Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

.... Σήμερα, Κυριακή 22 Δεκεμβρίου, ....

Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ. Η Σουβαλιώτισσα Χαραλαμπούλα Ι. Βαλάσκα θυμάται...."Τ΄ Αϊ - Λιός και της Παναγιάς άλλοτε".

Αλλάξαν τώρα οι καιροί κι ήρθαν καινούργιοι χρόνοι / Και παίζει ο λύκος με τ΄αρνί κι ο μπούφος με τ΄αηδόνι........

 Αυτό το μήνα δεν υπάρχει σχετικό απόσπασμα αφήγησης  στο  ημερολόγιο του Λαογραφικού του 2009  από το  βιβλίο "Μια Σουβαλιώτισσα θυμάται" της Κικής Χριστοπούλου Μερτζάνη. Εμείς επιλέξαμε την αφήγηση  της  Χαραλαμπούλας Ι. Βαλάσκα και  σας την παρουσιάζουμε συνοδεύοντάς την από φωτογραφικό υλικό που μας παραχώρησε η οικογένειά της. Επίσης παραθέτουμε και το μικρό  απόσπασμα που είναι  στο φύλλο του Αυγούστου στο ημερολόγιο με τίτλο .."Νέα καλλιέργεια στη Σουβάλα"..... 


Αλλάξαν τώρα οι καιροί κι ήρθαν καινούργιοι χρόνοι

Και παίζει ο λύκος με τ΄αρνί κι ο μπούφος με τ΄αηδόνι........

Παππούς μου ήταν ο γερο-Λούκας ο Καλλιμάνης. Είχε πολλά παιδιά κι εγγόνια.  Μας μάζευε το καλοκαίρι στη Φροξλιά, στην καλύβα που είχε εκεί.
Τ΄ Αϊ – Λιός η μάνα μ΄κι ο πατέρα μ΄ τοιμαζόντανε το πρωί, γεμίζανε τα τράστα με ψωμί, κρασί, πίτα, το ψητό το τοίμαζε ο παππούς, στρώνανε καραμελωτές στα ζα και ξεκινάγανε για παν΄.
Περνάγανε πρώτα απ΄τον Αϊ – Λιά, δένανε τα ζα και πααίνανε στη Λειτουργία. Σχόλαγε η εκκλησιά, πέρνανε τα ζα ο κοσμάκος και πααίνανε σιαπάν΄. 



1970 στον Αϊ-Λιά. Γιώτα Καραχάλιου, Παγωνίτσα Καραχάλιου, άγνωστη, Λούλα Καραχάλιου, Μαρία Παπαγεωργίου. ΦΩΤΟ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ

Ήτανε πολλές καλύβες απ΄τον  Αϊ – Λιά μέχρι τον Πευκιά, είχανε τα παιδιά τους εκεί με τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Οι καλύβες ήτανε από λατσούδια κι από παν΄ δυο –τρία τσιγκόφυλλα, δεν είχανε φόβο από τίποτα τότε.
Όσοι είχανε καλύβες κοντά στην Κυριά, παίρνανε τα παιδιά, στρώνανε τάβλες στην πλατεία, βελέντζες και τρώγανε κοντά στο νεράκι. Ήτανε και κάτι ψευτόργανα, όχι σαν τούτα τώρα, ένας φωτογράφος μ΄αυτές τις μηχανές που είχανε μανίκι, αυτές τις παλιές, τρώγανε ο κόσμος, μερακλώνανε, χορεύανε, τραγδάγανε. 


Εμείς που ήμασταν στην Φροξλιά με τον παππού, στενοχωριόμαστε, θέλαμε να κατεβούμε στη Κυριά. Περιμέναμε τα πανηγύρια πως και τι. Μας έβλεπε ο πατέρας μ΄ που στενοχωριόμασταν και μια φορά μας απολάει, τραβάτε να πάτε να δείτε. Από κοντά ήρθανε κι αυτοί και το βράδυ πίσω απάν΄.
Διαλυότανε το βράδυ ο κόσμος, καθένας με τη φαμελιά του πήγαινε στην καλύβα του. Δεν ήταν όπως τώρα που φέγγει για να γυρίσνε στα σπίτια τους.
Άλλος γονιός έφευγε, άλλος έμενε. Τα παιδιά μένανε με τις γιαγιάδες και τους παππούδες. Ήτανε παραθέρ΄ απάν εκεί στα πεύκα. Μαζευόντανε στις Αϊλιόλακες να βρούνε ισιάδα να παίξουνε. Φκιάνανε μπάλα με τσόλια.
Ερχότανε ύστερα ο Δεκαπενταύγουστος. Αποκρεύαμε και δεν αρταινότανε κανένας, ούτε ψάρι, ούτε κρέας, ούτε τίποτα. Κρατάγανε όλες οι οικογένειες για να πάνε με χαρά να μεταλάβουνε.
Ο παππούς  είχε βραγιούλες με φασολάκια και τα μικρά τα καλαμπόκια τα
παναχωρίσια. Τρώγαμε τα λοβάκια με ελιές, κρεμμύδι, ψωμί. Μ΄αυτά περνάγαμε.  Παίρναμε νερό απ΄την πηγή και βάζαμε τη βαρέλα στ΄ αυλάκι. Μαζεύαμε ξύλα
για νάχουμε της Παναγιάς, να ψήσει ο παππούς.
Της Παναγιάς το πρωί ερχότανε η μάνα μ΄ κι ο πατέρας μ΄, τα τράστα γεμάτα, καρβέλια ψωμί, πίτα, κρασί, ρουχαλάκια καθαρά. Μας τοίμαζε η μάνα μ΄και πααίναμε στην Κυριά. Παιδάκια απ΄ όλες τις καλύβες σ’ έπαιρνε η χαρά. Οι οικογένειες τότε είχανε τρία, τέσσερα και παραπάν΄ παιδιά.
Γεμάτη η πλατεία της Κυριάς, μεταλαβαίναμε απ΄τον γέρο – Παπαναστάση, παίρναμε το αντίδωρο και σκορπάγαμε. Όσοι είχανε καλύβες κοντά στρώνανε και τρώγανε εκεί. Είχε δυο βρύσες με ωραίο νερό.
Εμείς πααίναμε πίσω για τον παππού, τρώγαμε και γυρίζαμε στην Κυριά.
Χορεύανε στην Κυριά μέχρι που νύχτωνε, άλλος μεθυσμένος, άλλος κεφομένος, πααίνανε τραγουδώντας κάτ΄στο χωριό.
Και εγώ έχω καθίσει με τα παιδιά μου πριν 50 χρόνια σε μια καλυβούλα από πάν΄απ΄ τον Κοντοδήμο. Ύστερα είχαμε καλύβα στα Καρκαβέλια κι άφηνα κι εγώ τα παιδιά με τη γιαγιά.
Ο παππούς όποτε κατέβαινε από σιαπάν΄, έφκιανε στρούγκα στον Αϊ – Λουκά. Αν 

βρισκότανε εκεί στη γιορτή τ΄ Αϊ – Λουκά, το Μάη, έκανε τραπέζι σ΄όλα παιδιά
του και εγγόνια του. Μας σήκωνε όλους κι άλλες παρέες, έμπαινε μπροστά στο
χορό γυροβολιά στην εκκλησιά. Έλεγε ένα τραγούδι, ένα πολύ καλό τραγούδι
παλαιϊκό, στα τρία το χορεύανε, δεν μπορώ να το θυμηθώ, ήμανε μικρή.  



Με τα εγγόνια του

Με την μάνα της στα χωράφια

Με τον εγγονό της

Γιάννης Βαλάσκας – Στάθης Πάντος

ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΒΑΛΕ ΣΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ Ο ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΟ ΤΟΥ 2009.  


Νέα καλλιέργεια στη Σουβάλα
Στις αρχές του 60' νέα αγροτική καλλιέργεια για τους αγρότες της Σουβάλας είναι η καλλιέργεια της κονσερβοποίησης της πιπεριάς για τουρσί. Το εργοστάσιο κονσερβοποιίας στη γειτονική Λιλαία ιδιοκτησίας Δήμου Κοντού.Πρωτοπόροι αγρότες του χωριού μας σ' αυτή την καλλιέργεια 
ο Γιάννης  Α Βαλάσκας και ο Θανάσης Ν. Αδαμάκος και τους ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια και  άλλοι συγχωριανοί τους αγρότες. Ήταν πραγματικά μια σημαντική γεωργική εκμετάλλευση τόσο γιατί άλλαξε  τα μέχρι τότε δεδομένα των αγροτών μιας που καλλιεργούσαν λίγα βαμβάκια και λίγα καπνά, αλλά κυρίως γιατί έδωσε αρκετές θέσεις εργασίας σε γυναίκες του χωριού μας. Η απασχόληση πολλών γυναικών(πολλές φορές μέχρι και εβδομήντα γυναίκες) σχεδόν επι καθημερινής βάσεως από την Άνοιξη (φύτεμα, σκάλισμα) μέχρι τέλος σχεδόν φθινοπώρου με τη συλλογή έδινε τη δυνατότητα ενός καλού ημερομισθίου για την ενίσχυση του οικογενειακού εισοδήματος. 

Στη φωτογραφία  Σουβαλιώτισσες μαζεύουν πιπεριές στο αγρόκτημα του Γιάννη Αλ. Βαλάσκα στη θέση "Νησί" τον Αύγουστο του 1968.

  "Γ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.