Λαικό ορατόριο "Καταχνιά"(βίντεο)
Βίρβος-Λεοντής-Μυράτ- Καζαντζίδης
΄΄Γ΄΄
΄΄Γ΄΄
"Κλαίνε θρηνούνε τα βουνά/Κλαίνε θρηνούν οι κάμποι/Ήρθε σκλαβιά πικρή σκλαβιά/πλάκωσε μαύρη καταχνιά/κι ο ήλιος πια δεν λάμπει..."....
Η «ΚΑΤΑΧΝΙΑ» αποτελεί ένα ολοκληρωμένο έργο, αφιερωμένο στην περίοδο της κατοχής της Ελλάδας από τις δυνάμεις του άξονα. Τον Οκτώβριο του 1944 τα γερμανικά στρατεύματα απεχώρησαν. Είχαν προηγηθεί, βέβαια, η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου στις 25 Νοεμβρίου του 1943 και η απελευθέρωση της Καρδίτσας (η πρώτη πόλη στην κατεχόμενη, τότε, Ευρώπη) στις 12 Μαΐου του 1943, από τις αντιστασιακές οργανώσεις.
(Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος. Το να μην παραδίνεσαι, αυτό είναι." Ν. Χικμέτ)
(Το ζήτημα δεν είναι να είσαι αιχμάλωτος. Το να μην παραδίνεσαι, αυτό είναι." Ν. Χικμέτ)
Ένας από τους βασικούς συντελεστές του έργου, ο στιχουργός Κώστας Βίρβος, που έζησε τα γεγονότα της κατοχής, θυμάται: «Την ΚΑΤΑΧΝΙΑ την εμπνεύσθηκα από γεγονότα που τα έζησα. Το 1943 όταν ιδρύθηκε η ΕΠΟΝ ήμουν από τους πρώτους που εντάχθηκε σ' αυτήν, μαθητής τότε στο Γυμνάσιο Τρικάλων. Τον Αύγουστο του 1943 ήρθα στην Αθήνα για να δώσω εξετάσεις στην Πάντειο Σχολή. Πέτυχα από τους πρώτους και συγχρόνως συνδέθηκα με την ΕΠΟΝ σπουδαστών.
(Κώστας Βίρβος)
Τον Μάρτη του 1944 με συνέλαβαν μαζί με τον συμπατριώτη μου φοιτητή της Χημείας, Στέλιο Πάλα, γράφοντας στους τοίχους. Μας πιάσαν στη γωνία Αγορακρίτου και Αριστομένους οι χαφιέδες και μας οδήγησαν στην Ειδική Ασφάλεια, αφού πρώτα περάσαμε από το ξενοδοχείο ΚΡΥΣΤΑΛ, όπου είχαν τσιμπούσι οι αρχιβασανιστές Παναγιωτόπουλος και Παρθενίου.
(Τα έπη έχουν τους εφιάλτες τους..)
Εκεί μας βασάνισαν μέχρι θανάτου. Ο Ξενοδόχος του ΚΡΥΣΤΑΛ όταν μας είδε αιμόφυρτους, ύστερα από το ξύλο με το βούρδουλα και τη φάλαγγα στα πόδια, ειδοποίησε το Πρώτων Βοηθειών. Πρέπει να το έκανε σκόπιμα για να υπάρχουν μάρτυρες ώστε να μη μας σκοτώσουν. Μετά μας οδήγησαν στα Κρατητήρια της Ελπίδος 5 και μας έβαλαν στο απομονωτήριο. Αφού πέρασαν δυο τρεις μέρες κατορθώσαμε να ειδοποιήσουμε τους δικούς μας. Εκεί μέσα έγραψα στο μυαλό μου το «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια» και το « Ένας ξύλινος σταυρός» την Πρωτομαγιά του 1944, όταν τουφέκισαν τους διακόσιους στην Καισαριανή.
(Χαρακτικό για Καισαριανή απο χαράκτη Τάσο)(Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια/τον ήλιο π’ ανατέλλει να χαρώ/κι αν κάνετε τα στήθια μου κομμάτια/εσείς πεθαίνετε κι όχι εγώ.Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια/δεν σκιάζομαι τα βόλια τα σκληρά,/ πηγαίνω στα ουράνια παλάτια/να στείλω στους ανθρώπους τη χαρά.)
Εκεί μέσα επίσης εμπνεύσθηκα το «Γιατί να γίνω μάνα» και την «Ομηρία». Τα άλλα τραγούδια τα έγραψα αργότερα στο βουνό, με την μορφή ποιημάτων, αρχικά, τα οποία αργότερα τα έκανα τραγούδια. Στις 5 Ιουνίου 1944, αν θυμάμαι καλά, πέρασα από την τριμελή Επιτροπή Ασφαλείας, η οποία θα έκρινε την τύχη μου. Με αθώωσαν. Ο Γερμανός σύνδεσμος όμως δεν υπέγραφε την αποφυλάκιση μου.
(Ο Αρχάγγελος με το πολυβόλο.Του χαράκτη Τάσου)
Τελικά "πείσθηκε» και στις 12 Ιουνίου αποφυλακίσθηκα. Μετά από πολλές περιπέτειες έφτασα στο βουνό και παρουσιάστηκα στο χωριό Γοργογύρι Τρικάλων για να με τοποθετήσουν. Στο Γοργογύρι ήταν τότε και ο θείος μου Ζαχαρίας Παπαζαχαρίου, Εθνοσύμβουλος Τρικάλων στην κυβέρνηση του Βουνού, ο οποίος με έπεισε να συνεχίσω τη δράση μου στην ΕΠΟΝ, γιατί μπορούσα να αποδώσω πάρα πολλά και όχι στον ΕΛΑΣ, που ήθελα εγώ.
(Δε βρήκα πουθενά ψωμί/Και σπίτι πώς να πάω/Θα με πληγώσει μια φωνή:/"Πατέρα μου πεινάω"
Απόψε το παιδάκι μου/Θα γείρει πεινασμένο/Και τον πατέρα του θα δει/Πρώτη φορά κλαμένο
Να μαραθείς βλαστάρι μου/Ποτέ δε θα σ’ αφήσω/Και με το αίμα της καρδιάς/Εγώ θα σε ταΐσω.)
Έτσι έφυγα από το Γοργογύρι και πήγα απέναντι στα Χάσια, στο χωριό Λιόπρασο, που ήταν η έδρα του Επαρχιακού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ. . Εκεί έγραψα και τα υπόλοιπα τραγούδια (ποιήματα) της Καταχνιάς, εμπνευσμένα από το αγωνιστικό περιβάλλον και από αντάρτικα τραγούδια. Π.χ. την εισαγωγή της Καταχνιάς «Κλαίνε θρηνούνε τα βουνά» την εμπνεύσθηκα από το αντάρτικο τραγούδι «Βαριά στενάζουν τα βουνά»*. Έτσι ολοκληρώθηκε η ΚΑΤΑΧΝΙΑ και μόλις οι συνθήκες το επέτρεψαν, αφού βρήκα και τον εξαίρετο συνθέτη και άνθρωπο Χρήστο Λεοντή, που την μελοποίησε θαυμαστά, την κυκλοφορήσαμε σε δίσκο».
(Χρήστος Λεοντής)
(Κώστας Βίρβος)
Τον Μάρτη του 1944 με συνέλαβαν μαζί με τον συμπατριώτη μου φοιτητή της Χημείας, Στέλιο Πάλα, γράφοντας στους τοίχους. Μας πιάσαν στη γωνία Αγορακρίτου και Αριστομένους οι χαφιέδες και μας οδήγησαν στην Ειδική Ασφάλεια, αφού πρώτα περάσαμε από το ξενοδοχείο ΚΡΥΣΤΑΛ, όπου είχαν τσιμπούσι οι αρχιβασανιστές Παναγιωτόπουλος και Παρθενίου.
(Τα έπη έχουν τους εφιάλτες τους..)
Εκεί μας βασάνισαν μέχρι θανάτου. Ο Ξενοδόχος του ΚΡΥΣΤΑΛ όταν μας είδε αιμόφυρτους, ύστερα από το ξύλο με το βούρδουλα και τη φάλαγγα στα πόδια, ειδοποίησε το Πρώτων Βοηθειών. Πρέπει να το έκανε σκόπιμα για να υπάρχουν μάρτυρες ώστε να μη μας σκοτώσουν. Μετά μας οδήγησαν στα Κρατητήρια της Ελπίδος 5 και μας έβαλαν στο απομονωτήριο. Αφού πέρασαν δυο τρεις μέρες κατορθώσαμε να ειδοποιήσουμε τους δικούς μας. Εκεί μέσα έγραψα στο μυαλό μου το «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια» και το « Ένας ξύλινος σταυρός» την Πρωτομαγιά του 1944, όταν τουφέκισαν τους διακόσιους στην Καισαριανή.
(Χαρακτικό για Καισαριανή απο χαράκτη Τάσο)(Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια/τον ήλιο π’ ανατέλλει να χαρώ/κι αν κάνετε τα στήθια μου κομμάτια/εσείς πεθαίνετε κι όχι εγώ.Δε θέλω να μου δέσετε τα μάτια/δεν σκιάζομαι τα βόλια τα σκληρά,/ πηγαίνω στα ουράνια παλάτια/να στείλω στους ανθρώπους τη χαρά.)
Εκεί μέσα επίσης εμπνεύσθηκα το «Γιατί να γίνω μάνα» και την «Ομηρία». Τα άλλα τραγούδια τα έγραψα αργότερα στο βουνό, με την μορφή ποιημάτων, αρχικά, τα οποία αργότερα τα έκανα τραγούδια. Στις 5 Ιουνίου 1944, αν θυμάμαι καλά, πέρασα από την τριμελή Επιτροπή Ασφαλείας, η οποία θα έκρινε την τύχη μου. Με αθώωσαν. Ο Γερμανός σύνδεσμος όμως δεν υπέγραφε την αποφυλάκιση μου.
(Ο Αρχάγγελος με το πολυβόλο.Του χαράκτη Τάσου)
Τελικά "πείσθηκε» και στις 12 Ιουνίου αποφυλακίσθηκα. Μετά από πολλές περιπέτειες έφτασα στο βουνό και παρουσιάστηκα στο χωριό Γοργογύρι Τρικάλων για να με τοποθετήσουν. Στο Γοργογύρι ήταν τότε και ο θείος μου Ζαχαρίας Παπαζαχαρίου, Εθνοσύμβουλος Τρικάλων στην κυβέρνηση του Βουνού, ο οποίος με έπεισε να συνεχίσω τη δράση μου στην ΕΠΟΝ, γιατί μπορούσα να αποδώσω πάρα πολλά και όχι στον ΕΛΑΣ, που ήθελα εγώ.
(Δε βρήκα πουθενά ψωμί/Και σπίτι πώς να πάω/Θα με πληγώσει μια φωνή:/"Πατέρα μου πεινάω"
Απόψε το παιδάκι μου/Θα γείρει πεινασμένο/Και τον πατέρα του θα δει/Πρώτη φορά κλαμένο
Να μαραθείς βλαστάρι μου/Ποτέ δε θα σ’ αφήσω/Και με το αίμα της καρδιάς/Εγώ θα σε ταΐσω.)
Έτσι έφυγα από το Γοργογύρι και πήγα απέναντι στα Χάσια, στο χωριό Λιόπρασο, που ήταν η έδρα του Επαρχιακού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ. . Εκεί έγραψα και τα υπόλοιπα τραγούδια (ποιήματα) της Καταχνιάς, εμπνευσμένα από το αγωνιστικό περιβάλλον και από αντάρτικα τραγούδια. Π.χ. την εισαγωγή της Καταχνιάς «Κλαίνε θρηνούνε τα βουνά» την εμπνεύσθηκα από το αντάρτικο τραγούδι «Βαριά στενάζουν τα βουνά»*. Έτσι ολοκληρώθηκε η ΚΑΤΑΧΝΙΑ και μόλις οι συνθήκες το επέτρεψαν, αφού βρήκα και τον εξαίρετο συνθέτη και άνθρωπο Χρήστο Λεοντή, που την μελοποίησε θαυμαστά, την κυκλοφορήσαμε σε δίσκο».
(Χρήστος Λεοντής)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.