Γιορτάζεται την Τρίτη του Πάσχα.
Η ιστορία της ΑΓΙΑΡΣΑΛΗΣ από τον Παπά Ντούρο.
"Μετά την τέταρτη σταυροφορία των Φράγκων μερικοί χριστιανοί από τη Συρία και τις γύρω περιοχές των Ιεροσολύμων αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους προκειμένου να αποφύγουν τη βάρβαρη συμπεριφορά ακόμη και τον αφανισμό τους από τους Σταυροφόρους Φράγκους .......
Έτσι ήρθαν στην Τιθορέα, στην Αμφίκλεια και στη Δαύλεια ως φιλοξενούμενοι πρόσφυγες όπου και εγκαταστάθηκαν.
Ήταν η εποχή της μοναστικής προτίμησης και η εποχή της έντονης πίστεως. Στις ομάδες αυτές των προσφύγων Συρίων, Ιεροσολυμιτών και άλλων βρέθηκαν πολλοί μονάστες και αναχωρητές οι οποίοι κατεξοχήν έφεραν μαζί τους ιερά κειμήλια, εικόνες και άλλα θρησκευτικά σκεύη όπως ευαγγέλια, δισκοπότηρα, λόγχες και άλλα. Σαν αναχωρητικοί τύποι που ήταν κατέφυγαν σε απόμερες περιοχές, ανάμεσα σε απρόσιτα βράχια σπηλιές για να μονάσουν εφ’όρου ζωής.
Εδώ στην Τιθορέα παρέμεινε ένας μοναχός που κατέφυγε στα υψώματα της Νύφης (Ύψη) προς τα Ανατολικά κράσπεδα (πετρώδη εδάφη ) του Παρνασσού, όπου εγκαταστάθηκε σε μια σκοτεινή και επιβλητική σπηλιά. Αυτός είχε μαζί του την εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών (Ζωοδόχου Πηγής ) και στο όνομα αυτής της εικόνας αυτοσχεδίασε ένα λατρευτικό χώρο μεσ’ τη σπηλιά που πήρε το όνομα «Αγία Ιερουσαλήμ» (Αγιαρσαλή).
Ορισμένοι από τους κατοίκους της Τιθορέας ήρθαν με τους πρόσφυγες της Συρίας «εις γάμου κοινωνίαν» δηλαδή παντρεύτηκαν .
Το εξωκλήσι, χρόνο με το χρόνο ανακαινίσθηκε και καθιερώθηκε σαν προστάτης της Βελίτσας.
Όμως στα χρόνια της Τουρκοκρατίας δεν πανηγύριζαν την ημέρα της μνήμης της Αγίας Ιερουσαλήμ που είναι η Παρασκευή μετά το Πάσχα, αλλά την Τρίτη ημέρα μετά τη «Λαμπρή» που ήταν μέρα κορυφαίας χριστιανικής εκδήλωσης .
Αιτία αυτής της μεταφοράς της γιορτής ήταν το ότι οι Τούρκοι απαγόρεψαν να συγκεντρωθούν οι χριστιανοί σε ξωκλήσια ή μοναστήρια
Όλα τα γύρω χωριά συνέρρεαν και ανηφόριζαν εκεί πάνω όπου μετά τον αγιασμό τους από τη χαρμόσυνη Πασχαλινή λειτουργία πλένονταν από τα σταλάγματα του βράχου της σπηλιάς που ήταν συσσωρευμένα σε μια πελώρια πελεκημένη βαθουλωτή πέτρα και τα αποκαλούσαν τα νιφίδια, «Αγιονέρι» για να θεραπευτούν κατά τη θρησκευτική τους πεποίθηση από ανίατες αρρώστιες.
Κατηφορίζοντας προς τα πέδιλα του Παρνασσού και κοντά στο χωριό της Βελίτσας επιδίδονταν στο άθλημα του ανηφορικού ανώμαλου δρόμου: «Τα σύκα»
Ο πρώτος δρομέας βραβευόταν με τρεις αρμάθες ξηρά σύκα, ο δεύτερος με δύο και ο τρίτος με μια.
Στη σημερινή εποχή η γιορτή γίνεται ακριβώς όπως και τότε. Το έθιμο για τα σύκα συνεχίζεται με τη διαφορά ότι τα σύκα έχουν αντικατασταθεί από κύπελλα, μετάλλια και αναψυκτικά.
Οι πληροφορίες είναι από τον Παπά Σταύρο Ντούρο και γράφτηκαν στη Μαθητική Ηχώ από την Ελένη Λουκά Μίντζα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.