραγματικότητας. Η εικόνα αποκτά
αυτόνομη ισχύ, δημιουργεί ένα εσωτερικό τοπίο, το οποίο αντανακλά εμπειρίες και
βιώματα της καθημερινής ζωής".
ΧΙΟΝΙ
Χιόνι ποὺ πέφτει ἔξω!
σὰν παγοπώλης τοῦ θανάτου
ὁ Θεὸς
μὲ κόκκινα ἀπ᾿ τὸν πυρετὸ
τὰ μάτια
Καπνὸς θεοῦ στὴ στέγη
οὐρλιάζει ἡ γυναίκα
στὸ κρεβάτι
σὰν παγωμένο περιστέρι
χιόνι ποὺ πέφτει ἔξω!
Χιόνι ποὺ πέφτει ἔξω!
σὰν παγοπώλης τοῦ θανάτου
ὁ Θεὸς
μὲ κόκκινα ἀπ᾿ τὸν πυρετὸ
τὰ μάτια
Καπνὸς θεοῦ στὴ στέγη
οὐρλιάζει ἡ γυναίκα
στὸ κρεβάτι
σὰν παγωμένο περιστέρι
χιόνι ποὺ πέφτει ἔξω!
ΧΕΙΜΩΝΑΣ
Τί ὡραῖα ποὺ μαραθῆκαν τὰ λουλούδια
τί τέλεια ποὺ μαραθῆκαν
κι αὐτὸς ὁ τρελὸς νὰ τρέχει στοὺς δρόμους
μὲ μιὰ φοβισμένη καρδιὰ χελιδονιοῦ
χειμώνιασε καὶ φύγανε τὰ χελιδόνια
γέμισαν οἱ δρόμοι λάκκους μὲ νερὸ
δυὸ μαῦρα σύννεφα στὸν οὐρανὸ
κοιτάζονται στὰ μάτια ἀγριεμένα
αὔριο θὰ βγεῖ στοὺς δρόμους καὶ ἡ βροχὴ
ἀπελπισμένη
μοιράζοντας τὶς ὀμπρέλλες της
τὰ κάστανα θὰ τὴ ζηλέψουν
καὶ θὰ γεμίσουν μικρὲς κίτρινες ζαρωματιὲς
θὰ βγοῦν κι οἱ ἄλλοι ἔμποροι
αὐτὸς ποὺ πουλάει τ᾿ ἀρχαῖα κρεβάτια
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὶς ζεστὲς-ζεστὲς προβιὲς
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὸ καυτὸ σαλέπι
κι αὐτὸς ποὺ πουλάει θῆκες ἀπὸ κρύο χιόνι
γιὰ τὶς φτωχὲς καρδιές
Τί ὡραῖα ποὺ μαραθῆκαν τὰ λουλούδια
τί τέλεια ποὺ μαραθῆκαν
κι αὐτὸς ὁ τρελὸς νὰ τρέχει στοὺς δρόμους
μὲ μιὰ φοβισμένη καρδιὰ χελιδονιοῦ
χειμώνιασε καὶ φύγανε τὰ χελιδόνια
γέμισαν οἱ δρόμοι λάκκους μὲ νερὸ
δυὸ μαῦρα σύννεφα στὸν οὐρανὸ
κοιτάζονται στὰ μάτια ἀγριεμένα
αὔριο θὰ βγεῖ στοὺς δρόμους καὶ ἡ βροχὴ
ἀπελπισμένη
μοιράζοντας τὶς ὀμπρέλλες της
τὰ κάστανα θὰ τὴ ζηλέψουν
καὶ θὰ γεμίσουν μικρὲς κίτρινες ζαρωματιὲς
θὰ βγοῦν κι οἱ ἄλλοι ἔμποροι
αὐτὸς ποὺ πουλάει τ᾿ ἀρχαῖα κρεβάτια
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὶς ζεστὲς-ζεστὲς προβιὲς
αὐτὸς ποὺ πουλάει τὸ καυτὸ σαλέπι
κι αὐτὸς ποὺ πουλάει θῆκες ἀπὸ κρύο χιόνι
γιὰ τὶς φτωχὲς καρδιές
Ο σημαντικός νεοέλληνας ποιητής Μίλτος Σαχτούρης.....
..εντάσσεται
στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, που διαδέχθηκε τους νεωτερικούς ποιητές του
μεσοπολέμου.
Με καταγωγή από την Ύδρα, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 1919 στην Αθήνα και ήταν δισέγγονος του ναυάρχου του '21 καπετάν Γιώργη Σαχτούρη. Το 1937 εγγράφηκε με προτροπή του πατέρα του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά μετά το θάνατό του την εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι στην ποίηση. Δεν άσκησε ποτέ του κανένα βιοποριστικό επάγγελμα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που δεν απόκτησε οικογένεια. Οι γονείς δίσταζαν να δώσουν το χέρι της κόρης τους στον γαμπρό Μιλτιάδη Σαχτούρη. «Όχι, γιατί ποιητής δεν είναι επάγγελμα» του έλεγαν και του έκλειναν την πόρτα.
Το 1943 γνωρίστηκε με τον Nίκο Eγγονόπουλο, μια συνάντηση που στάθηκε καθοριστική για τον ποιητή Σαχτούρη. Τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με ποίημά του στο περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα». Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Τα Νέα Ελληνικά», «Τραμ», «Το Δέντρο», «Η Λέξη» και «Νέα Εστία».
Με καταγωγή από την Ύδρα, γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου του 1919 στην Αθήνα και ήταν δισέγγονος του ναυάρχου του '21 καπετάν Γιώργη Σαχτούρη. Το 1937 εγγράφηκε με προτροπή του πατέρα του στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά μετά το θάνατό του την εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί ψυχή τε και σώματι στην ποίηση. Δεν άσκησε ποτέ του κανένα βιοποριστικό επάγγελμα και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που δεν απόκτησε οικογένεια. Οι γονείς δίσταζαν να δώσουν το χέρι της κόρης τους στον γαμπρό Μιλτιάδη Σαχτούρη. «Όχι, γιατί ποιητής δεν είναι επάγγελμα» του έλεγαν και του έκλειναν την πόρτα.
Το 1943 γνωρίστηκε με τον Nίκο Eγγονόπουλο, μια συνάντηση που στάθηκε καθοριστική για τον ποιητή Σαχτούρη. Τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα με ποίημά του στο περιοδικό «Τα Νέα Γράμματα». Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Τα Νέα Ελληνικά», «Τραμ», «Το Δέντρο», «Η Λέξη» και «Νέα Εστία».
Το έργο του
καθαρά ποιητικό και έχει κυκλοφορήσει στις συλλογές: «Οι Λησμονημένοι» (1945),
«Παραλογαίς» (1948), «Με το πρόσωπο στον τοίχο» (1952), «Όταν σας μιλώ» (1956),
«Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο» (1958), «Ο περίπατος» (1960), «Τα
στίγματα» (1962), «Σφραγίδα ή όγδοη Σελήνη» (1964), «Το σκεύος» (1971),
«Ποιήματα 1945-1971», «Χρωμοτραύματα» (1980), «Εκτοπλάσματα» (1986),
«Καταβύθιση» (1990), «Εκτοτε» (1996) και «Ανάποδα γύρισαν τα ρολόγια» (1998).
Τιμήθηκε με τρία βραβεία: Το 1956 με το Α' Βραβείο του διαγωνισμού «Νέοι Ευρωπαίοι Ποιητές» της RAI για τη συλλογή του «Όταν σας μιλώ», το 1962 με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του «Τα Στίγματα» και το 1987 με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του «Εκτοπλάσματα».
Τιμήθηκε με τρία βραβεία: Το 1956 με το Α' Βραβείο του διαγωνισμού «Νέοι Ευρωπαίοι Ποιητές» της RAI για τη συλλογή του «Όταν σας μιλώ», το 1962 με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του «Τα Στίγματα» και το 1987 με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του «Εκτοπλάσματα».
Ο Σαχτούρης
είναι ποιητής του κλειστού χώρου, αντιηρωικός, εκφραστής και απολογητής της
κατακερματισμένης και καθημαγμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Απορρίπτει την
παραδοσιακή γραφή και στρέφεται στον συμβολισμό και τον υπερρεαλισμό.
Διαφοροποιείται από τους σύγχρονους ομοτέχνους του, επειδή οικοδομεί το έργο
του με εφιαλτικές εικόνες και σύμβολα, που πλησιάζουν περισσότερο τον
εξπρεσιονισμό.
Όμως υπάρχουν ακόμα
λίγοι άνθρωποι
που δεν είναι κόλαση
η ζωή τους..
υπάρχει το μικρό πουλί ο κιτρινολαίμης
λίγοι άνθρωποι
που δεν είναι κόλαση
η ζωή τους..
υπάρχει το μικρό πουλί ο κιτρινολαίμης
και πάντοτε του ήλιου οι απομείναντες
οι ερωτευμένοι με ήλιο ή με φεγγάρι..
ψάξε καλά
βρες τους, Ποιητή!
κατάγραψέ τους προσεχτικά
γιατί όσο παν και λιγοστεύουν
λιγοστεύουν..
~~~~~~~~~~~
Μ ί λ τ ο ς Σ α χ τ ο ύ ρ η ς
ψάξε καλά
βρες τους, Ποιητή!
κατάγραψέ τους προσεχτικά
γιατί όσο παν και λιγοστεύουν
λιγοστεύουν..
~~~~~~~~~~~
Μ ί λ τ ο ς Σ α χ τ ο ύ ρ η ς
Aπό τη συλλογή Χρωμοτραύματα (1980)
Υπερτονίζει
το παράλογο, ενώ από τον Υπερρεαλισμό από τον οποίον ξεκίνησε, κρατά τη
φαντασία και την παραίσθηση, όχι όμως και τη συνειρμική εκφορά του λόγου. Είναι
ποιητής του ατομικού άγχους, αλλά μέσα στο έργο του είναι διάσπαρτος ο απόηχος
του άγχους μιας ολόκληρης εποχής. Κι όμως, η ποίησή του δεν είναι απαισιόδοξη.
Ο δημιουργός της ομολογεί «Πάντα θα 'χουμε ανάγκη από ουρανό».
Έργα του έχουν μεταφραστεί στη γαλλική, αγγλική, ιταλική, γερμανική, πολωνική και βουλγαρική. Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τους Μάνο Χατζιδάκι, Αργύρη Κουνάδη, Γιάννη Σπανό, Κυριάκο Σφέτσα και Νίκο Ξυδάκη.
Ο Μίλτος Σαχτούρης έφυγε από τη ζωή στις 29 Μαρτίου του 2005.
Έργα του έχουν μεταφραστεί στη γαλλική, αγγλική, ιταλική, γερμανική, πολωνική και βουλγαρική. Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τους Μάνο Χατζιδάκι, Αργύρη Κουνάδη, Γιάννη Σπανό, Κυριάκο Σφέτσα και Νίκο Ξυδάκη.
Ο Μίλτος Σαχτούρης έφυγε από τη ζωή στις 29 Μαρτίου του 2005.
ΤΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ
ΑΠΟ ΤΟ sansimera.gr
"Αν ένας τρόπος είναι καλύτερος από έναν άλλο, τότε
σίγουρα είναι ο τρόπος της φύσης."
Αριστοτέλης
https://youtu.be/ncOQlgehkxE
ΑπάντησηΔιαγραφήTο σιγανό, με τον Kαιρόν, προθυμερόν εγίνη,
ΑπάντησηΔιαγραφήκ' ήβανε ο Έρωτας κρουφά τα ξύλα στο καμίνι.
Kι ωσάν από μικρόν αβγό πουλί μικρόν εβγαίνει,
τρεμουλιασμένο κι άφαντο, και με Kαιρόν πληθαίνει,
κάνει κορμί, κάνει φτερά, κάθ' ώρα μεγαλώνει,
και πορπατεί, χαμοπετά, φτερούγια του ξαπλώνει,
κι απ' άφαντο κι από μικρό, που'τον όντεν εφάνη,
κορμί, φτερά, και δύναμη, και μεγαλότη κάνει-
το ίδιο εγίνη κ' εις εμέ, στην άπραγή μου νιότη.
Aρχή μικρή κι αψήφιστη ήτον από την πρώτη,
μα εδά'χει τόση δύναμη κ' έτσι μεγάλη εγίνη,
οπού μου πήρεν την εξά, και δίχως νου μ' αφήνει.
K' η Aγάπη, που στα βάσανα αντρεύγει και πληθαίνει,
κι οπού με τσ' αναστεναμούς θρέφεται και πλαταίνει,
θάμασμα πούρι το κρατούν όλοι, μικροί-μεγάλοι,
πώς στην αρχήν τση ανήμπορη γεννάται στην αθάλη·
σπίθα μικρή κι αψήφιστη, δε λάμπει, μηδέ βράζει,
και πως να κάμει αναλαμπήν κιανείς δεν το λογιάζει.
Kαι αγάλια-αγάλια θρέφεται, σαν το καμίνι ανάφτει,
κεντά και καίγει δυνατά, και το κορμί μας βλάφτει.
Β.ΚΟΡΝΑΡΟΣ
Πριχού χαλάσεις μια φωλιά,
ΑπάντησηΔιαγραφήνα λυπηθείς τσοι κόπους,
π'αναμαζώνει το πουλί,
κλαδιά "πο χίλιους τόπους.....
Όταν κάποιος κατακτήσει την αληθινή, την εσωτερική ωραιότητα, τότε δεν απογοητεύεται: Η αρμονία του ψυχικού κόσμου, η ηρεμία, η γαλήνη, η καλοσύνη και η αγάπη, είναι όλα πράγματα και καταστάσεις που έρχονται να φωτίσουν ακόμη και την εξωτερική μορφή του ανθρώπου που τα κατέχει. Σε αντίθεση με τις εντυπώσεις της εξωτερικής ωραιότητας ,που γρήγορα εξανεμίζονται, αυτή η ωραιότητα εκτιμάται από τους άλλους όλο και περισσότερο με την πάροδο του χρόνου.
"Η αληθινή ωραιότητα είναι αυτή που ξεκινά από τον εσωτερικό κόσμο ενός ανθρώπου"
Στις μέρες μας, το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι να γίνουμε πιο ωραίοι "άνθρωποι". Έτσι, όταν τελικά "κατακτούμε" αυτή την ωραιότητα, συνήθως μένουμε απογοητευμένοι. Η πραγματικότητα της εσωτερικής ασχήμιας, εμφανίζεται σιγά σιγά και ακυρώνει τις θετικές εντυπώσεις που μας είχε αφήσει η εξωτερική ωραιότητα...
Δανάη Ιωάννου