Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Πέμπτη 28 Μαρτίου σήμερα.....

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

ΠΟΙΑ ΗΤΑΝ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΨΩΡΟΚΩΣΤΑΙΝΑ;

Παρουσιάζει: Ο Βίκτωρ Σαμπώ
Ψαροκώσταινα ή Ψωροκώσταινα υπήρξε πραγματικό πρόσωπο της Νεώτερης Ελληνικής Ιστορίας
Το παρατσούκλι της αποδίδει την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας. Η ίδια, όμως, υπήρξε φτωχή και περήφανη Ελληνίδα.......

   Το όνομα «Ψωροκώσταινα» το χρησιμοποιούμε σήμερα, όταν θέλουμε να περιγράψουμε την ανέχεια και τη φτώχεια και ειδικότερα όταν θέλουμε να καταδείξουμε κάποιον ή κάτι ως τον «φτωχό συγγενή» ενός συνόλου.
Στις μέρες μας, συνήθως χρησιμοποιούμε απαξιωτικά αυτή τη λέξη όταν πρόκειται να στιγματισθεί μια κακομοιριά υποχωρητικότητα, ανοργανωσιά, αδυναμία και φτώχια που κάποιοι θεωρούν ότι χαρακτηρίζει την Ελλάδα της νεότερης ιστορίας.
   Όμως, η Ψαροκώσταινα ή Ψωροκώσταινα, ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο της νεοελληνικής ιστορίας και μάλιστα μια ηρωική και αξιέπαινη γυναίκα στα χρόνια της Επανάστασης του 1821 η οποία αφιέρωσε τη ζωή της στην υπηρεσία της πατρίδος.
   Όταν το 1821 καταστράφηκε η πόλη των Κυδωνιών, της Μικράς Ασίας, μετά από την αποτυχημένη επαναστατική κίνηση που επιχειρήθηκε, ο πληθυσμός της σφάχτηκε και το σύνολό του εγκατέλειψε την όμορφη πόλη με ντόπια ή ψαριανά καράβια. Στην χαλασιά αυτή κατάφερε να σωθεί η Πανωραία Χατζηκώστα, μια όμορφη αρχόντισσα με μεγάλη περιουσία. Τον άντρα της, τον Κώστα Αϊβαλιώτη, που ήταν πάμπλουτος έμπορος, και τα παιδιά της, τους έσφαξαν μπρος τα μάτια της οι Τούρκοι.
   Η Πανωραία Χατζηκώστα – Αϊβαλιώτη με ψαριανό καράβι ξεμπάρκαρε στα Ψαρά.
Στα Ψαρά λοιπόν, όπου βρέθηκε πάμφτωχη και ολομόναχη, οι συντοπίτες της και κυρίως ο Βενιαμίν ο Λέσβιος (δάσκαλος της Ακαδημίας των Κυδωνιών)* την βοήθησαν και την προστάτεψαν.
   Η Πανωραία σύντομα άφησε τα Ψαρά και φθάνει στην τότε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, το Ναύπλιο (γι’ αυτό ονομάστηκε Ψαροκώσταινα, ότι δηλαδή προερχόταν από τα Ψαρά).
   Στο Ναύπλιο εγκαταστάθηκε και ο Βενιαμίν ο Λέσβιος. Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά, αφού ζούσε από τις υπηρεσίες τις οποίες προσέφερε στον δάσκαλο και φιλόσοφο Βενιαμίν Λέσβιο, ο οποίος παρέδιδε μαθήματα για να ζήσει.
   Τον Αύγουστο του 1824 όμως, ο Βενιαμίν ο Λέσβιος πέθανε από τύφο. Από τότε για την Πανώρια άρχισε ένας δυσβάστακτος αγώνας επιβίωσης. Μόνη και άγνωστη, βγάζει το ψωμί της πότε κάνοντας την αχθοφόρο, πότε την πλύστρα και πότε χάρη στην ελεημοσύνη όσων την συμπονούσαν.
   Την περίοδο εκείνη η Επανάσταση δοκιμαζόταν από την επέλαση του Ιμπραήμ, ο οποίος εκτός από τις άλλες καταστροφές που προξενούσε άφηνε στο πέρασμά του και εκατοντάδες ορφανά που συγκεντρώνονταν στο Ναύπλιο. Παρά τα προβλήματά της, η Πανώρια ζήτησε και πήρε υπό την προστασία της παιδιά ορφανά. Για να τα θρέψει περνούσε από σπίτι σε σπίτι και ζητιάνευε. Είχε παραμελήσει σε τέτοιο βαθμό τον εαυτό της, που τα αλητάκια της παραλίας την πείραζαν και την φώναζαν Ψωροκώσταινα.
   Το 1826 έγινε έρανος στο Ναύπλιο για να βοηθήσουν το μαχόμενο Μεσολόγγι. Έτσι μια Κυριακή, στήθηκε στη κεντρική πλατεία ένα τραπέζι και οι υπεύθυνοι του εράνου ζητούσαν από τους κατεστραμμένουςπεινασμένους κι χαροκαμένους Έλληνες να βάλουν πάλι το χέρι στην τσέπη για να βοηθήσουν τους μαχητές και τους αποκλεισμένους του Μεσολογγίου.    Αλλά λόγω της φτώχιας και της εξαθλίωσης κανείς δεν πλησίαζε το τραπέζι.  
  Όλοι δύσκολα τα έφερναν πέρα. Τότε η φτωχότερη όλων, η χήρα Χατζηκώσταινα, η Πανωραία, έβγαλε το ασημένιο δαχτυλίδι που φορούσε στο δάχτυλό της και ένα γρόσι που είχε στην τσέπη της και τα ακούμπησε στο τραπέζι της ερανικής επιτροπής, λέγοντας «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι».
   Ύστερα απ’ αυτή την απρόσμενη χειρονομία, κάποιος από το πλήθος φώναξε: «Για δείτε, η πλύστρα η Ψωροκώσταινα πρώτη πρόσφερε τον οβολό της» κι αμέσως το φιλότιμο πήρε και έδωσε. Άρχισαν να αποθέτουν στο τραπέζι του εράνου λίρες, γρόσια και ασημικά.   
   Αυτή η ελάχιστη προσφορά της φτωχής, της πλύστρας, Χατζηκώσταινας ήταν: από εκείνη τη στιγμή να απαθανατισθεί  και «επίσημα» πλέον, με το παρανόμι «Ψωροκώσταινα».
   Η πλύστρα Πανωραία όμως, δεν έδινε μόνο μαθήματα πατριωτισμού, αλλά και ανθρωπιάς, καθώς το ελάχιστο εισόδημά της το μοιραζόταν με ορφανά παιδιά αγωνιστών.
   Όταν μάλιστα ο Καποδίστριας ίδρυσε ορφανοτροφείο, προσφέρθηκε – γριά πια και με σαλεμένο τον νου από τον πόνο και τις στερήσεις – να πλένει τα ρούχα των ορφανών χωρίς καμιά αμοιβή.
   Και εκεί που άρχισε να χαίρεται για τα «παιδιά της» που είχαν βρει ρούχα και φαγητό, λίγους μόλις μήνες μετά τη λειτουργία του ιδρύματος η Πανώρια πέθανε. Οι επίσημοι δεν την τίμησαν. Την τίμησαν όμως με τον καλύτερο τρόπο τα παιδιά του ορφανοτροφείου, τα οποία μέσα σε λυγμούς την συνόδευσαν ως την τελευταία της κατοικία.
   Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή, για το πώς η Ψωροκώσταινα έγινε «σύμβολο», η οποία μάλλον οφείλεται στην αγάπη που έτρεφε ο απλός κόσμος για την Πανώρια. Σύμφωνα με αυτήν, η Ψωροκώσταινα, όπως την έλεγαν λόγω της φτώχειας της, ήταν σύζυγος αγωνιστή. Δεν είχε καμία βοήθεια από πουθενά και ζητιάνευε στους δρόμους του Ναυπλίου. Κάποια στιγμή την είδε ο Καποδίστριας και της έδωσε κάτι. Τότε εκείνη, κατανοώντας το οικονομικό αδιέξοδο της χώρας, έδωσε στον κυβερνήτη όσα χρήματα είχε συγκεντρώσει. Ο Καποδίστριας συγκινήθηκε από τη χειρονομία και έδωσε εντολή να συνταξιοδοτηθεί.
   Και μία άλλη εκδοχή για το πως έγινε πανελλήνια γνωστό το παρατσούκλι της Πανωραίας είναι η εξής. Στην εποχή του Καποδίστρια σε μια συνεδρίαση της Συνέλευσης, κάποιος παρομοίασε το Ελληνικό Δημόσιο με την Ψωροκώσταινα. Ο συσχετισμός «άρεσε» και κάθε φορά που αναφερόντουσαν στο θέμα του Δημοσίου το ονόμαζαν «Ψωροκώσταινα». Λίγο αργότερα όταν ανέλαβαν την εξουσία οι Βαυαροί και διέλυσαν τα άτακτα στρατιωτικά τμήματα των αγωνιστών της    Επανάστασης του 1821, η φράση «τι να περιμένει κανείς από την Ψωροκώσταινα;» πέρασε στην ιστορία. Οι αγωνιστές αποκαλούσαν την αντιβασιλεία ειρωνικά «Ψωροκώσταινα» και οι Βαυαροί από την πλευρά τους όταν ήθελαν να απαντήσουν σε όσους ζητούσαν τη βοήθεια του κράτους για να συντηρηθούν έλεγαν περιφρονητικά: «Όλοι από την Ψωροκώσταινα ζητούν να ζήσουν». Το παρατσούκλι το οποίο απέδιδε την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας, από τότε και έως τις ημέρες μας αναφέρεται συχνά.
   Όλοι πλέον έχουμε αποδεχθεί τον απαξιωτικό αυτό χαρακτηρισμό. Χαρακτηρισμό, που για όσους γνωρίζουν την ιστορία του, δεν είναι απαξιωτικός, γιατί η Πανωραία Χατζηκώστα η επονομασθείσα Ψαροκώσταινα και Ψωροκώσταινα υπήρξε μια αξιομίμητη πατριώτισσα με λεβεντιά και φιλότιμο.
 *Ο Βενιαμίν γεννήθηκε στο Πλωμάρι της Λέσβου το 1759 και πέθανε το 1824 στο Ναύπλιο από τύφο, «παρά τις περιποιήσεις της προστατευόμενης του Πανώριας Χατζηκώστα  Αϊβαλιώτη, της θρυλικής Ψωροκώσταινας», όπως διαβάζω στο οικείο λήμμα του «Βιογραφικού Λεξικού» της Εκδοτικής Αθηνών, υπογεγραμμένο από τον Χ. Γ. Πατρινέλλη. Με σπουδές στο Παρίσι, όπου και γνωρίστηκε με τον Αδαμάντιο Κοραή, θεωρείται «το σημαντικότερο φιλοσοφικό πνεύμα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού», όπως υπογραμμίζει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης στο έργο του «Νεοελληνικός Διαφωτισμός». Στην επαναστατημένη Πελοπόννησο, στην οποία είχε στείλει πολεμοφόδια με ένα καΐκι, σε συνεργασία με τον Παπαφλέσσα, έφτασε το καλοκαίρι του 1821 και έλαβε μέρος στην Α' και τη Β' Εθνική Συνέλευση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου