Αλήθεια! Ποιος δεν θυμάται τον Μπάρμπα Θανάση τον Μουτσιανά;
Ένας από τους ΄΄καλαμπουρτζίδες΄΄ της εποχής.
Γι’ αυτό και όταν οι Σουβαλιώτες,......
τα βράδια συνήθως, μαζευόντουσαν για ΄΄καντήλες΄΄, (το βγάλσιμο του βαμβακιού από τις ΄΄καντήλες΄΄ του) ή στα καλαμπόκια (το τρίψιμο του καλαμποκιού με τα χέρια), ο Μπάρμπα Θανάσης ήταν πρώτος καλεσμένος, να τους διηγηθεί τα ……κατορθώματά του, να γελάσουν και να περάσει η νύχτα ευχάριστα.
Ο μπάρμπας το είχε που λέμε και οι διηγήσεις του ήταν ανεπανάληπτες με αρκετό χιούμορ.
Την εποχή εκείνη, τόπος κατασκήνωσης για τους Ρομά σήμερα, γύφτους για την εποχή εκείνη, ήταν το γήπεδο στο χώρο του σημερινού Γυμνασίου.
Τα βράδια οι ΄΄κουμπάροι΄΄ του έδιναν να καταλάβει στο γλέντι και δεν άφηναν κανέναν σε ησυχία, κυρίως όμως τον Μπάρμπα Θανάση που έμενε κοντά και ήθελε να ξυπνάει και νωρίς για τα πρόβατα.
Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο.
Δεν είχαν περάσει πολλές ημέρες που κάποιος είχε πεθάνει.
Τι να κάνει ο Μπάρμπας παίρνει μια νταμιτζάνα με κρασί και επισκέπτεται τους …γειτόνους του.
Αυτοί μόλις τον αντίκρισαν με την νταμιτζάνα πέταξαν από την χαρά τους και να αγκαλιές και εγκάρδιους χαιρετισμούς από τον απρόσμενο κουμπάρο.
Επάνω στο πιόμα και στα καλαμπούρια ο Μπάρμπα Θανάσης ξεκινάει το σενάριο που σκαρφίστηκε.
΄΄Εδώ που ήρθατε κουμπάροι θα περάσετε όσο δεν φαντάζεστε καλά. Κάθε μέρα θα έχουμε γλέντια με ψητά και μπόλικο κρασί. Η χαρά μου που θα σας έχω … γείτονες είναι μεγάλη.
Κάθε βράδυ εδώ θα είμαι και θα διασκεδάζουμε.
Μόνο προσέξτε γιατί υπάρχουν και κάποιοι που θα έρθουν να σας φοβίσουν.
Προψές πέθανε ο Γέρο – Θύμιος που λέγανε ότι ήταν διάολος σωστός όταν ζούσε και τώρα λένε τάχα ότι σηκώνεται από το μνήμα τις νύχτες.
Μην τους πιστέψετε ψέματα θα σας πουν, εγώ δεν τα πιστεύω αυτά!
Οι γύφτοι, δεν το έδειξαν αλλά μια παγωμάρα τους έπιασε.
Μόλις το κατάλαβε αυτό ο μπάρμπας τους καληνύχτισε.
Το άλλο βράδυ στο βαθύ σκοτάδι ο Γέρο Θανάσης που δεν φοβόταν καθόλου, παίρνει ένα κάτασπρο σεντόνι και δρόμο για το νεκροταφείο, που ήταν αντίκρυ στην …κατασκήνωση.
Ανάβει μια φωτιά και ρίχνοντας πάνω του το σεντόνι άρχισε να βγάζει κραυγές … απόγνωσης.
Το άλλο πρωί πριν φύγει για τα πρόβατα κάνει μια επίσκεψη στην κατασκήνωση να δει τι έγινε.
Το τι τριχιές και άλλα παρελκόμενα για τα μουλάρια μάζεψε από τον άδειο χώρο, δεν λέγεται.
Οι κουμπάροι του, έφυγαν νύχτα και πέρασε πολύς καιρός να τον ξαναεπισκεφτούνε.
Χρήστος Γ. Μουτσιανάς (ανηψιός του Μπάρμπα Θανάση)
Ένας από τους ΄΄καλαμπουρτζίδες΄΄ της εποχής.
Γι’ αυτό και όταν οι Σουβαλιώτες,......
τα βράδια συνήθως, μαζευόντουσαν για ΄΄καντήλες΄΄, (το βγάλσιμο του βαμβακιού από τις ΄΄καντήλες΄΄ του) ή στα καλαμπόκια (το τρίψιμο του καλαμποκιού με τα χέρια), ο Μπάρμπα Θανάσης ήταν πρώτος καλεσμένος, να τους διηγηθεί τα ……κατορθώματά του, να γελάσουν και να περάσει η νύχτα ευχάριστα.
Ο μπάρμπας το είχε που λέμε και οι διηγήσεις του ήταν ανεπανάληπτες με αρκετό χιούμορ.
Την εποχή εκείνη, τόπος κατασκήνωσης για τους Ρομά σήμερα, γύφτους για την εποχή εκείνη, ήταν το γήπεδο στο χώρο του σημερινού Γυμνασίου.
Τα βράδια οι ΄΄κουμπάροι΄΄ του έδιναν να καταλάβει στο γλέντι και δεν άφηναν κανέναν σε ησυχία, κυρίως όμως τον Μπάρμπα Θανάση που έμενε κοντά και ήθελε να ξυπνάει και νωρίς για τα πρόβατα.
Η κατάσταση είχε φτάσει στο απροχώρητο.
Δεν είχαν περάσει πολλές ημέρες που κάποιος είχε πεθάνει.
Τι να κάνει ο Μπάρμπας παίρνει μια νταμιτζάνα με κρασί και επισκέπτεται τους …γειτόνους του.
Αυτοί μόλις τον αντίκρισαν με την νταμιτζάνα πέταξαν από την χαρά τους και να αγκαλιές και εγκάρδιους χαιρετισμούς από τον απρόσμενο κουμπάρο.
Επάνω στο πιόμα και στα καλαμπούρια ο Μπάρμπα Θανάσης ξεκινάει το σενάριο που σκαρφίστηκε.
΄΄Εδώ που ήρθατε κουμπάροι θα περάσετε όσο δεν φαντάζεστε καλά. Κάθε μέρα θα έχουμε γλέντια με ψητά και μπόλικο κρασί. Η χαρά μου που θα σας έχω … γείτονες είναι μεγάλη.
Κάθε βράδυ εδώ θα είμαι και θα διασκεδάζουμε.
Μόνο προσέξτε γιατί υπάρχουν και κάποιοι που θα έρθουν να σας φοβίσουν.
Προψές πέθανε ο Γέρο – Θύμιος που λέγανε ότι ήταν διάολος σωστός όταν ζούσε και τώρα λένε τάχα ότι σηκώνεται από το μνήμα τις νύχτες.
Μην τους πιστέψετε ψέματα θα σας πουν, εγώ δεν τα πιστεύω αυτά!
Οι γύφτοι, δεν το έδειξαν αλλά μια παγωμάρα τους έπιασε.
Μόλις το κατάλαβε αυτό ο μπάρμπας τους καληνύχτισε.
Το άλλο βράδυ στο βαθύ σκοτάδι ο Γέρο Θανάσης που δεν φοβόταν καθόλου, παίρνει ένα κάτασπρο σεντόνι και δρόμο για το νεκροταφείο, που ήταν αντίκρυ στην …κατασκήνωση.
Ανάβει μια φωτιά και ρίχνοντας πάνω του το σεντόνι άρχισε να βγάζει κραυγές … απόγνωσης.
Το άλλο πρωί πριν φύγει για τα πρόβατα κάνει μια επίσκεψη στην κατασκήνωση να δει τι έγινε.
Το τι τριχιές και άλλα παρελκόμενα για τα μουλάρια μάζεψε από τον άδειο χώρο, δεν λέγεται.
Οι κουμπάροι του, έφυγαν νύχτα και πέρασε πολύς καιρός να τον ξαναεπισκεφτούνε.
Χρήστος Γ. Μουτσιανάς (ανηψιός του Μπάρμπα Θανάση)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σέβεστε τους συνομιλητές σας και να αποφεύγετε, τις ύβρεις και τους χαρακτηρισμούς. Να αποφεύγετε να γράφετε ανώνυμα. Όλα τα σχόλια πρέπει να εγκριθούν πριν δημοσιευθούν.