Translate

ΕΡΩΧΟΣ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΠΕΡΙΟΧΗΣ

....Πέμπτη 28 Μαρτίου σήμερα.....

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

ΜΑΡΙΑ ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ.Το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι της Λωξάντρας


"Γ"
Στο   δεύτερο  μέρος  του σημερινού  πρωτοχρονιάτικου  αφιερώματός   μας ,  όπου γίνεται  ειδική βιογραφική  παραπομπή στη  συγγραφέα  Μαρία  Ιορδανίδου, σας  παρουσιάζουμε  οπτικοποιημένα,  σε  δύο  βίντεο, αποσπάσματα που αναφέρονται στο πολύ  γνωστό και  σπουδαίο  έργο  της  "ΛΩΞΑΝΤΡΑ".
Στο  σημερινό  μας  "πρωτοχρονιάτικο τραπέζι" οι  φωτογραφίες είναι  απο  την  κοινωνική σειρά  που προβλήθηκε απο την ΕΡΤ το 1980. 
............   Η μεγάλη πράσινη πήλινη σόμπα φλοκάριζε με δύναμη σαν μπήκαν στην τραπεζαρία. Μοσχοβολούσε η κάμαρα πεύκο και πρινάρι......... 

      
                                   

                              
                              
  
  Το τραπέζι ήταν στρωμένο φαρδύ-πλατύ σ’ όλο το μάκρος της κάμαρας και το κάτασπρο λινό τραπεζομάντηλο δε φαίνουνταν απ’ τους πολλούς μεζέδες.


                           
   
Το καρυδένιο μπουφεδάκι, που σαν λεπτοκόκαλη γυναίκα δεν έδειχνε τον όγκο του, ήταν φορτωμένο με τ’ αγιοβασιλιάτικα τα φρούτα: 


  
 μήλα, αχλάδια, ρόδια, πορτοκάλια, καρύδια, φουντούκια, μύγδαλα, κάστανα, φιστίκια, σταφίδες, σύκα, χαρούπια και γλυκοσούτζουκο από χυμό σταφυλιών. Σωστό κέρας της Αμαλθείας.



-Ευλόγησον την βρώσιν και την πόσιν των δούλων σου ...

  
Με κατάνυξη κάθισαν όλοι γύρω στο τραπέζι και άρχισαν να δένουν στο λαιμό τους τις πετσέτες τους. Το φαγητό άρχισε αργά, ιεροτελεστικά και βαθυστόχαστα, με τις στερεότυπες ευχές και τα «γεια στα χέρια σου, Λωξάντρα μου».

   
Φούντωνε, έκαιγε με ζωηρή φλόγα. Πουρνάρι.  Γλυκό από μούστο και καρύδια.


   
Την Καμίλλη την είχε καθίσει δίπλα της η Λωξάντρα για να τη νιάζεται. Μπροστά της είχε βάλει μπόλικο μαύρο χαβιάρι, από κείνο που τους είχε φέρει ο καπετάν Γκίκας, τότες που ναυλώθηκε του Θεόδωρου βαπόρι για την Οδησσό.


   
Η Λωξάντρα έτρωγε και ο νους της ήταν στην Καμίλλη. Με την άκρη του ματιού παρακολουθούσε να δει αν τρώει η νύφη της. Πού και πού κοίταζε και στην άκρη του τραπεζιού το Ντίμη και έκανε νοήματα στην Ελεγκάκη να τον ταΐζει.


  
 «∆εν τρώει η αδικιωρισμένη, και το παιδί της δεν ταΐζει», συλλογιζόταν η Λωξάντρα.


  
 Οι άντρες άνοιξαν συζήτηση.

  
 - Αυτές τις μέρες οι Ευρωπαίοι τα σπίτια τους τα στολίζουνε με γκυ, είπε ο Θεόδωρος, και το μετάφρασε γαλλικά στην Καμίλλη. Εκείνη κάτι του απάντησε γαλλικά.


    - Περίεργο πράμα, είπε ο ∆ημητρός. Το γκυ είναι γουρσούζικο φυτό σύμφωνα με τη σαξονική μυθολογία. ∆εν είναι έτσι, Αγησίλαε;
  
 - Βεβαίως, είπε ο Λογιότατος, με κλώνο από γκυ σκότωσε ο Λόκυ τον ωραίο θεό του φωτός - τον Βαλδούρ.


  
 - Μα, είπε ο Θεόδωρος, μήπως και στην Ελλάδα δε συμβαίνει το ίδιο; Στην Ελλάδα την Πρωτοχρονιά ο λαός κρεμά πάνω απ’ την πόρτα του σπιτιού κρεμμύδα. Τι είναι η κρεμμύδα; νεκρολούλουδο. Νεκρολούλουδο δεν είναι ο ασφόδελος;


  
  Ο Κοτκοτίνος σήκωσε το χέρι του:
- Παρακαλώ. Τας λαογραφικά αυτάς επιβιώσεις Μιχαήλ ο Ψελλός τας ...


  
  Επωφελήθηκε η Λωξάντρα που κανένας δεν την κοίταζε κι έχωσε στο στόμα της Καμίλλης ένα κομμάτι παστουρμά.
- Φάτο, φάτο, κακόν-καιρό-να-μην-έχεις, ψιθύρισε σφυριχτά, λες και η λαλιά της έβγαινε απ’ τη μύτη της.


  
  Η Καμίλλη έγινε κατακόκκινη και έκανε προσπάθεια να χαμογελάσει. Είπε και«μερσί».


  
  - Η μύτη σου τουρσί, είπε η Ευτέρπη πολύ σιγά, όμως όλοι την άκουσαν, και η Κλειώ την κλώτσησε κάτω απ’ το τραπέζι.
Ο Θεόδωρος άρχισε να βήχει. Τ’ αυτιά του γίναν κατακόκκινα.


  
  Για να μπαλώσει τα πράματα η Ελεγκάκη άρχισε να λέει τα γαλλικά της για να τους κάνει να γελάσουνε. Από την άλλη άκρη του τραπεζιού φωνάζει μ’ όλη της τη δύναμη:


  
 - Καμίλλη, Καμίλλη, Καμίλλη, εκουτέ: Σορτιρέ κι βουρβουλέ, κι όποιον θέλεις φίλησε. Εκουτέ, μπρε, ιπουπιέ α λα διαμά ...


  
  Εκείνη τη στιγμή μπήκε ο Ταρνανάς βαστώντας όσο μπορούσε πιο αψηλά τη μεγάλη πιατέλα με τη γαλοπούλα. Ακούστηκε μουγκρητό. Ήταν η Λουγγρού που προσπαθούσε να ξεκουμπώσει τη ζώνη της.


  
  Έγινε σιωπή. Στο τραπέζι είχε μπει το καινούργιο σερβίτσιο που έφερε ο Θεόδωρος απ’ την Αγγλία, χοντρή πορσελάνη και απάνω ζωγραφισμένα δάση, λιβάδια, σπιτάκια εξοχικά, βουνοπλαγιές και πύργοι παραμυθένιοι.



   Κόπηκε η γαλοπούλα και μοιράστηκε. Ο καθένας συγκεντρώθηκε στο πιάτο του. Ο Ταρνανάς ξετάπωσε ένα μπουκάλι γαλλικό κρασί και άρχισε να γεμίζει τα ποτήρια. 


   
Ο Κοτκοτίνος σηκώθηκε απάνω να κάνει πρόποση. Η Λουγγρού ξεκούμπωσε και το γιακά της. Το ρολόι του τοίχου χτύπησε τέσσερις.


    
Τρεις ώρες καθόνταν στο τραπέζι. Και βέβαια τρεις ώρες, ποιο ήταν το βιαστικό τους; Όλοι εκεί θα μνήσκαν. ∆όξα τω Θεώ στρώματα δεν είχε το σπίτι; Για 8 παπλώματα; 


  
 Και εξακολουθούσε το φαγοπότι ως το τέλος. Και όταν πια τελείωσαν, πήρε η Λωξάντρα μια βούκα ψωμί, το έκοψε με το χέρι της στα τρία, και τίναξε τα κομμάτια πάνω στο τραπέζι.


  
 -  Αβράμ, Ισάκ και Ιακώβ, είπε, καλά τρία.

     
  Και ύστερα ήρθε ένας-ένας να φιλήσει το χέρι της.




ΚΑΙ  "ΤΟ ΓΙΟΡΤΙΝΟ  ΤΡΑΠΕΖΙ"   ΑΠΟ  ΤΟ  ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΑΝΕΒΑΣΕΙ  ΤΟ  ΚΘΒΕ ΣΕ  ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ  ΣΩΤΗΡΗ  ΧΑΤΖΑΚΗ ΤΟ  2010

ΛΙΓΑ  ΛΟΓΙΑ  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΜΑΡΙΑ  ΙΟΡΔΑΝΙΔΟΥ
                                                                                  
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1897, κόρη του Υδραίου Νικολάκη Κριεζή, μηχανικού του εμπορικού ναυτικού και της Πολίτισσας Ευφροσύνης Μάγκου. Ήλθε για λίγο στον Πειραιά για να επιστρέψει πάλι στην Κωνσταντινούπολη όπου και φοίτησε στο Αμερικάνικο Κολέγιο. 

                                                        

Το 1914 βρέθηκε στο Βατούμ της τότε Ρωσικής Αυτοκρατορίας καλεσμένη από ένα θείο της για διακοπές αλλά αποκλείστηκε εκεί με το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και την Οκτωβριανή Επανάσταση στη συνέχεια. Έμεινε πέντε χρόνια στη και σ΄αυτό το διάστημα φοίτησε στο γυμνάσιο της Σεβαστουπόλεως.
Το 1919 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και εργάστηκε σε αμερικανική εμπορική εταιρεία. Το 1920 πήρε μετάθεση για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου ήρθε σε επαφή με τους πνευματικούς κύκλους, έγινε μέλος του κομμουνιστικού κόμματος Αιγύπτου και το 1923 παντρεύτηκε τον εκπαιδευτικό Ιορδάνη Ιορδανίδη, καθηγητή στο «Βικτόρια Κόλετζ». Μετά το γάμο της εγκαταστάθηκε με το σύζυγο και τη μητέρα της στην Αθήνα, όπου εργάστηκε στην πρεσβεία της Σοβιετικής Ένωσης. Το 1931 χώρισε από τον Ιορδανίδη, με τον οποίο είχε στο μεταξύ αποκτήσει δυο παιδιά. Το 1939 απολύθηκε από την πρεσβεία και ξανάρχισε να ασχολείται με τα μαθήματα ξένων γλωσσών. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής καταστράφηκε το σπίτι της και η ίδια διώχτηκε και κλείστηκε σε διάφορα στρατόπεδα.
                       
              
Εξαιτίας των συνθηκών της ζωής της η Ιορδανίδου απέκτησε μεγάλη γλωσσομάθεια και εργάστηκε ως ιδιωτική υπάλληλος. Έγινε γνωστή στο λογοτεχνικό χώρο με το έργο Λωξάντρα, που έγραψε σε ηλικία 65 χρονών, το1962, και γνώρισε πολλές επανεκδόσεις. Η Λωξάντρα περιγράφει με μεγάλη ζωντάνια και χιούμορ τα έθιμα και τη ζωή των Ελλήνων της Πόλης και βασίζεται στις αναμνήσεις της Ιορδανίδου πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

                    


Είναι ουσιαστικά η ιστορία της γιαγιάς της. Τη ζωή της στη Ρωσία περιγράφει η Ιορδανίδου στο βιβλίο της Διακοπές στον Καύκασο (1965), ενώ στο Σαν τα τρελά πουλιά (1978) μιλά για τα χρόνια στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα κατά το Μεσοπόλεμο. Τελευταίο της έργο είναι Η αυλή μας (1981).
                            
                       
ΛΩΞΑΝΤΡΑ  1ο  ΜΕΡΟΣ


ΛΩΞΑΝΤΡΑ  2ο  ΜΕΡΟΣ


 Τα έργα της γνώρισαν μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Βραβεύτηκε το 1978 από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως με τον Χρυσό Σταυρό και το Οφίκιο της Αρχόντισσας του Οικουμενικού Θρόνου.

Πέθανε στις 6 Νοεμβρίου του 1989 και κηδεύτηκε στο νεκροταφείο της Νέας Σμύρνης.


Μουσική:Ανδρέας Κατσιγιάννης
Στίχοι *Ουρανία Δούμου
Τραγούδι *Αρετή  Κατιμέ
μπουζούκι * Μανώλης Καραντίνης


Η κυρά μας η Λωξάντρα η Πολίτισσα
δεν ήτανε καμιά κοσμοπολίτισσα
*ήταν δέντρο, φυτρωμένο μες στην πόλη
που οι ρίζες του στεριώσανε σαν πόλη

*Στο χαμηλό τον αντά κάθε πρωί
με ζαχαρόνερο και καλοπιάσματα
σ' ένα κρυστάλλινο ποτήρι από φως
τη μοίρα γλύκαινε η Λωξάντρα με κεράσματα

Τα δυο της χέρια που ζυμώναν τον καιρό
μοσχοβολούσανε μαχλέπι και λιβάνι
*στην αγκαλιά της ξεχειμώνιαζε ο Θεός
αναπαυμένος στο γαλάζιο της φουστάνι

*Στο χαμηλό τον αντά κάθε πρωί
με ζαχαρόνερο και καλοπιάσματα
σ' ένα κρυστάλλινο ποτήρι από φως
τη μοίρα γλύκαινε η Λωξάντρα με κεράσματα

"Γ"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου