Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Τρίτη 16 Απριλίου 2024 σήμερα...Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 92 ετών η Αικατερίνη Νικ. Φούρλα, εχθές το βράδυ......

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Ο ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ. "...Κ’ οι βράχοι είναι τα κάστρα μου, τα ελάτια είν’ ο στρατός μου και τα πουλιά μου είν’ ο λαός κ’ οι αϊτοί μου οι πολεμάρχοι.."


".....Στην πιο ψηλή μου την κορφή, στο απάτητο Λυκέρι/ λάμπει σαν το ηλιοπάλατο παλάτι κρυσταλλένιο/ και κάθεται ο Κατεβατός μέσα ταμπουρωμένος/ τύραγνος μέσα στα στοιχιά, των άνεμων ο δράκος"  

O Kωστής Παλαμάς πλέκει την ομορφιά του Παρνασσού σε δύο ποιήματα του, το πρώτο απ’ τα " Τραγούδια της πατρίδος μου (1886)" και το δεύτερο στα 1910 απ΄το έργο του "Η φλογέρα του βασιλιά" και  εμείς σας παρουσιάζουμε  "μυθολογικά"  το    χιλιοτραγου-δισμένο  βουνό  και  σας "κερνάμε" και με 3 σχετικά βίντεο-τραγούδια   όπου τραγουδούν,  παίζουν και χορεύουν  " δικοί  μας " και συντοπίτες   ............

Το άγαλμα του Κωστή Παλαμά στην είσοδο της  Αράχωβας

 Πατρίδες α΄

«Όπου βογκάει το πολυκάραβο λιμάνι
απ’ άγριο κύμα απλώνεται δαρμέν’ η χώρα
και δε θυμάται μήτε σαν ονείρου πλάνη
τα πρωτινά μετάξια της τα πλουτοφόρα.
Πολύκαρπα τ' αμπέλια την πλουτίζουν τώρα,
το κάστρο της φορεί, παλαιικό στεφάνι,
δίψα του ξένου, Φράγκου, Τούρκου, από την ώρα
που το διπλοθεμέλιωσαν οι Βενετσάνοι.
Ένα βουνό αποπάνω της αγρυπνοστέκει,
κι ο Παρνασσός λευκοχαράζει στον αέρα
βαθιά, κι ο ρουμελιώτης ο Ζυγός παρέκει.
Αυτού πρωτάνοιξα τα μάτια μου στη μέρα,
κι η μνήμη μου σαν όνειρο του ονείρου πλέκει
γλυκιά μισοσβησμέν’ εικόνα μια μητέρα».

Στα 1910 γράφτηκε το έργο του Παλαμά « Η φλογέρα του βασιλιά», στο οποίο, μεταξύ άλλων κάνει και εκτενή αναφορά για τις ομορφιές του Παρνασσού, το παλάτι του τη Λιάκουρα αλλά και τον Κατεβατό, τον τοπικό Β-ΒΑ .

Η Φλογέρα του βασιλιά (1910) αφηγείται το ταξίδι του Βασίλειου Β' ("Βουλγαροκτόνου") στην Ελλάδα, απ’ όπου ο ποιητής αφηγείται τις ομορφιές της ελληνικής φύσης.


(5ος λόγος)
...
Και μεσ' απ' τον Καλλίδρομο και από την Οίτη μέσα
και μεσ' από τον Παρνασσό τα ρέματα και πάντα
φιδοκυλάν και χύνονται παιγνιδιστά στον κάμπο
κι όσο να βρουν τον Κηφισσό να τα γοργορουφήξη
και σα να κοντοστέκονται ζητώντας να ταιριάσουν
με του στρατού το πάτημα και το δικό τους δρόμο.
Κορφοί, ποτάμια, διάσελα, κάβοι, ζυγοί, κλεισούρες,
βουνά που ξεχωρίζουνε μονά, βουνά δεμένα
τόνα με τ' άλλο, ξακουστά βουνά, βουνά σβυσμένα
κι από τη μνήμη του θνητού κι άσβυστα πάντα μέσα
στην πλάση την τετράπλατη, μ' όποιο όνομα αν ακούνε,
της Λιάκουρας, του Μέτσοβου,
της Γκούρας βουνοτόπια,
Βαρδούσια, Γκιόνα, Οξιά, Χλωμέ,
Προφήτη Λία, Βελούχι,
κ' εσύ κορφή του δίζυγου του Πίντου, Περιστέρι,
και ω ράχη που το χάρηκες
το μακελλιό του οχτρού σου
από χαντζάρι ελληνικό και κράζεσαι από τότε
Βουργάρα!...
...
Γρικά τον ήχο ο Παρνασσός και το λαό αγναντεύει,
τραγούδι αρχίνησε κι αυτός, γιατί τραγούδι είν' όλος,
ασώπαστο, ριζόκορφα, σαν τη Φλογέρα εμένα.
Και το τραγούδι το είπανε τα στόματα και οι λύρες
των όσα ανθούνε και πετάν κι όσα κυλάν και στέκουν
στα πλάγια, στα λαγκάδια του, στα σπήλια, στις κορφές του:
- Διπλές εμένανε οι κορφές, διπλό και τ' όνομά μου,
ο γέρος είμαι ο Παρνασσός και η Λιάκουρα η λεβέντρα.
Κ' είμαι σαν ένα αντρόγενο,
κ' είμαι σα δυό, σαν ταίρι
σφιχτοδεμένο αχώριστο, μιά πλάση κ' ένας κόσμος,
π' όσο κι α δείχνονται άμοιαστα, τα κάνω εγώ και μοιάζουν.
Είμαι άντρας κόσμος
και γυναίκα πλάση, αρχαίος κόσμος,
νιός ήλιος πάντα
στ' ουρανού του νοητού τ' αστέρια.
...

Κ’οι βράχοι είναι τα κάστρα μου, τα ελάτια είν’ ο στρατός μου,
και τα πουλιά μου είν’ ο λαός, κ’ οι αϊτοί μου οι πολεμάρχοι,
Στην πιο ψηλή μου την κορφή, στο απάτητο Λυκέρι
λάμπει σαν το ηλιοπάλατο παλάτι κρυσταλλένιο
και κάθεται ο Κατεβατός μέσα ταμπουρωμένος
τύραγνος μέσα στα στοιχιά, των άνεμων ο δράκος,
και το πρωτοπαλλήκαρο κι ’ο αποκρισάρης μου είναι.
...
Εγώ είμ’ ακόμα ο Παρνασσός, τώρα κι’ Λιάκουρα είμαι ,
κ’ εγώ είμαι πάντα η εκκλησιά που σε καιρό κανένα
δεν της απόλειψε ο Θεός μ’ όποιο όνομα αν τον κράξεις
...
Διπλές εμένανε οι κορφές, διπλό και τ ΄όνομά μου.
Ο γέρος είμαι ο Παρνασσός και η Λιάκουρα η λεβέντρα
Είναι άντρας κόσμος και γυναίκα πλάση; αρχαίος κόσμος
Νιος ήλιος πάντα στουρανού του νοητού τ’ αστέρια.
Τα δύο τα πάναγνα, το φως και το νερό εδώ πέρα,
Πήρανε σάρκα, γίνανε πλάσματα, γίναν πλάστες
Και τόνα υψώθηκε θεός, Απόλλωνα τον είπαν,
Και τ’ άλλο βλάστησε θεός κ’ είναι η θεά, ειν, η Μούσα,
Η εννιάδιπλη κ’ η εννιάψυχχη κ’ η εννιά φορές μητέρα ».



ΛΙΓΑ  ΛΟΓΙΑ  ΑΠΟ  ΤΗΝ  ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ  ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΟΝΟΜΑΣΙΑ  ΚΑΙ  ΤΗ  ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΓΥΡΩ  ΑΠΟ  ΤΟ  ΧΙΛΙΟΤΡΑΓΟΥΔΙΣΜΕΝΟ  ΒΟΥΝΟ  .


# Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, του βουνό οφείλει το όνομά του στον ήρωα Παρνασσό, ο οποίος είχε κτίσει πάνω στο βουνό μια πόλη, η οποία καταστράφηκε από τον κατακλυσμό του Δευκαλίωνα. Τότε οι κάτοικοι της πόλης ακολουθώντας τις κραυγές των λύκων οδηγήθηκαν ψηλότερα στο βουνό για να γλιτώσουν από τον κατακλυσμό, όπου έχτισαν μια νέα πόλη την οποία ονόμασαν Λυκώρεια, που σημαίνει κραυγές των λύκων. Το όνομα αυτό διασώζεται μέχρι και σήμερα ελαφρώς παραλλαγμένο. Ο Παρνασσός παλαιότερα ονομαζόταν Λιάκουρα, που αποτελεί δημώδη ονομασία που συναντάται κυρίως στα κλέφτικα τραγούδια και προέρχεται από το Λυκώρεια. Επίσης έτσι ονομάζεται η υψηλότερη κορυφή του Παρνασσού.

Ο Αρχέλαος ο Πρηνεύς,(3ος αιώνας π.χ.), παριστάνει τη φιγούρα του τόπου (Πατρίδα) στην πλαγιά του Παρνασσού, σαν σύμβολο της ποιητικής έμπνευσης.

 Ετυμολογικά, η λέξη Παρνασσός, υποστηρίζεται ότι προέρχεται από το προελληνικό υπόστρωμα, δηλαδή την γλώσσα που μιλούσαν οι Πελασγοί, και στων οποίων τα τοπωνύμια ήταν συχνή η κατάληξη -σσος.
Πολλές παραδόσεις της ελληνικής μυθολογίας και της γένεσης του ελληνικού έθνους έχουν συνδεθεί με τον Παρνασσό. Μία από αυτές αναφέρει ότι όταν ο Δίας αποφάσισε να καταστρέψει το διεφθαρμένο ανθρώπινο γένος με τον ονομαστό κατακλυσμό του Δευκαλίωνα, ο Δευκαλίων, γιος του Προμηθέα, άκουσε τη συμβουλή του πατέρα του και έφτιαξε ένα πλοίο, στο οποίο επιβιβάστηκε ο ίδιος με τη γυναίκα του, την Πύρρα. Μετά από εννέα μερόνυχτα ασταμάτητης βροχής, την δέκατη, το πλοίο προσάραξε στον Παρνασσό, όπου ο Δευκαλίων έκανε θυσία προς τιμήν του Δία και ο θεός πραγματοποίησε την πρώτη ευχή του Δευκαλίωνα, να ξαναγίνει το ανθρώπινο γένος.


Στην Φωκίδα μια παράδοση ήταν ότι, ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα πήγαν στους Δελφούς, στο ιερό της Θέμιδος, την οποία παρακάλεσαν για την επαναδημιουργία του ανθρωπίνου γένους. Εκείνη τους είπε ότι θα έπρεπε να καλύψουν τα πρόσωπά τους και να πετούν πίσω τους τα οστά της μητέρας τους. Έτσι εκείνοι, ερμηνεύοντας τον χρησμό, κάλυψαν τα πρόσωπά τους και πέταξαν πίσω τους πέτρες, τα οστά δηλαδή της μητέρας Γης. Κάθε πέτρα που πετούσε ο Δευκαλίων γινόταν άνδρας και κάθε πέτρα της συζύγου του γινόταν γυναίκα. #
"ΣΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ ΤΑ ΕΛΑΤΑ" ...με  τον  Ανδρέα Τσαούση


"ΣΥΝΕΦΙΑΣΕ ΣΤΟΝ  ΠΑΡΝΑΣΣΟ" ΜΕ  ΤΟΥΣ....... Παν.Λάλεζα στο τραγούδι , Νίκο  Φιλιππίδη στο κλαρίνο , Γιάννη  Κυρίτση στο νταούλι(τούμπανο)  κ.α .



ΚΑΙ  ΤΕΛΟΣ  Ο  ΣΟΥΒΑΛΙΩΤΗΣ  ΓΙΑΝΝΗΣ  ΚΥΡΙΤΣΗΣ  ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ  ΤΟΝ  ΠΑΡΝΑΣΣΟ  ΜΕ  ΔΙΚΟΥΣ  ΤΟΥ  ΣΤΙΧΟΥΣ  ΚΑΙ  ΜΟΥΣΙΚΗ.
                                               


  "Γ"
Αναδημοσίευση  από 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου